Πέμπτη 25 Ιανουαρίου 2024

Η ΤΙΜΙΑ ΚΑΡΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΕΡΟΝΤΑ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΧΑΜΑΚΙΩΤΗ.


Φυλάσσεται στο Ιερό Ησυχαστήριο της Παναγίας Φανερωμένης που ο ίδιος ίδρυσε, στην Ροδόπολη της Αττικής.

Εξωτερική άποψη του Ιερού Ησυχαστηρίου της Παναγίας
Φανερωμένης στην Ροδόπολη Αττικής
πηγή
Ο π. Αθανάσιος, κατά κόσμον Γεώργιος Χαμακιώτης, γεννήθηκε το 1891 σε ένα ορεινό χωριό των Καλαβρύτων, την Τουρλάδα και τ
ου άρεσε από  μικρός να επισκέπτεται τα εξωκκλήσια του χωριού του, ν’ ανάβει τα καντήλια και να προσεύχεται. 

Στις 20 Ιουλίου 1906 με την συγκατάθεση των γονιών του αφιερώθηκε στο Μοναστήρι της Αγίας Λαύρας και τον Οκτώβριο του 1913 εκάρη Μοναχός με το όνομα Αθανάσιος.

Το 1916 ο Μητροπολίτης Καλαβρύτων και Αιγιαλείας Τιμόθεος, τον χειροτόνησε διάκονο και την ημέρα της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού το 1926, σε ηλικία 30 ετών, τον χειροτόνησε πρεσβύτερο. Χωρίς να μειώσει καθόλου τον πνευματικό του αγώνα, για δέκα ολόκληρα χρόνια επιτελεί τα ιερατικά του καθήκοντα, προσφέροντας παράλληλα και τις υπηρεσίες του ως ηγουμενοσυμβούλου της Μονής.

Το κελάκι του Αγίου στο Ησυχαστήριο

Στις 18 Ιανουαρίου 1930 χειροθετείται Πνευματικός και έπειτα από 25 χρόνια διακονίας στη Μονή Αγίας Λαύρας, για λόγους υγείας (είχε πλευρίτιδα) πηγαίνει στην Αθήνα, για καλύτερο κλίμα. 

Αρχικά υπηρετεί στο Ναό της Αναλήψεως του Σωτήρος, στον Βύρωνα και γνωρίζεται με τον Γέροντα Ιερώνυμο, με τον οποίο συνδέεται πνευματικά ενώ τον Φεβρουάριο του 1933, τοποθετείται στο Βιλλιαρί, κοντά στην Μάνδρα Αττικής στον Ναό Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, όπου μένει για 3 χρόνια.

Έχοντας θεραπευθεί από την βρογχοπνευμονία, επιδόθηκε με ζήλο στα λειτουργικά, κηρυκτικά και εξομολογητικά του καθήκοντα. Τον Οκτώβριο του 1936,  τοποθετείτε  εφημέριος στο μικρό εκκλησάκι της Παναγίας Νερατζιωτίσσης του Αμαρουσίου, χτισμένο στα τέλη του 16ου αιώνος, το οποίο ανήκει σήμερα στο Ταμείο Ασφαλίσεως Κληρικών Ελλάδος και εκεί υπηρετεί επί 27 συνεχή έτη.

Ο Άγιος Αθανάσιος Χαμακιώτης σε φωτογραφία
εν ζωή
Εκεί έζησε μέχρι το 1963 και ανεπανάληπτες έχουν μείνει οι Θείες Λειτουργίες και οι Ακολουθίες που τελούσε, η φιλανθρωπία του καθώς και αμέτρητο είναι το πλήθος των ανθρώπων που ανεπαύθησαν στο πετραχήλι του. 

Τα τελευταία τέσσερα χρόνια της αγίας του ζωής έζησε σε ένα μικρό μοναστηράκι, την «Παναγία τη Φανερωμένη», που το έφτιαξε ο ίδιος στη σημερινή Ροδόπολη (Μπάλα) Αττικής, εκεί βρίσκεται, το κελάκι του με τα προσωπικά του αντικείμενα, η Κάρα του, τα λείψανά του αλλά και ο τάφος του. 

Τον βίο του Γέροντα Αθανάσιου Χαμακιώτη έγραψε ο Μητροπολίτης Αργολίδος Νεκτάριος, μερικά αποσπάσματα είναι τα εξής: 

1) Κοντά στην «Νερατζιώτισσα», σ’ ένα φτωχικό σπίτι, κατοικούσε μια ηλικιωμένη γυναίκα, παράλυτη. Δεν είχε άνθρωπο να την περιποιείται, όμως, όσοι την επισκέπτονταν έβλεπαν το σπίτι της καθαρό, περιποιημένο, τα ρούχα της, πλυμένα και σιδερωμένα, το φαγητό της, έτοιμο. Δεν μπορούσαν να το εξηγήσουν αυτό, ούτε και η ίδια έλεγε κάτι. Η περιέργεια, οδήγησε κάποιους να παραφυλάξουν και να δουν. Αυτό που διαπιστώθηκε είναι ότι ο Γέροντας π. Αθανάσιος, όταν βράδυαζε, έπαιρνε το ραβδί του και ξεκινούσε για το σπίτι της παράλυτης. Σκούπιζε, καθάριζε, τακτοποιούσε το σπίτι, μαγείρευε και όταν τελείωνε, επέστρεφε στο κελλί του έχοντας μαζί και τα άπλυτα ρούχα. Τα έπλενε, τα σιδέρωνε και, την επόμενη μέρα, τα επέστρεφε. 

Ο Άγιος Αθανάσιος Χαμακιώτης εν ζωή σε φωτογραφία
έξω απο την Παναγία Νεραντζιώτισσα.
πηγή
2) Τον χειμώνα του 1942, ο κόσμος, πέθαινε στους δρόμους από την πείνα και τις αρρώστιες. Μια πνευματική θυγατέρα του Γέροντα Αθανασίου, άρρωστη και εξαντλημένη, έπνεε τα λοίσθια, καταλάβαινε ότι πλησιάζει το τέλος της και έλεγε στους δικούς της να ετοιμάσουν το σάβανό της. Η μόνη παρηγοριά της, ήταν ένα μικρό ευαγγέλιο, διάβαζε λίγο, μετά ζαλιζόταν και το άφηνε δίπλα στο μαξιλάρι της. Πάνω στη ζαλάδα της, γύρισε το είδε και της φάνηκε σαν ψωμί. Μονολόγησε:
Αχ, Χριστέ μου! Να είχα λίγο ψωμάκι! 

Όσοι ήταν μέσα στο δωμάτιο, χαμογέλασαν. Τότε, όχι ψωμί δεν υπήρχε, αλλά έδιναν με το δελτίο δώδεκα γραμμάρια λούπινα και, αυτήν ακόμη την ευτελή τροφή, είχαν πάνω από δέκα μέρες να την μοιράσουν. Σκεφτόταν η άρρωστη: Πειρασμός, είναι!. Έξω, τα πάντα είχαν καλυφθεί από χιόνι, οι Μαρουσιώτες δεν θυμούνται ποτέ άλλοτε τόσο χιόνι και το κρύο ήταν τσουχτερό. 

Ο π. Αθανάσιος βρισκόταν στην άλλη άκρη της πόλης, στην Πεύκη, όπου έκανε έναν αγιασμό σ’ ένα σπίτι και ο άνθρωποι του σπιτιού, αντί για χρήματα, του πρόσφεραν δύο κομμάτια άσπρο ψωμί. Ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσαν να δώσουν. 

Άποψη απο την Ανακομιδή των Λειψάνων του Αγίου
γέροντα Αθανάσιου Χαμακιώτη
πηγή
Ο Γέροντας Αθανάσιος, δεν το κράτησε ούτε έβαλε μπουκιά στο στόμα του, αναλογίστηκε τα πνευματικά του παιδιά.

Θυμήθηκε δύο από αυτά που είχαν την μεγαλύτερη ανάγκη, το ένα, ήταν η άρρωστη που αναφέραμεκαι ξεκίνησε για το σπίτι της. 

Ο δρόμος μακρύς και με τόσο χιόνι, εξαιρετικά δύσκολος, όμως έφτασε στο σπίτι της και πήγε κατευθείαν στο δωμάτιό της. Τί κάνεις, παιδί;Δεν μπορώ, πάτερ μου, δεν είμαι καλά! 

Ο Γέροντας π. Αθανάσιος Χαμακιώτης, έβγαλε το ένα κομμάτι άσπρο ψωμί: Παιδί, πήγα κι έκανα αγιασμό σ’ ένα σπίτι, μου έδωσαν λίγο ψωμί και σου το έφερα! Η άρρωστη, έμεινε άναυδη, άρχισε να κλαίει και μέσα στους λυγμούς της, του διηγήθηκε τον «πειρασμό» που βίωσε πριν από λίγο. 

Ο Γέροντας, χαμογέλασε: Είδες, παιδί, πόσο μας αγαπάει ο Θεός;, κάθισε, της είπε λόγους παρηγοριάς, στήριξε το καταρρακωμένο της ηθικό και την ευλόγησε ενώ η ετοιμοθάνατη σιγά – σιγά συνήλθε, επέζησε και διηγείται με δάκρυα μέχρι σήμερα το περιστατικό αυτό. 

Ο Τάφος του αγίου Αθανάσιου Χαμακιώτη
στον περίβολο του Ιερού Ησυχαστηρίου
της Παναγίας Φανερωμένης στην Ροδόπολη
Ο π. Αθανάσιος, όμως, δεν τελείωσε την αποστολή του, συνέχισε μέσα στα χιόνια την πορεία του, είχε ακόμη και ένα ακόμη κομμάτι ψωμιού στον κόρφο του, μια ακόμη φτωχή νέα κοπέλα, άρρωστη από αδενοπάθεια, πεινούσε και υπέφερε. 

Ο Γέροντας έφτασε και σ’ αυτό το σπίτι, πρόσφερε το δεύτερο ψωμί, παρηγόρησε και την εκεί άρρωστη κι έφυγε. Κατάκοπος, παγωμένος, πεινασμένος, μόνος, έφτασε πίσω στο αγαπημένο του Ησυχαστήριο στην Παναγία την «Νερατζιώτισσα».

Ο π. Αθανάσιος, εκοιμήθη εν Κυρίω 76 ετών, στις 17 Αυγούστου του 1967.

Στίς 23 Οκτωβρίου του 2014, 47 χρόνια μετά τήν οσιακή κοίμησή του, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κηφισίας, Αμαρουσίου καί Ωρωπού κ. Κύριλλος, τέλεσε τή Θεία Λειτουργία στό Καθολικό του Ησυχαστηρίου, συμπαραστατούμενος υπό του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Αργολίδος κ. Νεκταρίου καί του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Επιδαύρου κ. Καλλινίκου.

Μετά τήν Θεία Λειτουργία έγινε η ανακομιδή των λειψάνων του οσίου Γέροντος, τά ιερά λείψανα ετοιμάστηκαν από τούς πατέρες καί μετεφέρθησαν στό Καθολικό καί εν συνεχεία στό κελί του Γέροντα ενώ ύστερα από λίγες ώρες έγινε αισθητή η παρουσία του αφού μιά άρρητη ευωδία πλημμύρισε τό κελί του καί ολο τό χώρο του Ησυχαστηρίου.

Η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Θρόνου της Κωνσταντινουπόλεως, υπό την προεδρία του Οικουμενικού Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου, κατά την Συνεδρία της 16ης Νοεμβρίου 2023, αποφάσισε την κατάταξη εν τω Αγιολογίω της Ορθοδόξου Εκκλησίας του Ιερομονάχου Αθανασίου (Χαμακιώτου), ιδρυτού του Ιερού Ησυχαστηρίου Παναγίας Φανερωμένης Ροδοπόλεως Αττικής και εφημερίου επί πολλά έτη του ιστορικού Ιερού Ναού Παναγίας Νεραντζιωτίσσης Αμαρουσίου.

Ο εορτασμός της μνήμης του ορίστηκε στις 17 Αυγούστου, ημέρα της οσιακής κοιμήσεως του και στις 23 Οκτωβρίου, ημέρα ανακομιδής των ιερών λειψάνων του.

Ιερά Μονή Γεννήσεως της Θεοτόκου Ασπραγγέλων, Ιωάννινα.


Βρίσκεται στη δυτική πλευρά του όρους Μιτσικέλι, 23 χιλιόμετρα Βόρεια των Ιωαννίνων, σε υψόμετρο 880 μέτρων με πανοραμική θέα στον κάμπο της Ζίτσας.

 

Άποψη του Καθολικού της Μονής
Η ονομασία της τοποθεσίας προέρχεται από τη σλάβικη λέξη dobr - bra - bro που μεταφράζεται ως «ο καλός», άλλωστε το ομώνυμο χωριό έλαβε την ονομασία που έχει σήμερα, το 1926, από την Ιερά Μονή ενώ παλαιότερα λεγότανε Ντοβρά ή και Δοβρά.

Η ανέγερση της Μονής έγινε το 1470, όμως πιθανότατα προυπήρχε από το 1600. 

Στις 15 Ιουλίου του 1943 το μοναστήρι καταστράφηκε ολοκληρωτικά από την περιβόητη 1η μεραρχία καταδρομών των Γερμανών, αφήνοντας μέχρι και σήμερα σημάδια στο εσωτερικό του, που μαρτυρούν την καταστροφή ενώ επίσης την ίδια ημέρα καταστράφηκαν ακόμη, πλήρως, το χωριό Ασπράγγελοι, η Ελάτη, το Μονοδένδρι, η Άνω και η Κάτω Βίτσα.

Άποψη του Καθολικού της Μονής
Τα επόμενα όμως χρόνια, οι κάτοικοι της περιοχής ξεκίνησαν σταδιακά με πολύ κόπο και πίστη, την αναστήλωση και επαναφορά της Ιεράς Μονής.

Δυστυχώς όμως, όπως αναφέρει και η Διεύθυνση Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών, του Υπουργείου Πολιτισμού, με έγγραφο της το 2011, από το μοναστήρι, πιθανά οι Γερμανοί να έχουν αφαιρέσει εικόνες, χειρόγραφα και εκκλησιαστικά κειμήλια.

Οι επισκέπτες κατά τη διάρκεια της παραμονής τους αξίζει να ενημερωθούν για τα κομμάτια του παρελθόντος που συνετέλεσαν στη δημιουργία αυτού του ιστορικού μοναστηριού, αλλά και να περάσουν και από το σημείο όπου έχει ενταφιασθεί ο τελευταίος Ηγούμενος της Ιεράς Μονής, ο π. Εφραίμ, όπου μόνασε για 47 χρόνια (1926 – 1973). 

Άποψη της εισόδου της Μονής
Ο τάφος βρίσκεται στον προαύλιο χώρο του ναού και είναι απόλυτα εναρμονισμένος με το περιβάλλον και το λιτό σκηνικό της ιερής αυτής περιοχής.

Στο χώρο του μοναστηριού θησαυρίζονται ιερά λείψανα διαφόρων αγίων και η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Οδηγήτριας (Ασπραγγελιώτισσας), που βρέθηκε μετά από σεισμό το 2016 στην κόγχη του Ιερού βήματος και από τότε δεν έχει παύσει να ιατρεύει πλήθος καρκινοπαθών, ενώ ακόμη έχει φέρει στη ζωή παιδιά από στείρες οικογένειες.

Η Μονή παραμένει ανοιχτή καθημερινά , από την ανατολή έως  και τη Δύση του Ηλίου σε όλη τη διάρκεια του έτους και ακολουθεί απόλυτα το μοναστηριακό τυπικό με πλήρεις ακολουθίες του νυχθημέρου.

Η Θαυματουργή εικόνα της Παναγίας των Ασπραγγέλων
Η θεία λειτουργία στην Ιερά Μονή Ασπραγγέλων, τελείται τις Κυριακές, τις μεγάλες δεσποτικές, τις θεομητορικές εορτές και των Αγίων. 

Η Παράκληση στην Υπεραγία Θεοτόκο τελείται καθημερινά στις 17.00 μ.μ. ενώ κάθε Παρασκευή στις 20.00 μ.μ. τελείται Ιερά Αγρυπνία.

Στο μοναστήρι ασκούνται σήμερα τρείς πατέρες με γέροντα της συνοδείας τους τον πατέρα Θεωνά Σαρρέα, κάτω από την ευλογία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Ιωαννίνων κ.κ. Μαξίμου. 

Οι μοναχοί, εκτός των πνευματικών τους καθηκόντων, παράγουν μια σειρά από χειροποίητα προϊόντα, όπως: χειροποίητο θυμίαμα, γλυκά του κουταλιού, λικέρ, μύρο, κομποσχοίνια που η δημιουργία τους έχει σκοπό τη συντήρηση και την κάλυψη των αναγκών της Ιεράς Μονής, καθώς αποτελούν το μοναδικό της έσοδο.

Η Ιερά Μονή Ασπραγγέλων, εορτάζει στις 8 Σεπτεμβρίου.

Διεύθυνση: Επαρ. Οδ. Ασφάκας - Βρυσοχωρίου, Ασπράγγελοι, Τ.Κ. 440 07
Τηλέφωνο επικοινωνίας: 6986755303
Email: k.founths12360@yahoo.com


Κυριακή 21 Ιανουαρίου 2024

Ιερά Μονή Παναγίας Ελεούσας Κλεισούρας, Μεσσολόγι.

πηγή

Η Ιερά Μονή Παναγίας Ελεούσας Κλεισούρας Μεσολογγίου, βρίσκεται στο 20ο χιλιόμετρο τής εθνικής οδού Μεσολογγίου – Αγρινίου, είναι κτισμένη στη βόρεια πλευρά τού φαραγγιού, τού βουνού Αράκυνθος ή Ζυγός και χρονολογείται από τούς βυζαντινούς χρόνους.


Άποψη της Μονής
πηγή
Σημαντικό έγγραφο για την Ιστορία της Μονής αποτελεί ένα «σιγίλλιον» του Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ιωάννου Αποκαύκου προς τον ευνούχον Γεώργιον Τζιμισκή, στον οποίον ανατίθεται η εφορεία του μοναστηρίου. 

Το έγγραφο αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το μοναστήρι είναι βυζαντινό αφού το «σιγίλλιον» ανήκει στην περίοδο Απριλίου - Μαΐου 1229 έως 9 Μαρτίου 1230, όταν μετά την ήττα του Θεόδωρου Κομνηνού Δούκα καταρρέει η αυτοκρατορία της Θεσσαλονίκης.

Η Μονή αποτελείται από τὰ κελιά (παραπλεύρως τής εθνικής οδού), τὸ παρεκκλήσιο τού Τιμίου Σταυρού και τον Ιερό Ναό τής Ζωοδόχου Πηγής “Παναγία Ελεούσα”, όπου φυλάσσεται η θαυματουργή εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου. 

Ο Ναός 
Άποψη της Μονής
πηγή
βρίσκεται μέσα σέ μία κόγχη τού βράχου σέ υψόμετρο 150 μέτρων, ενώ στο μέσον τής διαδρομής που οδηγεί στον Ιερό Ναό, βρίσκεται ο μεγαλοπρεπής λευκός Σταυρός ύψους 16 μέτρων.

Συνδεδεμένη μὲ ιστορικά πρόσωπα και γεγονότα τής νεότερης ιστορίας,η Μονή αποτελούσε ανέκαθεν σπουδαίο Προσκυνηματικό κέντρο και σημείο αναφοράς τής θρησκευτικής ζωής τού τόπου.

Η προφορική παράδοση αναφέρει, ότι στο παλαιό χωριό Χρυσοβέργι, στο σημείο όπου σήμερα βρίσκεται τὸ εκκλησάκι τής Αγίας Παρασκευής (σέ απόσταση 1,5 χλμ ΒΔ τής Μονής), περίπου το 1700, την ώρα τής Ανάστασης, κάποιος Τούρκος μέλος στρατιωτικού αποσπάσματος, χλεύασε τούς χριστιανούς, μὲ αποτέλεσμα ένας Έλληνας ονόματι Κουμπούρας να παρεξηγηθεί, συνεπλάκει μαζί του και τελικά τον σκότωσε. 

Άποψη του περιβάλλοντα χώρου της Μονής
πηγή
Οι συγχωριανοί του κατέβασαν τὸν Κουμπούρα με σχοινιά σὲ κοντινό σπήλαιο, πιὸ πάνω από τὸ σημερινό μοναστήρι, γιὰ να κρυφτεί και έμεινε εκεί ένα χρόνο κρυμμένος, τρεφόμενος από τοὺς χωριανούς, πού τού έδιναν τὰ απαραίτητα, μέσα σὲ αιωρούμενο καλάθι.

Όταν τὸ γεγονός λησμονήθηκε ο Κουμπούρας μὲ την βοήθεια σχοινιών επανήλθε και τότε διηγήθηκε ότι στο σημείο όπου σήμερα είναι χτισμένος ο ναός έβλεπε κάθε βράδυ ένα ζωηρό φως. Οι χωριανοί με μεγάλες δυσκολίες έφθασαν στὸ σημείο πού τούς υπέδειξε και έκθαμβοι αντίκρισαν την εικόνα της Παναγιάς και δίπλα της μία πηγή με νερό, που σήμερα είναι αγίασμα, έτσι στὸ σημείο εκείνο ανήγειραν από ευλάβεια τὸ πρώτο εκκλησάκι.

Η Θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Ελεούσας
πηγή
Κατά την παράδοση επίσης, σε αυτό φιλοξενήθηκε και ο εθναπόστολος Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, σε μία από τις περιοδείες του και μάλιστα είπε ότι μία ήμερα θὰ γίνει ένα μεγάλο προσκύνημα, έτσι σέ ανάμνηση τής φιλοξενίας τού Αγίου στη Μονή, ο μακαριστός μητροπολίτης Αιτωλίας και Ακαρνανίας Θεόκλητος πρωτοστάτησε στο στήσιμο ανδριάντα του στην είσοδο τής Μονής.

Μετά την πρώτη πολιορκία τού Μεσολογγίου (25 Οκτωβρίου - 31 Δεκεμβρίου 1822) από τούς Τούρκους, στην Άγια Ελεούσα βρήκε καταφύγιο ο Γιάννης Γούναρης (ονομάστηκε έτσι γιατί κυνηγούσε γουνοφόρα αγρίμια και αλεπούδες, το πραγματικό του όνομα ήταν Κώστας Ζούκας και καταγόταν από τὰ Γιάννενα), ο οποίος λόγω τής σκοπευτικής δεινότητας, υπηρετούσε τον Ομέρ Βρυώνη ως κυνηγός, ενώ την οικογένεια του την κρατούσε σε ομηρεία ο πασάς στην Άρτα. 

Λόγω τής ιδιότητας του πληροφορήθηκε ότι ο Ομέρ Βρυώνης και ο Κιουταχής σχεδίαζαν αιφνιδιαστική επίθεση κατὰ τού Μεσολογγίου την νύχτα 24/25 Δεκεμβρίου τού 1822, όταν οι χριστιανοί θὰ κατέκλυζαν τὶς εκκλησιές γιὰ την Χριστουγεννιάτικη Θεία Λειτουργία, και αποκάλυψε τὰ σχέδια των Τούρκων στους Έλληνες, αψηφώντας την τύχη τής οικογένειάς του.

Η προτομή του Γιάννη Γούναρη στην Ιερά Μονή
πηγή
Οι κάτοικοι τού Μεσολογγίου σώθηκαν, αλλά σφαγιάστηκαν όλα τα μέλη της οικογένειας τού Γούναρη από τον Ομέρ Βρυώνη, ενώ ο ίδιος για να ξεφύγει από τὴν μανία του, βρήκε καταφύγιο στο μικρό σπήλαιο στην Κλεισούρα, τρεφόμενος από τους βοσκούς και κατοίκους τής περιοχής ενώ μετά την απελευθέρωση έγινε καλόγερος, με τον αβάσταχτο πόνο της απώλειας των δικών του να τον συντροφεύει διαρκώς.

Όταν το 1837, διερχόμενος ο βασιλιάς της Ελλάδας, Όθων με την Βασίλισσα Αμαλία και την συνοδεία τους από την Μονή, οι αξιωματούχοι πού συνόδευαν το Βασιλικό Ζεύγος, τους εξιστόρησαν τα τραγικά γεγονότα της ζωής του καλόγερου τής Κλεισούρας.

Ο Όθωνας συγκινήθηκε τόσο ώστε θέλησε να τόν ανταμείψει. 

Όμως ο Γιάννης Γούναρης τὸ μόνο που ζήτησε ήταν να παραχωρήσει το κράτος τὴν περιοχή από τὴν είσοδο μέχρι τὴν έξοδο της Κλεισούρας στὸ μοναστήρι, όπως και έγινε. 

Ο Γούναρης άφησε στην Μονή την τελευταία του πνοή (περίπου τὸ 1840), ενώ τὰ οστά του βρέθηκαν στα θεμέλια τού Ναού κατά την ανακαίνιση τού 1997 και τοποθετήθηκαν στη βάση τής προτομής του και κάθε χρόνο η Συνομοσπονδία Κυνηγών Ελλάδος τιμά αυτόν τὸν αγωνιστή τὴν τρίτη Κυριακή τού Ιουνίου.

Άποψη του μεγαλοπρεπή λευκού Σταυρού
ύψους 16 μέτρων
πηγή
Από την Ελεούσα εμπνεύσθηκε και ο ποιητής
Κωνσταντίνος Κρυστάλλης που συνέθεσε το ποίημα με τίτλο «Ο καλόγερος της Κλεισούρας».

Το 1870 ένας άλλος καλόγερος έζησε στην Ιερά Μονή Αγίας Ελεούσης, ο Πανάρετος Παλαμάς - προερχόμενος από την γνωστή Μεσολογγίτικη οικογένεια – μία μορφή επιβλητική, δυναμική και αρκετά δραστήρια. 

Ο Πανάρετος Παλαμάς είναι ο κτήτορας τού πρώτου ξενώνα, το 1878, στον οποίο έβρισκαν φιλοξενία πολλοί επώνυμοι αλλά και απλοί διαβάτες ή προσκυνητές, κατασκεύασε ακόμη την σκάλα πρός τον Ιερό Ναό και απαγόρευσε την βοσκή στους χώρους τής Μονής. 

Το φαράγγι όπως ήταν πριν δεκαετίες

πηγή


Εκείνη την περίοδο πέρασε από την Παναγία Ελεούσα και προσκύνησε την Θαυματουργή εικόνα τής Παναγιάς ο βασιλέας
Γεώργιος ο Α΄ αλλά και ο Χαρίλαος Τρικούπης, που χρηματοδότησε την κατασκευή τής στέρνας, όπου συγκεντρώνονταν τὸ βρόχινο νερό και λειτουργούσε μέχρι το 1990. 

Ο Πανάρετος Παλαμάς συνέχισε την εξωραϊστική του προσπάθεια στην Ιερά Μονή της Αγίας Αγάθης, όπου πέθανε στις 22 Αύγουστου του 1891 σέ ηλικία 57 ετών και ενταφιάστηκε στον περίβολό της.

Το 1900 έρχεται στην Άγια Ελεούσα ο μοναχός Αλέξιος από τα Ιωάννινα, ο οποίος χτίζει ναύδριο αφιερωμένο στην Παναγία καὶ παραπλεύρως ένα μικρό κελί, όπου διέμεινε. Χαμηλότερα από εκείνο τὸ εκκλησάκι υπήρχε δεξαμενή όπου συγκεντρώνονταν τὸ βρόχινο νερό και εκεί ανεγέρθηκε το 1997 το παρεκκλήσιο τού Τιμίου Σταυρού. Τὸ μόνο πού έχει απομείνει σήμερα είναι κάποια σημάδια στο βράχο, από εκείνο το μικρό κελί τού Αλεξίου που θεωρείται, μετά τὸν Πανάρετο Παλαμά, ο δεύτερος κτήτορας τής Μονής.

Άποψη του Ναού της Μονής Ελεούσας
πηγή
Από το 1950 μέχρι τὸ 1953, μονάζει στην Ιερά Μονή ο Ιερομόναχος Αγάπιος από το Άνω Κεράσοβο ενώ τ
ο 1954 ήρθε στη Μονή ο Ιερομόναχος π. Ιερόθεος Σπανομήτσος από τὸ χωριό Λημέρι τής Ευρυτανίας, πρώην τελωνειακός υπάλληλος, που ηγουμένευσε 64 χρόνια. 

Το 1956, η τότε βασίλισσα Φρειδερίκη ήρθε και προσκύνησε στην Παναγία Ελεούσα και ενήργησε νὰ γίνει η άρση τού ενοικιοστασίου βοσκής αιγοπροβάτων και την προώθηση τής αναδάσωσης. 

Το 1973 κατόπιν ενεργειών τού π. Ιεροθέου ανακηρύχθηκε όλη η περιοχή τής Κλεισούρας προστατευόμενη, ιστορική, μὲ φυσικό κάλλος, φρόντισε επίσης για την δενδροφύτευση, την ηλεκτροδότηση και την ύδρευση τής Μονής ενώ πρωτοστάτησε στη δημιουργία τηλεφωνικού κέντρου της Μονής, οργάνωσε τὸ αρχείο τής Μονής και προσέφερε σημαντικό πνευματικό και ποιμαντικό έργο.

Ο π. Ιερόθεος κοιμήθηκε στις 18 Δεκεμβρίου του 2018 και ετάφη στὸν περίβολο τής Μονής παραπλεύρως τού μακαριστού Επισκόπου Θεοκλήτου και απο τὸν Οκτώβριο του 2019 η Ιερά Μητρόπολη Αιτωλίας και Ακαρνανίας ανέθεσε τὴ διοίκηση της Μονής σέ Διαχειριστική Επιτροπή που φροντίζει για τὸν εξωραϊσμό των εγκαταστάσεων αλλά και για την λατρευτική – μυστηριακή ζωή τής Μονής.

Άποψη της Μονής Ελεούσας
πηγή
Το φαράγγι τής Κλεισούρας τέμνει εγκάρσια το βουνό Αράκυνθος ή Ζυγός, έχει μήκος 3 χιλιόμετρα πλαισιώνεται από κάθετα βράχια μὲ τὸ μεγαλύτερο υψόμετρο στα 462 μέτρα στη βόρεια πλευρά τού φαραγγιού. 

Είναι δημιούργημα τής διαβρωτικής ενέργειας τού Αχελώου ποταμού, που ύστερα από γεωλογικές ανακατατάξεις στην περιοχή, βρήκε προσφορότερο πέρασμα πρὸς δυσμάς και άλλαξε ροή, όπως τὸν βλέπουμε μέχρι σήμερα. 

Αποτέλεσμα αυτών των ανακατατάξεων είναι τὸ φαράγγι τής Κλεισούρας να παραμείνει μιὰ ξερή κοίτη, δημιουργήθηκαν με αυτό τον τρόπο οι λίμνες Τριχωνίδα και Λυσιμαχία ενώ το φαράγγι τής Κλεισούρας και ο Αράκυνθος λόγω τής μεγάλης οικολογικής σημασίας, έχουν ενταχθεί στο δίκτυο προστατευόμενων περιοχών Natura 2000.

Απο τον Αύγουστο του 1962 μέχρι τον Μάρτιο τού 1963, διεξήχθησαν έρευνες στὸ φαράγγι για την ύπαρξη πετρελαίου από την «Αιτωλική Εταιρεία Πετρελαίων», στην οποία συμμετείχαν η «ΒΡ» καὶ ἡ «Εθνική Τράπεζα». Η γεώτρηση έφτασε σὲ βάθος 3.980 μέτρα όπου διαπιστώθηκε πράγματι η ύπαρξη πετρελαίου καὶ αερίων, αλλά κρίθηκε ασύμφορη ἡ εξόρυξη ενώ σήμερα στη θέση τής γεώτρησης υπάρχει ένα μεγάλο κοίλωμα στα νότια του δρόμου.

Επικοινωνία: Ιερά Μονή Παναγίας Ελεούσης, 20ο χλμ Ε.Ο. Μεσολογγίου – Αγρινίου, ΤΚ: 30400, Τηλ. 26320-22386. e-mail: imagiaeleousa@gmail.com

Μέρες Πανηγύρεων – Εορτών: Ζωοδόχου Πηγής (Παρασκευή τής Διακαινησίμου), Ύψωση τού Τιμίου Σταυρού († 14 Σεπτεμβρίου), Τρίτη Κυριακή Ιουνίου (μνημόσυνο τού Γιάννη Γούναρη).

Τετάρτη 3 Ιανουαρίου 2024

Ιερά Μονή των Αγίων Μηνά, Βίκτωρος και Βικεντίου Χίου.


Το Μοναστήρι είναι χτισμένο στην κορυφή ενός λόφου, κοντά στο χωριό Νεοχώρι, 9 περίπου χιλιόμετρα νότια από το κέντρο της πόλης της Χίου. Απο το σημείο αυτό ο επισκέπτης μπορεί να διακρίνει τα νησιά Σάμο και Ικαρία, τον Καταρράκτη, τον Καρφά, τον Πορθμό Χίου – Μικράς Ασίας, τα βουνά της Ιωνίας, την περιοχή του Κάμπου και τα Καμπόχωρα, το Θολοποτάμι, τον Άγιο Γεώργιο Συκούση, το Αίπος.


Το Καθολικό της Μονής, σήμερα
πηγή
Η Ιερά Μονή ιδρύθηκε από τον ιερέα Νεόφυτο Κουμάνο και τον υιό του ιερέα Μηνά Κουμάνο, μετά την κατάληψη του νησιού από του Τούρκους, μεταξύ των ετών 1572 - 1595 και με Σιγίλλιο του
Πατριάρχου Ιερεμία Β' του Τρανού, καθίσταται Σταυροπηγιακή, καθώς οι δύο ιερείς - κτήτορες του Ναού, τον θεμελίωσαν με τμήμα του Τίμιου Σταυρού.

Το Μοναστήρι επανδρώθηκε άμεσα, αρχικά ως Ανδρική Μονή, αρχίζοντας την ανάπτυξή του. Κατά την περίοδο της ακμής του, το Μοναστήρι είχε το Καθολικό, το κωδωνοστάσιο, τη Βιβλιοθήκη, την τράπεζα, τα Κελιά, καθώς και βοηθητικά κτήρια (στέρνες, φούρνοι, αποθήκες και στάβλους). Μάλιστα, το Καθολικό της Μονής του Αγίου Μηνά αποτελεί μίμηση του Καθολικού της Ιεράς Νέας Μονής Χίου, καθώς ανήκει στον τύπο των μονόχωρων οκταγωνικών ναών με τρούλο.

Άποψη της Μονής
πηγή
Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, στη Μονή λειτουργούσε πλούσια Βιβλιοθήκη και Σχολή, μάλιστα στη Σχολή της Μονής φοίτησαν ο
Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄, ο Μητροπολίτης Χίου Πλάτων Φραγκιάδης, ο λόγιος Δανιήλ Φιλιππίδης και ο Ιεροκήρυκας της Μητροπόλεως Χίου π. Ιάκωβος Μαύρος.

Ένα χρόνο ακριβώς μετά την έναρξη της ελληνικής επανάστασης, το 1822, έρχεται το τέλος της ευημερίας για τη Χίο, αφού το νησί παραδίδεται στην καταστροφική μανία των Τούρκων.

Το Σάββατο 11 Μαρτίου 1822 φτάνει στο Κοντάρι της Χίου ο Λογοθέτης με το Μπουρνιά με μια δύναμη 2.500 - 4.500 ανδρών. Στην Τουρκία η είδηση της Επανάστασης στη Χίο εξαγρίωσε τους Τούρκους. Στα παράλια της Μικράς Ασίας έχουν συγκεντρωθεί Τούρκοι, έτοιμοι για εκδίκηση, ενώ στην Κωνσταντινούπολη επισπεύδεται η αναχώρηση του τουρκικού στόλου υπό τον Καρά Αλή.

Τη Μεγάλη Πέμπτη 30 Μαρτίου 1822 καταπλέει ο τουρκικός στόλος και αμέσως άρχισε η σφαγή των κατοίκων, οι λεηλασίες και η πυρπόληση της πόλης.

Σκίτσο του Ιταλού περιηγητή Francesco Lupazzolo
που δείχνει πως ήταν περίπου χτισμένη ΄
η Μονή το 1632
πηγή
Τη Μεγάλη Παρασκευή 31 Μαρτίου καταλαμβάνεται το πυροβολείο της Τουρλωτής, καίγεται ο ναός της και ουσιαστικά δίνεται από το ύψωμα αυτό το σύνθημα στους Τούρκους για γενική πυρκαγιά και αιματοχυσία, μέχρι το βράδυ είχε αποτεφρωθεί η πόλη.

Ο Βαχήτ κοινοποιεί τη διαταγή του Σουλτάνου, που αποτελεί πάγια τακτική των Τούρκων για παραδειγματισμό όλων των υποδούλων: όλοι οι Έλληνες, αθώοι ή ένοχοι, πρέπει να θανατωθούν.

Οι κάτοικοι της πόλης εντωμεταξύ έχουν αρχίσει ήδη να εγκαταλείπουν την πόλη και να μετακινούνται στα χωριά και στην ύπαιθρο με την ελπίδα της σωτηρίας. Τα κέντρα καταφυγής είναι αρχικά οι Καρυές, οι οχυρές θέσεις του Αίπους, η Νέα Μονή, το μοναστήρι του Αγίου Μηνά και το χωριό Άγιος Γεώργιος Συκούσης. 

Άποψη του εσωτερικού του Καθολικού της Μονής
πηγή
Ο λόφος του Αγίου Μηνά και το περιτείχισμά του δέχθηκαν 3.000 άοπλους κατοίκους, που έτρεξαν να σωθούν, και μαζί τους λίγους ένοπλους Χιώτες και Σαμιώτες υπό τις διαταγές του Κ. Μονογιού από το Νεχώρι και του Ιωάννη Φατούρου από τα Θυμιανά, που πάσχισαν να τους βοηθήσουν.

Μετά την πόλη, οι στρατιώτες του Καρά Αλή και του Βαχήτ κυνήγησαν με μανία τους πανικόβλητους κατοίκους, που έτρεξαν όπου μπορούσαν για να βρουν καταφύγιο.

To Μέγα Σάββατο 1 Απριλίου 1822 ξεκληρίζονται τα Θυμιανά και το Νεχώρι, ακολούθως τα τουρκικά στίφη στράφηκαν κατά της Μονής του Αγίου Μηνά, αλλά δεν μπόρεσαν να το εκπορθήσουν και αποσύρθηκαν τη νύχτα μετρώντας αρκετές απώλειες, με σκοπό να ανασυνταχθούν και να ζητήσουν ενισχύσεις.

Το αίμα και οι σάρκες των σφαγιασθέντων πότισαν
το δάπεδο της Μονής και άφησαν ανεξίτηλα τα
σημάδια της θηριωδίαςστο δάπεδο του Καθολικού.
πηγή
Η νύχτα του Μεγάλου Σαββάτου προς Κυριακή του Πάσχα 2 Απριλίου 1822 προχωρούσε αγωνιώδης. Η αναστάσιμη Θεία Λειτουργία που τελούσε ο ιεροκήρυκας της Μητρόπολης παπά Ιάκωβος Μαύρος διεκόπη από τους αλαλαγμούς των Τούρκων και τους κανονιοβολισμούς των δύο τηλεβόλων που τους είχε προμηθεύσει ο διοικητής του Θολοποταμίου. 

Οι κανονιοβολισμοί από τους Μύλους προξένησαν ρήγμα στο τείχος και εκεί ο Ιωάννης Φατούρος από τα Θυμιανά, ο Κωνσταντίνος Μονογιός από το Νεχώρι και οι υπόλοιποι αγωνιστές, ανάμεσά τους ελάχιστοι Σαμιώτες, αν και στην αρχή κατάφεραν να θανατώσουν αρκετούς από τους εχθρούς, δεν άντεξαν και τα νέα ρήγματα στο τείχος επέτρεψαν την είσοδο του μαινόμενου στίφους των πολιορκητών. 

    Η παλιά πόρτα του εισόδου της Μονής,
διακρίνονται τα σημάδια απο τις σφαίρες.
πηγή
Όλοι οι αγωνιστές έπεσαν μαχόμενοι και μετά ξεκίνησε η σφαγή. Όσοι χριστιανοί δεν κατάφεραν να μπουν στο Καθολικό της Μονής, σφαγιάστηκαν, πυρπολήθηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν. Μέσα στο ναό ήταν τόσος ο συνωστισμός που οι Τούρκοι δεν μπορούσαν να ανοίξουν την πόρτα. Αφού ξήλωσαν ένα μέρος της στέγης, έριξαν αναμμένα στουπιά και τους έκαψαν όλους ζωντανούς. 

Το ίδιο έκαναν και στη δεξαμενή (φουντάνα) του μοναστηριού, ενώ στη συνέχεια ακολούθησε εμπρησμός. Τον ηγούμενο Θεοδόσιο Λουφάκη τον ανασκολώπησαν στον ιστό της Αναστάσεως, ο ιερομόναχος Θεοδόσιος Κουμάκης ολοκαυτώθηκε και τον παπά Ιάκωβο Μαύρο που αρνήθηκε να προσκυνήσει το Κοράνιο, αφού τον βασάνισαν, τον θανάτωσαν χτυπώντας τον με χατζάρι στο κεφάλι. 

Ο Βαχήτ Πασάς στα Απομνημονεύματά του αναφέρει: «Όλους που βρέθηκαν μέσα στο μοναστήρι τους αποκεφάλισαν [οι Τούρκοι], αφού αιχμαλώτισαν τους πιο νέους και από τα δύο φύλα. Και τα σφαγμένα κεφάλια και τ’ αυτιά των σκοτωμένων τα έστειλαν στον τοποτηρητή, ο οποίος φιλοτιμήθηκε να ανταμείψει με πλούσια δώρα τον ηρωισμό και την αφοσίωση των γενναίων στρατιωτών μας, που πολέμησαν για την τιμή και τη θρησκεία. Τότε μόνον οι δύστυχοι άπιστοι έμαθαν πράγματι ότι τίποτε δεν στέκεται εμπόδιο στην ορμή του αφοσιωμένου στο Ισλάμ, όταν επιτίθεται ενάντια στους άπιστους Χριστιανούς».

Η βοτσαλοτή είσοδος της Μονής με την 
χρονολογία 1880
πηγή
Το αίμα και οι σάρκες των σφαγιασθέντων πότισαν το δάπεδο της Μονής και άφησαν ανεξίτηλα τα σημάδια της θηριωδίας, διακρίνονται καθαρά σήμερα τα στίγματα αίματος που σχηματίζουν το περίγραμμα ενός παιδιού, το αποτύπωμα του πέλματός του, καθώς και ίχνη κομμένων κεφαλιών. 

Ξένοι περιηγητές αναφέρουν ότι ανθρώπινα οστά ήταν διάσπαρτα γύρω από το μοναστήρι και το λόφο για πολλές δεκαετίες, επίσης Χιώτες του εξωτερικού έπαιρναν κρανία, τα επιχρύσωναν και τα τοποθετούσαν στα εικονίσματα ως ιερά λείψανα. 

Ο σημερινός επισκέπτης μπορεί να δει στο Ιερό Οστεοφυλάκιο της Μονής, στο ναΰδριο των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, τα οστά που κατάφεραν να συγκεντρώσουν οι κάτοικοι, καθώς και το μισό τμήμα της πόρτας της εισόδου του Μοναστηριού, διάτρητο από τα βλήματα των τουρκικών τυφεκίων.

Το καθολικό της Μονής μετά τον σεισμό του 1881
πηγή
Την Κυριακή στις 22 Μαρτίου 1881, ώρα 13.30 το μεσημέρι, ο φοβερός σεισμός ταρακούνησε το νησί και προκάλεσε μεγάλες καταστροφές και πολλά θύματα – μέχρι και τα Μικρασιατικά παράλια απέναντι ενώ στις επόμενες δονήσεις στις 30 Μαρτίου και την 1 Απριλίου, τα θύματα υπολογίζονται συνολικά στις 11.000, κυρίως στην πόλη και το νότιο τμήμα του νησιού. 

Στους καταστροφικούς σεισμούς του 1881, καταστράφηκαν τα περισσότερα από τα κτίσματα της Μονής, μεταξύ τον οποίων το κωδωνοστάσιο και το Καθολικό ενώ οι επισκευές των κτηρίων (ξαναχτίστηκαν οι περιμετρικοί τοίχοι της εκκλησίας πάνω στα υπολείμματα των παλαιών, το Ιερό αναμορφώθηκε και το βοτσαλωτό πλακόστρωτο διατηρήθηκε απείραχτο) τελείωσαν το 1892. 

Άποψη του Οστεοφυλακίου της Μονής
πηγή
Μετά την καταστροφή, 
το  1833 την Μονή επάνδρωσαν τρεις μοναχοί, ενώ το 1879 χτίζεται το οστεοφυλάκιο στο οποίο εναπόκεινται τα οστά των σφαγιασθέντων.

Τον Αύγουστο του 1931, στο Μοναστήρι του Αγίου Μηνά καταφθάνουν 12 μοναχές από τα Αλάτσατα και το 1932 μετατρέπεται σε γυναικείο αυτοδιοίκητο ενώ σιγά σιγά άρχισαν να καταφθάνουν και άλλες μοναχές συνολικά 32 - 34. 

Το 1934 επισκέπτεται τη Μονή ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ενώ τη δεκαετία του 1950 γίνονται οι τελευταίες προσπάθειες για ανακαίνιση του μοναστηριού και  το 1957 ο βασιλιάς Παύλος γίνεται δεκτός από το Συμβούλιο της Μονής. 

Στον Προαύλιο χώρο της Μονής υπάρχει το ναΰδριο των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, στο οποίο βρίσκεται και το Ιερό Οστεοφυλάκιο της Μονής με τα οστά πολλών θυμάτων από τα περίπου 2.000 της Σφαγής και το ένα φύλλο της παλιάς Κεντρικής Εισόδου του Μοναστηριού.

Σήμερα, το μοναστήρι του Αγίου Μηνά είναι ένα μεγάλο παγχιακό προσκύνημα, κάθε χρόνο, την Τρίτη της Διακαινησίμου, τιμώνται τα θύματα της σφαγής ενώ εκδήλωση τιμής γίνεται και στις 11 Νοεμβρίου, την ημέρα που γιορτάζει ο Ναός και μαζί όλη η Χίος την ελευθερία της. 

Στο χώρο της Μονής του Αγίου Μηνά λειτουργεί από το Νοέμβριο του 2021, με πρωτοβουλία της Μητρόπολης Χίου, μόνιμη Ιστορική Έκθεση - Μουσείο της Σφαγής της Χίου.