Τρίτη 24 Δεκεμβρίου 2019

ΤΟ ΑΦΘΑΡΤΟ ΣΚΗΝΩΜΑ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΛΟΥΚΑ ΤΟΥ ΕΝ ΣΤΕΙΡΙ.


Φυλάσσεται στην ομώνυμη Μονή στο Στείρι της Βοιωτίας.


ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Στην Ορθόδοξη Εκκλησία αποδίδουμε στα Αγία λείψανα τιμή και ευλαβική προσκύνηση, η όποια όμως δεν αποτελεί λατρευτική προσκύνηση η λατρεία. Τούτο γιατί κανείς ποτέ ορθόδοξος χριστιανός δεν ταύτισε στη σκέψη του τα τίμια λείψανα με «θεούς».Μακαριστός π. ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΑΛΕΒΙΖΟΠΟΥΛΟΣ (ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΩΝ ΟΜΑΔΩΝ).

Όσιος Λουκάς ο εν τῷ Στειρίῳ όρει ασκήσας
Ψηφιδωτό του 11ου αιώνα στην ομώνυμη 
Ιερά Μονή Οσίου Λουκά
στο Στεἰρι Βοιωτίας.
Ο Βίος του Οσίου Λουκά, κατά τον ιστορικό Γεώργιο Κρέμο, που τον δημοσίευσε για πρώτη φορά στα «Φωκικά» το 1874, έχει γραφεί με κάθε λεπτομέρεια, μετά το θάνατο του Οσίου, από κάποιον ανώνυμο μοναχό. 

Ο συγγραφέας της βιογραφίας που ήτανε βαθύς γνώστης της κατάστασης και των γεγονότων της εποχής, ικανότατος θεολόγος και άριστος λόγιος, μας δίνει αναμφισβήτητες πληροφορίες για το ναό και το μοναστήρι και παρέχει ιστορικές μαρτυρίες για τις μεγάλες επιδρομές των Σλάβων, των Αράβων, των Σαρακηνών, των Βουλγάρων κ.α.

Σύμφωνα με το βιογράφο, πατρίδα του Οσίου Λουκά ήταν το Καστρί της Φωκίδας, οι σημερινοί Δελφοί, είχε όμως καταγωγή από την Αίγινα, αλλά οι πρόγονοί του αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το νησί από τις ληστρικές επιδρομές των Αγαρηνών και να εγκατασταθούν στο Ιωαννίτζη, τοποθεσία της Δεσφίνας που βρίσκεται ανάμεσα στην αρχαία Κίρρα και την Αντικυρά. 

Η ιερά Μονή του Οσίου Λουκά στο Στείρι της Βοιωτίας
Αργότερα αποτραβήχτηκαν στο λιμανάκι Βαθύ, όπου γεννήθηκε ο πατέρας του Λουκά, Στέφανος και τέλος ανέβηκαν ψηλότερα και εγκαταστάθηκαν στους Δελφούς, ενώ ο πατέρας του παντρεύτηκε μία Αιγινήτισσα, την Ευφροσύνη, με την οποία απέκτησε επτά παιδιά και ο Λουκάς, ο τρίτος στη σειρά, γεννήθηκε στις 29 Ιουλίου του 896.

Η παιδική του ηλικία ήταν γεμάτη στερήσεις, σκληρή εργασία και ύστερα από το θάνατο του πατέρα του απορροφήθηκε στη μελέτη της Άγιας Γραφής και την προσευχή. 

Σε ηλικία 14 ετών ακολούθησε κρυφά από τη μητέρα του δύο μοναχούς από τη Ρώμη ως την Αθήνα και με σύσταση τους κατέφυγε πιθανότατα στη Μονή της Παντάνασσας (Μοναστηράκι) ή στην Εκκλησία της Παναγίας της Αθηνιώτισσας, που τότε ήταν πάνω στην Ακρόπολη, όπου και έγινε μοναχός.

Γενική άποψη του καθολικού του Ναού της Μονής
Αρχείο ΙΑΑ - © Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών
πηγή
Πιθανόν να έμεινε για λίγο και σε ένα ασκητήριο στην πλαγιά του Υμηττού, όπου σήμερα είναι η μονή του Αστερίου, Ασκητήριο Λουκά από του Στειρίου - Αστερίου, κατά κάποια εκδοχή.

Με τις πολλές όμως παρακλήσεις της μητέρας του επέστρεψε στην οικογένειά του και μετά από λίγου μήνες, με την συγκατάθεση της μητέρας του αποσύρθηκε για να μονάσει στο Ιωαννίτζη, όπου παρέμεινε επτά χρόνια, κοντά σε ένα μικρό εκκλησάκι των Αγίων Αναργύρων, Κοσμά και Δαμιανού, από το 910 ως το 917.

