Τετάρτη 19 Αυγούστου 2015

Ιερά Μονή Παναγίας Μπρυώνη, Νεοχωράκι Αρτα

πηγή
Βρίσκεται σε μικρή απόσταση Νοτιοανατολικά της Άρτας και ακριβώς πλάι στο δρόμο που οδηγεί στο Νεοχωράκι, μοναδικό απομεινάρι ενός άλλοτε μεγάλου και ακμαίου μοναστηριού, του μοναστηριού της Παναγίας Μπρυώνη.



Άποψη του Ναού
πηγή
Ο Ναός αποτελεί έναν συνδυασμό σταυροειδούς εγγεγραμμένου ναού και τρίκλιτης βασιλικής. Η προσωνυμία “Μπρυώνη” δεν έχει εξακριβωμένη προέλευση. 

Ίσως σχετίζεται με το όνομα του κτήτορα ή κάποιου ηγούμενου, ίσως να θυμίζει τον Τούρκο της λαϊκής παράδοσης που έκανε μεγάλη αφιέρωση στη μονή, επειδή χάρη σε θαύμα της Παναγίας ξαναβρήκε το φως του. 

Λιγότερο πιθανή είναι η εκδοχή που προβάλλει ο μητροπολίτης Σεραφείμ Ξενόπουλος στο “Δοκίμιο” του, σύμφωνα με την οποία η επωνυμία “Μπρυώνη” οφείλεται σε παραφθορά της λέξης “περιώνυμη” (περιώνυμος μονή) οπότε η σωστή ονομασία θα ήταν “Παναγία η Μπριώνη”.

πηγή φωτογραφίας: amvrakia.blogspot.gr
Οι εσωτερικές διαστάσεις του Ναού, είναι 9.80 μέτρα μήκος, χωρίς την αψίδα, και 6.10 μέτρα πλάτος. 

Με βάση πλίνθινη επιγραφή στη νότια πλευρά του ναού, ο καθηγητής Παναγιώτης Βοκοτόπουλος, ο κυριότερος μελετητής του μνημείου μετά τον Αναστάσιο Ορλάνδο, τοποθετεί την ίδρυση του ναού στο 1238, όταν Πατριάρχης στην Κωνσταντινούπολη ήταν ο Γερμανός Β’

Πιθανή είναι και η εκδοχή του Σεραφείμ Ξενόπουλου, που γράφει συγκεκριμένη χρονολογία ίδρυσης του ναού, το 1111, άποψη που εμμέσως συμμερίζεται και ο Αναστάσιος Ορλάνδος, υποστηρίζοντας ότι το 13ο αιώνα δεν έχουμε την ίδρυση του ναού αλλά τη μετασκευή της παλαιότερης ξυλόστεγης τρίκλιτης βασιλικής σε σταυροειδή με τρούλο, και ότι σε αυτή τη μετασκευή έκανε τον αγιασμό ο Πατριάρχης Γερμανός Β’ και τον συσχετίζει µε την επίσκεψη του Μητροπολίτη Αγκύρας Χριστοφόρου, ως Πατριαρχικού Εξάρχου στη Ήπειρο.

Άποψη του Ναού
πηγή
Για αιώνες το μοναστήρι ανθούσε, αλλά στα χρόνια του Αλή πασά αρπάχτηκαν τα πλούτη και τα κτήματά του από τους Τούρκους και έπεσε σε παρακμή. 

Το 1821 πυρπολήθηκε ο ναός και “έμεινεν ερείπιον σωζόμενου μόνον του μέρους του ιερού Βήματος και του τρούλλου ετοιμόρροπου”  καθώς μας πληροφορεί ο Σεραφείμ. 

Στα χρόνια 1867 - 1871 έγινε ριζική ανακαίνιση του ναού με εκτεταμένες επισκευές, συμπληρώσεις και ανακατασκευές, οπότε το μνημείο πήρε τη σημερινή του μορφή ενώ τότε προστέθηκε ο νάρθηκας και κατασκευάσθηκε ο περιβολότοιχος με το κωδωνοστάσιο, όπως μαρτυρούν δύο εντοιχισμένες ενεπίγραφες πλάκες.

Άποψη του Ναού
πηγή
Η εξωτερική ομορφιά αυτού του μνημείου βρίσκεται στο σχήμα του και κυρίως στον κεραμοπλαστικό του διάκοσμο. 

Η κόγχη του ιερού είναι εξ ολοκλήρου “κεντημένη” με πλίνθους σε διακοσμητικές ζώνες και ποικίλα σχέδια.

Τα σχέδια αυτά είναι οδοντωτές ταινίες, γεωμετρικά σχήματα, περίτεχνοι συνδυασμοί πριονωτών, κάθετων και παραλλήλων πλίνθων και ένα διακοσμητικό στοιχείο που μόνο σε αυτόν το ναό συναντάται: ταινίες με τεθλασμένες ή κυματοειδείς πλίνθους που πλάστηκαν προτού ψηθούν - πάνω στο κτίσιμο - με το μυστρί, ένδειξη πως κύρια επιδίωξη του τεχνίτη ήταν η πρωτοτυπία.

Άποψη του Ναού
πηγή
Παρόμοια διακοσμητικά θέματα βρίσκουμε και στα τύμπανα της κεραίας του σταυρού, όπου εκτός των άλλων δεσπόζουσα θέση κατέχουν δύο πλίνθινες επιγραφές, οι οποίες εκτείνονται σε όλο το πλάτος των δύο τύμπανων. 

Στη νότια πλευρά υπάρχει η εξής επιγραφή: “Στα(υ)ρωπίγιο(ν) πατριαρχηκόν” ενώ η επιγραφή του βόρειου τύμπανου είναι: “Το αγι(α)σθέν παρά Γερμανού και οικουμενικού Πατριάρχου”

Από τις επιγραφές αυτές μπορούμε έμμεσα να υπολογίσουμε το χρόνο ίδρυσης του ναού και επιπλέον μαθαίνουμε ότι η μονή ήταν σταυροπηγιακή, δηλαδή υπαγόταν απευθείας στο Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης. 

Κατά τη θεμελίωση δε του ναού μιας τέτοιας μονής ο Πατριάρχης έστελνε σταυρό χρυσό ή και ασημένιο που τοποθετούνταν στα θεμέλια.

Εσωτερικά ο ναός δεν παρουσιάζει κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον. 

Ο αρχικός κυρίως ναός μαζί με τον τότε νάρθηκα καταλάμβαναν τις διαστάσεις του σημερινού κυρίως ναού. 

Το 1870 όμως, γκρεμίστηκε ο τοίχος που χώριζε τα δύο μέρη, στη θέση του τοποθετήθηκαν οι δύο δυτικές κολώνες κι έτσι ο ναός πήρε τη σημερινή εσωτερική του όψη. 

Την επιβεβαίωση αυτής της αλλαγής έφερε ανασκαφική τομή στο κεντρικό κλίτος του ναού, κατά την οποία βρέθηκε η βάση του τοίχου που χώριζε τον παλαιό νάρθηκα απ’ τον κυρίως ναό.

Γραπτός διάκοσμος στον κυρίως ναό δυστυχώς δεν υπάρχει, εκτός από τον Παντοκράτορα που βρίσκεται στον τρούλο και μια τοιχογραφία του 19ου αιώνα περίπου που βρίσκεται πλάι στο Δεσποτικό. 



Η τοιχογραφία της Παναγίας Αιματο - δακρύζουσας
Σε αυτή έχουμε τη σπάνια - σαν θέμα - απεικόνιση του Αρχαγγέλου Μιχαήλ - Θεοφόρου (το κεφάλι του Θεού εικονίζεται στην κοιλιακή χώρα του Αρχαγγέλου) να παίρνει την ψυχή του φιλάργυρου, ενώ την διεκδικεί δικαιωματικά και ο διάβολος που καραδοκεί. 

Οι τοιχογραφίες στην κόγχη του ιερού και στην Πρόθεση έγιναν το 1873 από το Σαμαρινιό Αθανάσιο Ζωγράφο και είναι εξαιρετικής τέχνης με εναργέστατα χρώματα, διατηρούνται δε σε άριστη κατάσταση. 

Εντυπωσιακότατη όμως είναι και η τοιχογραφική παράσταση της Παναγίας Αιματο - δακρύζουσας, καθώς οδυνάται ενώπιον του άψυχου Ιησού, στην κόγχη της Πρόθεσης. 

Πρόκειται για αριστουργηματική σύνθεση και η σπανιότητα του θέματος καθιστά το έργο ιδιαίτερα αξιόλογο. 

Της ίδιας εποχής είναι και το ξύλινο τέμπλο με τις καλοδιατηρημένες φορητές εικόνες του και το εξαιρετικής τέχνης Βημόθυρο, όπου ξεχωρίζει η εικόνα της Παναγίας στην παράσταση του Ευαγγελισμού – έργο του ίδιου Σαμαρινιού ζωγράφου. 

Το εξαιρετικό ξύλινο τέμπλο της Μονής Μπρυώνη
Από το αρχικό γύψινο τέμπλο, μοναδικό απομεινάρι του είναι ένα κομμάτι πεσσίσκου - στολισμένο με ανάγλυφες φυτικές διακοσμήσεις - που υπάρχει εντοιχισμένο στην κορυφή του αετώματος της εξωτερικής βόρειας πλευράς. 

Θεωρείται βέβαιο πως παλιά υπήρχαν τοιχογραφίες σε όλο το εσωτερικό του ναού. 

Δυστυχώς όμως καταστράφηκαν προφανώς από την βροχή, όταν για πολλά χρόνια ο ναός παρέμεινε δίχως στέγη, μετά την κατάρρευση της στέγης του το 1821.

Σήμερα όμως τίποτα πια δε θυμίζει τις παλαιές καλές ένδοξες εκείνες ημέρες του μοναστηριού της Παναγίας του Μπρυώνη. 

Τα κελιά εξαφανίστηκαν, τα πλούτη αρπάχτηκαν, έμεινε όμως το πανέμορφο βυζαντινό ερημοκλήσι, ένας σιωπηλός μάρτυρας μιας χαμένης λάμψης, ανταύγεια μιας πολύ μακρινής αλλά εξαιρετικά δοξασμένης εποχής, της εποχής του Δεσποτάτου της Ηπείρου.
Ο ναός τιμάται στη μνήμη της Κοίμησης της Θεοτόκου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου