Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΟΝΗ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΟΝΗ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 15 Μαρτίου 2016

ΤΟ ΔΕΞΙ ΧΕΡΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΠΤΙΣΤΗ.


Φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Διονυσίου Αγίου Όρους.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Στην Ορθόδοξη Εκκλησία αποδίδουμε στα Αγία λείψανα τιμή και ευλαβική προσκύνηση, η όποια όμως δεν αποτελεί λατρευτική προσκύνηση η λατρεία. Τούτο γιατί κανείς ποτέ ορθόδοξος χριστιανός δεν ταύτισε στη σκέψη του τα τίμια λείψανα με «θεούς». Μακαριστός π. ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΑΛΕΒΙΖΟΠΟΥΛΟΣ (ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΩΝ ΟΜΑΔΩΝ).

Πιθανόν, πορτρέτο σε χαρακτική του
Ισπανού Ruy González de Clavijo χάρην στον
οποίο αντλούμε ιστορικές πηγές για την
ιστορία των λειψάνων του Αγίου Ιωάννη
του Προδρόμου και Βαπτιστή
πηγή
Κατά την συναξαριστική παράδοση το δεξί χέρι τού Τιμίου Προδρόμου έλαβε ο Ευαγγελιστής Λουκάς όταν πήγε στην Σεβαστή στον τάφο του Αγίου καί τό κατέθεσε στήν πατρίδα του, Αντιόχεια.

Από εκεί μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη κατά την βασιλεία του Ρωμανού Β’ το 957, από τον διάκονο Ιώβ και τοποθετήθηκε στα βασιλικά ανάκτορα και η σύναξη, σε ανάμνηση της μετακομιδής της τιμίας Χείρας του Προδρόμου στην Κωνσταντινούπολη, τελούνταν στην περιοχή του Φορακίου ή Σφωρακίου.

To 1403, ο Ruy González de Clavijo (Ρούϊ Γκονζάλες Ντέ Κλαβίχο) Ισπανός απεσταλμένος στην Αυλή τού Ταμερλάνου, το προσκύνησε στην Μονή της Περιβλέπτου στην Κωνσταντινούπολης και έγραψε: «Ήταν τό δεξί του χέρι – γράφει – από τον αγκώνα ως την παλάμη, πολύ γερό καί νωπό, αν καί λένε πώς όλο τό σώμα του ευλογημένου Ιωάννη στέγνωσε, εκτός από τό δάκτυλο τού δεξιού του χεριού, μέ τό οποίο έδειξε όταν είπε, «ἰδού ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ». Καί το χέρι αυτό έμοιαζε νά είναι ζωντανό· ήταν πλαισιωμένο από ένα λεπτό χρυσό σύρμα, έλειπε όμως τό μεγάλο δάκτυλο». (Ρούϊ Γκονζάλες Ντέ Κλαβίχο, «Ταξείδι στήν Αὐλή τοῦ Ταμερλάνου», σελ. 101 – 102· καί Νικ. Κοντάκωφ, «Βυζαντινές Ἐκκλησίες καί μνημεία τῆς ΚΠόλεως», Ὀδησσός 1886, σελ. 69).

Ο Γεράσιμος Σμυρνάκης, σε φωτογραφία του 
1902 του οποίου τις μαρτυρίες έχουμε 
για το Δεξί χέρι του Προδρόμου και Βαπτιστή
Ο λόγιος Αγιορείτης της Μονής Εσφιγμένου, Γεράσιμος Σμυρνάκης σημειώνει για το δεξί του Αγίου, oτι: «ἡ χείρ αὕτη ὡς καί ἡ Κάρα τοῦ Τιμίου Προδρόμου, κομισθεῖσαι εἰς ΚΠολιν, ἐπί πέντε ἑκατονταετηρίδας εὑρίσκοντο ἐν τῷ Μοναστηρίῳ τοῦ Πετρίου, κατά δέ τήν Ἅλωσιν τῆς ΚΠόλεως μετά τοῦ Ἀκανθίνου Στεφάνου, τῆς Λόγχης καί τοῦ Σπόγγου, κατετέθησαν ἐν τῷ Σουλτανικῷ Θησαυροφυλακίῳ… 

Κατά Σεπτέμβριον τοῦ 1482 ὁ Σουλτάνος Βαγιαζήτ συνωμολόγησε συνθήκην μετά τοῦ Μεγάλου Ταξιάρχου τῆς Ρόδου, ἐπί τοῖς ὅροις, ἵνα εἰρήνη κρατῆ κατά ξηράν καί θάλασσαν, ἐμπορική ἐλευθερία, κ.λ.π. – ἔτι δέ μυστικήν συνθήκην ἀφορῶσαν εἰς τόν ἀδελφόν αὐτοῦ Τζέμ, τόν διεκδικοῦντα τόν Θρόνον, δι’ ἧς ἀνεδέχετο νά πληρώση 45.000 δουκάτα τῷ Μεγάλῳ Ταξιάρχῃ, ἄν τό Τάγμα αὐτοῦ καθείργνυε τόν Τζέμ. 

Μαθών δέ ὅτι ὁ Ταξιάρχης ἐξεπλήρωσεν τήν ἀφορῶσαν αὐτόν ὑποχρέωσιν, ἀπέστειλε καί αὐτός – κατά Μάϊον τοῦ 1438 – τό συνομολογηθέν ποσόν τῶν δουκάτων, συγχρόνως δέ βαρυτιμότατον δῶρον ἐντός κυπαρρισίνης θήκης, τήν δεξιάν χεῖρα τοῦ Ἰωάννου του Βαπτιστοῦ, ἐπιμελῶς ἐν σηρικῷ ὑφάσματι ἐνειλημένην». (Γερασίμου Σμυρνάκη, «Τό Ἅγιον Ὄρος», σελ. 511).


Ο Τσάρος Παύλος Α' της Ρωσίας στον οποίο δωρήθηκε
μεταξύ άλλων και η Δεξιά του του Αγίου Ιωάννη του 
Προδρόμου και Βαπτιστή, απο τους Ιωαννίτες Ιππότες
'προκειμένου να τους στηρίξει έναντι των Γάλλων.
πηγή
Η δεξιά τού Αγίου φυλάχτηκε στη Μάλτα, όπου ήτανε η έδρα των Ιωαννιτών Ιπποτών, μέχρι το 1799.

Τότε, με την κατάληψη τής νήσου από τούς Γάλλους, οι Ιππότες στράφηκαν για βοήθεια προς την Ρωσία και την 12η Οκτωβρίου 1799 πρόσφεραν στον Τσάρο Παύλο Α’ τεμάχιο τού Τιμίου Ξύλου, την Εικόνα τής Παναγίας Φιλερήμου καί την δεξιά τού Προδρόμου. 

Τα κειμήλια κατατέθηκαν στο Παρεκκλήσιο τού Χειμερινού Ανακτόρου και η Ρωσική Εκκλησία από το 1800, τιμά το γεγονός την 12η Οκτωβρίου. (Βλ. Ἰστοσελίδα «Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἀμερικῆς» – METROPOLIA).

Δεν είναι γνωστές οι συνθήκες κάτω από τις οποίες η Προδρομική δεξιά έφθασε στην Μονή Διονυσίου Αγίου Όρους και επίσης δέν είναι γνωστές οι συνθήκες κάτω από τις οποίες το κειμήλιο βρέθηκε και στην Κωνσταντινούπολη.

Ήδη από το 1878, ο Μητροπολίτης πρ. Βελεγράδων Ιερεμίας ο οποίος κοινοβίασε στην Μονή Διονυσίου, κατέβαλε προσπάθειες για την επανάκτηση τού κειμηλίου. Στις αρχές τού 19ου αιώνα το κειμήλιο ήταν στην κατοχή του μυστικοσύμβουλου τής Πρωσίας στην Κωνσταντινούπολη, Ιωάννη Φραγκόπουλου, ο οποίος και το είχε διακοσμήσει.

Η δεξιά τού Αγίου επεστράφη στην Μονή Διονυσίου στις 10 Μαρτίου του 1802, χάρις στις προσπάθειες τού Προηγουμένου Ιωακείμ Ἁγιοστρατίτη (σε ανάμνηση τελειώνεται αγρυπνία την Δ’ Κυριακή των Νηστειών).

O Αγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής είναι ο τελευταίος και μεγαλύτερος από τους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης.

Γεννήθηκε στην πόλη Χεβρώνα ή κατ άλλους στην πόλη Ιούττα στίς 24 Ιουνίου του 6 π.χ περίπου και ονομάζεται «Πρόδρομος», γιατί με το κήρυγμα και με το έργο του εσήμανε τον ερχομό του Ιησού Χριστού και «Βαπτιστής», διότι βάπτιζε τους ανθρώπους στον Ιορδάνη ποταμό και βάπτισε και τον Ιησού Χριστό. 

O κτήτωρας της Mονής Διονυσίου Aλέξιος Γ' Kομνηνός 
και ο προστάτης αυτής Iωάννης ο Πρόδρομος, σε 
φορητή εικόνα του 1375,  Mονή Διονυσίου, Άγιον Όρος.
πηγή
Το βάπτισμα του Προδρόμου ήταν μία συμβολική πράξη καθαρμού εκείνων, που πήγαιναν σ’ αυτόν να εξομολογηθούν, ήταν όμως και ο τύπος του βαπτίσματος του Ιησού Χριστού, γι’ αυτό και ο Ιωάννης έλεγε: «Εγώ μεν εβάπτισα υμάς εν ύδατι, αυτός βαπτίσει υμάς εν Πνεύματι Αγίω» (Μάρκου α΄ 8).

Ο Ιωάννης (εξελληνισμένος τύπος του εβραϊκού ονόματος Γιοχανάν, που σημαίνει «παρά Θεώ εύρον χάριν») γεννήθηκε με θαυμαστό τρόπο από τον ιερέα Ζαχαρία και τη γηραιά Ελισάβετ. 

Ήτανε συγγενής του Ιησού Χριστού από την πλευρά της μητέρας του και έξι μόλις μήνες μεγαλύτερός του. 

Έζησε ασκητικό βίο στην έρημο και δεν δίστασε να ελέγξει απερίφραστα και κατά πρόσωπο την αδικία και την ηθική υπόσταση των ανθρώπων της εποχής του. 

Αυτό έγινε αιτία να συλληφθεί και να φυλακισθεί από τον τοπάρχη της Ιουδαίας Ηρώδη Αντύπα, που συζούσε παράνομα με την Ηρωδιάδα, σύζυγο του αδελφού του Ηρώδη Φιλίππου και η Ηρωδιάδα έπεισε την κόρη της Σαλώμη να ζητήσει την «κεφαλήν του Ιωάννου επί πίνακι» (Μάρκου στ΄25) ως δώρο γενεθλίων και ο Ηρώδης Αντύπας για να την ευχαριστήσει διέταξε τον αποκεφαλισμό του Ιωάννη.

Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος και Βαπτιστής  
Φορητή εικόνα του 1747, Mονή Ξηροποτάμου, Άγιον Όρος
πηγή
Ο Ιωάννης ο Πρόδρομος και Βαπτιστής είναι από τους δημοφιλέστερους αγίους στην Ελλάδα. 

Θεωρείται προστάτης και φύλακας της κουμπαριάς και των νοσούντων από ελονοσία. Το όνομά του αποτελεί ένα από τα πιο συνηθισμένα βαφτιστικά ονόματα και είναι παράγωγο πολλών επωνύμων ενώ επίσης μεγάλος αριθμός εκκλησιών και ξωκλησιών φέρουν το όνομά του, καθώς και εκατοντάδες οικισμοί. 

Η μνήμη του τιμάται από τον Χριστιανισμό έξι φορές τον χρόνο:
  • 7 Ιανουαρίου, Σύναξη του Τιμίου Προφήτου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου.
  • 24 Φεβρουαρίου, Α' και Β' Εύρεσις της τιμίας κεφαλής του αγίου προφήτου, προδρόμου και βαπτιστού Ιωάννου.
  • 25 Μαΐου, Γ' Εύρεσις της τιμίας κεφαλής του αγίου προφήτου, προδρόμου και βαπτιστού Ιωάννου.
  • 24 Ιουνίου, Γενέθλιον του Τιμίου Προφήτου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου. Την παραμονή της εορτής κυριαρχούν πυρολατρικά έθιμα (Φωτιές τ’ Αϊγιαννιού).
  • 29 Αυγούστου, Αποτομή της κεφαλής του Τιμίου Προφήτου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου. Η ημέρα θεωρείται πένθιμη και συνδέεται με αυστηρή νηστεία.
  • 23 Σεπτεμβρίου, Σύλληψις Τιμίου Προδρόμου.


ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Η ΚΑΤΩ ΣΙΑΓΟΝΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ
ΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΠΤΙΣΤΗ (ΚΛΙΚ 
ΕΔΩ)
Ο ΔΕΙΚΤΗΣ ΤΟΥ ΔΕΞΙΟΥ ΧΕΡΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ
ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΠΤΙΣΤΗ (ΚΛΙΚ ΕΔΩ)
ΔΥΟ ΠΛΕΥΡΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΥ
ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΠΤΙΣΤΗ (ΚΛΙΚ ΕΔΩ)



Σάββατο 21 Μαρτίου 2015

Η ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΗ ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΩΝ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΩΝ ή ΤΟΥ ΑΚΑΘΙΣΤΟΥ ΥΜΝΟΥ.


Από τις πολυτιμότερες εικόνες της Παναγίας είναι των «Χαιρετισμών» ή του «Ακάθιστου Ύμνου» πού βρίσκεται στην Ιερά Μονή Διονυσίου Αγίου όρους στο ομώνυμο μονόχωρο τρουλαίο παρεκκλήσιο.


Στό μπροστινό κάτω μέρος της επένδυσης υπάρχει 
χρυσή επένδυση, αφιέρωμα του Επισκόπου Βελεγράδων
και Βερατίου (Μπεράτι Αλβανίας) του Ιερεμία που
χρημάτισε μοναχός της Μονής Διονυσίου και η επιγραφή 
αναφέρει: «Δέησις / του δούλου του Θεού Ιερε/μίου 
αρχιερέως / 1786 Μαΐου / 20»
Η εικόνα αυτή της Παναγίας είναι από τις πιο παλαιές χρονολογικά εικόνες της Πίστης μας και η αρχαιότερη στο Άγιον Όρος.

Η εικόνα είναι κατασκευασμένη από κηρομαστίχα, με μύρο περιρρεομένη που ανέβλυζε κατά καιρούς και που εξαιτίας αυτού του μύρου τα χαρακτηριστικά της παραμένουν δυσδιάκριτα. 

Στο πίσω μέρος της σε αργυρή πλάκα, δείχνει  τον Αυτοκράτορα Αλέξιος Γ'  Κομνηνό να δίνει την εικόνα στον Όσιο Διονύσιο, τον κτήτορα της Μονής κατά την συνάντησή τους στην Τραπεζούντα το 1374 και είναι γραμμένο το εξής:  «Αύτη η εικών η θαυματουργός εστι, την ο/ποίαν βαστάζων ο Σέργιος ο π(ατ)ριάρχης και περι/ερχόμενος τα τείχη της Κωνσταντινουπόλεως / έδιοξεν όλους τούς πολεμίους, την οποίαν αφι/έρωσεν ο βασιλεύς του αγίου Διονυσίου’ διά δαπάνι του / αγίου Πελιγραδίων Ιερεμία και διά χιρός Γεωργίου, 1786».


Στο πίσω μέρος της εικόνας σε αργυρή πλάκα, απεικονίζεται ο
Αυτοκράτορας Αλέξιος Γ  Κομνηνός να δίνει την εικόνα στον
Όσιο Διονύσιο, τον κτήτορα της Μονής κατά την συνάντησή τους
στην Τραπεζούντα το 1374.
Η εικόνα είναι του τύπου της Γλυκοφιλούσας, πλαισιωμένη από τους 24 οίκους της Παναγίας ενώ στο επάνω μέρος εικονίζεται ο Πατήρ που πέμπει το Παράκλητον Πνεύμα.

Την εικόνα το 1592 την έκλεψαν Αλγερινοί πειρατές με αρχηγό τον  Ιφ Αρταβάν Αλφα, αλλά μία μεγάλη τρικυμία και ένα θαύμα που είδε ο αρχηγός τους τούς έκαναν να την επιστρέψουν στο μοναστήρι. 

Η εικόνα είχε θρυμματίσει το κιβώτιο που την είχαν κρύψει και είχε πλημμυρίσει από μύρο ενώ μερικοί πειρατές συγκλονισμένοι, έμειναν στο μοναστήρι, όπου βαπτίστηκαν και έγιναν μοναχοί. 

Το 1767 την πήρανε κλέφτες από την Δαλματία, στο δρόμο όμως έγιναν αντιληπτοί από Έλληνες βοσκούς, που τους την πήραν και την μετέφεραν στη Σκόπελο.  Οι δημογέροντες του νησιού όμως αρνήθηκαν να επιστρέψουν την εικόνα στους Διονυσιάτες μοναχούς που ήρθαν να την πάρουν αλλά μετά τρεις μήνες το νησί τιμωρήθηκε με πανώλη, έτσι οι Σκοπελίτες επέστρεψαν την εικόνα στο μοναστήρι αφιερώνοντας σε αυτό και ένα μετόχι στο νησί τους. 


Μικρογραφία του Κωνσταντίνου Μανασσή14ου αιώνα.
Δείχνει την επίθεση του αυτοκράτορα Ηράκλειου σε περσικό
κάστρο ενώ οι Πέρσες επιτίθενται στην Κωνσταντινούπολη.
πηγή
Η εικόνα είναι μικρών διαστάσεων με πολύ αμαυρωμένο και δυσδιάκριτο το σχέδιο και φυλάσσεται στο ομώνυμο παρεκκλήσι, στην Μονή Διονυσίου όπου και διαβάζονται καθημερινά οι Χαιρετισμοί.

Το 626 και ενώ ο Αυτοκράτορας του Βυζαντίου, Ηράκλειος ηγείτο μιας εκστρατείας του βυζαντινού στρατού κατά των Περσών, η Κωνσταντινούπολη πολιορκήθηκε αιφνιδίως από τους από τους Σασσανίδες Πέρσες και τους Αβάρους, βοηθούμενοι από μεγάλους αριθμούς συμμάχων τους όπως οι Σλάβοι, που γνωρίζοντας την απουσία του στρατού απέρριψαν κάθε πρόταση εκεχειρίας και την 6η Αυγούστου κατέλαβαν την Παναγία των Βλαχερνών ενώ τη νύχτα της 7ης προς 8η Αυγούστου, ετοιμάζονταν για την τελική επίθεση και ο Πατριάρχης Σέργιος περιέτρεχε τα τείχη της Πόλης με την εικόνα της Παναγίας της Βλαχερνίτισσας και ενεθάρρυνε το λαό στην αντίσταση.

Η πολιορκία της Κωνσταντινούπολης το 626,
τοιχογραφία της Μονής Μολντοβίτα, Ρουμανία
.
πηγή
Τη νύχτα εκείνη, φοβερός ανεμοστρόβιλος, που αποδόθηκε σε θεϊκή αρωγή, δημιούργησε τρικυμία και κατέστρεψε τον εχθρικό στόλο, ενώ μία αντεπίθεση των αμυνομένων προξένησε τεράστιες απώλειες στους Αβάρους και τους Πέρσες, οι οποίοι αναγκάστηκαν να λύσουν την πολιορκία και να αποχωρήσουν άπρακτοι.

Την 8η Αυγούστου, η Πόλη είχε σωθεί από τη μεγαλύτερη ως τότε απειλή της ιστορίας της και ο λαός θέλοντας να πανηγυρίσει τη σωτηρία του, την οποία απέδιδε σε συνδρομή της Θεοτόκου, συγκεντρώθηκε στο Ναό της Παναγίας των Βλαχερνών και κατά την παράδοση, όρθιο το πλήθος έψαλε τον από τότε λεγόμενο «Ακάθιστο Ύμνο» στην Παναγία, αποδίδοντας τα «νικητήρια» και την ευγνωμοσύνη του «τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ».

Ο Ακάθιστος Ύμνος, ρωσική εικόνα του 14ου αιώνα.
Καθεμιά από τις μικρές εικόνες αφορά τη διήγηση ενός από τους
24 «οίκους» του Ακάθιστου Ύμνου
Κατά την επικρατέστερη άποψη, δεν ήταν δυνατό να συνετέθη ο ύμνος σε μία νύκτα, μάλλον είχε συντεθεί νωρίτερα και μάλιστα θεωρείται ότι ψαλλόταν στο συγκεκριμένο ναό στην αγρυπνία της 15ης Αυγούστου κάθε έτους και απλώς εκείνη την ημέρα ο ύμνος εψάλη «ὀρθοστάδην», ενώ αντικαταστάθηκε το ως τότε προοίμιο: «Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς λαβὼν ἐν γνώσει» με το ως σήμερα χρησιμοποιούμενο «Τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ τὰ νικητήρια», το οποίο έδωσε τον δοξολογικό και εγκωμιαστικό τόνο στον ως τότε διηγηματικό και δογματικό ύμνο.

Το πρόβλημα της σύνθεσης του Κοντακίου του Ακάθιστου Ύμνου παραμένει μέχρι και σήμερα ένα από τα σημαντικότερα και δυσκολότερα φιλολογικά προβλήματα, καθώς οι μελετητές όχι μόνο δεν έχουν ακόμη καταλήξει στο ποιος, πότε και γιατί συνέθεσε τον ύμνο αυτό, αλλά οι γνώμες τους εμφανίζουν και μεγάλες αποκλίσεις.

Το ποιος και το πότε βεβαίως είναι αλληλένδετα, αλλά σε όλη τη χειρόγραφη παράδοση ο ύμνος φέρεται ως ανώνυμος, ενώ ο Συναξαριστής που τον συνδέει με τα γεγονότα του Αυγούστου του 626 δεν αναφέρει ούτε το χρόνο της σύνθεσής του, ούτε τον μελωδό του. 


Το περιεχόμενό του πάντως απηχεί τις δογματικές θέσεις της Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου, επομένως η χρονολογία σύγκλισής της, το 431, αποτελεί μία σταθερά (terminus post quem), καθώς είναι σίγουρο ότι ο ύμνος δεν συνετέθη νωρίτερα.

Από την άλλη, κάποιοι ερευνητές θεωρούν ότι από το περιεχόμενό του συνάγεται ότι ο ύμνος αναφέρεται σε κοινό εορτασμό του Ευαγγελισμού και των Χριστουγέννων, εορτές οι οποίες χωρίστηκαν κατά τη βασιλεία του Ιουστινιανού (527 - 565), πράγμα που, αν ισχύει, αφενός σημαίνει ότι ο ύμνος γράφτηκε το αργότερο επί Ιουστινιανού, αφετέρου ενισχύει την άποψη ότι προϋπήρχε των γεγονότων του 626.

Ο Άγιος Ρωμανός ο Μελωδός σε εικόνα του 1649.
Κατά την παράδοση συνέθεσε τον Ακάθιστο ύμνο.

πηγή
Η παράδοση όμως αποδίδει τον Ακάθιστο ύμνο στον μεγάλο βυζαντινό υμνογράφο του 6ου αιώνα, Ρωμανό τον Μελωδό

Την άποψη αυτή υποστηρίζουν πολλοί ερευνητές (P. F. Krypiakiewicz, F. Doelger, H.-G. Beck, E. Wellesz, P. Maas, Σ. Ευστρατιάδης), οι οποίοι θεωρούν ότι οι εκφράσεις του ύμνου, η γενικότερη ποιητική του αρτιότητα και δογματική του πληρότητα δεν μπορούν παρά να οδηγούν στο Ρωμανό. 

Ένας άλλος ερευνητής, ο J. Grosdidier de Matons, θεωρεί ότι ένα κοντάκιο του Ρωμανού ακολουθεί τη μουσική και το μέτρο του α' οίκου του Ακαθίστου Ύμνου («Ἄγγελος πρωτοστάτης...»), πράγμα που κατ' αυτόν σημαίνει ότι ο Ρωμανός τουλάχιστον γνώριζε (αν δεν συνέγραψε ο ίδιος) τον Ύμνο και επίσης σε κώδικα του 13ου αιώνα υπάρχει μεταγενέστερη σημείωση, του 16ου αιώνα, η οποία αναφέρει τον Ρωμανό ως ποιητή του ύμνου.

Πλην όμως, η άποψη αυτή αντικρούεται από πολλούς μελετητές που βρίσκουν στη δομή, στο ύφος και το περιεχόμενό του πολλά μεταρωμανικά στοιχεία. Κατά μία άποψη, ο ύμνος ψάλθηκε καλοκαίρι, στη γιορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, και μάλλον αργότερα μεταφέρθηκε στο Σάββατο της Ε΄ εβδομάδος των νηστειών, ίσως από τους εικονόφιλους μοναχούς του Στουδίου πλησιάζοντας έτσι την γιορτή του Ευαγγελισμού. 


Η Θεοτόκος του Ακαθίστου, ρωσική εικόνα του 18ου αιώνα. 
Η Θεοτόκος ένθρονος, με τον νεαρό Ιησού από πάνω της. 
Περιστοιχίζεται από προφήτες, οι οποίοι κρατούν ειλητάρια με τις
προφητείες τους για την Ενσάρκωση. Στην αυθεντική εικόνα, 
περιφερειακά εικονίζονται περιστατικά της ζωής της Θεοτόκου
Είναι δε ενδεχόμενο σε αυτή τη μεταφορά, και πάλι για λόγους σχετικούς με την Εικονομαχία, να αλλοιώθηκε και το ιστορικό του Συναξαριστή, και από το 728, που αυτοκράτορας ήταν ο εικονομάχος Λέων Γ΄ Ίσαυρος, να μεταφέρθηκε στο 626, στα χρόνια του Ηρακλείου, ο οποίος πολεμούσε τους Πέρσες για να επανακτήσει τον Τίμιο Σταυρό.

Εξάλλου, υπάρχουν άλλες δύο εκδοχές για το πρόσωπο του μελωδού του Ακάθιστου Ύμνου, οι οποίες έχουν κάποιες σοβαρές ενδείξεις. Η μία εκδοχή, η οποία υποστηρίζεται μεταξύ άλλων και από τον καθηγητή Βυζαντινής Φιλολογίας Νικόλαο Β. Τωμαδάκη και τον Otto Bardenhewer, αναφέρει το όνομα του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γερμανού Α΄ (715 - 730), ο οποίος έζησε τα γεγονότα της θαυμαστής λύτρωσης της Κωνσταντινούπολης από την πολιορκία της Πόλης από τους Άραβες το 718, επί Αυτοκράτορα Λέοντος του Ισαύρου.

Η άλλη εκδοχή, που υποστηρίζεται μεταξύ άλλων από τον Θ. Δετοράκη, βασίζεται σε μια παλαιά αχρονολόγητη εικόνα του Ευαγγελισμού στο παρεκκλήσιο του Αγίου Νικολάου της ονομαστής μονής του Αγίου Σάββα στα Ιεροσόλυμα, όπου εικονίζεται και ένας μοναχός, ο οποίος κρατάει ένα ειλητάριο που γράφει «Ἄγγελος πρωτοστάτης οὐρανόθεν ἐπέμφθη» (αρχή του α΄ οίκου του Ακάθιστου ύμνου). Στο κεφάλι του μοναχού αυτού γράφει «ο άγιος Κοσμάς» και πρόκειται για τον Κοσμά το μελωδό, ο οποίος έζησε και αυτός τα γεγονότα του 718, καθώς απεβίωσε το 752 ή 754.

Βέβαιο είναι πάντως ότι οι ειρμοί του Κανόνα του Ακάθιστου Ύμνου είναι έργο του Ιωάννου Δαμασκηνού, ενώ τα τροπάρια του Ιωσήφ Ξένου του Υμνογράφου.

Ο Ακάθιστος ύμνος ψάλλεται στους ναούς τις πέντε πρώτες Παρασκευές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, τις πρώτες τέσσερις τμηματικά, και την πέμπτη ολόκληρος. Είναι ένας ύμνος που αποτελείται από προοίμιο και 24 οίκους (στροφές) σε ελληνική αλφαβητική ακροστιχίδα, από το Α ως το Ω (κάθε «οίκος» ξεκινά με το αντίστοιχο κατά σειρά ελληνικό γράμμα).

Θεωρείται ως ένα αριστούργημα της βυζαντινής υμνογραφίας, είναι γραμμένος πάνω στους κανόνες της ομοτονίας, ισοσυλλαβίας και εν μέρει της ομοιοκαταληξίας. Η γλώσσα του είναι σοβαρή και ποιητική και πλουτίζεται από κοσμητικά επίθετα και πολλά σχήματα λόγου (αντιθέσεις, μεταφορές, κλπ).


Ακούστε το Υπερμάχω