Από δύο μοναχούς που πέρασαν από εκεί πηγαίνοντας στη Ρώμη, πήρε το μέγα αγγελικόν σχήμα, έγινε δηλαδή μεγαλόσχημος, όμως λόγω της επιδρομής των Βουλγάρων στη Βοιωτία και τη Φωκίδα, πέρασε στην απέναντι του Κορινθιακού κόλπου ακτή, όπου παρέμεινε 10 χρόνια, από το 917-927, κοντά στο στυλίτη του Ζεμένου. 

Η Μονή του Οσίου Λουκά αποτελεί Μνημείο της UNESCO
Το 927, σε ηλικία 31 ετών κατέφυγε και πάλι στο Ιωαννίτζη, όπου παρέμεινε επί 12 χρόνια, από το 927 ως το 939 όταν εγκατέλειψε το Ιωαννίτζη και ήρθε στον Κάλαμο (σήμερα λέγεται Ζάλτσα), περιοχή κοντά στην αρχαία Βούλιδα, όπου έμεινε τρία χρόνια. 

Στη συνέχεια έφυγε μαζί με άλλους για να σωθεί από επιδρομή των Τούρκων και πέρασε στο μικρό νησί Άμπελο απέναντι από την Αντίκυρα, την οποία εγκατέλειψε το 945 για να εγκατασταθεί οριστικά πλέον στη σημερινή θέση του μοναστηριού σε ηλικία περίπου 49 ετών, όπου και απεβίωσε στις 7 Φεβρουαρίου του 953.

Στο Στείρι τον επισκέπτονταν χιλιάδες πιστοί που ζητούσαν συμπαράσταση στις δυσκολίες τους και θεία φώτιση στη ζωή τους, ανάμεσά τους και ο στρατηγός του Θέματος της Ελλάδος Κρηνίτης Αροτράς.

Η φήμη του τράβηξε στο Στείρι και άλλους ασκητές, όπως το Γρηγόριο, τον Παγκράτιο, το Θεοδόσιο όπου μαζί τους και με την οικονομική βοήθεια πολλών θαυμαστών του, στρατηγών και άλλων αξιωματούχων του Κράτους, άρχισε την οικοδόμηση της εκκλησίας της Αγίας Βαρβάρας. 

Ο Ναός της Αγίας Βαρβάρας στην κρύπτη του  οποίου
βρίσκεται ο τάφος του Οσίου Λουκά
Δεν πρόλαβε όμως να την τελειώσει, τον Νοέμβριο του 952 πρόβλεψε το θάνατο του και στις 7 Φεβρουαρίου του 953 εγκατέλειψε την επίγεια ζωή, έζησε 56 έτη, 7 μήνες και 8 μέρες ενώ ο μαθητής του Γρηγόριος τον έθαψε μέσα στο κελί του και η φήμη ότι το λείψανά του ήταν θαυματουργά έκανε πλήθος πιστών να συρρέουν στο μοναστήρι για να θεραπευθούν και τα αρχικά κτίσματα έδωσαν τη θέση τους σε μνημειωδέστερα κτίρια.

Δύο χρόνια μετά το θάνατό του μερικοί από τους μαθητές του ολοκλήρωσαν το ναό της Αγίας Βαρβάρας και μετέτρεψαν το κελλί του, όπου ήταν και ο τάφος του, σε «ιερόν ευκτήριον» και έτσι ιδρύθηκε η πρώτη μοναστική κοινότητα στα 955. 

Ο Όσιος διακρίθηκε για την εργατικότητα, την φιλοκαλία, την εγκράτεια, την ευσπλαχνία, την φιλοξενία και την φιλανθρωπία. 

Είχε προικισθεί επίσης με προφητική ικανότητα, η οποία αποδείχτηκε αλάνθαστη τόσο στον εθνικό όσο και στον ιδιωτικό βίο, εκτός από την αυστηρή ασκητική ζωή που έκανε, την ταπεινοφροσύνη του, την αγάπη του για όλους τους ανθρώπους, την απέραντη φιλανθρωπία του, την ακλόνητη πίστη του στο Χριστό και γενικά την ευσέβειά του, είχε μεγάλη θαυματουργική και θεραπευτική δύναμη. 

Το άφθαρτο σκήνωμα του Οσίου Λουκά
Άπειρα είναι τα θαύματα που έκανε στη ζωή του, αλλά και μετά το θάνατο του εκατοντάδες και χιλιάδες ασθενείς έρχονταν προσκυνητές και ικέτες στον τάφο του από τον οποίο ανάβλυζε μύρο, και έβρισκαν τη θεραπεία τους. 

Εκτός από τα άλλα ο Όσιος είχε και προφητική ικανότητα, πολλά γεγονότα είχε προβλέψει, όπως την επιδρομή των Βουλγάρων, την απελευθέρωση της Κρήτης από την κατοχή των Αράβων, το θάνατό του κ.λ.π.

