Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΝΗΣΙΑ ΑΙΓΑΙΟΥ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΝΗΣΙΑ ΑΙΓΑΙΟΥ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2024

Η ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΗ ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΜΑΛΤΕΖΑΣ, ΣΑΝΤΟΡΙΝΗ.


Φυλάσσεται στον Ιερό Ναό των Εισοδίων της Θεοτόκου στο χωριό Ημεροβίγλι της Σαντορίνης.

Φωτογραφία στα 1930, του αρχικού Ναού,
της Παναγίας Μαλτέζας.

πηγή
Η εικόνα έλαβε το όνομά της επειδή βρέθηκε στη θάλασσα κοντά στη Μάλτα (η Παναγία της Μαλτέζε).

Σύμφωνα με την παράδοση, σε ένα ταξίδι από τη Σαντορίνη στη Μάλτα, ενώ μετέφερε τον Vin Santo, ο καπετάνιος ενός πλοίου, Θεόδωρος Μπορλής από το Ημεροβίγλι, βρήκε μια εικόνα κοντά στο νησί της Μάλτας. 

Βλέποντας την Παναγία σε όνειρο, πήρε την εικόνα και την έφερε πίσω στο Ημεροβίγλι όπου έκτισε μια εκκλησία προς τιμήν της.

Η αρχική εκκλησία χτίστηκε τον 17ο αιώνα,  καταστράφηκε το 1956 μετά από μεγάλο σεισμό και στην θέση της χτίστηκε νέα εκκλησία. Αρχικά η εκκλησία είχε 12 μεγάλες καμπάνες που λέγεται ότι ακούγονταν 8 χιλιόμετρα μακριά έως την Οία, το σημερινό καμπαναριό έχει μόνο τέσσερεις.

Η εκκλησία έχει ένα θαυμάσιο σκαλισμένο τέμπλο με εικόνες που απεικονίζουν σκηνές από την Παλαιά Διαθήκη. 

Ο ιερός  Ναός της Παναγίας Μαλτέζας τιμάται στις 21 Νοεμβρίου, στα Εισόδια της Θεοτόκου.


Τετάρτη 3 Ιανουαρίου 2024

Ιερά Μονή των Αγίων Μηνά, Βίκτωρος και Βικεντίου Χίου.


Το Μοναστήρι είναι χτισμένο στην κορυφή ενός λόφου, κοντά στο χωριό Νεοχώρι, 9 περίπου χιλιόμετρα νότια από το κέντρο της πόλης της Χίου. Απο το σημείο αυτό ο επισκέπτης μπορεί να διακρίνει τα νησιά Σάμο και Ικαρία, τον Καταρράκτη, τον Καρφά, τον Πορθμό Χίου – Μικράς Ασίας, τα βουνά της Ιωνίας, την περιοχή του Κάμπου και τα Καμπόχωρα, το Θολοποτάμι, τον Άγιο Γεώργιο Συκούση, το Αίπος.


Το Καθολικό της Μονής, σήμερα
πηγή
Η Ιερά Μονή ιδρύθηκε από τον ιερέα Νεόφυτο Κουμάνο και τον υιό του ιερέα Μηνά Κουμάνο, μετά την κατάληψη του νησιού από του Τούρκους, μεταξύ των ετών 1572 - 1595 και με Σιγίλλιο του
Πατριάρχου Ιερεμία Β' του Τρανού, καθίσταται Σταυροπηγιακή, καθώς οι δύο ιερείς - κτήτορες του Ναού, τον θεμελίωσαν με τμήμα του Τίμιου Σταυρού.

Το Μοναστήρι επανδρώθηκε άμεσα, αρχικά ως Ανδρική Μονή, αρχίζοντας την ανάπτυξή του. Κατά την περίοδο της ακμής του, το Μοναστήρι είχε το Καθολικό, το κωδωνοστάσιο, τη Βιβλιοθήκη, την τράπεζα, τα Κελιά, καθώς και βοηθητικά κτήρια (στέρνες, φούρνοι, αποθήκες και στάβλους). Μάλιστα, το Καθολικό της Μονής του Αγίου Μηνά αποτελεί μίμηση του Καθολικού της Ιεράς Νέας Μονής Χίου, καθώς ανήκει στον τύπο των μονόχωρων οκταγωνικών ναών με τρούλο.

Άποψη της Μονής
πηγή
Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, στη Μονή λειτουργούσε πλούσια Βιβλιοθήκη και Σχολή, μάλιστα στη Σχολή της Μονής φοίτησαν ο
Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄, ο Μητροπολίτης Χίου Πλάτων Φραγκιάδης, ο λόγιος Δανιήλ Φιλιππίδης και ο Ιεροκήρυκας της Μητροπόλεως Χίου π. Ιάκωβος Μαύρος.

Ένα χρόνο ακριβώς μετά την έναρξη της ελληνικής επανάστασης, το 1822, έρχεται το τέλος της ευημερίας για τη Χίο, αφού το νησί παραδίδεται στην καταστροφική μανία των Τούρκων.

Το Σάββατο 11 Μαρτίου 1822 φτάνει στο Κοντάρι της Χίου ο Λογοθέτης με το Μπουρνιά με μια δύναμη 2.500 - 4.500 ανδρών. Στην Τουρκία η είδηση της Επανάστασης στη Χίο εξαγρίωσε τους Τούρκους. Στα παράλια της Μικράς Ασίας έχουν συγκεντρωθεί Τούρκοι, έτοιμοι για εκδίκηση, ενώ στην Κωνσταντινούπολη επισπεύδεται η αναχώρηση του τουρκικού στόλου υπό τον Καρά Αλή.

Τη Μεγάλη Πέμπτη 30 Μαρτίου 1822 καταπλέει ο τουρκικός στόλος και αμέσως άρχισε η σφαγή των κατοίκων, οι λεηλασίες και η πυρπόληση της πόλης.

Σκίτσο του Ιταλού περιηγητή Francesco Lupazzolo
που δείχνει πως ήταν περίπου χτισμένη ΄
η Μονή το 1632
πηγή
Τη Μεγάλη Παρασκευή 31 Μαρτίου καταλαμβάνεται το πυροβολείο της Τουρλωτής, καίγεται ο ναός της και ουσιαστικά δίνεται από το ύψωμα αυτό το σύνθημα στους Τούρκους για γενική πυρκαγιά και αιματοχυσία, μέχρι το βράδυ είχε αποτεφρωθεί η πόλη.

Ο Βαχήτ κοινοποιεί τη διαταγή του Σουλτάνου, που αποτελεί πάγια τακτική των Τούρκων για παραδειγματισμό όλων των υποδούλων: όλοι οι Έλληνες, αθώοι ή ένοχοι, πρέπει να θανατωθούν.

Οι κάτοικοι της πόλης εντωμεταξύ έχουν αρχίσει ήδη να εγκαταλείπουν την πόλη και να μετακινούνται στα χωριά και στην ύπαιθρο με την ελπίδα της σωτηρίας. Τα κέντρα καταφυγής είναι αρχικά οι Καρυές, οι οχυρές θέσεις του Αίπους, η Νέα Μονή, το μοναστήρι του Αγίου Μηνά και το χωριό Άγιος Γεώργιος Συκούσης. 

Άποψη του εσωτερικού του Καθολικού της Μονής
πηγή
Ο λόφος του Αγίου Μηνά και το περιτείχισμά του δέχθηκαν 3.000 άοπλους κατοίκους, που έτρεξαν να σωθούν, και μαζί τους λίγους ένοπλους Χιώτες και Σαμιώτες υπό τις διαταγές του Κ. Μονογιού από το Νεχώρι και του Ιωάννη Φατούρου από τα Θυμιανά, που πάσχισαν να τους βοηθήσουν.

Μετά την πόλη, οι στρατιώτες του Καρά Αλή και του Βαχήτ κυνήγησαν με μανία τους πανικόβλητους κατοίκους, που έτρεξαν όπου μπορούσαν για να βρουν καταφύγιο.

To Μέγα Σάββατο 1 Απριλίου 1822 ξεκληρίζονται τα Θυμιανά και το Νεχώρι, ακολούθως τα τουρκικά στίφη στράφηκαν κατά της Μονής του Αγίου Μηνά, αλλά δεν μπόρεσαν να το εκπορθήσουν και αποσύρθηκαν τη νύχτα μετρώντας αρκετές απώλειες, με σκοπό να ανασυνταχθούν και να ζητήσουν ενισχύσεις.

Το αίμα και οι σάρκες των σφαγιασθέντων πότισαν
το δάπεδο της Μονής και άφησαν ανεξίτηλα τα
σημάδια της θηριωδίαςστο δάπεδο του Καθολικού.
πηγή
Η νύχτα του Μεγάλου Σαββάτου προς Κυριακή του Πάσχα 2 Απριλίου 1822 προχωρούσε αγωνιώδης. Η αναστάσιμη Θεία Λειτουργία που τελούσε ο ιεροκήρυκας της Μητρόπολης παπά Ιάκωβος Μαύρος διεκόπη από τους αλαλαγμούς των Τούρκων και τους κανονιοβολισμούς των δύο τηλεβόλων που τους είχε προμηθεύσει ο διοικητής του Θολοποταμίου. 

Οι κανονιοβολισμοί από τους Μύλους προξένησαν ρήγμα στο τείχος και εκεί ο Ιωάννης Φατούρος από τα Θυμιανά, ο Κωνσταντίνος Μονογιός από το Νεχώρι και οι υπόλοιποι αγωνιστές, ανάμεσά τους ελάχιστοι Σαμιώτες, αν και στην αρχή κατάφεραν να θανατώσουν αρκετούς από τους εχθρούς, δεν άντεξαν και τα νέα ρήγματα στο τείχος επέτρεψαν την είσοδο του μαινόμενου στίφους των πολιορκητών. 

    Η παλιά πόρτα του εισόδου της Μονής,
διακρίνονται τα σημάδια απο τις σφαίρες.
πηγή
Όλοι οι αγωνιστές έπεσαν μαχόμενοι και μετά ξεκίνησε η σφαγή. Όσοι χριστιανοί δεν κατάφεραν να μπουν στο Καθολικό της Μονής, σφαγιάστηκαν, πυρπολήθηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν. Μέσα στο ναό ήταν τόσος ο συνωστισμός που οι Τούρκοι δεν μπορούσαν να ανοίξουν την πόρτα. Αφού ξήλωσαν ένα μέρος της στέγης, έριξαν αναμμένα στουπιά και τους έκαψαν όλους ζωντανούς. 

Το ίδιο έκαναν και στη δεξαμενή (φουντάνα) του μοναστηριού, ενώ στη συνέχεια ακολούθησε εμπρησμός. Τον ηγούμενο Θεοδόσιο Λουφάκη τον ανασκολώπησαν στον ιστό της Αναστάσεως, ο ιερομόναχος Θεοδόσιος Κουμάκης ολοκαυτώθηκε και τον παπά Ιάκωβο Μαύρο που αρνήθηκε να προσκυνήσει το Κοράνιο, αφού τον βασάνισαν, τον θανάτωσαν χτυπώντας τον με χατζάρι στο κεφάλι. 

Ο Βαχήτ Πασάς στα Απομνημονεύματά του αναφέρει: «Όλους που βρέθηκαν μέσα στο μοναστήρι τους αποκεφάλισαν [οι Τούρκοι], αφού αιχμαλώτισαν τους πιο νέους και από τα δύο φύλα. Και τα σφαγμένα κεφάλια και τ’ αυτιά των σκοτωμένων τα έστειλαν στον τοποτηρητή, ο οποίος φιλοτιμήθηκε να ανταμείψει με πλούσια δώρα τον ηρωισμό και την αφοσίωση των γενναίων στρατιωτών μας, που πολέμησαν για την τιμή και τη θρησκεία. Τότε μόνον οι δύστυχοι άπιστοι έμαθαν πράγματι ότι τίποτε δεν στέκεται εμπόδιο στην ορμή του αφοσιωμένου στο Ισλάμ, όταν επιτίθεται ενάντια στους άπιστους Χριστιανούς».

Η βοτσαλοτή είσοδος της Μονής με την 
χρονολογία 1880
πηγή
Το αίμα και οι σάρκες των σφαγιασθέντων πότισαν το δάπεδο της Μονής και άφησαν ανεξίτηλα τα σημάδια της θηριωδίας, διακρίνονται καθαρά σήμερα τα στίγματα αίματος που σχηματίζουν το περίγραμμα ενός παιδιού, το αποτύπωμα του πέλματός του, καθώς και ίχνη κομμένων κεφαλιών. 

Ξένοι περιηγητές αναφέρουν ότι ανθρώπινα οστά ήταν διάσπαρτα γύρω από το μοναστήρι και το λόφο για πολλές δεκαετίες, επίσης Χιώτες του εξωτερικού έπαιρναν κρανία, τα επιχρύσωναν και τα τοποθετούσαν στα εικονίσματα ως ιερά λείψανα. 

Ο σημερινός επισκέπτης μπορεί να δει στο Ιερό Οστεοφυλάκιο της Μονής, στο ναΰδριο των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, τα οστά που κατάφεραν να συγκεντρώσουν οι κάτοικοι, καθώς και το μισό τμήμα της πόρτας της εισόδου του Μοναστηριού, διάτρητο από τα βλήματα των τουρκικών τυφεκίων.

Το καθολικό της Μονής μετά τον σεισμό του 1881
πηγή
Την Κυριακή στις 22 Μαρτίου 1881, ώρα 13.30 το μεσημέρι, ο φοβερός σεισμός ταρακούνησε το νησί και προκάλεσε μεγάλες καταστροφές και πολλά θύματα – μέχρι και τα Μικρασιατικά παράλια απέναντι ενώ στις επόμενες δονήσεις στις 30 Μαρτίου και την 1 Απριλίου, τα θύματα υπολογίζονται συνολικά στις 11.000, κυρίως στην πόλη και το νότιο τμήμα του νησιού. 

Στους καταστροφικούς σεισμούς του 1881, καταστράφηκαν τα περισσότερα από τα κτίσματα της Μονής, μεταξύ τον οποίων το κωδωνοστάσιο και το Καθολικό ενώ οι επισκευές των κτηρίων (ξαναχτίστηκαν οι περιμετρικοί τοίχοι της εκκλησίας πάνω στα υπολείμματα των παλαιών, το Ιερό αναμορφώθηκε και το βοτσαλωτό πλακόστρωτο διατηρήθηκε απείραχτο) τελείωσαν το 1892. 

Άποψη του Οστεοφυλακίου της Μονής
πηγή
Μετά την καταστροφή, 
το  1833 την Μονή επάνδρωσαν τρεις μοναχοί, ενώ το 1879 χτίζεται το οστεοφυλάκιο στο οποίο εναπόκεινται τα οστά των σφαγιασθέντων.

Τον Αύγουστο του 1931, στο Μοναστήρι του Αγίου Μηνά καταφθάνουν 12 μοναχές από τα Αλάτσατα και το 1932 μετατρέπεται σε γυναικείο αυτοδιοίκητο ενώ σιγά σιγά άρχισαν να καταφθάνουν και άλλες μοναχές συνολικά 32 - 34. 

Το 1934 επισκέπτεται τη Μονή ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ενώ τη δεκαετία του 1950 γίνονται οι τελευταίες προσπάθειες για ανακαίνιση του μοναστηριού και  το 1957 ο βασιλιάς Παύλος γίνεται δεκτός από το Συμβούλιο της Μονής. 

Στον Προαύλιο χώρο της Μονής υπάρχει το ναΰδριο των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, στο οποίο βρίσκεται και το Ιερό Οστεοφυλάκιο της Μονής με τα οστά πολλών θυμάτων από τα περίπου 2.000 της Σφαγής και το ένα φύλλο της παλιάς Κεντρικής Εισόδου του Μοναστηριού.

Σήμερα, το μοναστήρι του Αγίου Μηνά είναι ένα μεγάλο παγχιακό προσκύνημα, κάθε χρόνο, την Τρίτη της Διακαινησίμου, τιμώνται τα θύματα της σφαγής ενώ εκδήλωση τιμής γίνεται και στις 11 Νοεμβρίου, την ημέρα που γιορτάζει ο Ναός και μαζί όλη η Χίος την ελευθερία της. 

Στο χώρο της Μονής του Αγίου Μηνά λειτουργεί από το Νοέμβριο του 2021, με πρωτοβουλία της Μητρόπολης Χίου, μόνιμη Ιστορική Έκθεση - Μουσείο της Σφαγής της Χίου.
















Σάββατο 4 Σεπτεμβρίου 2021

Η ΤΙΜΙΑ ΚΑΡΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΡΣΕΝΙΟΥ ΤΟΥ ΝΕΟΥ, ΤΟΥ ΕΝ ΠΑΡΩ.

πηγή

Φυλάσσεται μαζί με τα υπόλοιπα Ιερά του Λείψανα στην Μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, στην Πάρο όπου βρίσκεται και ο τάφος του.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Στην Ορθόδοξη Εκκλησία αποδίδουμε στα Αγία λείψανα τιμή και ευλαβική προσκύνηση, η όποια όμως δεν αποτελεί λατρευτική προσκύνηση η λατρεία. Τούτο γιατί κανείς ποτέ ορθόδοξος χριστιανός δεν ταύτισε στη σκέψη του τα τίμια λείψανα με «θεούς». Μακαριστός π. ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΑΛΕΒΙΖΟΠΟΥΛΟΣ (ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΩΝ ΟΜΑΔΩΝ).


Αγιος Αρσένιος ο Εν Πάρω
Εικόνα του 1941 από τον Χερουβήμ, 
Μητροπολίτη Παροναξίας
πηγή
Ο Όσιος Αρσένιος Σεργίου Σεργιάδης, κατά κόσμον Αθανάσιος,γεννήθηκε στα Ιωάννινα στις 31 Ιανουαρίου του 1800 και από μικρή ηλικία έμεινε ορφανός καιμ από πατέρα και από μητέρα, ενώ σε ηλικία εννέα ετών μετέβη στις Κυδωνίες της Μικράς Ασίας, όπου σπούδασε στην ονομαστική σχολή της πόλης έχοντας ως σχολάρχη τον περίφημο διδάσκαλο ιερομόναχο Γρηγόριο Σαράφη

Στην χολή φοίτησε πέντε χρόνια και στα τελευταία έτη συνδέθηκε με τον πνευματικό Γέροντα Δανιήλ από τη Ζαγορά του Πηλίου, έναν από τους ονομαστούς πνευματικούς της εποχής εκείνης και έγινε υποτακτικός του.

Το 1815 ο Άγιος αναχώρησε για το Άγιον Όρος με τον Γέροντα Δανιήλ και εκεί εκάρη μοναχός με το όνομα Αρσένιος. Κατά την εξαετή παραμονή του στον Άθωνα έδωσε τον εαυτό του ως πρότυπο μοναχού και ακολουθώντας τον γέροντα του Δανιήλ πήγε στην Ιερά Μονή Πεντέλης και στην συνέχεια στην Πάρο και μάλιστα στις ιερές Μονές Λογγοβάρδας και Αγίου Αντωνίου Μαρπήσσης. 

Κατόπιν τον βλέπουμε στα νησιά Σίκινο και Φολέγανδρο που χειροτονείται Διάκονος και διορίζεται ελληνοδιδάσκαλος, ωφελώντας πολλαπλά και τα μέγιστα στην πνευματική, ηθική, κοινωνική και εθνική εξύψωση του επιπέδου του λαού. Στη Φολέγανδρο παρέμεινε αρκετά χρόνια, εργαζόμενος άοκνα ιεραποστολικώς.

Μετά την κοίμηση του γέροντός του Δανιήλ και παρά τις αντιδράσεις των Φολεγανδρίων, ανεχώρησε με το σκεπτικό να επανέλθει στο Άγιο Όρος, όμως, διερχόμενος από την Πάρο και την Μονή Αγίου Γεωργίου, συνάντησε τον εξ Ηπείρου επίσης καταγόμενο αρχιμανδρίτη Ηλία Γεωργιάδη, Ιεροκήρυκα Κυκλάδων. 

Αγιος Αρσένιος ο Εν Πάρω
Εικόνα του 1960 από την μοναχή Αρσενία
Ο γέροντας αυτός προέτρεψε τον Αρσένιο τότε να μη μεταβεί στον Άθωνα, αλλά να παραμείνει στην Πάρο, πράγμα και που έπραξε, στην Μονή Αγίου Γεωργίου Πάρου όπου και διέπρεψε στους πνευματικούς αγώνες. 

Κοιμόταν και έτρωγε ελάχιστα και συνεχώς αγρυπνούσε, προσευχόμενος για τα πνευματικά του τέκνα και τη σωτηρία του κόσμου. Βασική του τροφή ήταν η ανάγνωση των θείων Γραφών και των συγγραμμάτων των Αγίων Πατέρων για αυτό και ο Όσιος θεωρούσε τη μικρή του βιβλιοθήκη ως κήπο τερπνότατο και ωραιότατο με αγλαόκαρπα δένδρα, πλήρη από εύχυμους καρπούς.

Ο Όσιος αγαπούσε τους πάντες χωρίς διακρίσεις, περισσότερο όμως αγαπούσε τους ασθενείς, τους οποίους διακονούσε με μεγάλη προθυμία και η
 φήμη του ως αγίου είχε ήδη περάσει στον λαό ενώ ακόμα βρισκόταν στη ζωή αυτή.

Όταν το 1861 κοιμήθηκε ο ηγούμενος της μονής, Αγίου Γεωργίου, ευσεβής ιερομόναχος Ηλίας, οι πατέρες εξέλεξαν ηγούμενο και προϊστάμενό τους τον Όσιο Αρσένιο, ο οποίος τους ποίμανε με θεοφιλή και θεάρεστο τρόπο ενώ λίγα χρόνια αργότερα παραιτήθηκε, για να ασχοληθεί απερίσπαστα με το έργο της ιεράς εξομολογήσεως.

Η Ιερά Μονή Μεταμόρφωσης του Χριστού στην
Πάρο όπου βρίσκεται ο τάφος και τα 
Λείψανα του Αγίου Αρσενίου.
Ο Όσιος κοιμήθηκε με ειρήνη στις 31 Ιανουαρίου του έτους 1877 
και τα τελευταία του λόγια ήταν: "Κύριε, εις χειράς σου παρατίθημι τούτο το ποίμνιο που μου ενεπιστώθης. Σος είμι εγώ, Κύριε, ότι τα δικαιώματά Σου εξεζήτησα". 

Το ιερό του λείψανο τέθηκε επί 3 μέρες σε λαϊκό προσκύνημα με τις εκδηλώσεις αγάπης του λαού να ήταν απερίγραπτες και η Εκκλησία μας, τον Ιούνιο του 1967 τον ανακήρυξε άγιο.

Το 1968, και αφού ήδη καθιερώθηκε στη συνείδηση των πιστών ως Άγιος, ο Μητροπολίτης Παροναξίας Χερουβείμ έθεσε τον θεμέλιο λίθο για την ανέγερση ναΐσκου επί του Τάφου του αγίου Αρσενίου, ο οποίος εγκαινιάστηκε την 20η Οκτωβρίου του 1968 από τον Μητροπολίτη Παροναξίας Επιφάνιο, και αφού είχε προηγηθεί, κατά τη 20η Ιουνίου του 1967 η επίσημη ανακήρυξη του Οσίου Αρσενίου ως Αγίου.


Ο Νέος ιερός Ναός αφιερωμένος στον Αγιο
Αρσένιο, έξω από την Μονή Μεταμόρφωσης
Κατά την 20η Σεπτεμβρίου 1998, και αφού πέρασαν 30 χρόνια από τα εγκαίνια του μικρού Ιερού Ναού, θεμελιώθηκε από τον Σεβ. Μητροπολίτη Παροναξίας κ. Αμβρόσιο τον B' ο Νέος Ιερός Ναός του Αγίου Αρσενίου.

Κάτοχος σπουδαίας παιδείας, όχι μόνο θεολογικής αλλά και φιλοσοφικής, μαθηματικής, συνέγραψε σπουδαία συγγράμματα, τα οποία όμως δε διασώθηκαν, εκτός από ένα και μόνο, δηλαδή το βιβλία που έγραψε το 1832 στην Φολέγανδρο, με τον τίτλο: "ΑΠΑΝΘΙΣΜΑ ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟΝ ΣΥΝΕΡΑΝΙΣΘΕΝ ΥΠΟ ΑΡΣΕΝΙΟΥ ΙΕΡΟΔΙΑΚΟΝΟΥ."

Ο βίος του γράφηκε από τον μακαριστό ηγούμενο της Λογγοβάρδας αρχιμανδρίτη Φιλόθεο Ζερβάκο, η ακολουθία και ο Παρακλητικός Κανόνας του από τον μοναχό Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη και μία άλλη νεώτερη από τον Χ. Μ. Μπούσια.

Ο Άγιος εορτάζεται ιεροπρεπώς στην Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως Χριστού (Δάσους) στην Πάρο, όπου βρίσκονται ο Τάφος και το Ιερά του λείψανα, δυο φορές τον χρόνο, την 31η Ιανουαρίου, ημέρα της κοιμήσεως του και την 18η Αυγούστου, ημέρα της Ανακομιδής των Τιμίων Λειψάνων του.

Επίσης εορτάζει την 1η Κυριακή του Σεπτεμβρίου, στην καθιερωθείσα Σύναξη των Πέντε Αγίων της Παροναξίας που τελείται στον νεόδμητο Ιερό Ναό των Ναξίων Αγίων Νικοδήμου του Αγιορείτου και Νικολάου του Πλανά, στην πόλη της Νάξου και ακόμη, την Τρίτη Κυριακή του Σεπτεμβρίου στην Πάρο, όπου επίσης τελείται η Σύναξη των Αγίων.



Κυριακή 29 Αυγούστου 2021

Βυζαντινός Ναός Αγίας Κυριακής, Απείρανθος Νάξου

πηγή

Ο Βυζαντινός ναός της Αγίας Κυριακής βρίσκεται στην ενδοχώρα της Νάξου, στη θέση Καλλονή που απέχει περίπου 3 χιλιόμετρα από τον οικισμό της Απειράνθου.


Άποψη του Ναού
πηγή
Ο ναός φέρεται να χτίστηκε στα χρόνια του Αυτοκράτορα Κωνσταντινουπόλεως
Θεοφίλου, ο οποίος υπήρξε Εικονομάχος και είχε προστάξει όλες οι εικόνες των Ναών: 
«εντεύθεν ουν καθηρούντο μεν κατά πάσαν εκκλησίαν αι θείαι μορφαί, θηρία δε και όρνιθες αντί τούτων ανεστηλούντο και ενεγράφοντο», να αντικατασταθούν από τον Σταυρό, τον φυτικό και ζωικό διάκοσμο (ανεικονικός), όπως ακριβώς αυτός διασώζεται στο εσωτερικό της Αγίας Κυριακής.

Τη δεκαετία του 1960, μέρος της καμάρας και του βόρειου τοίχου του νάρθηκα είχε γκρεμιστεί, οι τοίχοι του ιερού ήταν τρυπημένοι και το δάπεδο ξυλωμένο και κατεστραμμένο από τους αρχαιοκάπηλους, δεν είχε πόρτες και χρησιμοπoιούταν ως στάνη από τους βοσκούς.


Άποψη του Ναού
πηγή
Άποψη του Ναού
πηγή


Άποψη του Ναού
πηγή
Το 1993 άρχισαν οι πρώτες προσπάθειες για την αποκατάσταση του ναού, με τη χρηματοδότηση μελέτης από τον Σύλλογο 
J.-G. Eynard 
στη Γενεύη, το Σύλλογο Amities greco - suisses  στη Λωζάνη, το 2005 στη προσπάθεια συμμετείχε ο ελβετικός σύλλογος Ένωση Αγίας Κυριακής, Νάξος καθώς και το 2010, συνέβαλε το Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς της ΕΛΛΕΤ. 

Η αποκατάσταση του ναού έγινε την περίοδο 2013 - 2014 από την 2η Εφορία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων με στερέωση και στεγανοποίηση του ναού, ακολούθησε η αποκατάσταση των τοιχογραφιών την περίοδο 2015 - 2016, αποκατάσταση που βραβεύτηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση με το Βραβείο Europa Nostra με το βραβείο να παραδίδεται στις 6 Οκτωβρίου του 2018, εκεί ακριβώς στον Ιερό Ναό της Αγίας Κυριακής ενώ σημαντική χρηματοδότηση προήλθε ακόμη και από την Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού, που έλαβε χορηγίες από το Ίδρυμα Λεβέντη και από Κοινοφελές ίδρυμα Αθανασίου και Μαρίνας Μαρτίνου.

Άποψη του εσωτερικού του Ναού
πηγή
Ο Ναός έχει διαστάσεις 11.20 μέτρα μήκος Χ 7.10 
μέτρα πλάτος και διαθέτει νάρθηκα, τον κυρίως ναό και ένα παρεκκλήσιο στην νότια πλευρά του.

Πρόκειται για μια μακρόστενη, μονόκλιτη βασιλική, τρουλλωτή εκκλησία που καταλήγει ανατολικά σε μεγάλη ημικυκλική αψίδα.

Το νότιο τυφλό αψίδωμα για να επικοινωνεί με το παρεκκλήσιο διατρυπανάται με μεγάλο τοξωτό άνοιγμα, στο ανατολικό και δυτικό τμήμα του νότιου ενδιάμεσου τοίχου και στον βόρειο τοίχο της δυτικής κεραίας του ναού υπάρχει μια τοξωτή κόγχη. 

Οι τοίχοι εκτος του ιερού έχουν περιμετρικά ένα κτιστό χαμηλό θρανίο πλάτους περίπου 38 εκατοστά που διακόπτεται στη μέση του βόρειου τυφλού αψιδώματος από ένα βράχο σφαιρικό. 

Ο τρούλλος με βαρειές αναλογίες, έχει κυλινδρικό εσωτερικά και εξωτερικά τύμπανο και καλοσχηματισμένα λοφία  και η ημικυκλική αψίδα φωτίζεται από από ένα στενό δίλοβο παράθυρο που αργότερα κλείστηκε με τοίχο και περιτρέχεται εσωτερικά από ένα απλό κτιστό σύνθρονο σαν σκαλοπάτι χαμηλό. 

Άποψη του εσωτερικού του Ναού
πηγή
Ο επισκοπικός θρόνος βρίσκεται στη μέση, κάτω από το δίλοβο παράθυρο,  ενώ σώζεται σε αρκετό ύψος ένα μέρος από το κτιστό τέμπλο, με τοιχοδομία μεταγενέστερη, πιθανόν του 13ου αιώνα.

Ο νάρθηκας έχει διαστάσεις 7.12 μέτρα μήκος Χ 2.03 μέτρα πλάτος, είναι στεγασμένος με συνεχή καμάρα, έχει είσοδο πλάτους 0.95 μέτρα στη νότια στενή πλευρά και η επικοινωνία του με τους άλλους χώρους γίνεται με δύο θύρες στον ανατολικό τοίχο.

Η μεγαλύτερη θύρα πλάτους 1.15 μέτρα οδηγεί στον κυρίως ναό, ενώ η μικρότερη πλάτους 0.65 μέτρα που τώρα είναι κλεισμένη με τοίχο, κολλητά στη νοτιοανατολική γωνία, οδηγεί στο παρεκκλήσιο που είναι κτισμένο με κοινό τοίχο με τον Ναό.

Άποψη της ζωγραφικής διακόσμησης του Ναού
πηγή
Άποψη του Ιερού Βήματος του Ναού
πηγή


Άποψη της ζωγραφικής διακόσμησης του Ναού
πηγή
Η ζωγραφική διακόσμηση στο μεγαλύτερο μέρος της είναι ανεικονική, διατηρείται στις τυφλές αψίδες, σε όλο το ιερό (τοίχους, αψίδα, καμάρα) και στα εσωράχια του ανατολικού και του μεσαίου τοξωτού ανοίγματος του διάμεσου τοίχου μεταξύ κυρίως ναού και παρεκκλησίου ενώ ως προς την τεχνική των τοιχογραφιών αυτή είναι μικτή, δηλαδή νωπογραφία αλλά και ξηρογραφία.

Εκτός αυτού του πρώτου στρώματος σώζονται και λίγα απομεινάρια ενός δεύτερου στρώματος, πιθανότατα του 13ου αιώνα, στον ημικύλινδρο της αψίδας ίχνη από φωτοστέφανα, στο τεταρτοσφαίριο ένα ευαγγέλιο του Παντοκράτορα και στην αψίδα του παρεκκλησίου η Δέηση. 

Στη νότια τυφλή αψίδα εντοπίζουμε τεμνόμενους κύκλους που σχηματίζουν ρόδακες, με χρώματα ακαθόριστα, διακρίνονται το κίτρινο και πορτοκαλί, στο εσωρράχιο του τοξωτού ανοίγματος έχουμε κόσμημα από συνεχή ελικοειδή πλοχμό, στη βόρεια τυφλή αψίδα έχουμε κάτω - κάτω μίμηση ορθωμαρμάρωσης με μαύρες παχιές κυματιστές γραμμές και στην ανώτερη ζώνη έχουμε δύο ή τρεις σταυρούς σε πλαίσια με κοσμήματα.


Η Αγία Κυριακή είναι ανοικτή και επισκέψιμη τους μήνες Αύγουστο και Σεπτέμβριο, δύο φορές την εβδομάδα, Τετάρτη και Σάββατο, από τις 9.00 ως τις 14.30 ενώ για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθύνεστε στην Αρχαιολογική Συλλογή Απειράνθου (τηλ. 22850 61725).



Δευτέρα 9 Αυγούστου 2021

Η ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΗ ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΠΑΝΤΟΒΛΕΠΟΥΣΑΣ.

 
Φυλάσσεται στον ιστορικό Ιερό Ναό Κοίμησης της Θεοτόκου στην Παναγιά της Θάσου.


 
Το πανέμορφο χωριό Παναγία της Θάσου
Το χωριό Παναγία βρίσκεται σε απόσταση 10 χιλιομέτρων από την πρωτεύουσα του νησιού Λιμένα και η πρόσβαση γίνεται σε αυτό από την περιφερειακή οδό που διατρέχει το νησί με ήπια ανάβαση, μέσα από μια μαγευτική καταπράσινη διαδρομή με πεύκα, πλατάνια και οργιώδη βλάστηση.

Ο ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου που βρίσκεται στο κέντρο του χωριού αποτελεί μεγάλο κεφάλαιο της θρησκευτικής ιστορίας του τόπου. 

Δυστυχώς δεν είναι γνωστή από τις ιστορικές πηγές με ακρίβεια η ημερομηνία ανέγερσής του, αν λάβουμε όμως υπόψη μας το όνομα στο χωριό δόθηκε από την εκκλησία, τότε η ανέγερση τοποθετείται πριν από το 1821, έτος έναρξης της Ελληνικής επανάστασης ενώ τα εγκαίνια του Ναού έγινα από τον μητροπολίτη Άνθιμο.

Ο ιστορικός και μεγαλοπρεπής Ιερός Ναός της
Κοίμησης της Θεοτόκου Παναγίας στην 
Παναγία της Θάσου. 
Οι επιθέσεις των πειρατών στην αρχαία πόλη της Θάσου (σημερινός Λιμένας) ανάγκασαν τους κατοίκους του να εγκατασταθούν στην Παναγία ενώ άλλοι έφτασαν εκεί το 1770 όταν έφτασε ο ρωσικός στόλος στο νησί.

Η αύξηση του πληθυσμού δημιούργησε την ανάγκη για καινούργια εκκλησία και οι προύχοντες του τόπου, ο Σωτήριος Αυγουστής, ο Αυγερινός και Χατζής Κωνστανής με την βοήθεια και της Μονής Βατοπεδίου, χρηματοδότησαν τις εργασίες ανέγερσης του ναού που άρχισαν το 1831 και επιμελήθηκαν καστοριανοί μάστορες πολλοί γνωστοί για την άριστη γνώση της εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής και αυτοί ήταν που έδωσαν στον ναό πολλά χαρακτηριστικά των Βυζαντινών εκκλησιών της πόλης τους, ενώ το υπέροχο ξυλόγλυπτο τέμπλο της εκκλησίας ολοκληρώθηκε το 1881 από Βολιώτες τεχνίτες. 

Η Παναγία Παντοβλέπουσα, ένα μοναδικό προσωνύμιο
στην Ελλάδα, στο προσκυνητάρι της στον Ιερό Ναό
της Κοίμησης της Παναγίας, στην Παναγία της Θάσου.
Ο αρχιτεκτονικός ρυθμός του ναού είναι βασιλική με τρούλο ενώ τα υλικά για την κατασκευή του πάρθηκαν από την γύρω περιοχή αλλά και από τα ερείπια αρχαίων ναών της Θάσου. 

Ο ναός έχει πέντε εισόδους μια μεγάλη κεντρική από την δυτική πλευρά και τέσσερις που μας οδηγούν στα πλαϊνά κλίτη ενώ η εκκλησία διατηρεί με ξεχωριστή ευλάβεια την εικόνα της Παναγίας της Πανταβλεπούσας με ημερομηνία 1814 που είναι το σύμβολο του χωριού.

Η Θαυματουργή Εικόνα με την επωνυμία «Παναγία η Παντοβλεπούσα», όπως χαρακτηριστικά αναγράφεται στην χρυσή ετικέτα και που είναι μοναδικό προσωνύμιο στην Ελλάδα, εικονίζει την Παναγία εστεμμένη και στολισμένη με πέτρες να κρατά τον Χριστό και βρίσκεται στην είσοδο του κυρίως Ναού στο δεξί προσκυνητάρι.

Το βλέμμα της Παναγίας είναι λυπημένο και δημιουργεί έντονα την εντύπωση ότι κοιτάζει απ΄όλες τις πλευρές ενώ κατά ιστορική μαρτυρία η εικόνα πιθανόν να είναι ρωσικής προελεύσεως και τεχνοτροπίας και την μετέφεραν στη Θάσο κάποιοι ομογενείς από την Ρωσία και την δώρισαν στον ιερό Ναό της Παναγίας, στο ασημένιο επικάλυμμα της υπάρχει η χρονολογία 1814, όμως η αγιογραφία είναι βέβαιο ότι είναι πολύ παλαιότερη.

Τηλέφωνο επικοινωνίας Ιερού Ναού Κοίμησης της Παναγίας στην Παναγία της Θάσου: 25930 61443



Σάββατο 26 Δεκεμβρίου 2020

Η ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΗ ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΑΓΙΑΣΟΥ, ΛΕΣΒΟΣ.


Φυλάσσεται στο ομώνυμο Ιερό Προσκύνημα της Κοίμησης της Θεοτόκου στο κέντρο της Αγιάσου, στην Λέσβο.

Ο Ιερός Ναός της Κοίμησης της Θεοτόκου, 
στην Αγιάσο που φυλάσσεται η Θαυματουργή 
εικόνα της Παναγίας.
Στα τέλη του 8ου αιώνα, όταν και εκτυλισσόταν  η σκοτεινή και θλιβερή περίοδος των εικονομαχιών, στην Κωνσταντινούπολη ο εικονόφιλος ιερομόναχος του παρεκκλησίου των ανακτόρων 
Αγάθων ο Εφέσιος πέφτει σε δυσμένεια του Αυτοκράτορα Λέοντα Δ΄ και αυτοεξορίζεται έτσι στα Ιεροσόλυμα. 

Το 803 πληροφορείται ότι στο νησί της Λέσβου είναι εξόριστη και η εικονόφιλη αυτοκράτειρα Ειρήνη η Αθηναία, και έτσι θέλοντας να τη συναντήσει καθώς όμως και για να είναι έτσι πιο κοντά στην Κωνσταντινούπολη, πάει στη Λέσβο.

Μαζί του παίρνει μια παλιά βυζαντινή εικόνα της Παναγίας Βρεφοκρατούσας, διαστάσεων 0.56 Χ0.62 εκατοστών, έναν ασημένιο σταυρό με Τίμιο ξύλο, ένα χειρόγραφο Ευαγγέλιο του Ε΄ αιώνα, λείψανα του Αγίου Διονυσίου του Αεροπαγίτη και άλλα ιερά κειμήλια.

Άποψη του ιερού τέμπλου του ναού
Φτάνοντας στο νησί, η Ειρήνη η Αθηναία είχε πεθάνει, έτσι ακολουθώντας ρέματα χειμάρρων ανηφορίζει προς τις πηγές τους, σε δασωμένα βουνά και σταματά στους πρόποδες του όρους Όλυμπος σε ένα σημείο που η οργιάζουσα βλάστηση της ρεματιάς του προσφέρει αρκετή ασφάλεια. 

Στο μέρος αυτό, που βρίσκεται στη σημερινή συνοικία του χωριού «Καρυά», εκεί ακριβώς που υπάρχει το εκκλησάκι της Ζωοδόχου Πηγής, κρύβει τα ιερά κειμήλια και φτιάχνει τη σκήτη του.

Έρχεται σε επαφή με τους κατοίκους των κοντινών χωριών Καρήνης και Πενθίλης, αποκτά την εμπιστοσύνη και το σεβασμό τους και τους αποκαλύπτει το μυστικό του, δηλώνοντας ότι το εικόνισμα της Παναγίας το είχε ζωγραφίσει σύμφωνα με τη θρησκευτική παράδοση ο Ευαγγελιστής Λουκάς.

Άποψη του εσωτερικού του Ναού
πηγή
Αρχίζουν να πηγαίνουν στη σκήτη του πιστοί και κάποιοι μένουν κοντά του έτσι αρχές του 9ου αιώνα ιδρύεται μικρή μονή και η φήμη της συνεχώς εξαπλώνεται αφού πιστοί συρρέουν να προσκυνήσουν την εικόνα της Παναγίας.

Όταν στις 2 του Φλεβάρη 830 πέθανε ο Αγάθωνας, οι μοναχοί σύμφωνα με την θέλησή του εξακολούθησαν να διατηρούν μέσα στην κρύπτη της μονής την εικόνα της Παναγίας και τα άλλα κειμήλια εξ αιτίας του φόβου των εικονομάχων, αλλά και των πειρατών, που λυμαίνονταν τα νησιά.

Το 842 όταν επικράτησε η Ορθοδοξία και αναστηλώθηκαν οι ιερές εικόνες σε όλη την βυζαντινή αυτοκρατορία, η σκήτη του Αγάθωνα έγινε τόπος προσκυνήματος και η Παναγία έγινε γνωστή όχι μονάχα στο νησί, αλλά και σ' ολόκληρη την αντικρινή Αιολίδα, έλεγαν μάλιστα ότι δυο προσκυνήματα στην «Αγία Σιών» ισοδυναμούσαν με ένα στους Αγίους Τόπους.

Πανοραμική άποψη του Ναού
πηγή
Το 1170 οι καλόγεροι της Καρυάς έχτισαν με άδεια του τότε διοικητή Λέσβου Κωνσταντίνου Βαλέριου, Ναό της Παναγίας, στο ύψωμα που ήταν τα οστά του Αγάθωνα ο οποίος τελείωσε και εγκαινιάστηκε το 1173 ενώ γύρω από το Ναό σχηματίστηκε οικισμός που εξελίχτηκε με την πάροδο του χρόνου σε κωμόπολη.

Το 1783 είχε διαλυθεί η Μονή του Αγάθωνα, ο ναός έγινε Ενοριακός της Αγιάσου, ήταν όμως ετοιμόρροπος, έτσι το 1806 με πρωτοβουλία του τότε Μητροπολίτη Μυτιλήνης Ιερεμίου Δ΄ και των προκρίτων της Αγιάσου κατεδαφίστηκε και κτίστηκε νέος και μεγαλύτερος.

Εκείνος ο Ναός όμως τη νύχτα της 6ης του Αυγούστου του 1812, κάηκε στην μεγάλη φωτιά που αποτέφρωσε μεγάλο μέρος της Αγιάσου, ενώ από τις εικόνες του τέμπλου μόνο μία, η εικόνα του Χριστού, καταστράφηκε, όλες οι άλλες διασώθηκαν.

Το εσωτερικό του Ναού της Παναγίας σε
φωτογραφία του 1904
πηγή
Το 1815 με τις δωρεές που προσφέρουν οι Χριστιανοί της Αγιάσου, και με τους εράνους που ενεργεί ο μητροπολίτης Μυτιλήνης Καλλίνικος ανεγείρεται πάνω στα θεμέλια του παλιού νέος ναός, ο τρίτος στη σειρά, ο οποίος διασώζεται μέχρι σήμερα.

Ο ναός χτίστηκε με άδεια του Σουλτάνου Μαχμούτ του Β΄, που χορηγήθηκε ύστερα από αίτηση των κατοίκων της Αγιάσου, με τον όρο να μη γίνει μεγαλύτερος απ' τον παλιό.  

Ο ναός είναι τρίκλιτη βασιλική με τρεις κόγχες Ιερού Βήματος, τρεις Άγιες Τράπεζες (απ' τις οποίες η δεξιά είναι αφιερωμένη στον Άγιο Χαράλαμπο και η αριστερή στον Άγιο Νικόλαο), μαρμάρινο τέμπλο και μεγάλο γυναικωνίτη. Επί πολλά χρόνια ειδικοί τεχνίτες καταγίνονταν με την κατασκευή του τέμπλου, του θρόνου και του άμβωνα. Τα αφιερώματα των πιστών, οι βυζαντινές και μεταβυζαντινές εικόνες που κοσμούν το ναό, αποτελούν ένα θησαυρό αμύθητης αξίας και η εσωτερική διακόσμηση του ναού συμπληρώθηκε με νέο έρανο το 1938.

Ο βυζαντινός σταυρός ευλογίας, με τεμάχιο Τιμίου Ξύλου
 τον οποίο κατά την παράδοση έφερε μαζί του από τα
Ιεροσόλυμα ο ιερομόναχος Αγάθων.
πηγή
Μια δεύτερη πυρκαγιά, στα 1877, έκαψε σχεδόν ολόκληρο το χωριό, όχι όμως και την εκκλησία, τα σπίτια, που μέχρι τότε ήταν από τη μέση και πάνω ξύλινα και προεξείχαν στους στενούς δρόμους χτίστηκαν ξανά πέτρινα, οι δρόμοι μεγάλωσαν και το χωριό πήρε τη σημερινή μορφή του. 

Το 1971 το Προσκύνημα της Παναγίας αναγνωρίστηκε και κατά νόμο «Ιερό Προσκύνημα» και διοικείται έκτοτε από πενταμελή Επιτροπή, το 1977 έγινε η τελευταία ριζική εσωτερική ανακαίνιση του Προσκυνήματος ενώ τα λείψανα του Οσίου Αγάθωνα του Εφέσιου, σήμερα βρίσκονται και αυτά στον Ναό.

Από το 1972, στον Ναό λειτουργεί Εκκλησιαστικό Μουσείο, στο όποιο φυλάσσονται: Ο σταυρός με το Τίμιο Ξύλο πού έφερε, ο Αγαθών, δύο μεμβράνινα φύλλα Ευαγγελίου του Ε' αιώνα, ίσως αυτού πού έφερε ο Αγαθών, ιερά Ευαγγέλια, δύο λειψανοθήκες, δισκοπότηρα, ποιμαντικές ράβδοι, παλαιά κανδήλια, ιστορικά, χρυσοκέντητα άμφια, ένα επιτραχήλιο του 16ου αιώνα με 55 χρυσοκέντητες εικόνες και άλλα ιερά κειμήλια μεγάλης αξίας.
 
Ακόμη από το 1982 λειτουργεί και Λαογραφικό Μουσείο με πολύτιμα έργα λαϊκής τέχνης όπως κεντήματα, υφαντά, ενδυμασίες, παλαιά χάλκινα σκεύη, κοσμήματα, νομίσματα και αλλά αντικείμενα.

Η εικόνα αντίγραφο έχει επίχρυση επένδυση 
που ξεκλειδώνει και ανοίγει σαν παράθυρο.

Το όνομα Αγιάσος.

Σύμφωνα με την επικρατούσα σήμερα άποψη, το όνομα του χωριού προέρχεται από την επιγραφή της εικόνας της Παναγίας που έφερε ο Αγάθωνας από τα Ιεροσόλυμα, «ΜΗΤΗΡ ΘΕΟΥ ΑΓΙΑ ΣΙΩΝ». 

Οι πιστοί μάλιστα που πήγαιναν για προσκύνημα στην Παναγία, έλεγαν χαρακτηριστικά: “Πάμε στην Αγία Σιώνήπάμε στην ΑγιάΣων έτσι η αιτιατική Αγιάσον έγινε και ονομαστική Αγιάσος.

Γύρω στο 1453, όταν αλώθηκε η Κωνσταντινούπολη από τους Τούρκους, οι Χριστιανοί του ναού βλέποντας ότι η εικόνα της Παναγίας άρχισε να καταστρέφεται από το πέρασμα του χρόνου, ανέθεσαν σε έναν πολύ καλό αγιογράφο να κάνει ένα πιστό αντίγραφο της παλιάς εκείνης εικόνας έτσι ώστε να κρύψουν αλλά και να προφυλάξουν την πρωτότυπη. 

Η επιγραφή στην επένδυση της Εικόνας - αντιγράφου.

Η πρωτότυπη εικόνα της Παναγίας που έφερε ο 
Ιερομόναχος Αγάθων από τα Ιεροσόλυμα.

Η εικόνα – αντίγραφο είναι έργο εξαιρετικής Βυζαντινής τέχνης που οι ειδικοί λένε, ότι έγινε κατά τους χρόνους της αλώσεως, δηλαδή γύρω στο 1453 ενώ έχει επίχρυση καλλιτεχνική επένδυση φτιαγμένη έτσι ώστε να ξεκλειδώνει και να ανοίγει σαν παράθυρο, για να φαίνεται η εικόνα.

Το 1838 η πρωτότυπη εικόνα βρέθηκε κρυμμένη στο εσωτερικό της νεότερης εικόνας της Παναγίας, μέσα σε ξύλινο κουτί και τυλιγμένη σε ύφασμα βουτηγμένο σε κηρομαστίχα, αλλά φοβερά κατεστραμμένη. 

Η αποκατάσταση των φθορών που δημιούργησε ο χρόνος έγινε με μεγάλη επιμέλεια από το Ρώσο τεχνίτη και ειδικό συντηρητή των εικόνων του Βυζαντινού Μουσείου Αθηνών, Βασίλειο Ραχτσέβσκι. 

Η παλιά, αρχική εκείνη εικόνα τοποθετήθηκε από τότε μέσα σε μία ξύλινη θήκη με διπλό κρύσταλλο και μέσα σε μαρμάρινο προσκυνητάρι μπροστά ακριβώς από το αντίγραφο εικόνισμα της Παναγίας που βρίσκεται στο τέμπλο.

Δείτε το ενδιαφέρον βίντεο της ΕΡΤ.