Τετάρτη 13 Μαΐου 2020

Η ΤΙΜΙΑ ΚΑΡΑ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΥ, ΤΟΥ ΕΝ ΚΥΘΗΡΟΙΣ ΑΣΚΗΣΑΝΤΑ.

πηγή
Φυλάσσεται στην Ομώνυμη Μονή των Κυθήρων, των οποίων είναι ο Προστάτης, «ἐντός βαρυτίμου καί πολυτελοῦς θήκης, εἰς τύπον ἀρχιερατικῆς μίτρας, ἐκ χρυσοῦ καί ἀργύρου, ἐπιτελοῦσα πολλά θαύματα, τά ὁποῖα πιστοποιοῦνται καί διά τοῦ μεγίστου ἀριθμοῦ ἀφιερωμάτων».

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Στην Ορθόδοξη Εκκλησία αποδίδουμε στα Αγία λείψανα τιμή και ευλαβική προσκύνηση, η όποια όμως δεν αποτελεί λατρευτική προσκύνηση η λατρεία. Τούτο γιατί κανείς ποτέ ορθόδοξος χριστιανός δεν ταύτισε στη σκέψη του τα τίμια λείψανα με «θεούς». Μακαριστός π. ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΑΛΕΒΙΖΟΠΟΥΛΟΣ (ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΩΝ ΟΜΑΔΩΝ).

Η παλαιά εικόνα του Οσίου Θεοδώρου με επιχρυσωμένο
αργυρό ένδυμα, έργο του χρυσοχόου Νικολάου Σπιθάκη
από τον Μυστρά, το 1835. Δεξιά κάτω είναι το
οικόσημο του Επισκόπου Κυθήρων Προκοπίου Καλλονά,
της περιόδου της Αγγλικής προστασίας.
πηγή
Ο Όσιος Θεόδωρος γεννήθηκε στην Κορώνη της Πελοποννήσου μεταξύ των ετών 870 - 890 από γονείς εύπορους ενώ η μητέρα του που ήταν στείρα, όταν ο Θεός της χάρισε το παιδί, το ονόμασε Θεόδωρο.

Διδάχτηκε τα Ιερά γράμματα και παραδόθηκε από τους γονείς του στον τότε επίσκοπο Κορώνης, Θεόδωρο, που τον έκανε αναγνώστη και όταν πέθαναν οι γονείς του, μπήκε υπό την προστασία ενός Ιερέα του Ναυπλίου, που ήταν συγγενής ή φίλος των γονιών του.

Σε κατάλληλη ηλικία, παντρεύτηκε και απόκτησε δύο παιδιά όμως ο επίσκοπος Άργους, βλέποντας τις αρετές του, τον χειροτόνησε Διάκονο. 

Αργότερα πήγε στη Ρώμη, να προσκυνήσει στις Κατακόμβες, τούς τάφους των αρχαίων Μαρτύρων, όπου έμεινε τέσσερα χρόνια, κατόπιν επέστρεψε στη Μονεμβασία, όπου παρέμεινε για αρκετό χρόνο σε ένα κελί του Ναού της Θεοτόκου της Διακονίας.

Παρά τις παρακλήσεις της οικογένειας του να μείνει κοντά της, ο Θεόδωρος, ποθώντας τα ανώτερα πνευματικά αγαθά, πήγε στα Κύθηρα περίπου το 921 όταν η νήσος ήταν «ἔρημος καί ἀοίκητος» λόγω των επιδρομών των Σαρακηνών της Κρήτης και μόνασε στον παλαιό χριστιανικό Ναό των Αγίων Σεργίου και Βάκχου  «καρτερῶν ἐν πειρασμοῖς καί ἐγκαρτερῶν ἐν πείνῃ καί δίψῃ, ἐν καύματι τοῦ θέρους καί τῷ ψύχει τοῦ χειμῶνος».

Η Ιερά Μονή του Οσίου Θεοδώρου, στα Κύθηρα
στην οποία φυλάσσεται η Τιμία Κάρα του.
Εκεί έζησε ασκητική ζωή και απεβίωσε ειρηνικά στις 12 Μαΐου του 922 και λίγο πριν από την κοίμηση του, έγραψε σε ένα όστρακο: «Ἐγώ ὁ ἐλάχιστος Θεόδωρος Διάκονος, ἠσθένησα εἰς τάς 7 Ἀπριλίου μηνός καί ἰδού ὅπου ἀποσθνήσκω 12 Μαϊου, τήν τοῦ ἁγ. Ἐπιφανίου ἡμέραν».

Το Λείψανό τού, βρέθηκε ανέπαφο τον Σεπτέμβριο τού ιδίου έτους από ναύτες του Βυζαντινού Στόλου, που αφού το προσκύνησαν, τον άφησαν όπως το βρήκαν και τρία χρόνια αργότερα Μονεμβασιώτες πήγαν στα Κύθηρα και ενταφίασαν το άφθαρτο Λείψανό του μέσα στο Ναό, όπου σήμερα σώζεται ο τάφος του. 
 
Αμέσως μετά κτίσθηκε ένας ναός προς τιμήν του και - πιθανότατα κατά την βασιλεία τού Νικηφόρου Φωκά - μία αυτοκρατορική αποστολή προσπάθησε να μεταφέρει στην Κωνσταντινούπολη το Λείψανό τού, όμως κατά την εκταφή, «φῶς ἐκτυφλωτικόν περιέλουσεν τόν τάφον τοῦ Ὁσίου».

Ο Τάφος του Οσίου Θεοδώρου, μέσα στο Καθολικό
της ομώνυμης Μονής στα Κύθηρα.
Όταν οι άντρες του αυτοκράτορα πήραν την Κάρα τού Οσίου και απέπλευσαν, το πλοίο άρχισε να βυθίζεται και μία φωνή ακούστηκε να λέει: «Ἐπιστρέψατε τήν ἁγίαν Κάραν εἰς τό μέρος ἀπ' ὅπου τήν ἐπήρατε», όπως και τελικά έγινε.

Ο παλιός Ναός των Αγίων Σεργίου και Βάκχου ξαναχτίστηκε από Μονεμβασιώτες και αφιερώθηκε στον Όσιο Θεόδωρο ενώ με την πάροδο του χρόνου δημιουργήθηκε ένα μοναστήρι.

Το χρονικό του μοναστηριού του Αγίου Θεοδώρου Κυθήρων, γραμμένο από τον Κυθήριο μοναχό Χειλά αποτελεί μία πολύτιμη πηγή για την ιστορία του μοναστηριού αυτού και είναι μια έκθεση - αναφορά προς τους Βενιέρους, η οποία γράφτηκε περίπου το 1457.

Ο Επίσκοπος Κυθήρων και μετέπειτα Μητροπολίτης
Φιλαδελφείας - Βενετίας, Αθανάσιος Βαλεριανός.
Σύμφωνα με το χρονικό, το μοναστήρι ανήκε στη δικαιοδοσία των Λατίνων φεουδαρχών Βενιέρων, στους οποίους κατέβαλαν ετήσιο φόρο από τα εισοδήματα της μονής, ενώ κατά τα μέσα του 14ου αιώνα το μοναστήρι αναλαμβάνει κάποιος πρωτοπαπάς Νοταράς.

Γύρω στα 1630 ο Επίσκοπος Κυθήρων Αθανάσιος Βαλεριανός ανακαίνισε το Ναό, έκτισε κωδωνοστάσιο ενώ επάνω από την κυρία είσοδο εντοίχισε εντυπωσιακό θυρεό με επιγραφή, στην οποία αναφέρεται το όνομα του Αθανάσιου Βαλεριανού και αναφέρει: «ΕΠΤΑΣΟ ΤΟΙΣ ΔΙΟΝΥΣΙΑΚΟΙΣ ΑΘΑΝΑΣΙΕ ΠΡΟΦΡΩΝ ΑΓΛΑΪΣΙ ΠΤΙΛΟΙΣ ΥΨΙΘΡΟΝΩ ΤΕΜΕΝΕΙ. ΟΞΥΤΑΤΟΙΣ ΔΕ ΜΑΚΑΡ ΑΡΕΤΑΩΝ ΒΕΝΘΕΣΙΝ ΑΥΘΙΣ ΛΗΨΗ ΦΩΣ ΑΠΛΕΤΟΝ ΤΡΙΑΔΟΣ ΟΥΡΑΝΙΟΥ»

Κατά καιρούς το μοναστήρι οργάνωνε διάφορες «ζητείες» για να αντιμετωπίσει τα διάφορα έξοδα του ναού ενώ γύρω από το μοναστήρι δημιουργήθηκε οικιστικός χώρος που τον κατοικούσαν οι οικογένειες των ιερέων. 

Σύμφωνα με αρχειακές μαρτυρίες το 1695 η μονή έχει 10 κελιά με μοναχές και δόκιμες, τελεί δε υπό την άμεση εποπτεία του επισκόπου Κυθήρων, στον οποίο υποχρεούται ο εκάστοτε εφημέριος να δίνει λεπτομερή αναφορά για κάθε ζήτημα, εξ άλλου ο εκάστοτε επίσκοπος αναθέτει την εφημερία και φροντίζει για την περιουσία του ναού, έτσι στο ληξιαρχικό αρχείο αναφέρεται «η επισκοπική εκκλησία του αγίου Θεοδώρου».

Η εικόνα του 1700 που απεικονίζει τον Όσιο Θεόδωρο
αριστερά και τον Άγιο Ρόκο της
Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, δεξιά.
Πολύ ενδιαφέρουσα είναι η εικόνα του 1700, στην οποία απεικονίζονται ολόσωμοι οι Άγιοι, αριστερά σε στάση δέησης ο Όσιος Θεόδωρος, και δεξιά, ο Άγιος Ρόκος της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας.

Οι δύο Άγιοι θεωρούνται προστάτες όσων είχαν προσβληθεί από πανώλη, που ενέσκηψε στα Κύθηρα, πριν το 1700, μάλιστα ο Άγιος Ρόκος, θύμα και αυτός της πανώλης, δείχνει στον μηρό του το σημάδι της αρρώστιας ενώ το σκυλί στα πόδια του είναι το μόνο πλάσμα που του έμεινε πιστό στην απομόνωση του και για αυτό από τους Λατίνους θεωρείται προστάτης των κατοικιδίων.

Η Εικόνα αυτή έχει εξαιρετική σπουδαιότητα, γιατί αφενός απεικονίζει δύο Αγίους, οι οποίοι ανήκουν σε διαφορετικά δόγματα, κάτι που δεν είναι συνηθισμένο, και αφετέρου διότι περιέχει πιστή απεικόνιση του Φρουρίου των Κυθήρων, που ήταν το Διοικητικό, πολιτικό, στρατιωτικό και Πνευματικό κέντρο του νησιού, την περίοδο της Βενετοκρατίας.

Η Εικόνα αυτή μάλιστα εκπροσώπησε τα Κύθηρα στην έκθεση που οργάνωσε το Μέγαρο Μουσικής τον Μάϊο του 1999 με θέμα «Η Βενετία των Ελλήνων - Η Ελλάδα των Βενετών», η οποία είχε και εξαιρετική επιτυχία.

Ακολουθία του Οσίου εκδόθηκε το 1747 στη Βενετία, το 1841 στη Σμύρνη καθώς επίσης και το 1899 (μπορείτε να διαβάσετε ΕΔΩ) και το 1961 στην Αθήνα.

Ο Άγιος Θεόδωρος τιμάται από την Εκκλησία μας στις 12 Μαΐου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου