Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 2025

Η ΤΙΜΙΑ ΚΑΡΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΑΒΡΙΗΛΙΑΣ ΤΗΣ ΝΕΑΣ, Η ΕΝ ΛΕΡΟ ΤΕΛΕΙΩΘΗΣΑ.

πηγή


Η Τιμία Κάρα της Αγίας Γαβριηλίας της Νέας
Η μοναχή Γαβριηλία Παπαγιάννη (Αυρηλία) γεννήθηκε στις 2 Οκτωβρίου του 1897 στην Κωνσταντινούπολη, ήταν το τέταρτο και μικρότερο παιδί της οικογένειας Παπαγιάννη, που ήταν ιδιαίτερα εύπορη.

Ο πατέρας της, Ηλίας Παπαγιάννης του Σωτηρίου καί της Βασιλικής, ήταν ο αντιπρόσωπος της γαλλικής εταιρείας «Messagerie de France» κι ενας εύπορος ξυλέμπορος. Μητέρα της ήταν η Βικτωρία Χριστάκη Παπαγιάννη, κόρη του ιατρού Χριστάκη, πού ήταν θεράπων ιατρός του Σουλτάνου. Η Βικτωρία ήταν καί δισέγγονη του Χαρίσιου Δ. Μεγδάνη, του λογίου ιερέα, φιλικού, συγγραφέα καί διδασκάλου της Σχολής της Κοζάνης. Η μεγάλη της αδελφή, Βασιλική, ήταν εκείνη που της πρωτομίλησε για τον Θεό αφού μαζί με τα παραμύθια που της διάβαζε, της έλεγε ιστορίες από το Ευαγγέλιο και την Παλαιά Διαθήκη.

Το 1923 κατά την ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, η οικογένειά της απελάθηκε και βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη όπου αργότερα εισήχθη ως Ακροάτρια στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης (ήταν η δεύτερη γυναίκα που εισήχθη σε ελληνικό πανεπιστήμιο) και πήρε πτυχίο στη Φιλοσοφία.

Φωτογραφία της Αγίας Γαβριηλίας απο την διακονία της
στην Ινδία
πηγή
Σύμφωνα με τον βίο της, αγαπούσε τα φυτά,
«μέχρι το τέλος της ζωής της μιλούσε μαζί τους», για αυτό και νωρίτερα είχε αποφοιτήσει από τη Σχολή Γεωπονικής του Estavayer-le-Lac στην Ελβετία.

Στην Αθήνα πήγε το 1932, όπου έπιασε δουλειά σε μία ψυχιατρική κλινική ενώ μετά από ένα χρόνο βρέθηκε στην Αγγλία όπου έκανε διάφορες δουλειές, χωρίς, ωστόσο, να σταματήσει να φροντίζει και πάλι φτωχούς, ενώ παράλληλα σπούδασε Ποδολογία καθώς επίσης και Φυσικοθεραπεία.

Μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η γερόντισσα επέστρεψε στην Ελλάδα, στην Αθήνα όπου άνοιξε ένα ιατρείο φυσικοθεραπείας, όπου και πάλι βοηθούσε απόρους.

Καταλυτικό ρόλο στη μετέπειτα πνευματική της ζωή έπαιξε ο θάνατο της μητέρας της, το 1954. 

Έλαβε όρκο φτώχειας, παραχώρησε όλα τα υπάρχοντά της και έφυγε στην Ινδία όπου για πέντε χρόνια, στάθηκε στο πλευρό των λεπρών και έκανε τα αδύνατα δυνατά για την ανακούφισή τους, στο διάστημα αυτό γνώρισε τη Μητέρα Τερέζα, τον Sivananda και τον ακτιβιστή κοινωνικό λειτουργό Baba Amte.

Ο Τάφος της Αγίας Γαβριηλίας, στην Παναγιά 
του Κάστρου της Λέρου 
πηγή
Μετά από τέσσερα χρόνια δωρεάν φυσιοθεραπείας σε απόρους, η Αυρηλία μετέβη στα όρη των Ιμαλαΐων, περνώντας έντεκα μήνες ως ερημίτρια. Το 1960 έφτασε στην Κοινότητα της Αναστάσεως του Κυρίου της Βηθανίας όπου και δέχτηκε την μοναχική κουρά ενώ μετά την τριετή δοκιμασία της ως μοναχή, η Αυρηλία έλαβε το όνομα Γαβριηλία.

Εν συνεχεία στάλθηκε στην Κοινότητα Ταϊζέ στη Γαλλία από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα, όπου η αποστολή της εκεί ήταν σύντομη. Αργότερα, στάλθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου περιόδευσε σε εθνικές ελληνικές κοινότητες σε δεκαεπτά Πολιτείες και συνόδευσε πολλούς ψυχικά ασθενείς σε ψυχιατρικά νοσοκομεία στην Ευρώπη.

Μετά από σχεδόν μια δεκαετία περιοδειών, ομιλιών και προσφοράς στους ασθενείς, στάλθηκε στην Ανατολική Αφρική για τρία χρόνια για να κάνει ιεραποστολικό έργο.

Μετά από σύντομη ανάθεση εργασίας στη Γερμανία, στάλθηκε πίσω στην Ινδία, όπου παρέμεινε για τρία χρόνια. Το 1979 της παραχωρήθηκε η χρήση ενός διαμερίσματος στην Αθήνα και έγινε «Γερόντισσα», όπου και συνήθιζε να δίνει συμβουλές σε κόσμο που την επισκεπτόταν. 

Κοντά στο τέλος της ζωής της, αποσύρθηκε σε ένα ερημητήριο στην Αίγινα, αλλά όταν εμφάνισε λέμφωμα Hodgkin επέστρεψε στην Αθήνα. 

Μετά τη θεραπεία της εγκατέλειψε την Αθήνα δύο χρόνια πριν από το θάνατό της και μετακόμισε στο νησί της Λέρου όπου εκάρη είς μεγαλόσχημον από τον Αγιορείτη Γέροντα Διονύσιο Μικραγιαννανίτη στην Παναγιά του Κάστρου.

Κοιμήθηκε σε ηλικία 95 ετών, στις 28 Μαρτίου 1992.


Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2025

ΤΟ ΠΟΔΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ.


Φυλάσσεται στην Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπεδίου, στο Άγιο Όρος.


Ο Άγιος Απόστολος Βαρθολομαίος
Τέμπερα σε χαρτί του Φώτη Κόντογλου, 1956.
Εθνική Πινακοθήκη
πηγή
Το όνομα ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ σημαίνει
«υιός του Θολομαίου» και οι
 πληροφορίες για τον Απόστολο Βαρθολομαίο στην Καινή Διαθήκη και την εκκλησιαστική παράδοση είναι ελάχιστες. 

Το όνομά του αναγράφεται μόνον στην αναφορά των ονομάτων των Δώδεκα Αποστόλων (Ματθ. 10, 3. Μάρκ. 3, 18. Λουκ. 6,14. Πράξ. 1, 13) και η Εκκλησία τον ταύτισε με τον Ναθαναήλ, του οποίου το όνομα αναφέρεται πάντοτε με αυτό του Φιλίππου. 

Καταγόταν από την Κανά της Γαλιλαίας και προφανώς το όνομα Βαρθολομαίος χαρακτηρίζει το πατρώνυμο του Ναθαναήλ. 

Οι λόγοι της ταύτισης αυτής είναι α) ότι στους καταλόγους των Μαθητών στα Συνοπτικά Ευαγγέλια (Ματθ. 10, 3. Μάρκ. 3, 18. Λουκ. 6,14.) και στις Πράξεις (1,13) ονομάζεται μόνο ως Βαρθολομαίος, ενώ στον κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον (21, 2. 1, 43-52.) μόνο ως Ναθαναήλ. 

β) Οτι στους καταλόγους αυτούς συγκαταριθμείται μόνο με τον Φίλιππο και αυτό είναι σύμφωνο προς την πληροφορία του Ιωάννου, ότι ο Φίλιππος προσκαλεί τον Ναθαναήλ, για να δει τον Μεσσία Ιησού, βέβαια ξεκίνησε να Τον συναντήση με κάποια δυσπιστία (ἐκ Ναζαρὲτ δύναταί τι ἀγαθὸν εἶναι;), αλλά όταν τελικά Τον συνάντησε και συνομίλησε μαζί Του είπε: ῥαββί, σὺ εἶ ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, σὺ εἶ ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ.

Μαρτύριο Αποστόλου Βαρθολομαίου και μαρτύριο
Αποστόλου Βαρνάβα.
Μηνολόγιο Οξφόρδης (14ος αι.)
πηγή
Ο ιερός
Αυγουστίνος (PL 36, 788.) υποστήριζε ότι ο Ιησούς δεν επέλεξε τον Ναθαναήλ ως μαθητή Του, διότι γνώριζε το Νόμο, ενώ οι Μαθητές όλοι ήταν αγράμματοι, αλλά στον Ιωάννη (21, 2.) ο Ναθαναήλ εμφανίζεται ως Μαθητής του Κυρίου. 

Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, δοθέντος του ότι οι Ιουδαίοι είχαν συνήθως δύο ονόματα, προτίμησε, φαίνεται, το όνομα Ναθαναήλ ως εκφραστικώτερο (σημαίνει ο Θεός δίδει) αντί του πατρωνυμικού ονόματος Βαρθολομαίος ενώ κατά τη Συριακή παράδοση ονομαζόταν Ιησούς και αναγκάστηκε να αλλάξει το όνομά του όταν μπήκε στον κύκλο των μαθητών του Χριστού, αφού τον προσκάλεσε ο φίλος του Απόστολος Φίλιππος με τα λόγια «Ὃν έγραψε Μωϋσῆς ἐν τῷ νόμῳ καὶ οἱ προφῆται, εὑρήκαμεν, Ἰησοῦν τὸν υἱὸν τοῦ Ἰωσὴφ τὸν ἀπὸ Ναζαρέτ». Και γι' αυτόν είπε ο Χριστός: «Ἴδε ἀληθῶς Ἰσραηλίτης ἐν ᾧ δόλος οὐκ ἔστι».

Ο εκκλησιαστικός ιστορικός Ευσέβιος αναφέρει την πληροφορία ότι ο Βαρθολομαίος κήρυξε στην Ινδία, όπου θανατώθηκε περίπου το 68, στην πόλη Ουρβανούπολη, κάποιες άλλες μαρτυρίες αναφέρουν πως κήρυξε στην Ευδαίμονα Αραβία, την Καραμανία και την Αιθιοπία ενώ σύμφωνα με άλλη παράδοση, στα τέλη της ζωης του βρέθηκε να κηρύττει στη Μεγάλη Αρμενία, όπου συνελήφθη από τους ειδωλολάτρες και θανατώθηκε με σταυρικό θάνατο, με το κεφάλι προς τα κάτω, κατά διαταγή του βασιλέως Αστυάγη. 

Λόγω των πολλών θαυμάτων που έκανε το σκήνωμά του, οι ειδωλολάτρες το  έκλεισαν σε λάρνακα, ρίχτηκε στη θάλασσα και βρέθηκε στις νήσους Λιπάρες (Λίπαρι) κοντά στη Σικελία, όπου και κτίστηκε μεγαλοπρεπής ναός επ ενόματή του και παρέμεινε εκεί ώς το 829 οπότε και η Λιπάρα ερημώθηκε από Αγαρηνούς πειρατές. Τότε, «επί Λουδοβίκου» (μάλλον του Α΄, γιού του Καρλομάγνου, δηλ. μεταξύ των ετών 814 - 840) κάποιοι Αμαλφηνοί μετέφεραν τό άγιο λείψανο στό Βενεβέντο της Ιταλίας, όπου καί σήμερα υπάρχει μέρος των αγίων λειψάνων του Αποστόλου.

Η μνήμη του τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία στις 11 Ιουνίου και η ανακομιδή των λειψάνων του στις 25 Αυγούστου, ενώ στην Καθολική Εκκλησία η μνήμη του τιμάται στις 24 Αυγούστου.


Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2025

ΙΕΡΑ ΛΕΙΨΑΝΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΩΖΩΝΤΟΣ, ΠΟΛΙΟΥΧΟΥ ΤΗΣ ΛΗΜΝΟΥ.

Φυλάσσονται στην Ιερά Μητρόπολη Λήμνου και Αγίου Ευστρατίου.



Ο Άγιος μάρτυς Σώζων
πηγή
Ο Άγιος Σώζων έζησε κατά τον 3ο αιώνα και καταγόταν από την Λυκαονία της Μικράς Ασίας, ζούσε στην Κιλικία και ήταν βοσκός στο επάγγελμα ενώ πριν γίνει χριστιανός ονομαζόταν Ταράσιος. 

Κάποτε ο Σώζων πήγε στην Πομπηιούπολη της Κιλικίας και με θλίψη αντίκρισε παντού ειδωλολατρικά αγάλματα, γεμάτος οργή μπήκε στο ναό της Αρτέμιδος και έκοψε το δεξί χέρι από το χρυσό άγαλμα, έπειτα πήγε στην αγορά, το πούλησε και μοίρασε τα χρήματα στους φτωχούς της περιοχής.

Ο Σώζων παραδόθηκε μόνος του στους φύλακες του ναού και οδηγήθηκε μπροστά στον ηγεμόνα Μαξιμιανό που προσπάθησε να μεταπείσει τον Άγιο να ασπαστεί τα είδωλα, όμως ο Σώζων παρέμεινε ακλόνητος στη χριστιανική πίστη, έτσι βασανίστηκε φρικτά και βρήκε μαρτυρικό θάνατο στη φωτιά. 

Στη βυζαντινή εποχή προστάτης της Λήμνου ήταν ο Άγιος Αλέξανδρος, του οποίου το λείψανο φυλασσόταν στη Λήμνο ως το 1904, αναφέρεται μάλιστα σε κώδικα του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας αλλά μετά από την κλοπή του σκηνώματός του και τη μεταφορά του στη Βενετία, φαίνεται πως η μνημόνευση του Αγίου Αλεξάνδρου ως πολιούχου της Λήμνου, σταδιακά εξασθένησε.

Το μαρτύριο του Αγίου Σώζων
πηγή

Η καθιέρωση του Αγίου Σώζοντος ως προστάτη του νησιού της Λήμνου.

Μετά την καταστροφή του 1770 κατά την διάρκεια των Ορλωφικών, Λήμνιοι έμποροι και ναυτικοί ήρθαν σε επαφή με την Ευρώπη, τη Ρωσία και την Αίγυπτο, απέκτησαν πλούτο και σιγά - σιγά άρχισαν να ξαναχτίζουν τους παλιούς και μισοερειπωμένους Ναούς των χωριών τους.

Οι Λημνιοί καραβοκύρηδες ταξίδευαν στην Πόλη, στη Σμύρνη και στην Αλεξάνδρεια, στα λιμάνια του Αιγαίου και της Μαύρης Θάλασσας και στο δρόμο τους προς τα Δαρδανέλια αγνάντευαν το νησί τους από μακριά. 

Ένα εξωκκλήσι, που βρισκόταν από παλιά στη ΝΑ ακτή της Λήμνου, τους έδινε κουράγιο και δύναμη να συνεχίσουν τη μάχη τους με τη θάλασσα, είναι ο ναΐσκος του Αγίου Σώζοντος, που βρίσκεται κοντά στο χωριό Φυσίνη και τον θεωρούσαν σωτήρα τον Άγιο Σώζο, διότι κάποτε έσωσε τους ναυαγούς μετατρέποντας την κάπα του σε βάρκα. 

Όταν αντίκριζαν από μακρυά τα αναμμένα καντήλια του σταυροκοπιόνταν και έκαναν μια ευχή, ο Άγιος Σώζων να τους έχει καλά, ώστε να επιστρέψουν σώοι στο νησί τους αλλά και όταν κινδύνευαν από κάποια θαλασσοταραχή, πάλι στο δικό τους Άγιο απευθύνονταν για σωτηρία  «Άγιε μου Σώζο σώσε μας!», έταζαν άλλος εικόνα, άλλος μια λειτουργία, ό,τι ο καθένας μπορούσε. 

Το Ιερό Προσκύνημα του Αγίου Σώζων στην Λήμνο
πηγή

Αλλά και οι κάτοικοι του νησιού, που πρόσμεναν τους θαλασσοδαρμένους συγγενείς τους, στον Άγιο Σώζο κατέφευγαν με παρακλήσεις και τάματα να τους φέρει πίσω γερούς, επιπλέον, η ιδιότητα του αγίου ως βοσκού, τον έκανε δημοφιλή στους Λήμνιους κεχαγιάδες.

Έτσι σταδιακά ο Άγιος Σώζων έγινε για τη Λημνιά ναυτοσύνη και για τις οικογένειες των ξενιτεμένων ο προστάτης τους, ο άγιος στου οποίου το πανηγύρι όφειλαν να πάνε κάθε χρόνο στις 7 Σεπτέμβρη και προς τα τέλη του 19ου αιώνα καθιερώθηκε να τιμάται, ως πολιούχος της Λήμνου. Στην ανάδειξη του αγίου σε παλλήμνιο άγιο συνέβαλε και ο Μητροπολίτης Ιωακείμ, σύμφωνα με το ίδιο ως άνω δημοσίευμα: «Αλλά και άλλος λόγος ωθεί τους χριστιανούς να σπεύδωσιν όπως ανυψώσι μετ' ευλαβείας εν κηρίον εις τον άγιον και να ενισχύωσιν εκ του υστερήματός των το ταμείον της εκκλησίας. Είνε η φήμη ήτις φέρει ότι ο Άγιος Σώζων εμφανισθείς καθ' ύπνους προς τον άλλοτε μητροπολίτην Λήμνου Ιωακείμ κατέφερε κατ' αυτού, εκφρασθέντος μετά περιφρονήσεως, κτυπήματα δια της τεραστίας ράβδου την οποίαν φέρει ως έμβλημα του ποιμενικού επαγγέλματος αυτού εννοείται το γεγονός όχι μόνον δεν απεκρύβη υπό του Σεβασμιωτάτου αλλά και διεδόθη παρά τούτου σπεύσαντος να μεταβή εις Άγιον Σώζοντα και να ζητήση συγχώρησιν δια την βλασφημίαν».

Το εκκλησάκι του Αγίου Σώζων, στην Λήμνο
πηγή

Η παλαιότερη γραπτή μαρτυρία εορτασμού του Αγίου, ως πολιούχου είναι του 1906 σε εφημερίδα της Αιγύπτου ενώ σύμφωνα με την παράδοση ο Ναός κτίστηκε σε αυτή τη θέση έπειτα από υπόδειξη του ιδίου του Αγίου.

Στην περιοχή που βρίσκεται σήμερα ο Ναός υπήρχε παλιά αγίασμα, πηγάδι με γλυκό νερό στο επίπεδο της θάλασσας, όπου εκεί, κάτοικος του χωριού Φυσίνη βρήκε μια παλιά εικόνα του Αγίου, την πηγε στο χωριό, αλλά το πρωί η εικόνα βρέθηκε πάλι στο ακρωτήρι κοντά στο αγίασμα. 

Αυτό έγινε πολλές φορές, ώσπου ο Άγιος παρουσιάστηκε σε έναν ευσεβή βοσκό και του υπέδειξε τον τόπο που ήθελε να χτίσουν εκκλησία και να τοποθετήσουν την εικόνα του, του είπε να ξεκινήσει το πρωί, όπως κάθε μέρα, να πάει προς τη μάντρα του και εκείνος θα τον καθοδηγήσει.

Έτσι και έκανε, όμως όπως περπατούσε πίσω του ήταν νύχτα και μπροστά του, στο δρόμο προς το ακρωτήρι, ήταν ημέρα. Εφτασε στο ακρωτήρι στον τόπο όπου κάθε μέρα βρισκόταν η εικόνα και εκεί το φαινόμενο σταμάτησε, κατάλαβε ότι αυτό ήταν το μέρος που ο άγιος ήθελε να χτιστεί ο Ναός, του έκτισε εκεί ένα εξωκκλήσι και αργότερα ένα μεγαλύτερο Ναό.

Ο θαυματουργός τρόπος με τον οποίο ο Άγιος υπέδειξε τη θέση του Ναού έγινε γνωστός σε όλη τη Λήμνο, και πλήθος προσκυνητών συρρέουν στη γιορτή του στις 7 Σεπτεμβρίου ενώ καθιερώθηκε 3μερο παλλημνιακό πανηγύρι. 



Κυριακή 14 Δεκεμβρίου 2025

Η ΣΙΑΓΟΝΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ π. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΓΚΑΓΚΑΣΤΑΘΗ.


 


Ο Άγιος παπα – Δημήτρης Γκαγκαστάθης γεννήθηκε το 1902 στο χωριό Πλάτανος Τρικάλων, από γονείς απλούς, φτωχούς αλλά πολύ πιστούς και ενάρετους, τον Χρήστο και την Αικατερίνη. Από μικρό παιδί τούς βοηθούσε στα χωράφια και φύλαγε τα λιγοστά ζώα πού είχαν. Γράμματα δεν έμαθε πολλά, παρά λίγα στο Δημοτικό σχολείο.

Διαβάζοντας τούς βίους των άγιων τής εκκλησίας άναψε μέσα του η επιθυμία να τούς μιμηθεί, σηκωνόταν τα μεσάνυχτα και προσεύχονταν, έκανε μετάνοιες ενώ ιδιαίτερα τον ευχαριστούσε να προσεύχεται στο ναό των Ταξιαρχών που ήταν κοντά στο σπίτι του.

Σέ ηλικία 19 των, το 1921 κατατάχθηκε στη Χωροφυλακή και έλαβε μέρος στην Μικρασιατική εκστρατεία, όπως έγραψε ο ίδιος: «Εφθασα στήν Σμύρνη Σάββατο, τήν ρα πού κτυποσαν ο καμπάνες. Τί συγκινητικόν το! Αργά τήν νύκτα ρχεται καί πάλιν γέρων (ννοε τόν Αρχάγγελο) καί μο λέγει: νά (...) πς ες τό δεύτερο λιμάνι. Περί ώρα 9, παρά τέταρτο, νά μπες ες τό πλοον καί θά βγες ες τήν Χίον. Εγώ θά εμαι μαζί σου, μή φοβεσαι. Ετσι κι γινε. Βγκα ες τήν Χίο καί πειτα στήν Αθήνα. Από τήν Αθήνα μέ έστειλαν ες τήν Κομοτηνή. Εκε τακτικά εκκλησιαζόμουν καί μαθον καί τήν ψαλτική».

Ο τάφος του αγίου Δημητρίου Γκαγκαστάθη όπισθεν του 
Ιερού Βήματος του Ιερού Ναού Ταξιαρχών στον Πλάτανο
Τρικάλων που διακόνησε πολλά χρόνια ως εφημέριος.
πηγή

Με την επιστροφή του στην Ελλάδα μετατάχθηκε στον Ελληνικό Στρατό όπου ολοκλήρωσε την θητεία του το 1924 και επέστρεψε στο χωριό του και ολοκλήρωσε το Δημοτικό σχολείο. Αργότερα φοίτησε στην ιερατική σχολή στην Τρίπολη γιατί επιθυμούσε να γίνει ιερέας.

Παντρεύτηκε στον Ναό του Αγίου Νικολάου, με την συγχωριανή του Ελισάβετ Κουτσιμπίρη τού Στεφάνου με την οποία απέκτησε εννέα θυγατέρες από τίς οποίες η μια κόρη του (η μικρότερη) είναι σήμερα η Γερόντισσα Ισιδώρα, η νύν ηγουμένη της Ιεράς Μονής Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου Ζάρκου Τρικάλων ενώ εγγονή του, η μοναχή Ιγνατία, μονάζει στην Ιερά Μονή Κορπόβου Λαγκαδιάς Τρικάλων.

Όταν στο χωριό του έμεινε κενή η θέση τού Ιερέα με την υπόδειξη των κατοίκων στον τότε Μητροπολίτη Πολύκαρπο γίνεται διάκονος στις 24 Μαίου του 1931 και στις 26 του ίδιου μήνα ιερέας όπου διακόνησε στο χωριό του έως το 1973 όταν και αποσύρθηκε λόγω προβλημάτων υγείας, αφού το 1970 διαγνώστηκε με καρκίνο.

Το 1973 νοσηλεύθηκε στο νοσοκομείο Αλεξάνδρα της Αθήνας για «ανώτερες σπουδές», όπως έλεγε χαριτολογώντας ενώ στίς 29 Ιανουαρίου του 1975, μετά από πολύμηνους φρικτούς πόνους κοιμήθηκε.

Πριν αναχωρήσει για τίς σκηνές των δικαίων έλεγε: «Όταν βρω εκεί θέση, τότε θα έρχομαι και θα σάς βοηθώ. ῎Αμ, πώς! Θα ξεχάσω τα πνευματικά μου παιδιά;»

Τον Ιούλιο του 2025, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, εκτιμώντας τον βίο και τις αρετές του πατρός Δημητρίου Γκαγκαστάθη, προχώρησε στην επίσημη αγιοκατάταξή του.



Σάββατο 13 Δεκεμβρίου 2025

Η ΤΙΜΙΑ ΚΑΡΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΕΡΟ - ΕΘΝΟΜΑΡΤΥΡΑ π. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ ΧΑΡΤΟΥΛΑΡΗ.

πηγή


Φυλάσσεται στον Ιερό Καθεδρικό Ναό του Αγίου Γεωργίου Βροντάδου, στην Χίο.


Ο ιερός Καθεδρικός Ναός του Αγίου Γεωργίου
Βροντάδων Χίου.
πηγή
Την Μεγάλη Πέμπτη, στις 30 Μαρτίου του 1822  η τουρκική αρμάδα παρέπλεε τα παράλια τού Βροντάδου, βομβαρδίζοντας και σπέρνοντας τον πανικό στους κατοίκους της Χίου.

Την ίδια στιγμή ο Ιερο - εθνομάρτυρας πάτερ Σταμάτιος Χαρτουλάρης λειτουργούσε στο Ναό του Αγίου Γεωργίου Βροντάδων, μόνος, μη δεχόμενος να διακόψει την λειτουργία πριν από το τέλος της.

Οι Τούρκοι, πού βρίσκονταν μέσα στο φρούριο, πήραν θάρρος, άνοιξαν τίς πύλες και όρμησαν εναντίον των Χριστιανών. Μία ομάδα από τούς εξελθόντες Τούρκους με αρχηγό τον Χουσεΐν Βεζυράκη (Κανταρτζή), ιδιοκτήτη αγροκτήματος κοντά στον χείμαρρο Αρμένη, κατευθύνθηκε στόν Βροντάδο.

Το μαρτύριο του π. Σταμάτιου Χαρτουλάρη, πίνακας του
Γεώργιου Παναγιωτάκη.
πηγή
Αφού λεηλάτησαν και έκαψαν εγκαταλελειμμένες οικίες, έφθασαν στον περίβολο τού Ναού του Άγιου Γεωργίου, στην Ωραία Πύλη τού οποίου, ατάραχος, ο παπα Σταμάτης Χαρτουλάρης διάβαζε το Ευαγγέλιο τού Νιπτήρος.

Οι Τούρκοι εισέβαλαν με γυμνά ξίφη στο Ναό και, βλέποντες τον Ιερέα να συνεχίζει με δάκρυα στα μάτια την ανάγνωση τού ιερού Ευαγγελίου, ορμούν, με ύβρεις και λύσσα, εναντίον του: «Νταχά σολιορσούν Γκιαούρ» φωνάζουν και, με τα λόγια αυτά, τον αρπάζουν από τίς τρίχες τής κεφαλής, τον κτυπούν με τα ξίφη, τού κόβουν την γλώσσα, τον ποδοπατούν και αφού τον τυράννησαν, τον έσυραν αιμόφυρτο εντός τού Ιερού Βήματος και τον αποκεφάλισαν επί των βαθμίδων τής Άγιας Τραπέζης, κάτω από την οποία, έκρυψαν την κεφαλή του και αφού λεηλάτησαν τον Ναό, τον έκαψαν, έτσι αποτεφρώθηκαν και τα λείψανα του μάρτυρα ιερέα.

Μετά την επιστροφή των κατοίκων της Χίου από την Σύρο και τα άλλα νησιά που είχαν καταφύγει για να σωθούν από την σφαγή, οι κάτοικοι τού Βροντάδου, ανασκάπτοντες τα ερείπια τού Ναού, βρήκαν ημίκαυστη την τίμια κάρα τού μάρτυρος Ιερέως που φυλάσσεται σήμερα στο Ιερό Βήμα τού Ναού εντός απλού κιβωτίου.

Πάνω σέ αυτήν ο Αρχιμανδρίτης Στέφανος Τσιχλής, προϊστάμενος τού Ναού, αργότερα έγραψε: «Η πάνσεπτος Κάρα τού νέου Ἱερομάρτυρος Σταματίου Πρεσβυτέρου τής Εκκλησίας Αγίου Γεωργίου Βροντάδου τής Χίου, ευρόντος φρικτό μαρτυρικό θάνατον εν αυτώ το Ναό υπό των άπιστων Αγαρηνών εν ω ετέλει την Θεία Μυσταγωγία, μη θελήσαντος να την αφήσει ατελείωτων εν γνώσει τού μέλλοντος τέλους αυτού 1822».

Για τον μάρτυρα αυτό ιερέα ισχύουν τα εξής των Ιερών τής Εκκλησίας μας Κανόνων: «Ἐάν τόν λειτουργόν ἐπιπέσωσιν ἐχθροί ἤ ἀλλόφυλοι ἤ αἱρετικοί καί φονεῖς καί δέν δύναται νά τελειώσῃ τήν θείαν λειτουργίαν πρέπει νά συστείλῃ τά Ἅγια, διά νά μή μείνωσιν εἰς χλεύην καί ἐμπαιγμόν ἐκείνων τῶν ληστῶν. Αὐτός δέ θέλει φύγει ἄν δύναται. Εάν δέ μείνῃ κρεῖττον εἶναι, καί αν φονευθῇ, ως μάρτυς στεφανούται». (Ιερά Ανθολογία, έκδοσις Γ´, Περί των σεπτών καί θείων επτά Μυστηρίων της Εκκλησίας υπό Δανιήλ Γεωργοπούλου της εν Δημητσάνη Σχολής, σελ. 92, εγκριθείσα υπό Ανδρούσης Ιωσήφ, Ταλαντίου Νεοφύτου, Τριπόλεως Δανιήλ, καί Καλλινίκου Καστόρχη).

Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος με την εγκύκλιο 3047 στις 19 Ιουλίου του 2021 και αριθμό πρωτοκόλλου 3019 κατέταξε στα Αγιολογικά Δελτία, τους κατά του 1822 καταστροφή της Χίου αναιρεθέντων Ιερομαρτύρων και Εθνομαρτύρων, μεταξύ αυτών και του ιερέως Σταμάτιου Χαρτουλάρη. 

Η μνήμη του τιμάται, μαζί με τους υπόλοιπους μάρτυρες της Σφαγής της Χίου, που αναφέρονται ονομαστικά στην εγκύκλιο 3047, την Κυριακή του Παραλύτου (η τρίτη Κυριακή μετά το Πάσχα).


Παρασκευή 12 Δεκεμβρίου 2025

Η ΤΙΜΙΑ ΚΑΡΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ ΤΟΥ ΥΜΝΟΓΡΑΦΟΥ.


 Φυλάσσεται στην Ιερά Σκήτη της Μικράς Αγίας Άννης στο Αγιο Όρος.




Το σπίτι που γεννήθηκε ο Αγιος Γεράσιμος ο
Υμνογράφος, στην Δρόβιανη της Βορείου Ηπείρου
πηγή
Γεννήθηκε το 1903 στη Δρόβιανη, της επαρχίας Δέλβινου στην Βόρεια Ήπειρο, με κοσμικό όνομα Αναστάσιος - Αθανάσιος Γρέκας και διδάχτηκε τα πρώτα του γράμματα στο δημοτικό, που τότε ήταν γνωστό για την υψηλή ποιότητα της ελληνικής εκπαίδευσης και το μορφωτικό επίπεδο των κατοίκων της περιοχής.

Η κλίση του Αναστάσιου στα γράμματα, μάλλον δεν προέρχεται από το οικογενειακό του περιβάλλον, καθώς όπως παραδεχόταν ο ίδιος «οι γονείς μου ήταν αγράμματοι και δεν είχα επιρροή από τους συγγενείς», παρόλα αυτά, από την οικογένειά του απέκτησε σημαντικά στοιχεία του χαρακτήρα του, όπως την αφοσίωση στη θρησκεία, έλαβε από τον πατέρα του την αυστηρότητα και από τη μητέρα του, την ειλικρινή θρησκευτική ευλάβεια.

Ο Αγιος Γεράσιμος ο Υμνογράφος σε νεαρή
ηλικία στο Άγιο Όρος
πηγή
Μετά την ολοκλήρωση του δημοτικού, ο Αναστάσιος έφηβος, αναγκάστηκε να αποχωριστεί το χωριό του, καθώς ο πατέρας του είχε ήδη εγκατασταθεί στην Αθήνα για εργασία, και ο ίδιος θα έπρεπε να τον ακολουθήσει, αφήνοντας πίσω τη μητέρα του και τον μικρότερο αδελφό του Κίμωνα. 

Περιγράφοντας ο ίδιος την αναχώρησή του λέει: «Από τη Δρόβιανη δεν θυμάμαι αν έφυγα με πρόθεση να επιστρέψω», ο χωρισμός αυτός επηρέασε βαθιά όλη την οικογένεια, ιδιαίτερα όμως τη μητέρα του, Αθηνά. 

Εγκαταστάθηκε αρχικά στον Πειραιά, όπου ζούσε ο πατέρας του και η θεία του Φωτεινή Χαρμπάτση – Γεωργίου και αργότερα πήγανε στην Αθήνα, όπου ο μικρός Αναστάσιος σπούδασε στο εξατάξιο Γυμνάσιο και στη συνέχεια, σε ανώτερη σχολή ελληνικής παιδείας.

Ο Αγιος Γεράσιμος ο Υμνογράφος σε νεαρή
ηλικία στο Άγιο Όρος
πηγή
Εκκλησιαζόταν συχνά στον καθεδρικό ναό της Αθήνα και όπως περιγράφει ο ίδιος:
«Η εκκλησία που πηγαίναμε ήταν ο καθεδρικός του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου, αλλά εκκλησιαζόμασταν συχνά και στον Άγιο Γεώργιο της Ριζαρείου σχολής, όπου είχα δει τον Πενταπόλεως Νεκτάριο, τον μετέπειτα αγιοκαταταχθέντα Άγιο Νεκτάριο, που ερχόταν από την Αίγινα. Ήταν ένας ταπεινός άνθρωπος, γεμάτος χάρη. Πού να φανταστώ τότε ότι αυτός ο άνθρωπος ήταν άγιος! Ήταν στο ίδιο ύψος με εμένα. Θυμάμαι πως όσα έλεγε ήταν λίγα, αλλά μεστά και γεμάτα νόημα. Δεν υπήρξαν άλλοι τέτοιοι ιερείς που να μου κάνουν τέτοια εντύπωση».

Το 1922 εν μέσω της Μικρασιατικής καταστροφής τελείωσε το εξατάξιο γυμνάσιο και ακολούθως προχώρησε στην τριτοβάθμια εκπαίδευση ενώ ωρίμασε η επιθυμία του να ακολουθήσει τον μοναχικό βίο, και αποφάσισε να αναχωρήσει εγκαίρως, πρίν τον δεσμεύσουν άλλες υποχρεώσεις.

Η εσωτερική αγάπη για τη μοναχική ζωή έκανε τον Άγιο Γεράσιμο να αφήσει την Αθήνα με προορισμό το Άγιο Όρος όπου έφτασε στις 15 Αυγούστου του 1922 ωστόσο, με έγκυρες πηγές από τα αρχεία της Μονής Μεγίστης Λαύρας, η επίσημη ημερομηνία άφιξής του ήταν στις 15 Αυγούστου 1923 στην ηλικία των 19 ετών. 

Ο Άγιος Γεράσιμος ο Υμνογράφος Μικραγιαννανίτης και ο
αείμνηστος διάδοχος του στην Σκήτη Γέροντας Διονύσιος
Μικραγιαννανίτης ο πνευματικός ανεβαίνοντας για την
Σκήτη της Μικράς Αγίας Άννας
πηγή
Στο Άγιον Όρος, ο Αναστάσιος ξεκίνησε τη μοναστική ζωή του ως δόκιμος μοναχός στη σκήτη της Αγίας Άννης - όπου φυλάσσεται και τίμιο λείψανό της, και συγκεκριμένα στην καλύβη του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου στην Μικρά Αγία Άννα, με πνευματικό του καθοδηγητή τον ιερομόναχο Μελέτιο Ιωαννίδη από τη Μικρά Ασία.

Στις 20 Οκτωβρίου του 1924, κατά την ολονυχτία αγρυπνία για τον Άγιο Γεράσιμο της Κεφαλληνίας, έλαβε το μοναχικό σχήμα, παίρνοντας και το όνομα του εορτάζοντος αγίου. 

Αφοσιώθηκε στην καινούρια του ζωή, όντας πολύ υπάκουος και αποτελώντας παράδειγμα ταπείνωσης, μαζί με τον γέροντά του, Μελέτιο, ανέλαβαν και εργασίες για τη διαβίωσή τους και τα προς το ζην.

Ο Γέροντας Μελέτιος, ήταν αρκετά έμπειρος τεχνίτης ξυλογλυπτικών σφραγίδων για προσφορές στη Θεία Λειτουργία, και έτσι δίδαξε τη συγκεκριμένη τέχνη στον μοναχό Γεράσιμο, ο οποίος και την ασκούσε με μεγάλη επιμέλεια και υπακοή, ωστόσο, εκείνο που ενθουσίαζε ιδιαίτερα τον μοναχό Γεράσιμο ήταν η μελέτη και η ενασχόληση με τα ιερά και όχι μόνο γράμματα. Όπως σημειώνει ο ίδιος: «Όταν πρωτοήρθα εδώ, ανέπτυξα και επανέλαβα τις γνώσεις μου. Μελέτησα σε βάθος τους αρχαίους συγγραφείς και τους αφομοίωσα πλήρως. Μερικά από τα βιβλία μου τα χάρισα σε φτωχά παιδιά από τη Συκιά, που με επισκέφτηκαν».

Ο Αγιος Γεράσιμος ο Υμνογράφος
επί το έργον
πηγή
Ο γέροντας του ήταν ο πατήρ Μελέτιος Ιωαννίδης, ο οποίος μετά από τα προβλήματα που προέκυψαν στα εκκλησιαστικά πράγματα για το ημερολόγιο και μετά από λίγα χρόνια παραμονής στο Όρος, άφησε το περιβόλι της Παναγίας με σκοπό να πάει στην Αθήνα και εκεί να καθοδηγήσει του  χριστιανούς μαχόμενος υπέρ του παλαιού ημερολογίου.

Άφησε έτσι τον νεαρό τότε μοναχό Γεράσιμο εντελώς μόνο του και αυτό ήτανε για εκείνον μία μεγάλη δοκιμασία, για τον νέο και άπειρο μοναχό αλλά που έφερε τελικά επιτυχώς σε πέρας και έτσι αξιώθηκε πολλής Θείας χάριτος στην μετέπειτα ζωή του εκεί.

Ο άγιος Γεράσιμος, εξηγώντας σε πνευματικά του τέκνα τα αίτια αυτής της αποχώρησης του γέροντά του Μελέτιου, σημειώνει: «Ο γερο - Μελέτιος έφυγε γύρω στο 1924 - 1925. Ήμουν τότε 24 - 25 χρονών. Εκείνος αναχώρησε, διότι οι ζηλωτές τον παρέσυραν για να γίνει ιερέας στον κόσμο, εγώ όμως δεν τον ακολούθησα γιατί άφησα τη ματαιότητα του κόσμου για να είμαι στο Άγιον Όρος, δεν ήθελα καθόλου να γυρίσω και πάλι στην Αθήνα».

Ωστόσο ο άγιος Γεράσιμος είχε καθημερινή παρέα με τους αγίους. Άξιο μνείας είναι το συμβάν που διηγείται ο πατήρ Θεόκλητος εκ της μονής του Διονυσίου του Αγίου Όρους και έχει ως εξής: Ένα πρωινό ο πατήρ Εφραίμ από τα Κατουνάκια, μετέπειτα Άγιος Εφραίμ, διερχόμενος έξω από το κελί του π. Γερασίμου, βλέπει από πάνω από το κελί του αγίου, να στέκεται ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος. 

Ο Όσιος Γεράσιμος ο Μικραγιαννανίτης ανάμεσα σε 
δύο Πατριάρχες, τον αείμνηστο Δημήτριο και τον 
διάδοχό του Βαρθολομαίο.

Ο π. Εφραίμ ρωτώντας τον το λόγο της παραμονής του Αγίου Ιωάννη εκεί, πήρε την ακόλουθη απάντηση από τον άγιο Ιωάννη: «φυλάω και πρεσβεύω υπέρ του π. Γερασίμου που μου φροντίζει τα καντήλια».

Κατόπιν τούτου ο π. Εφραίμ αφού εξιστόρησε το συμβάν στον π. Γεράσιμο, εκείνος συγκινημένος δοξολογούσε τον Άγιο Πρόδρομο για την προστασία αυτή και τη βοήθεια. 

Κάτω από το κελί του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου υπήρχε και υπάρχει ακόμη και σήμερα η καλύβη της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, όπου διέμενε ο γέροντας Αβιμέλεχ ο οποίος κοιμήθηκε το έτος 1965. 

Το 1946 ο μοναχός Διονύσιος που αργότερα έγινε και ιερομόναχος, έγινε υποτακτικός του γέροντα Αβιμέλεχ και έβαλε μετάνοια στο κελί εκείνο. Ο πατήρ Γεράσιμος συνδέθηκε πνευματικά πολύ στενά με τον πατέρα Διονύσιο και το 1966, οι δύο μοναχοί αποφάσισαν να ενώσουν τις συνοδείες τους.

Απονομή Χρυσού Σταυρού της Ι. Μ. Θεσσαλονίκης.
Η ανώτατη τιμή στον Αγιο Γεράσιμο, υμνογράφο, από
τον Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Παντελεήμονα τον Β’.
Μαζί ο νυν Μητροπολίτης Βέροιας κ. Παντελεήμων και
ο υποτακτικός του π. Νεκτάριος Μικραγιαννανίτης, το 1984.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟY
ΝΕΚΤΑΡΙΟY ΜΙΚΡΑΓΙΑΝΝΑΝΙΤΗ
Αφοσιωμένος στο πνευματικό του έργο, ο πατήρ Γεράσιμος προχώρησε στην ανοικοδόμηση μικρού ναού στο σπήλαιο των Αγίων Διονυσίου του Ρήτορος και Μητροφάνους στη σπηλιά όπου ασκήτευσαν οι άγιοι, που ήταν και το πρώτο του διακόνημα όταν έμεινε μόνος του. 

Έτσι το 1956, σε αυτό σπήλαιο όπου ασκήτευσαν οι δύο άγιοι, κατασκεύασε μικρό ναΐδριο, το οποίο ολοκληρώθηκε το 1960 με την προσθήκη λιτής.

Kατά την διάρκεια της ζωής του, του ανατέθηκαν διάφορα μοναχικά διακονήματα. Μεταξύ αυτών διετέλεσε βιβλιοθηκάριος και τυπικάρης του Kυριακού της Σκήτης Αγίας Άννης. 

Ως βιβλιοθηκάριος μάλιστα ασχολήθηκε με την σύνταξη και δημοσίευση  καταλόγου χειρογράφων κωδίκων της βιβλιοθήκης του Κυριακού της Σκήτης, έτσι βοήθησε πολλούς επιστήμονες στὴν εύρεση καὶ απόκτηση αντιγράφων των χειρογράφων ενώ ο ίδιος συνέταξε αξιόλογες μελέτες και άρθρα.

Από την Ακολουθία της κηδείας του Αγίου Γερασίμου,
υμνγράφου, στον ιερό ναό οσίων πατέρων Διονυσίου
του Ρήτορος και Μητροφάνους στη Μικρά Αγία Αννα
Αγίου Ορους, το 1991.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟY
ΝΕΚΤΑΡΙΟY ΜΙΚΡΑΓΙΑΝΝΑΝΙΤΗ
Παρότι διατήρησε μέχρι το τέλος τη σωματική αντοχή και την νοητική διαύγεια οι οποίες τον διέκριναν, τον τελευταίο καιρό αισθανόταν τον ερχομό του θανάτου του και έδωσε τις τελευταίες συμβουλές του προς τους μαθητές του, επιλέγοντας τον τόπο όπου θα ταφεί κοντά στο ναό των αγίων Διονυσίου του Ρήτορος και Μητροφάνους που ο ίδιος τους έκτισε από αγάπη.

Αν και δεν αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας, μέχρι και την τελευταία μέρα της ζωής του συνέχισε να γράφει χωρίς καμία δυσκολία, η τελευταία του ιδιόχειρη επιστολή, γράφτηκε στις 30/11/1991 και απευθυνόταν προς τον νέο τότε Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο.

Το μεσημέρι της Παρασκευής της 6ης Δεκεμβρίου του 1991 και ύστερα από κάποια αναπνευστική δυσφορία που ένιωσε, έμεινε κατάκοιτος και τα ξημερώματα του Σαββάτου 7 Δεκεμβρίου,  86 ετών, άφησε την τελευταία του πνοή στο ασκητικό του κελί όπου είχε βάλει και αρχή μετανοίας.

Η Τιμία Κάρα του Αγίου Γερασίμου του Υμνογράφου
Η νεκρώσιμη ακολουθία τελέσθηκε την ερχόμενη μέρα, που ήταν Κυριακή με την παρουσία ελαχίστων μόνο ιερομονάχων, μοναχών και κοσμικών που κατάφεραν να παρευρεθούν μιας και τα έντονα καιρικά φαινόμενα και η βροχόπτωση που επικρατούσε την ημέρα της κηδείας δε βοήθησε στην παρουσία όλων όσων θα ήθελαν να τον τιμήσουν.

Όπως διηγούνται οι υποτακτικοί του είχε παρακαλέσει την Παναγία να έχει τα λογικά του έως τέλους για να μην κουράσει κανένα, πράγματι είχε διαύγεια μέχρι την τελευταία αναπνοή του. Είπε τρεις φορές: «Άγιε Νεκτάριε, βοήθει μοι» και εξέπνευσε. Έφυγε με το όνομα του αγίου Νεκταρίου στα χείλη του, στον οποίο είχε συνθέσει μία από τις ωραιότερες ιερές ακολουθίες του.

Η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου υπό τον πατριάρχη Βαρθολομαίο μετά από σχετική απόφαση αγιοκατάταξε τον Γέροντα Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη. Σε μια λιτή ανακοίνωση το πατριαρχείο τόνισε ότι: «πρόκειται για μία σημαντική στιγμή για την Ορθόδοξη Εκκλησία και τους πιστούς μιας και ο Γέροντας Γεράσιμος ήταν μια ιδιαίτερα σεβαστή μορφή του μοναχισμού, γνωστός για την πνευματικότητά του, τη βαθιά του πίστη, και την προσφορά του στην εκκλησιαστική ζωή. Η εγγραφή του στο αγιολόγιο αναγνωρίζει την προσφορά και τον βίο του ως παράδειγμα αγιότητας για τους πιστούς».

Ο γέροντας Γεράσιμος αν και έμεινε γνωστός κυρίως ως υμνογράφος λόγω του όγκου και της ποιότητας του έργου του, να πως περιγράφει την αρχή του έργου του περί το 1926: «Όταν συνέταξα τον πρώτο κανόνα της Παναγίας, τον είδε ο μακαρίτης ο Γέροντας ο δικός μου· ήξερε λίγα γράμματα. Πολύ ωραίος είπε. Τον πήγα στον Καλλίνικο στα Κατουνάκια. Ήταν έγκλειστος σαράντα χρόνια, με νοερά προσευχή, με θείο φωτισμό και τον συμβουλευόμουν. Λίγα γράμματα γνώριζε, αλλά είχε πείρα μεγάλη και χάρη Θεού. Άλλωστε «ερώτησον τους πρεσβυτέρους σου και ερούσι σε»

Το πλούσιο υμνογραφικό του έργο υπολογίζεται σε περισσότερες από 2.000 ιερές ακολουθίες. Στις 25 Ιουνίου το 1963, επί πατριαρχείας Αθηναγόρα, το Οικουμενικό Πατριαρχείο βράβευσε τον Άγιο Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη για τη συμβολή του στους εορτασμούς για τη χιλιετηρίδα του Αγίου Όρους ενώ στις 28 Δεκεμβρίου 1968 τον τίμησε με αργυρό μετάλλιο η Ακαδημία Αθηνών «διὰ τὸ ὑπέροχον ὑμνογραφικον του ἔργον τὸ ὁποῖον τιμᾶ τὴν ἑλληνικὴν γραμματείαν καὶ τὴν θρησκευτικὴν ποίησιν».

Η μνήμη του τιμάται από την Εκκλησία μας στις 7 Δεκεμβρίου.