Σάββατο 4 Ιουνίου 2016

Ναός Αναστάσεως του Σωτήρος Χριστού (Ναός Χριστού), Βέροια.


Βρίσκεται στο κέντρο της Βέροιας, δίπλα στο δημαρχείο της πόλης. 


H κτητορική επιγραφή
πηγή
Είναι ένα από τα σημαντικότερα βυζαντινά μνημεία της Βέροιας, ένας μικρός, μονόχωρος, δρομικός και λιτός ναός όμως κάποτε ήτανε το καθολικό μιας σημαντικής σταυροπηγιακής μονής του 14ου αιώνα.

Σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή, που σώζεται επάνω από την είσοδό του, ο ναός άρχισε να κτίζεται στα χρόνια του αυτοκράτορα Ανδρονίκου Β' Παλαιολόγου (1282 - 1328) με τη χορηγία του Ξένου Ψαλιδά προς συγχώρηση των αμαρτιών του: "Ξένος Ψαλιδάς (ή ψαλίδας) ναόν ϋ·εοΰ εγείρει αφεοιν ζητών των πολλών εγκλημάτων τής, Αναοτάσεως Χρίστου ονομα ύέμενος Ευφροσύνη σννεβνος (=σννεννος) τούτον εκπληροΐ. Ιστοριογράφος όνομα Καλιέργης τούς καλούς και κοαμίονς ανταδέλφους μου δλης Θετταλίας αριστος ζωγράφος. Πατριαρχική χειρ καθιστά τον ναόν του μεγάλου βασιλέως *Ανδρονίκου Κομνηνον τον Παλαιόλόγον εν ετέι [,ς] ωκγ'".

Γενική άποψη του καθολικού του Ναού - Αρχείο ΙΑΑ - © Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών
Άποψη του χώρου του Ιερού - Αρχείο ΙΑΑ - © Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών

Η είσοδος του Ναού
πηγή
Μετά τον θάνατό του Ανδρόνικου, ο ναός ολοκληρώθηκε από τη σύζυγό του Ευφροσύνη, και εγκαινιάσθηκε το 1314 – 1315 πιθανότατα από τον πατριάρχη Νήφωνα Α΄, ο οποίος καταγόταν και από τη Βέροια. 

Σύμφωνα με πατριαρχικά και αυτοκρατορικά έγγραφα, το 1314 η μονή πέρασε στην κυριότητα του μοναχού Ιγνάτιου Καλόθετου από την Χίο και λειτούργησε ως μία ανεξάρτητη μονή, τουλάχιστον έως και τα μέσα του 14ου αιώνα. 

Πιθανότατα όμως στα τέλη του 14ου αιώνα να παραχωρήθηκε στη Μονή Μεγίστης Λαύρας Αγίου Όρους, ενώ κατά τον 18ο αιώνα το καθολικό είχε περάσει στη δικαιοδοσία πλέον της ιεράς Μητρόπολης Βέροιας.

Άποψη των τοιχογραφιών
πηγή
Ο Ιγνάτιος Καλόθετος αποτελεί μια σημαντική προσωπικότητα της περιόδου αυτής και είναι φίλος του Γρηγορίου Παλαμά ο οποίος από το 1326 έως το 1331, μονάζει στην σκήτη του Τιμίου Προδρόμου της Βέροιας κοντά στον ποταμό Αλιάκμονα. 

Ο Καλόθετος, στα 1330, βρίσκεται στην περιοχή των Σερρών και από το 1337, είναι ηγούμενος της μονής Σωσθενίου της Κωνσταντινουπόλεως, όπου εγκαθίσταται και ο Παλαμάς το 1341. 

Στις διασυνδέσεις του Ιγνάτιου με τους θεολογικούς και φιλολογικούς κύκλους της εποχής εκείνης, αποδίδεται και η πρόσκληση του τόσο αυτάρεσκα αποκαλούμενου όλης Θετταλίας άριστου ζωγράφου Καλλιέργη για την πραγματοποίηση των τοιχογραφιών του ναού. 

Άποψη των τοιχογραφιών, H Aνάσταση του Χριστού
πηγή
Στη σχέση του με πατριαρχικούς και ίσως αυτοκρατορικούς κύκλους αποδίδεται ο εγκαινιασμός του καθολικού της μονής από τον πατριάρχη Νήφωνα. 

Ο ναός αρχικά ήταν μονόχωρος, ξυλόστεγος, με κόγχη στο ιερό που έχει όμως την σπάνια μορφή του ημιεξαγώνου και κατά τον 18ο αιώνα στις τρεις πλευρές του προστέθηκε κλειστό περίστωο, που την δεκαετία του 1950 κατεδαφίστηκε και αντικαταστάθηκε από το σύγχρονο, τοξωτό.

Ο ναός έχει σχήμα μονόχωρου ορθογώνιου βασιλικής με διαστάσεις 8 Χ 3,95 μέτρα και απολήγει ανατολικά σε κόγχη τρίπλευρη εξωτερικά και ημικυκλική εσωτερικά χορδής 2,27 μέτρα και βάθους 1,02 μέτρα ενώ στη βορειοανατολική γωνία ανοίγονται δύο χαμηλές αβαθείς κόγχες. 

Η επικοινωνία του μνημείου γίνεται με τρεις περίπου ισοπλατείς θύρες που βρίσκονται μια σε κάθε πλευρά του, μικρά παράθυρα στα ανώτατα σημεία των τοίχων επέτρεπαν την είσοδο περιορισμένου φωτός ενώ δύο μονόλοβα παράθυρα βρίσκονται ανά ένα αντικριστά στο βόρειο και νότιο τοίχο, ένα άλλο στο δυτικό αέτωμα και ένα ακόμη στον ημικύλινδρο της κόγχης.

Άποψη των τοιχογραφιών και του εσωτερικού του Ναού
πηγή
Εσωτερικά ο ναός διακοσμείται με εξαίρετης τέχνης αγιογραφίες του 1315, έργα του Γεωργίου Καλλιέργη από τη Θεσσαλονίκη, ενός από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της αναγέννησης της ζωγραφικής την εποχή των Παλαιολόγων.

Το έργο του Γεωργίου Καλλιέργη εντάσσεται στα πλαίσια της παλαιολόγειας αναγέννησης των αρχών του 14ου αιώνα προδίδοντας σχέσεις τόσο με τη Θεσσαλονίκη όσο και με την Κωνσταντινούπολη, φέρει ωστόσο την προσωπική του σφραγίδα, δημιουργεί τα δικά του πρότυπα, οι μορφές του στις ήρεμες και λιτές συνθέσεις χαρακτηρίζονται από γαλήνια έκφραση και συγκροτημένο πάθος, παρ’ όλη τη διαφοροποί­ηση των χαρακτηριστικών και των στάσεων 

Δίνει βαρύτητα στην απόδοση του εσωτερικού κόσμου συνδυάζοντας το υλικό με το πνευματικό, πλάθει τις συνθέσεις του με χρωματική ποικιλία, με φωτεινά, απαλά και διαυγή χρώματα ενώ δίκαια λοιπόν αυτοαποκαλείται ως «όλης Θεπαλίας», δηλαδή της Μακεδονίας άριστος ζωγράφος, μάλιστα, στην κτητορική επιγραφή του ναού αναφέρεται ως ο καλύτερος ζωγράφος της Μακεδονίας.

Άποψη των τοιχογραφιών Η Κοίμηση της Θεοτόκου
πηγή
Η τοιχογραφία της Πλατυτέρας των Ουρανών - Αρχείο ΙΑΑ - © Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών

Άποψη των τοιχογραφιών και του εσωτερικού του Ναού
πηγή
Εξωτερικά, στη νότια άκρη του δυτικού τοίχου του ναού απεικονί­ζονται σε ψευδοαρκοσόλιο ολόσωμοι ο Χριστός αριστερά, η Παναγία στο κέντρο και η μορφή της νεκρής αρχόντισσας Μαρίας Συναδηνής, η τοιχογραφία αυτή με βάση τη χρονολογία που τη συνοδεύει τοποθετείται στα 1326.

Στην εξωτερική επιφάνεια του νότιου τοίχου απεικονίζονται η αγία Άννα με τη Θεοτόκο (αρχές 14ου αι.) και ο Χριστός που ευλογεί τέσσερις μορφές νεκρών, τοπικών πιθανότατα αρχόντων της Βέροιας σε ψευδοαρκοσόλιο.

Πρόκειται, σύμφωνα με τις επιγραφές που τις συνοδεύουν, για τους Μιχαήλ Καβαλλάριο Συναδηνό, το Μανουήλ Διδυμάρη, το Μανουήλ Συναδηνό και την Άννα του Μελά που πέθαναν το έτος 1355, τα πρόσωπα αυτά θα πρέπει να υπήρξαν δωρητές και προστάτες του ναού και έτυχαν γι’ αυτό της προνομιακής μεταχείρισης να ταφούν εδώ.

Οι τοιχογραφίες στην εξωτερική όψη του βόρειου τοίχου του ναού χρονολογούνται στα 1727 και αποτελούν έργο ενός ζωγράφου, του οποίου πονήματα βρίσκουμε και σε άλλους ναούς της Βέροιας και της περιοχής της (ναοί Παντοκράτορα, Αγίου Βλασίου, Αγίου Νικολά­ου Τριποτάμου, Αγίου Νικολάου Μαρούσιας).

Άποψη των τοιχογραφιών, H Σταύρωση του Χριστού
πηγή
Την τεχνοτροπία του χαρακτηρίζουν το ξηρό απλοϊκό σχέδιο, η ανόργανη πτυχολογία στα πλατιά ενδύματα, τα ζωηρά χρώματα που απλώνονται σε μεγάλες επιφάνειες, τα έντονα περιγράμματα και η διακοσμητικότητα.

Στο τεταρτοσφαίριο της αψίδας απεικονίζεται η Παναγία ολόσωμη κρατώντας στο στήθος της το Χριστό πλαισιωμένη από τους σεβίζοντες αρχαγγέλους, κάτω, στον ημικύλινδρο, τοποθετούνται οι συλλειτουργούντες ιεράρχες. 

Στο αέτωμα εικονίζονται στο κέντρο δύο αρχάγγελοι που κρατούν ανάμεσά τους μετάλλιο με το Χριστό Εμμανουήλ, αριστερά και δεξιά οι προφήτες Σολομών και Δαβίδ αντίστοιχα με ανοικτά ειλητάρια στα χέρια τους. 

Εκατέρωθεν του τεταρτοσφαιρίου, πάνω από το οποίο παριστάνεται το Άγιο Μανδήλιο, εικονίζονται ο αρχάγγελος Γαβριήλ και η ένθρονη Θεοτόκος του Ευαγγελισμού ενώ πιο κάτω σε δύο ζώνες ιεράρχες ολόσωμοι και σε μετάλλια ενώ στο βόρειο και νότιο τοίχο το εικονογραφικό πρόγραμμα διατάσσεται σε τρεις ζώνες, που στην ανώτερη απεικονίζονται σκηνές από το Δωδεκάορτο και τα Πάθη του Χριστού. 

Άποψη του αύλειου χώρου και της εισόδου του Ναού
Αρχείο ΙΑΑ - © Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών
Η Σταύρωση και η Κάθοδος στον Άδη παριστάνονται σε ειδική τιμητική θέση, στα αβαθή αψιδώματα του βόρειου και νότιου τοίχου αντίστοιχα, προκειμένου να τονιστεί ο σωτηριολογικός χαρακτήρας τους και να τιμηθεί η ιδιότητα του Χριστού ως Σωτήρα. 

Η Κοίμηση της Θεοτόκου καταλαμβάνει την άνω ζώνη του δυτικού τοίχου. ενώ στη μεσαία ζώνη εικονίζονται σε στηθάρια διάφοροι άγιοι, προφήτες και ευαγγελιστές, ενώ στην κατώτερη ολόσωμοι ιεράρχες, μάρτυρες και όσιοι.

Ο ναός σώζει επίσης τοιχογραφίες του 1326 και 1355 με παραστάσεις κεκοιμημένων ντόπιων αρχόντων, όπως η Μαρία Συναδηνή, παραστάσεις που συνοδεύονται από σχετικές αφιερωματικές επιγραφές και
 μνημονεύουν ονόματα διαφόρων κατοίκων της πόλης.