Δικαιολογημένη λοιπόν ήταν η εκτίμηση και η αγάπη που είχαν για αυτόν όλοι οι Χριστιανοί, η απελευθέρωση μάλιστα της Κρήτης, την οποία είχε προβλέψει το 942 και η οποία πραγματοποιήθηκε 2 περίπου χρόνια ύστερα, το 961, από το Νικηφόρο Φωκά, συντέλεσε στο να αυξηθεί ο σεβασμός προς τη μνήμη του σε όλη τη Χριστιανοσύνη και ιδιαιτέρως στη βασιλεύουσα Κωνσταντινούπολη. 

Οι Άγιοι της Βοιωτίας.
Ο Απόστολος και Ευαγγελιστής Λουκάς, Άγιος Ρούφος Πρώτος 
Επίσκοπος Θηβών, Ο Άγιος Ιωάννης ο Καλοκτένης Μητροπολίτης 
Θηβών και Έξαρχος Πάσης Βοιωτίας ο Νέος Ελεήμων, 
Ο Άγιος Ρηγίνος Επίσκοπος Σκοπέλου ο Λεβαδεύς, Οι Όσιοι 
Λουκάς ο εν Στειρίω,Κλήμης και Γερμανός οι εν 
Σαγματά,Μελέτιος ο εν Κιθαιρώνι,Σεραφείμ ο εν Δομπώ
και Νικήτας ο εκ Θηβών.
Πλούσιες δωρεές στέλνονταν στη Μονή τακτικά, έτσι, όχι μόνο τελείωσε η εκκλησία της Αγίας Βαρβάρας, η οποία σήμερα είναι αφιερωμένη στη Θεοτόκο, αλλά ύστερα από λίγα χρόνια, το 1011, κτίστηκε και ο δεύτερος, ο μεγάλος ναός, το Καθολικό, από τον ηγούμενο Φιλόθεο και τους συνασκητές του Γαβριήλ, Γρηγόριο, Πέτρο κ.ά. και αφιερώθηκε στον όσιο Λουκά.

Η παράδοση του μοναστηριού βεβαίωνε ότι τα ιερά λείψανα του Οσίου είχαν αρπαγεί κατά τον 13ο αιώνα από τους Σταυροφόρους και είχαν μεταφερθεί στο Βατικανό. 

Η είδηση της ανεύρεσης τους ήρθε από τη Βενετία, στην οποία κατέληξαν ως έξης: όταν οι Τούρκοι κατέλαβαν τη Βοιωτία στα 1460 μια ομάδα μοναχών διέφυγε με το σκήνωμα του Οσίου στη Λευκάδα, μετά την κατάκτηση και της Λευκάδας τα λείψανα του Οσίου μεταφέρθηκαν στη Βοσνία. 

Όταν τον Ιούλιο του 1463 η Βοσνία κατακτήθηκε και αυτή από τους Τούρκους, Φραγκισκανοί μοναχοί μετέφεραν τα ιερά λείψανα στη Βενετία, ήδη όμως είχε δημιουργηθεί μία σύγχυση και θεωρήθηκε ότι τα λείψανα του Οσίου Λουκά ανήκουν στον Απόστολο και Ευαγγελιστή Λουκά, που είχε ενταφιαστεί και αυτός στην πόλη των Θηβών. 

Επακολούθησαν συζητήσεις και Σύνοδος Καρδιναλίων στις 16 Δεκεμβρίου του 1464, όπου αποδείχθηκε ότι τα λείψανα που είχαν μεταφερθεί στην Ιταλία ανήκαν σε μοναχό της Ανατολικής Εκκλησίας, τον Λουκά, τον επονομαζόμενο «Στειριώτη».

Στις 11 Οκτωβρίου του 1986, η Ιερά Μητρόπολη Θηβών και Λεβαδείας μετά από ενέργειες του τότε Μητροπολίτη Θηβών και Λεβαδείας Ιερωνύμου και όλων των τοπικών αρχόντων της Βοιωτίας, μετά από 526 ολόκληρα χρόνια, παρέλαβαν τα Ιερά λείψανα και τα επανατοποθέτησαν στις 13 Δεκεμβρίου του 1986 στη λειψανοθήκη του Καθολικού. 

Η απόδοση του Λειψάνου στον Όσιο Λουκά τον Στειριώτη άρχισε τον 19ο αιώνα και κορυφώθηκε το 2001 με την εγγραφή του Αγίου στο Νέο Ρωμαϊκό Μαρτυρολόγιο από τον Πάπα Ιωάννη Παύλο Β’, πάντως το πρόβλημα της γνησιότητας του Λειψάνου του Οσίου Λουκά παραμένει αφού το λείψανο που επιστράφηκε από την ρωμαιοκαθολική εκκλησία, φέρει Κάρα ενώ στην Μονή Φιλοθέου του Αγίου Όρους φυλάσσεται μία Κάρα που αποδίδεται στον Όσιο Λουκά.

Η Μνήμη του τιμάται από την Εκκλησία μας στις 7 Φεβρουαρίου και στις 3 Μαίου την ανακομιδή των ιερών λειψάνων του.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου