Σάββατο 25 Ιουλίου 2015

Η Ιερά Μονή Προφήτου Ηλιού Ρουστίκων, Ρέθυμνο


πηγή

Βρίσκεται στο νοτιοδυτικό του άκρο του χωριού Ρούστικα σε απόσταση είκοσι χιλιομέτρων από το Ρέθυμνο επάνω σε ένα μικρό βραχώδες ύψωμα και μέσα σε ένα κατάφυτο τοπίο με θέα είναι πανοραμική σε όλο το βορειοδυτικό τμήμα του νομού Ρεθύμνης μέχρι και του κόλπου της Σούδας.


Άποψη του Καθολικού της Μονής
πηγή
Το Καθολικό της Μονής Προφήτου Ηλιού Ρουστίκων είναι Ναός τριμάρτυρος, αφιερωμένος στην Αγία Τριάδα, στην Αγία Ζώνη και στον Προφήτη Ηλία.

Ανέκαθεν όμως είναι γνωστός κυρίως ως ο Ναός του Προφήτου Ηλιού, του Εφόρου και Προστάτου της Μονής. 

Το αρχιτεκτονικό σχέδιο του σημερινού Ναού προσαρμόζεται προς το γνωστό τύπο της τρίκλιτης βασιλικής, η οποία όμως έχει ένα τρούλλο και μία μόνο αψίδα Ιερού. 

Στο μεγαλύτερο μέρος του ο Ναός είναι κτισμένος με πελεκητές ασβεστολιθικές πέτρες ενώ εσωτερικά έχει δύο κιονοστοιχίες, οι οποίες τον διαιρούν στα τρία διαφορετικά κλίτη. 


Η επιβλητική είσοδος της Μονής
πηγή
Το δάπεδο του ιερού είναι κατά τρεις βαθμίδες υπερυψωμένο του κυρίως Ναού, ενώ στο θόλο εικονίζεται ο Παντοκράτωρ, έργο του Ρεθύμνιου ζωγράφου Γαληνού το 1905. 

Τα ξυλόγλυπτα του Καθολικού είναι εξαιρετικής τέχνης, απλο αυτά ξεχωρίζουν: ο άμβωνας (1849), ο επισκοπικός Θρόνος (1849), ένα ωραιότατο προσκυνητάρι με την εικόνα του Προφήτη Ηλία και το εξαίρετο Τέμπλο (1844), έργα του άριστου ξυλογλύπτη Αετού Κατζουράκη, αυταδέλφου του ηγουμένου της Μονής Καλλινίκου, ο οποίος εργάσθηκε με ζήλο επί οκτώ χρόνια.

Στη βορειοδυτική γωνία του υπάρχει λίθινη κτιστή σκάλα που οδηγεί στο λαμπρό Κωδωνοστάσιο, πού μαζί με εκείνο της Μονής Αρκαδίου είναι τα μοναδικά βενετσιάνικα κωδωνοστάσια πού σώζονται στην Κρήτη και 
αποτελεί το κυριότερο λείψανο του παλαιού Καθολικού, πού είχε κτισθεί οπωσδήποτε πριν από το 1637.

Η Μονή, όπως και η Μονή Αρκαδίου, είχε τό προνόμιο να διατηρεί καμπάνα, ο Τούρκος στρα­τάρχης Χουσείν πασάς την ονόμαζε «Τσαντλί Μονα­στήρι» (δικαιούχος κώδωνας), που το απέκτησε με τη μεσολάβηση του Ρεθύμνιου Νεόφυτου Πατελάρου, Αρχιεπισκόπου Κρήτης, και το διατήρησε για 10 περίπου χρόνια όμως μετά την ανάκλησή του διατάχθηκε το κατέβασμα των κωδώνων μεταξύ των ετών 1655 - 1657.

Η κυκλική τράπεζα που είναι κατασκευασμένη από ένα 
τεράστιο πελεκητό ασβεστόλιθο.
Βόρεια του Καθολικού υπάρχει και ένα βαθύ πετρόκτιστο πηγάδι βάθους 23 μέτρων και κοντά σε αυτό, στη μέση περίπου της αυλής, μια κυκλική τράπεζα η οποία είναι κατασκευασμένη από ένα τεράστιο πελεκητό ασβεστόλιθο.

Η τράπεζα αυτή, σύμφωνα με τους μελετητές και την προφορική παράδοση των παλαιοτέρων, χρησιμοποιούνταν για διάφορες εκκλησιαστικές τελετές (Μέγας Αγιασμός των Θεοφανείων, αρτοκλασίες, κλπ). 

Επιπλέον δυτικά του Καθολικού συναντά κανείς την λίθινη κτιστή Τράπεζα της Μονής, σχήματος ορθογωνίου 18 τετραγωνικών μέτρων με κτιστό πεζούλι. 

Γύρω από το Καθολικό είναι κτισμένα τα κελλιά και οι βοηθητικοί χώροι της Μονής από τους οποίους ξεχωρίζει ο μεγαλοπρεπής ξενώνας, δίπλα ακριβώς στην Τράπεζα, που παραμένει ημιτελής από το 1911, που λόγω της διανομής του μεγαλύτερου μέρους της ακίνητης μοναστηριακής περιουσίας και των μετοχίων, η Μονή βρέθηκε σε οικονομική αδυναμία να ολοκληρώσει την οικοδόμησή του. 


Η εφέστιος εικόνα του Προφήτη Ηλία που ζωγράφισε ο 
αγιογράφος Αντώνιος Βεβελάκης το 1847
πηγή
Τα κελλιά είναι ορθογώνια, διώροφα,    με χαμηλές εισόδους και ευθύγραμμο ή τοξωτό υπέρθυρο. 

Αυτός ο τρόπος κατασκευής ανάγετε ιστορικά στους χρόνους της Τουρκοκρατίας.

Το Καθολικό έχει παλαιές φορητές εικόνες του 18ου και 19ου αιώνος που ανάμεσα σε αυτές διακρίνεται η εφέστιος εικόνα του Προφήτη Ηλία στο περίτεχνο ξυλόγλυπτο προσκυνητάρι. 

Η μεγάλη αυτή εικόνα διαστάσεων 1,03 Χ 0,832 παριστάνει τον Προφήτη Ηλία και γύρω από αυτόν απεικονίζονται 16 σκηνές από τον βίο και τα θαύματά του. 

Ιστορήθηκε το 1847 από τον Ρεθύμνιο αγιογράφο Αντώνιο Βεβελάκη, με δαπάνες του Καθηγουμένου της Μονής Κυρού Ματθαίου Κιρμιζάκη, όπως μαρτυρεί και η σχετική επιγραφή της. 

Επίσης εντός του Ιερού φυλάσσονται και άλλα κειμήλια, όπως Ιερά Σκεύη και άμφια, καθώς και Ιερόν Ευαγγέλιον ρωσικής τέχνης μεγάλης αξίας, μικροί αργυρόδετοι ξυλόγλυπτοι σταυροί ευλογίας, λειψανοθήκες με ιερά λείψανα διαφόρων Αγίων καθώς και ένας περίτεχνος χρυσοκέντητος Επιτάφιος ρωσικής επίσης τέχνης. 

Άποψη της Μονής
πηγή
Υπάρχουν και διάφορα παλαίτυπα βιβλία, από τα οποία αξιολογότερα είναι τα Μηναία του 1640 ενώ αξιομνημόνευτο είναι το χειρόγραφο Ημερολόγιο της Μονής, του 1620.

Εκτός από μεγάλη περιουσία, η Μονή είχε πολλά και πλούσια μετόχια όπως των: Ταξιαρχών Καλονύκτι, Αγίων Θεοδώρων Πετρέ, Ταξιάρχου Μιχαήλ Φοινικιάς, καθώς και βοσκοτόπια, όπως: Φρυγάνα, Τσιλίβδικα, Ξυλάρες - Πρίνους. 

Επίσης, στην Μονή Ρουστίκων ανήκε και η Μονή Μυριοκεφάλων, τιμώμενη στο Γενέθλιο της Θεοτόκου, την οποία – μετά την καταστροφή πού υπέστη από τους Τούρκους το 1770 – ανοικοδόμησε το 1830 ο Χατζή Ματθαίος, ηγούμενος της Μονής των Ρουστίκων, αλλά η αρχική ίδρυσή της αποδίδεται στον Άγιο Ιωάννη Κυργιάννη ή Ξένο κατά τον 10ο - 11ο αιώνα.

Άποψη της Μονής
πηγή
Δυστυχώς, δεν είμαστε σε θέση σήμερα να πούμε με κάποια σχετική βεβαιότητα το πότε ακριβώς ή και πότε περίπου ιδρύθηκε η Ιερά Μονή Ηλιού των Ρουστίκων. 

Δυστυχώς σήμερα αγνοούμε τόσο τον κτήτορα της Μονής, όσο όμως και τις διάφορες γενικότερα ιστορικές συνθήκες της ιδρυσής της.

Σύμφωνα όμως με κάποια στοιχεία μπορούμε να πούμε σχεδόν με βεβαιότητα ότι η Μονή Ηλιού των Ρουστίκων υπήρχε ήδη από τα μέσα του 16ου ή τουλάχιστον από τις αρχές του 17ου αιώνα καθώς 
στα σχετικά αρχεία της Μονής Ηλιού υπήρχαν κάποια έγγραφα από το 1587 έως και το 1703 περίπου.
Δυστυχώς, δεν είμαστε σε θέση σήμερα να πούμε με κάποια σχετική βεβαιότητα το πότε ακριβώς ή και πότε περίπου ιδρύθηκε η Ιερά Μονή Ηλιού των Ρουστίκων. 

Δυστυχώς σήμερα αγνοούμε τόσο τον κτήτορα της Μονής, όσο όμως και τις διάφορες γενικότερα ιστορικές συνθήκες της ιδρυσής της.

Σύμφωνα όμως με κάποια στοιχεία μπορούμε να πούμε σχεδόν με βεβαιότητα ότι η Μονή Ηλιού των Ρουστίκων υπήρχε ήδη από τα μέσα του 16ου ή τουλάχιστον από τις αρχές του 17ου αιώνα καθώς 
στα σχετικά αρχεία της Μονής Ηλιού υπήρχαν κάποια έγγραφα από το 1587 έως και το 1703 περίπου.


Οικόσημο οικογένειας Βλαστού
πηγή
Πρόκειται για 43 έγγραφα, που στάλθηκαν στις αρχές του 20ού αιώνα από τον τότε Επίσκοπο Ρεθύμνης στη Μητρόπολη, νύν Αρχιεπισκοπή Κρήτης, προκειμένου να δημοσιευθούν και έκτοτε βρίσκονται στη βιβλιοθήκη του Αρχαιολογικού Μουσείου του Ηρακλείου Κρήτης.

Τα δέκα πρώτα από αυτά ανάγονται στους χρόνους της ενετικής κυριαρχίας της Κρήτης, και ειδικότερα μεταξύ των ετών 1587 - 1645 ενώ τ
α υπόλοιπα 33 έγγραφα ανήκουν στην εποχή της Τουρκοκρατίας, μεταξύ των ετών 1650 - 1703.

Επίσης η ύπαρξη της Μονής μαρτυρείται σε επίσημο έγγραφο του 1609, το οποίο έγραψε ο νοτάριος Ιωάννης Βλαστός, όπου γίνεται λόγος για δωρεά από τον Μερκούριο Βλαστό με μάρτυρα το μοναχό Αναστάσιο Βλαστό.

Σε έγγραφο του 1614 αναφέρεται ως πρώτος γνωστός ηγούμενος ο Ακάκιος Βλαστός τον οποίο διαδέχθηκε ο Μητροφάνης Βλαστός ενώ μεταγενέστερα έχουμε και τους ηγουμένους Κοσμά Βλαστό (από το 1645) και Ιερεμία Βλαστό (από το 1655). 

Τα ονόματα αυτά, όπως και πολλά ονόματα μοναχών με το όνομα Βλαστός που αναφέρονται σε διάφορα μεταγενέστερα έγγραφα, φανερώνουν ότι η ιστορία της Μονής έχει συνδεθεί με την βυζαντινή οικογένεια των Βλαστών, που έδωσε στην Κρήτη πολλούς επώνυμους άνδρες, λογίους αλλά και ιερωμένους ενώ Οικόσημο της οικογένειας των Βλαστών σώζεται στη βόρεια πλευρά του οστεοφυλακίου της Μονής. 

Η αρχαιότερη επιγραφή του 1637 στο κωδωνοστάσιο
Στη Ενετοκρατία η Μονή έχαιρε ιδιαίτερου σεβασμού και διασώζονται δύο επιγραφές της εποχής αυτής με την αρχαιότερη, του 1637, να βρίσκεται χαραγμένη στην πρόσοψη του εξαιρετικού και πανέμορφου, τρίλοβου Κωδωνοστασίου, που αναφέρει: «ΑΧΛΖ΄ (1637) ΗΟΥΛΗΟΥ. Κ + ΔΕ(Η)ΙΣΙΣ ΚΑΙ ΕΞΟΔΩΣ ΤΟΥ ΔΟΥΛΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΜΗΤΡΟΦΑΝΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΒΛΑΣΤΟΥ ΕΙΓΟΥΜΕΝΟΥ».

Η επιγραφή στο υπέρθυρο της εισόδου του περιβόλου
Στο υπέρθυρο της εισόδου του περιβόλου άλλη μία επιγραφή αναφέρει: «ΑΧΜΑ. ΙΟΥΛΙΟΥ. Λ. ΔΕΗΣΙΣ Κ(ΑΙ) ΕΞΟΔΟΣ ΤΟΥ ΔΟΥΛΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΜΗΤΡΟΦΑΝΟΥ ΙΕΡΟ / ΜΟΝΑΧΟΥ ΤΟΥ ΒΛΑΣΤΟΥ ΚΑΙ ΚΑΘΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΠΟΤΑΙ ΜΑΡΚΟΜΑΝΟΛΟΠΟΥΛΟΥ»

Οι παραπάνω επιγραφές δεν αποτελούν χρονολογίες ανοικοδόμηση της Μονής, αλλά μάλλον συμπλήρωσης του συγκροτήματος με το Κωδωνοστάσιο και την Κεντρική Πύλη από τον Ηγούμενο και ανακαινιστή της Μονής Μητροφάνη Βλαστό την χρονική περίοδο 1630 - 1640.  

Το επιβλητικό τρίλοβο καμπαναριό της Μονής
πηγή
Άλλες τρεις επιγραφές συναντάμε σε τρεις παλιές καμπάνες της Μονής, που αναφέρονται χρονολογικά στα έτη κατασκευής τους: 1565, 1634 και 1636 αντίστοιχα. 

Οι καμπάνες αυτές κατασκευάστηκαν στην βόρεια Ιταλία, πιθανότατα στα Μεδιόλανα, και τις αναφέρει στο έργο του «Travels in Crete» ο Αγγλος περιηγητής Robert Pashley, που επισκέφθηκε την περιοχή των Ρουστίκων το 1834.

Την εποχή εκείνη, σύμφωνα με τον Pashley, στη Μονή εγκαταβιούσαν ο ηγούμενος και 13 ακόμη μοναχοί. 

Στα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας η Μονή βρισκόταν σε περίοδο ακμής, αφού οι χριστιανοί της περιοχής αφιέρωναν σε αυτή σημαντικές περιουσίες, αλλά και η ίδια προέβαινε σε διάφορες αγορές. 

Το 1677, οι μοναχοί, ύστερα από ειδική άδεια των τουρκικών αρχών, προχώρησαν στην ανέγερση ξενώνα στο Μοναστήρι και στις 8 Σεπτεμβρίου του 1677 αφού η κατασκευή του είχε ολοκληρωθεί, ο ιεροδίκης Ρεθύμνου επισκέπτεται την Μονή για να γνωμοδοτήσει, αν η κατασκευή είναι σύμφωνη με την άδεια πού είχε δοθεί και υποβάλλει σχετική έγγραφη έκθεση προς τον πασά του Ρεθύμνου. 


 Το βαθύ πετρόκτιστο πηγάδι βάθους 23 μέτρων
πηγή
Τον 18ο αιώνα οι χριστιανοί εξακολούθησαν να αφιερώνουν περιουσίες και κειμήλια στη Μονή σύμφωνα με έγγραφα πού φυλάσσονται στο αρχείο της. 

Οι Τούρκοι δεν είχαν το δικαίωμα να αρπάζουν τις περιουσίες των Ιερών μονών ούτε και να τους επιβάλλουν φόρους, λόγω των προνομίων πού είχαν παραχωρηθεί σε αυτές, όμως τα προνόμια αυτά δεν γίνονταν πάντοτε σεβαστά.

Έτσι, με κοινή επιστολή τους της 24ης Οκτωβρίου 1710 προς τον ίδιο τον σουλτάνο οι ηγούμενοι των Ιερών Μονών Προφήτη Ηλία, Αρκαδίου και Αρσανίου ζητούν την απαλλαγή των μοναστηριών τους από τους έκτακτους φόρους και τις αγγαρείες.

Μαρμάρινη επιγραφή στο κωδωνοστάσιο
πηγή
Η επιστολή είχε αποτέλεσμα και το 1719 εκδόθηκε σουλτανικό φιρμάνι πού απάλλασσε τους μοναχούς από κάθε εισφορά και όριζε να μην υποβάλλονται σε καταναγκαστικές εργασίες. 

Το 1776 εκδίδεται άλλη σουλτανική διαταγή πού απαγορεύει τις φορολογικές αυθαιρεσίες για τα τρία αυτά μοναστήρια.

Η Ιερά Μονή του Προφήτη Ηλία έγινε Σταυροπηγιακή, για πρώτη φορά το 1713 με ειδικό μολυβδόβουλο πατριαρχικό έγγραφο (σιγίλιο) του Οικουμενικού Πατριάρχου Κυρίλλου Δ΄ (1711 - 1713), πού σύμφωνα με τις πηγές υπήρχε στην Μονή μέχρι το 1900. 

Το δεύτερο Σταυροπηγιακό σιγίλιο εκ περγαμηνής (βρίσκεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη των Παρισίων) το εξέδωσε στις 11 Ιανουαρίου 1778 ο Πατριάρχης Σωφρόνιος Β΄ (1774 - 1780) και η υπ’ αυτόν 15μελής Σύνοδος με την ευκαιρία της ανανεώσεως των σταυροπηγιακών της προνομίων, προκειμένου να απαλλαγούν από τις δύσκολες περιστάσεις πού προκαλούσαν οι αυθαιρεσίες των κατακτητών. 


Μαρμαροθετήματα στον περίβολο της Μονής
πηγή
Το 1797 ο Πατριάρχης Άγιος Γρηγόριος ο Ε΄ και η 12μελής Πατριαρχική Σύνοδος εξέδωσε σιγίλιο σε περγαμηνή (φυλάσσεται στο αρχείο της Μονής), στο οποίο κατοχυρωνόταν και πάλι η σταυροπηγιακή ιδιότητα της Μονής ενώ στο σιγίλιο αυτό διασώζεται ακόμη η μολύβδινη σφραγίδα του Οικουμενικού Πατριάρχου αγίου Γρηγορίου του Ε΄. 

Σπουδαία υπήρξε η εθνική δράση της Μονής και η συμβολή της σε όλους τους απελευθερωτικούς αγώνες του Γένους. 

Ήταν το καταφύγιο των επαναστατών, που τους εφοδίαζε με όπλα και τρόφιμα, πού η Μονή αγόραζε, και στο αρχείο της σώζεται ένα μυστικό κατάστιχο, στο οποίο είναι γραμμένες οι ποσότητες μπαρουτιού και άλλων πολεμοφοδίων πού μοιράζονταν στους επαναστάτες κατά τα χρόνια της Επανάστασης του 1821. 


Επιγραφή εντοιχισμένη στο Καθολικό
Από αυτό το έγγραφο προκύπτει και η συνεργασία της Μονής με το Αρκάδι και το Γενικό Επαναστατικό Συμβούλιο. 

Για αυτό πυρπολήθηκε και καταστράφηκε από τον τουρκικό στρατό στα τέλη Σεπτεμβρίου του 1823, κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων του Χουσείν Μπέη, οπότε χάθηκε μεγάλο μέρος του αρχείου της Μονής και αποτεφρώθηκαν τα κελλιά και όλοι οι άλλοι χώροι της Μονής εκτός από το Καθολικό. 

Σύμφωνα με τον Αριστείδη Ε. Παναγιωτάκη, η Μονή:  «ετροφοδότησε τις εκάστοτε Επαναστάσεις με άνδρες, με πολεμοφόδια και τρόφιμα. Εδώ φούντωνε η φλόγα της ελευθερίας απ’ εδώ ξεκινούσαν, με καινούργιο μένος, οι οπλαρχηγοί, καλόγηροι και μή, για την απόκτηση της: το 1828 ο καπετάν Συμεών, μοναχός. Το 1889 ο καπετάν Μανασσής, μοναχός. Το 1912 ο Ιερόθεος Πετράκις, Ιεροδιάκονος, οι Ιωακείμ Δουλγεράκις και Ιωαννίκιος Γρυντάκις, μοναχοί (σ.σ.: Μακεδονομάχοι)»


Η εντοιχισμένη αναθηματική επιγραφή, στη βόρεια 
πλευρά του Καθολικού
πηγή
Γύρω στα 1830 ο ηγούμενος της Μονής Συμεών Καβάκης, εκμεταλλευόμενος την πιο ανεκτική στάση της αιγυπτιακής διοίκησης, κατάφερε να πάρει άδεια επισκευής του κατεστραμμένου μοναστηριού.

Ο πριν από το 1637 μικρότερος ναός γκρεμίστηκε, εκτός από το παλιό κωδωνοστάσιο, καθώς κρίθηκε ανεπαρκής για τις λειτουργικές ανάγκες της Μονής. 

Στη θέση του χτίστηκε ο σημερινός ναός το 1831, όπως μαρτυρεί η αναθηματική επιγραφή, πού είναι εντοιχισμένη στη βόρεια πλευρά του Καθολικού: «ΑΩΛΑ ΜΗΝΙ… ΑΝΗΓΕΡΘΗ ΕΚ ΒΑΘΡΩΝ Ο ΝΑΟΣ ΟΥΤΟΣ ΑΝΕΥ ΤΟΥ ΚΑΜΠΑΝΑΡΙΟΥ ΕΞ ΙΔΙΑΣ ΔΑΠΑΝΗΣ ΑΥΤΟΥ ΣΥΝΕΡΓΙΑΣ ΚΑΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗ(Σ) ΤΙΝΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ». 

Στο δύσκολο αυτό έργο της ανοικοδόμησης του νέου μεγαλοπρεπέστερου Καθολικού της Μονής συνέβαλε, εκτός από τον ηγούμενο Συμεών και ο δραστήριος ιερομόναχος και μετέπειτα ηγούμενος Χατζή Ματθαίος Κιρμιζάκης. 

Η παράδοση θέλει τον Χατζή Ματθαίο να περιέρχεται τα χωριά, για να συγκεντρώσει τα απαιτούμενα ποσά της ανακατασκευής, τα εγκαίνια του οποίου έγιναν στις 25 Σεπτεμβρίου 1832 από τον Επίσκοπο Λάμπης και Σφακίων Νικόδημο ενώ στη συνέχεια χτίστηκαν και τα άλλα παραρτήματα της Μονής (κελλιά, αποθήκες, ηγουμενείο, κλπ). 

Άποψη του περίβολου της Μονής
Επί της ηγουμενίας του Χατζή Ματθαίου έλαβε χώρα και ένα εντυπωσιακό γεγονός, πού υποδηλώνει τη σχέση αφιέρωσης και αφοσίωσης των μοναχών προς τη Μονή της μετανοίας τους. 

Το 1841 και οι 25 τότε πατέρες της Μονής με κοινό αποδεικτικό και βεβαιωτικό γράμμα δωρίζουν όλη την προσωπική τους περιουσία στην Ιερά Μονή Προφήτη Ηλία. 

Η εθνική προσφορά της Μονής συνεχίστηκε και κατά την Επανάσταση του 1866 ενώ μερικές πηγές αναφέρουν ότι η Μονή του Προφήτη Ηλία προσέφερε υπηρεσίες περίθαλψης σε τραυματίες επαναστάτες και έγινε νοσοκομείο πρώτων βοηθειών για τους τραυματίες της Μάχης του Βρύσινα, πού έγινε στις 3 Οκτωβρίου 1866. 

Άποψη απο το αρχονταρίκι της Μονής
πηγή
Στα τέλη του ίδιου μήνα πραγματοποιήθηκε μια συνέλευση της Επαναστατικής Επιτροπής Ρεθύμνου στη Μονή Προφήτη Ηλία. 

Λόγω της έντονης αυτής δραστηριοποίησης της Μονής στους εθνικούς αγώνες, το 1877 οι Τούρκοι υποχρέωσαν τον Πατριάρχη Ιωακείμ Β΄ να ασκήσει πίεση στον ηγούμενο, ώστε να απέχει στο εξής από κάθε επαναστατική ενέργεια. 

Παρά τις πιέσεις, η Ιερά Μονή δεν έπαψε να παρέχει κάθε δυνατή βοήθεια στους επαναστάτες αγωνιστές, πού έκτοτε εγκαταστάθηκαν στο Μετόχι της Μονής, την Παναγία των Μυριοκεφάλων, και περίμεναν την απάντηση του Σουλτάνου στο αίτημά τους για ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα.

Άποψη από την Τράπεζα της Μονής
Το 1881 η Μονή του Προφήτη Ηλία είχε 17 μοναχούς και 15 εργαζομένους λαϊκούς στα μοναστηριακά κτήματα, σύμφωνα με την «Στατιστική του πληθυσμού της Κρήτης», πού συνέταξε ο Σταυράκης. 

Ήταν δηλαδή μία από τις μεγαλύτερες Μονές του νησιού την περίοδο εκείνη. Κατά την Επανάσταση του 1896 ο αρχιμ. Αγαθάγγελος Βερνάρδος, διδάσκαλος, και οι λοιποί αδελφοί της Ιεράς Μονής Ρουστίκων αποφασίζουν όλη η οικονομική δυνατότητα του Προφήτη Ηλία να τεθεί στη διάθεση της Επανάστασης. Μάλιστα επειδή δεν ήταν δυνατόν να επαρκέσουν ούτε τα εισοδήματα ούτε τα χρήματα της Μονής για αυτές τις δαπάνες, το Ηγουμενοσυμβούλιο με απόφασή του συνήπτε ακόμη και δάνεια από ιδιώτες και έτσι ανταπεξήλθε μέχρι το τέλος στις ανάγκες του απελευθερωτικού αγώνα των Κρητών.  

Άποψη από το εσωτερικό περίβολο της Μονής
Ο Αγαθάγγελος επισκέφθηκε όλα τα χωριά μέχρι και το Αρκάδι με σκοπό να οργανώσει και να γενικεύσει την Επανάσταση, έτσι πολυάριθμοι επαναστάτες συγκεντρώθηκαν στο Μοναστήρι και αφού έγινε Παράκληση στο Καθολικό του Προφήτη Ηλία, προμηθεύτηκαν τα αναγκαία εφόδια και ξεκίνησαν για την οχυρή θέση στο χωριό Καλονύκτη, κοντά στη Μονή, όπου ακολούθησε κρίσιμη μάχη με τους Τούρκους. 

Κατά τη διάρκεια της γερμανικής Κατοχής οι Πατέρες της Μονής με κίνδυνο της ζωής τους, διαφύλαξαν σε κρύπτη του Μοναστηριού και διέσωσαν το πολύτιμο Ιστορικό Αρχείο Κρήτης, το οποίο μετέφερε προσωπικά ο Καθηγητής Ν. Τωμαδάκης, συσκευασμένο σε μεγάλα κιβώτια, και το παρέδωσε στον εκ Ρουστίκων ηγούμενο της Μονής Αρχιμανδρίτη Ιερόθεο Πετράκη. Η συμβολή της Ιεράς Μονής Προφήτη Ηλία στην πνευματική καλλιέργεια των Ρεθυμνίων υπήρξε τεράστια. 

Άποψη από το τέμπλο της Μονής
Κατά την παράδοση, στην εποχή της Τουρκοκρατίας λειτουργούσε στο χώρο της Μονής άτυπο σχολείο, στο οποίο μάθαιναν τα στοιχειώδη γράμματα μικροί μαθητές των κοντινών χωριών. 

Το 1808 η Μονή έλαβε πατριαρχικό έπαινο για τη μεγάλη της χρηματική συνεισφορά υπέρ των σχολείων της περιφέρειας Ρεθύμνου και στην περίοδο της αιγυπτιοκρατίας οι αρχές επέτρεψαν την ίδρυση πολλών ελληνικών σχολείων. 

Σημαντική συνεισφορά στις δαπάνες για τη χρηματοδότηση των σχολείων αυτών είχαν τα κατά τόπους Μοναστήρια, μεταξύ των οποίων και η Μονή Προφήτη Ηλία, όπως προκύπτει και από σχετικό έγγραφο του 1836. Το 1864 η Μονή διέθεσε ένα σημαντικό ποσό για την ανέγερση παρθεναγωγείου στο Ρέθυμνο. 

Άποψη από το εσωτερικό του Καθολικού της Μονής
Δύο ανέκδοτα πατριαρχικά έγγραφα της 26ης Ιουλίου 1861 και της 20ής Απριλίου 1865 καταδεικνύουν ότι η Μονή βοηθούσε ταυτόχρονα τα σχολεία της Επαρχίας και της Πόλης του Ρεθύμνου. 

Επίσης, η Ιερά Μονή των Ρουστίκων βοήθησε πολλούς φιλομαθείς νέους στη συνέχιση των σπουδών τους και ανέδειξε λόγιους ηγουμένους και μοναχούς, πολλοί από τους οποίους υπήρξαν και γενναίοι αγωνιστές. 

Μετά την Τουρκοκρατία η Ιερά Μονή ανακαινίζεται κτιριακά και παράλληλα νέοι άνθρωποι έρχονται να μονάσουν σε αυτή και οι πατέρες αυτοί γίνονται συνεχιστές και ενσαρκωτές της κληρονομιάς των προηγούμενων πατέρων. 

Στις αρχές του 20ού αιώνα το μοναστήρι «εξήνθησε ωσεί κρίνον», με μοναχούς, οι οποίοι με τη ζωή και το έργο τους σηματοδότησαν και σφράγισαν την πορεία του, με τελευταίο της παλαιάς φρουράς τον Γέροντα Ευμένιο Λαμπάκη, ηγούμενο της Μονής από το 1963 έως το 2005.

Σήμερα η Μονή Προφήτη Ηλία Ρουστίκων παραμένει ανδρώα, αριθμεί 3 μοναχούς με ηγούμενο τον Αρχιμανδρίτη Ιωάννη Κουφουδάκη και με την καθοδήγηση της 28ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, γίνονται προσπάθειες συντήρησης και αποκατάστασης του κτιριακού της συγκροτήματος.

Η Μονή εορτάζει του Προφήτη Ηλία στις 20 Ιουλίου. 

Τηλέφωνο Μονής : (+30) 28310 91401, 91205


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου