Βρίσκεται
στις κατάφυτες πλαγιές του όρους Όθρυς
και σε υψόμετρο 900 μέτρων και σε απόσταση
22 χιλιομέτρων απο την Λαμία, μέσα σε
πολύ καλή βλάστηση και πολλά κρύα νερά.
O
ακριβής χρόνος κτίσης της Μονής Γενεσίου της Θεοτόκου Αντινίτσης, καθώς και το όνομα του
κτήτορα, μας είναι σήμερα άγνωστο.
Το 1930, ο Αναστάσιος Ορλάνδος σημειώνει: «Του εσωτερικού δ’ όντος εξ ολοκλήρου ασβεστοχρίστου, δεν σώζεται ουδ’ η κτιτορική αυτής επιγραφή» ενώ σύμφωνα με τον ιστορικό Ιωάννη Γ. Βορτσέλα, «πιθανώς εκτίσθη λήγοντος του Μεσαίωνος».
Συμπερασματικά,
μπορεί να προσδιοριστεί ο χρόνος κτίσεως
του Καθολικού περίπου στις δεκαετίες μετά την
άλωση της Κωνσταντινουπόλεως (1460 – 1500).
Η επιλογή του χώρου αυτού, η πρώτη εγκατάσταση και τα απαραίτητα κύρια αλλά και συμπληρωματικά κτίσματα της Μονής όπως κελιά, ο αρχικός ναός, οι αποθήκες, οι βοηθητικοί χώροι, η περιτείχιση, κ.ά μας οδηγούν αναγκαστικά πιο πίσω στο χρόνο, πιθανότατα κάπου στις αρχές του 15ου αιώνα ή ακόμη και πιο νωρίτερα, χωρίς τη δυνατότητα όμως, του ακριβούς προσδιορισμού.
Για τους ιδρυτές της μονής αλλά και τον τρόπο ίδρυσής της, η έλλειψη κάποιων αποδεικτικών στοιχείων καθώς και τα πολλά χρόνια της τουρκοκρατίας μας οδηγούν μόνο στη μαρτυρία της προφορικής παράδοσης.
Η μία εκδοχή ιστορεί ότι όταν ξεκίνησαν οι σφαγές στην πόλη του
Αϊδινίου, δύο Αϊδινιώτες πιθανόν κληρικοί
(χωρίς να αποκλειστεί όμως να ήταν
λαϊκοί), έφυγαν και ζήτησαν καταφύγιο
στην κεντρική Ελλάδα, φέρνοντας μαζί
τους και τη θαυματουργή εικόνα της
Παναγίας του Αϊδινίου.
Έχοντας μαζί τους την ιερή εικόνα της Αϊδινιώτισσας Παναγίας οι δύο Αϊδινιώτες περπάτησαν και νύχτωσαν κοντά στην σημερινή θέση.
Αποφάσισαν να διανυκτερεύσουν εκεί και το πρωί να συνεχίσουν τον δρόμο τους.
Όταν
ξημέρωσε όμως και ετοιμάστηκαν
να αναχωρήσουν, διαπίστωσαν ότι η εικόνα
της Παναγίας ήταν τόσο βαριά που ήταν
αδύνατο να τη σηκώσουν και να συνεχίσουν
τον δρόμο τους.
Το θαυματουργό αυτό γεγονός το ερμήνευσαν ως επιθυμία της Παναγίας να παραμείνει στον τόπο αυτό για πάντα και έτσι στην πλαγιά της Όθρυος αποφάσισαν και έκτισαν το σπιτικό της Παναγίας της Αϊδινιώτισσας, που έμεινε στην ιστορία ως Μοναστήρι της Αντίνιτσας.
Η προφορική
αυτή παράδοση έχει συνδέσει τον τρόπο
ίδρυσης με την ονομασία της Μονής και
θεωρεί ότι η λέξη Αντίνιτσα είναι
παράγωγη λέξη (με σημαντική παραφθορά)
και προήλθε από το όνομα της πόλης
Αϊδίνιο της Μικράς Ασίας.
Η δεύτερη εκδοχή για το όνομα Αντίνιτσα, στηρίζεται στο ότι εκεί υπήρχε μια παλαιά κώμη η Αντίνα (ή Αντίνη) από την οποία προήλθε η λέξη Αντίνιτσα και ο Ιωάννης Βορτσέλας γράφει ότι: «Το δ’ επώνυμον της Μονής κατά την γνώμην του επισκεψαμένου τας Μονάς της Ελλάδος και συλλέξαντος ιστορικάς τινας περί αυτών ειδήσεις κ. Ευστρ. Δράκου Μοσχονησίου εξεπήγασεν εκ τινος παρακειμένης αυτόθι επί μεγάλου προβούνου παλαιάς κώμης Αντίνης ή Αντίνου καλουμένης, ης τα ερείπια σώζονται».
Ο Θεόκτιστος Αθ. Λαϊνάς αποδέχεται την πρώτη άποψη, αποδίδει δε την ίδρυση της Αντίνας στο Ρωμαίο αυτοκράτορα Αδριανό (117 - 138).
Η αντιστοίχιση της πόλης Αντινοούπολης στην Αίγυπτο (που ιδρύθηκε απ’ τον Αδριανό στη μνήμη φίλου του ονόματι Αντίνοου), με την πιθανότητα ίδρυσης της κώμης Αντίνας στην Όθρη δεν τεκμηριώνεται.
Με τη δεύτερη εκδοχή που είναι επικρατέστερη συμφωνεί και ο Αναστάσιος Ορλάνδος, στην
ναοδομική μελέτη του το 1930, όπου
γράφει: “πενιχρά μονή επιλεγομένη δε
της Αντινίτσης, από ομωνύμου τινός
γειτονικής, εκλιπούσης ήδη, κώμης
πιθανώτατα λαβούσα την επίκλησιν”.
Το όνομα Αντίνιτσα δεν προήλθε από το Αϊδίνιο, αλλά από την ονομασία της θέσης της παλαιάς κωμόπολης Αντίνας, που στους αρχαίους χρόνους, στη θέση αυτή, υπήρχε ένα ιερό προς τιμήν της θεάς Αρτέμιδος.
Από αυτό τον αυχένα της Όθρυος σε υψόμετρο 780 μέτρων πέρασαν οι στρατοί όλων των εισβολέων, γίνονταν οι μεταφορές και το εμπόριο και ήταν το πέρασμα για άμαξες, για ζώα φορτωμένα και πεζούς ή έφιππους ανθρώπους.
Ο αρχαιολόγος και
τοπογράφος Υβ Μπεκινιόν (Yves Bequignion), που
πέρασε τη δεκαετία 1930 – 40 έγραψε για τη
θέση της μονής ότι το μοναστήρι που βλέπει
κανείς τώρα εκεί, κτίστηκε κοντά σε μια
πηγή, πάνω σε θέση αρχαία ενώ ο M. Daux και ο
M. de la Coste φρονούν, ότι υπήρξε εκεί αρχικά
ένα ιερόν, που στη συνέχεια προστατεύτηκε
με μια σκοπιά.
Από τη Λαμία, παλιότερα, η διαδρομή γινόταν με τα πόδια και η πορεία διαρκούσε 4 ώρες ενώ σήμερα με το αυτοκίνητο πλέον η διαδρομή Λαμίας μέχρι τη Μονή Αντίνιτσας, είναι συνολικά 22 χιλιόμετρα.
Από
τα πρώτα χρόνια ίδρυσης της μονής, δημιουργήθηκε μία καλή
σχέση με κάποια μέλη της γενουατικής
οικογένειας των Ιουστινιάνι και αυτό
αποδεικνύεται από το οικόσημο των
Giustiniani, που ήταν εντοιχισμένο επάνω από
τον κρουνό μιας κρήνης στον περίβολο
της μονής.
Η θέση της Μονής βοήθησε
στον αγώνα του 1821, για τους Έλληνες
αγωνιστές, σε αυτό το τμήμα της Όθρυος.
Στη διάρκεια της ελληνικής επανάστασης, ηγούμενος της Μονής ήταν ο Ιερομόναχος Αγαθόνικος Καλλίνικος (1821 – 1834).
Στο δεύτερο χρόνο της επανάστασης (1822) ο οπλαρχηγός Καρατάσος, με διακόσιους άνδρες του είχε αμπαρωθεί στα κελιά της Αντίνιτσας και αγωνίζονταν ενάντια στις τούρκικες δυνάμεις.
Αυτές είχαν έρθει από τη Θεσσαλία και βιάζονταν να περάσουν στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα για να καταστείλουν το κίνημα των Ελλήνων και τότε οι γνωστοί Έλληνες οπλαρχηγοί Ζαφειράκης και Γάτσος με τους συντρόφους τους επιτέθηκαν, διέσπασαν τους Τούρκους και τους ελευθέρωσαν.
Μετά
την απελευθέρωση από τους Τούρκους η
Μονή με το γνωστό διάταγμα του Αντιβασιλέα
του Οθωνα διαλύθηκε και συγχωνεύτηκε
με την Μονή Αγάθωνα.
Το 1944 η Μονή καταστράφηκε ολοσχερώς, σώθηκε όμως η θαυματουργός εικόνα της Παναγίας και το 1968 από χριστιανούς της περιοχής άρχισε μια προσπάθεια συγκέντρωσης χρημάτων υπέρ της Μονής και το 1969 άρχισε η ανοικοδόμησή της, κατασκευάσθηκαν νέες πτέρυγες, κελιά, τραπεζαρίες, παρεκκλήσια και χώροι για τη φιλοξενία των προσκυνητών.
Το Καθολικό που καταστράφηκε ήτανε αθωνικού τύπου, τετρακιόνιος σταυροειδής μετά τρούλου, αποτελούσε το αρχαιότερο Καθολικό Μονής των μεταβυζαντινών χρόνων και αντίγραφο αυτό του παλαιού Ναού είναι το σημερινό πού ανεγέρθηκε το 2000.
Ο ερχομός στην Μονή του ηγουμένου
Αγαθόνικου Αναγνωστοπούλου το 1987 έδωσε
νέα πνοή και ζωντάνια στην Μονή που
ολοκλήρωσε τα ημιτελή κτίρια.
Η Μονή γιορτάζει στις 8 Σεπτεμβρίου.
Τηλέφωνο Μονής: (+30) 22310 96720
Η είσοδος της Μονής πηγή |
Το 1930, ο Αναστάσιος Ορλάνδος σημειώνει: «Του εσωτερικού δ’ όντος εξ ολοκλήρου ασβεστοχρίστου, δεν σώζεται ουδ’ η κτιτορική αυτής επιγραφή» ενώ σύμφωνα με τον ιστορικό Ιωάννη Γ. Βορτσέλα, «πιθανώς εκτίσθη λήγοντος του Μεσαίωνος».
Η μελέτη των αρχιτεκτονικών χαρακτηριστικών
του παλαιού Καθολικού της Μονής και της
όλης ναοδομίας του από τον καθηγητή
Αναστάσιο Ορλάνδο, το 1930 με συγκριτικά
στοιχεία από μονές του Αγίου Όρους, και της ευρύτερης βαλκανικής χερσονήσου
καταλήγει: «δεν δυνάμεθα να αναγάγωμεν
το καθολικόν της Αντινίτσης εις χρόνους
προγενεστέρους τής αλώσεως. Η μάλλον
πιθανή χρονολογία κατασκευής του
εξετασθέντος ναού είναι το δεύτερον
ήμισυ τού 15ου αιώνος, περίοδος εκ της
οποίας πολύ ολίγα μνημεία τής αρχιτεκτονικής
μας διεσώθησαν»
Άποψη του Καθολικού της Μονής πηγή |
Η επιλογή του χώρου αυτού, η πρώτη εγκατάσταση και τα απαραίτητα κύρια αλλά και συμπληρωματικά κτίσματα της Μονής όπως κελιά, ο αρχικός ναός, οι αποθήκες, οι βοηθητικοί χώροι, η περιτείχιση, κ.ά μας οδηγούν αναγκαστικά πιο πίσω στο χρόνο, πιθανότατα κάπου στις αρχές του 15ου αιώνα ή ακόμη και πιο νωρίτερα, χωρίς τη δυνατότητα όμως, του ακριβούς προσδιορισμού.
Για τους ιδρυτές της μονής αλλά και τον τρόπο ίδρυσής της, η έλλειψη κάποιων αποδεικτικών στοιχείων καθώς και τα πολλά χρόνια της τουρκοκρατίας μας οδηγούν μόνο στη μαρτυρία της προφορικής παράδοσης.
H Θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Αντινίτσας πηγή |
Έχοντας μαζί τους την ιερή εικόνα της Αϊδινιώτισσας Παναγίας οι δύο Αϊδινιώτες περπάτησαν και νύχτωσαν κοντά στην σημερινή θέση.
Αποφάσισαν να διανυκτερεύσουν εκεί και το πρωί να συνεχίσουν τον δρόμο τους.
Το θαυματουργό αυτό γεγονός το ερμήνευσαν ως επιθυμία της Παναγίας να παραμείνει στον τόπο αυτό για πάντα και έτσι στην πλαγιά της Όθρυος αποφάσισαν και έκτισαν το σπιτικό της Παναγίας της Αϊδινιώτισσας, που έμεινε στην ιστορία ως Μοναστήρι της Αντίνιτσας.
Επιγραφή ανακαίνισης της Μονής στα 1878
|
Η δεύτερη εκδοχή για το όνομα Αντίνιτσα, στηρίζεται στο ότι εκεί υπήρχε μια παλαιά κώμη η Αντίνα (ή Αντίνη) από την οποία προήλθε η λέξη Αντίνιτσα και ο Ιωάννης Βορτσέλας γράφει ότι: «Το δ’ επώνυμον της Μονής κατά την γνώμην του επισκεψαμένου τας Μονάς της Ελλάδος και συλλέξαντος ιστορικάς τινας περί αυτών ειδήσεις κ. Ευστρ. Δράκου Μοσχονησίου εξεπήγασεν εκ τινος παρακειμένης αυτόθι επί μεγάλου προβούνου παλαιάς κώμης Αντίνης ή Αντίνου καλουμένης, ης τα ερείπια σώζονται».
Ο Θεόκτιστος Αθ. Λαϊνάς αποδέχεται την πρώτη άποψη, αποδίδει δε την ίδρυση της Αντίνας στο Ρωμαίο αυτοκράτορα Αδριανό (117 - 138).
Η αντιστοίχιση της πόλης Αντινοούπολης στην Αίγυπτο (που ιδρύθηκε απ’ τον Αδριανό στη μνήμη φίλου του ονόματι Αντίνοου), με την πιθανότητα ίδρυσης της κώμης Αντίνας στην Όθρη δεν τεκμηριώνεται.
Άποψη της Μονής πηγή |
Το όνομα Αντίνιτσα δεν προήλθε από το Αϊδίνιο, αλλά από την ονομασία της θέσης της παλαιάς κωμόπολης Αντίνας, που στους αρχαίους χρόνους, στη θέση αυτή, υπήρχε ένα ιερό προς τιμήν της θεάς Αρτέμιδος.
Η
θέση της μονής επιλέχτηκε ως το
καταλληλότερο ορεινό σημείο στην κατάφυτη Όρθρυ σε υψόμετρο
900 μέτρων, με νότιο προσανατολισμό, προστασία
από βόρειους ανέμους, μεγάλη ηλιοφάνεια,
νερά και θαυμάσια θέα προς την κοιλάδα
του Σπερχειού και το Μαλιακό Κόλπο.
Ο
Αναστάσιος Ορλάνδος (το 1930) έγραψε σχετικά
«ιδρυμένη επί νοτίως βλεπούσης αποτόμου
και υλομανούς κλιτύος» και ο ιστορικός
Ιωάννης Βορτσέλας γράφει «μετά τεσσάρων
ωρών πορείαν από της Λαμίας, εντός παρά
τα παλαιά σύνορα λαμπράς τοποθεσίας,
κείται η φιλόξενος της Αντινίτσης Μονή».
Η αρχική επιλογή της θέσης αυτής συνδέεται και με τη μικρή απόσταση 45 χιλιόμετρα από το στενό Δερβένι Φούρκα, που ήταν η πύλη επικοινωνίας της Θεσσαλίας με τη Φθιώτιδα.
Άποψη της Μονής πηγή |
Η αρχική επιλογή της θέσης αυτής συνδέεται και με τη μικρή απόσταση 45 χιλιόμετρα από το στενό Δερβένι Φούρκα, που ήταν η πύλη επικοινωνίας της Θεσσαλίας με τη Φθιώτιδα.
Από αυτό τον αυχένα της Όθρυος σε υψόμετρο 780 μέτρων πέρασαν οι στρατοί όλων των εισβολέων, γίνονταν οι μεταφορές και το εμπόριο και ήταν το πέρασμα για άμαξες, για ζώα φορτωμένα και πεζούς ή έφιππους ανθρώπους.
Το οικόσημο της οικογένειας Giustiniani πηγή |
Από τη Λαμία, παλιότερα, η διαδρομή γινόταν με τα πόδια και η πορεία διαρκούσε 4 ώρες ενώ σήμερα με το αυτοκίνητο πλέον η διαδρομή Λαμίας μέχρι τη Μονή Αντίνιτσας, είναι συνολικά 22 χιλιόμετρα.
H
μονή διατηρήθηκε για 450 και πλέον χρόνια,
χάρη στη φροντίδα των ηγουμένων και των
μοναχών της, σε σκληρά χρόνια, με τους
Τούρκους διοικητές να μπορούν όποτε
ήθελαν να αποκεφαλίσουν τους μοναχούς,
τους δε Έλληνες να ζητούν βοήθεια από
τη μονή σε τρόφιμα, προστασία, ασφάλεια,
ελάχιστα κολλυβογράμματα και οι
κλεφταρματωλοί να εξασφαλίζουν όπλα
και κρησφύγετο. Στο δύσκολο και διπλό
αυτό ρόλο, με επίγνωση του κινδύνου που
διέτρεχαν, ανταποκρίθηκαν οι μοναχοί,
έχοντας όμως ως βασικό στόχο τη διαφύλαξη
της μονής, ως κάστρου της ορθοδοξίας
και του ελληνισμού, με τελικό σκοπό την
αποτίναξη της σκλαβιάς.
Το αγίασμα της Ζωοδόχου Πηγής |
Η οικογένεια των Giustiniani, διοικούσε
το νησί της Χίου κατά την περίοδο της
Φραγκοκρατίας (1346 – 1566) και η μελέτη του
από τον Αναστάσιο Ορλάνδο έδειξε ότι: «το οικόσημο της Αντίνιτσας παρουσιάζει
τη μορφή, που έλαβε μετά το 1413».
Φαίνεται
λοιπόν ότι το οικόσημο της οικογένειας
των Giustiniani μεταφέρθηκε στη μονή και
εντοιχίστηκε, από άγνωστο φιλόκαλο
ηγούμενο, από άλλο μέρος της Ελλάδος
που διοικούσαν συγγενείς της
οικογένειας Ιουστινιάνι, την περίοδο της τουρκοκρατίας,
τον 16ο αιώνα ή και λίγο μετά.
Η ορεινή θέση της Μονής στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, ενισχύθηκε αμυντικά με περιμετρικό τείχος, που ψηλότερα κατέληγε σε πολεμίστρες ενώ το υψόμετρο 900 μέτρων ήταν ιδανικό παρατηρητήριο (βίγλα) για τους στρατούς που έρχονταν από βόρεια προς τη Ρούμελη και ήταν σε μικρή απόσταση 4,5 χιλιομέτρων από το πέρασμα Δερβένι Φούρκα, που χρησιμοποιούσαν οι τουρκικές δυνάμεις ερχόμενες από τη Θεσσαλία στη Στερεά Ελλάδα.
Η ορεινή θέση της Μονής στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, ενισχύθηκε αμυντικά με περιμετρικό τείχος, που ψηλότερα κατέληγε σε πολεμίστρες ενώ το υψόμετρο 900 μέτρων ήταν ιδανικό παρατηρητήριο (βίγλα) για τους στρατούς που έρχονταν από βόρεια προς τη Ρούμελη και ήταν σε μικρή απόσταση 4,5 χιλιομέτρων από το πέρασμα Δερβένι Φούρκα, που χρησιμοποιούσαν οι τουρκικές δυνάμεις ερχόμενες από τη Θεσσαλία στη Στερεά Ελλάδα.
Ψηφιδωτό στο Ιερό Βήμα του Καθολικού πηγή |
Στη διάρκεια της ελληνικής επανάστασης, ηγούμενος της Μονής ήταν ο Ιερομόναχος Αγαθόνικος Καλλίνικος (1821 – 1834).
Στο δεύτερο χρόνο της επανάστασης (1822) ο οπλαρχηγός Καρατάσος, με διακόσιους άνδρες του είχε αμπαρωθεί στα κελιά της Αντίνιτσας και αγωνίζονταν ενάντια στις τούρκικες δυνάμεις.
Αυτές είχαν έρθει από τη Θεσσαλία και βιάζονταν να περάσουν στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα για να καταστείλουν το κίνημα των Ελλήνων και τότε οι γνωστοί Έλληνες οπλαρχηγοί Ζαφειράκης και Γάτσος με τους συντρόφους τους επιτέθηκαν, διέσπασαν τους Τούρκους και τους ελευθέρωσαν.
Η Κρήνη της Μονής πηγή |
Το 1944 η Μονή καταστράφηκε ολοσχερώς, σώθηκε όμως η θαυματουργός εικόνα της Παναγίας και το 1968 από χριστιανούς της περιοχής άρχισε μια προσπάθεια συγκέντρωσης χρημάτων υπέρ της Μονής και το 1969 άρχισε η ανοικοδόμησή της, κατασκευάσθηκαν νέες πτέρυγες, κελιά, τραπεζαρίες, παρεκκλήσια και χώροι για τη φιλοξενία των προσκυνητών.
Το Καθολικό που καταστράφηκε ήτανε αθωνικού τύπου, τετρακιόνιος σταυροειδής μετά τρούλου, αποτελούσε το αρχαιότερο Καθολικό Μονής των μεταβυζαντινών χρόνων και αντίγραφο αυτό του παλαιού Ναού είναι το σημερινό πού ανεγέρθηκε το 2000.
Ο μακαριστός ηγούμενος της Μονής
αρχιμαδρίτης Αγαθόνικος Αναγνωστόπουλος |
Ο
Αγαθόνικος Αναγνωστόπουλος, αυτή η
μεγάλη και τόσο σημαντική μορφή για το
Μοναστήρι κοιμήθηκε στις 24 Ιουλίου του
2012 σε ηλικία 82 ετών και ετάφη ως νέος κτήτορας της Μονής πίσω από το Ιερό του
Καθολικού.
Το σημαντικό έργο του αειμνήστου αρχιμανδρίτου Αγαθόνικου αναπλήρωσε όσα χάθηκαν με την ολοκληρωτική καταστροφή του 1944, τα κτιριακά συγκροτήματα στα οποία απαιτήθηκε μεγάλο κόστος κατασκευής, είναι έτοιμα για χρήση στα χρόνια που έρχονται, όμως πάντα θα χρειάζονται κάποιες μικρές προσθήκες, αναπληρώσεις ή βελτιώσεις και οπωσδήποτε την αναγκαία συντήρηση.
Τον Μάρτιο του 2018 εξελέγη νέος Ηγούμενος της ιεράς Μονής Αντινίτσης ο Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης π. Αμβρόσιος Αναστασίου και σήμερα η Μονή αριθμεί 4 μοναχούς.
Από την Λαμία ακολουθούμε τον δρόμο προς Δομοκό, στο 18ο χιλιόμετρο ο δρόμος διακλαδίζεται, αριστερά κατευθύνεται προς το χωριό Καλαμάκι και δεξιά προς το Μοναστήρι.
Το σημαντικό έργο του αειμνήστου αρχιμανδρίτου Αγαθόνικου αναπλήρωσε όσα χάθηκαν με την ολοκληρωτική καταστροφή του 1944, τα κτιριακά συγκροτήματα στα οποία απαιτήθηκε μεγάλο κόστος κατασκευής, είναι έτοιμα για χρήση στα χρόνια που έρχονται, όμως πάντα θα χρειάζονται κάποιες μικρές προσθήκες, αναπληρώσεις ή βελτιώσεις και οπωσδήποτε την αναγκαία συντήρηση.
Τον Μάρτιο του 2018 εξελέγη νέος Ηγούμενος της ιεράς Μονής Αντινίτσης ο Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης π. Αμβρόσιος Αναστασίου και σήμερα η Μονή αριθμεί 4 μοναχούς.
Από την Λαμία ακολουθούμε τον δρόμο προς Δομοκό, στο 18ο χιλιόμετρο ο δρόμος διακλαδίζεται, αριστερά κατευθύνεται προς το χωριό Καλαμάκι και δεξιά προς το Μοναστήρι.
Η Μονή γιορτάζει στις 8 Σεπτεμβρίου.
Τηλέφωνο Μονής: (+30) 22310 96720