Παρασκευή 12 Απριλίου 2019

Η ΣΙΑΓΟΝΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΠΑΥΛΟΥ.

πηγή


ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Στην Ορθόδοξη Εκκλησία αποδίδουμε στα Αγία λείψανα τιμή και ευλαβική προσκύνηση, η όποια όμως δεν αποτελεί λατρευτική προσκύνηση η λατρεία. Τούτο γιατί κανείς ποτέ ορθόδοξος χριστιανός δεν ταύτισε στη σκέψη του τα τίμια λείψανα με «θεούς». Μακαριστός π. ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΑΛΕΒΙΖΟΠΟΥΛΟΣ (ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΩΝ ΟΜΑΔΩΝ).

Ο μέγας Απόστολος των Εθνών Παύλος δεν ανήκε στη χορεία των δώδεκα Αποστόλων ούτε γνώρισε τον Κύριο όσο ζούσε στη γη, αλλά αποκαλύφτηκε κατόπιν σε αυτόν και κλήθηκε να γίνει Απόστολός Του ενώ ήτανε σκληρός πολέμιος του Χριστιανισμού.

Η Εκκλησία μας χαρακτήρισε τον Απόστολο Παύλο ως τον «Πρώτον μετά τον Ένα», δηλαδή τον σημαντικότερο άνδρα επί γης μετά τον Χριστό και ως το «πολύτιμο σκεύος Χριστού», δίκαια γιατί ο μέγας αυτός Απόστολος προσέφερε στην Εκκλησία του Χριστού τις πιο ανεκτίμητες υπηρεσίες της ιστορίας Της και είναι ο πιο ουσιαστικός θεμελιωτής Της στα έθνη, ως τα πέρατα της οικουμένης!

Τις πληροφορίες για τον βίο και το έργο του μεγάλου Αποστόλου αντλούμε από το βιβλίο των «Πράξεων των Αποστόλων», από τις Επιστολές του, αλλά και από άλλες αρχαιότερες εξωβιβλικές μαρτυρίες, ενδεικτικά είναι τα εξής χωρία: Πραξ.9,1-29, 22,3-21,26,9-20, Γαλ.1,13-24, A΄Κορ.15,8, Εφ.3,8, Φιλιπ.3,12 ενώ το ιεραποστολικό του έργο περιγράφεται και στα κεφάλαια 13ο - 28ο του βιβλίου των «Πράξεων των Αποστόλων». 

Απόστολος Παύλος, 1546
Mονή Σταυρονικήτα, Άγιον Όρος
(Κρητική σχολή, Θεοφάνης ο Kρής)
πηγή
Ο Παύλος γεννήθηκε γύρω στο 15 μ.Χ. στην Ταρσό της Κιλικίας από Iουδαίους γονείς που κατάγονταν από την φυλή του Βενιαμίν, ονομαζόταν Σαούλ ή Σαύλος και επίσης είχε και το ρωμαϊκό όνομα Παύλος.

Οι εύποροι γονείς του έδωσαν στον φιλομαθή γιο τους υψηλή παιδεία ενώ επίσης το αξιόλογο ελληνιστικό πνευματικό κλίμα της Ταρσού επέδρασαν θετικά στην διαμόρφωση της προσωπικότητάς του ενώ τόσο ο πατέρας του όσο και ο Παύλος ανήκε στην αίρεση των Φαρισαίων.

Γύρω στο 34 βρέθηκε στην Ιερουσαλήμ να σπουδάζει κοντά στον ονομαστό νομοδιδάσκαλο Γαμαλιήλ και έδειξε ιδιαίτερο ζήλο για τη διάσωση της θρησκείας του. 

Τον συναντούμε συμμέτοχο στον λιθοβολισμό του Πρωτομάρτυρα Στεφάνου να φυλάσσει στα πόδια του τα ιμάτια που άφησαν οι Ιουδαίοι που τον λιθοβολούσαν και λίγο αργότερα φανατισμένο διώκτη των Χριστιανών και μάλιστα διαβάζουμε στο ιερό κείμενο: «Σαύλος ελυμαίνετο την εκκλησίαν κατά τους οίκους εισπορευόμενος, σύρων τε άνδρας και γυναίκας παρεδίδου εις φυλακήν» (Πραξ.8,3). 

Απόστολοι Πέτρος και Παύλος, 17ος αιώνας.
Η εικόνα προέρχεται από τη Μονή του Σωτήρος της 

νήσου Πριγκήπου. Φανάρι, Κωνσταντινούπολη.
πηγή
Εκτός από τη μόρφωση που έλαβε, ο Σαούλ έμαθε και την τέχνη του σκηνοποιού ώστε να εξασφαλίζει τα προς το ζην με ένα χειρωνακτικό επάγγελμα όπως και οι περισσότεροι Ραββίνοι της εποχής του. 

Κατά τη διάρκεια της δημόσιας δράσης του Ιησού Χριστού (το 30 - 33 μ.Χ ο "νεανίας" Παύλος (Πράξ. 7,58) βρισκόταν στα Ιεροσόλυμα, όπου είχε συνάψει στενές σχέσεις με την ανωτάτη θρησκευτική ηγεσία και μάλιστα με τον ίδιο τον αρχιερέα του Μεγάλου Ιουδαϊκού Συνεδρίου (Πράξ. 9,1), λαμβάνοντας ενεργό ρόλο στο διωγμό εναντίον των Ιουδαίων Χριστιανών.

Τόσο η φαρισαϊκή ευσέβειά του όσο και ο ζήλος για την τήρηση του Μωσαϊκού Νόμου διαμόρφωσαν τη συμπεριφορά και τη στάση του έτσι ώστε να καταστεί ένας από τους πιο σκληρούς και φανατικούς διώκτες των οπαδών του Χριστού. 

Ύστερα από αυτή την εμπειρία ο Παύλος καταδίωκε με μίσος τους Χριστιανούς με κάθε τρόπο και στη διάθεση του είχε όσα ζητούσε από τους άρχοντες των Ιουδαίων. 

Για αυτό το σκοπό χρησιμοποιούσε πολλά και σκληρά μέτρα προκειμένου να πετύχει τον αφανισμό των Χριστιανών, ρήμαζε τις εκκλησίες, έμπαινε με τη βία στα σπίτια, έσερνε έξω άνδρες και γυναίκες, τους συνελάμβανε και τους έριχνε στη φυλακή, τους βασάνιζε και είχε γίνει ο φόβος και ο τρόμος των Χριστιανών.

Μαρτύριο Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου
Βυζαντινό Μηνολόγιο 29 Ιουνίου - 1 Ιουλίου, τού 14ου αιώνα
Βρίσκεται στην Οξφόρδη, στην Bodleian Βιβλιοθήκη.
πηγή
Τον μετά μανίας διωγμό των Χριστιανών από τον Παύλο ομολογεί ο ίδιος (Γαλ. 1,13. Α'Κορ. 15,9. Φιλιπ. 3,5), ενώ το επιβεβαιώνει και ο Λουκάς στις Πράξεις (8,3. 9,1-2. 26,9-11).

Το μίσος του Παύλου εναντίον των ομοεθνών του χριστιανών πήγαζε, από τον υπέρμετρο φανατισμό και ζήλο του υπέρ της ιουδαϊκής θρησκείας (Φιλιπ. 3,5-6. Πράξ. 26,4, Γαλ. 1,13), αλλά και από την αγάπη του προς το ιουδαϊκό έθνος, το οποίο είχε επιλεγεί από τον Θεό να επιτελέσει σπουδαίο έργο στην ιστορία (Ρωμ. κεφ. 9-11). 

Επιπλέον, σημαντικό ρόλο έπαιξε και το γεγονός ότι ο Ιησούς είχε καταδικασθεί σε σταυρικό θάνατο ως σφετεριστής του μεσσιανικού αξιώματος, ενώ κατέλυσε διάφορες διατάξεις του μωσαϊκού νόμου και προέβλεψε την καταστροφή του ναού.

Εξαιτίας του υπέρμετρου ζήλου και του μίσους κατά των πιστών του Ιησού, ζήτησε από τον αρχιερέα να τεθεί επικεφαλής αποσπάσματος, το οποίο θα βάδιζε προς τη Δαμασκό, προκειμένου να τιμωρήσει παραδειγματικά τους εκεί Ιουδαίους που είχαν γίνει Χριστιανοί και να τους σύρει δεμένους στην Ιερουσαλήμ (Πραξ.9,1).

Οι άγιοι Απόστολοι Πέτρος και Παύλος
Φορητή εικόνα διαστάσεων  96 Χ 73,5 Χ 2,5 του 17ου αιώνα. 
Συλλογή Ιεράς Μητρόπολης Μυτιλήνης, Ερεσσού & Πλωμαρίου
πηγή
Όμως καθ' οδόν ο διώκτης Παύλος είδε ένα εκτυφλωτικό φως, το οποίο τον έριξε από το άλογο και τον τύφλωσε ενώ ταυτόχρονα άκουσε μια φωνή να του λέγει: «Σαούλ, Σαούλ, τι με διώκεις;»

Ο τρομοκρατημένος Παύλος ρώτησε: «Τις ει, Κύριε;» και απάντησε: «Εγώ ειμι Ιησούς ον συ διώκεις΄ αλλά ανάστηθι και είσελθε εις την πόλιν, και λαληθήσεται σοι τι σε δει ποιείν» (Παρξ.9,4-6). 

Το γεγονός συντάραξε τον Παύλο, μετανόησε και αφού μπήκε στην πόλη συναντήθηκε με τον επικεφαλής της Εκκλησίας Ανανία που τον θεράπευσε από την τύφλωση, τον κατήχησε και τον βάπτισε και αυτό έγινε χρονολογικά πιθανότατα το 36.

Από τότε ο Παύλος έθεσε τον εαυτό του στην υπηρεσία της Εκκλησίας και ύστερα από μια επιμελή προετοιμασία ανέλαβε να εκχριστιανίσει τους εθνικούς, δηλαδή τους μη Ιουδαίους. 

Με συνοδεία συνεργατών, όπως του Βαρνάβα και του Μάρκου ως ένα σημείο, ο Παύλος ξεκίνησε το 48 την πρώτη μεγάλη αποστολική περιοδεία του, που περιγράφεται λεπτομερώς στα 13ο και 14ο κεφάλαια των «Πράξεων των Αποστόλων» και πρώτος σταθμός τους ήταν η Σαλαμίνα και ύστερα η Πάφος της Κύπρου, όπου κήρυξαν και ίδρυσαν εκκλησίες.

Οι άγιοι Απόστολοι Πέτρος και Παύλος
Δεσποτική εικόνα του 1808. 
Συλλογή  Ιεράς Μητρόπολης Σερβίων & Κοζάνης
Η εικόνα προέρχεται από τον Ιερό Ναό της Κοίμησης Θεοτόκου
από τον Βελβεντό Κοζάνης.
πηγή
Κατόπιν διάβηκαν στην Μικρά Ασία και περιόδευσαν στις πόλεις Πέργη της Παμφυλίας, στην Αντιόχεια της Πισιδίας, στο Ικόνιο, τα Λύστρα, την Δέρβη και αλλού.

Παρ' όλες τις δυσκολίες που συνάντησαν και τις διώξεις που υπέστησαν, το κήρυγμά τους σημείωσε επιτυχία και σε όλες τις πόλεις ίδρυσαν τοπικές εκκλησίες. 

Μέσω της Αττάλειας επέστρεψαν στην Αντιόχεια, όπου «συναγαγόντες την εκκλησίαν ανήγγειλαν όσα εποίησεν ο Θεός μετ' αυτών και ότι ήνοιξε τοις έθνεσι θύραν πίστεως» (Πραξ.14:27).

Στη συνέχεια έλαβε μέρος στην Σύνοδο της Ιερουσαλήμ, το 48, η οποία έλυσε σοβαρά θέματα ιεραποστολής (Πράξ.15ο κεφ.) και σε αυτή ο Παύλος έπαιξε καθοριστικό ρόλο αφού κατόρθωσε να πείσει ότι η αποστολή του Ιουδαϊσμού τελείωσε και πως η χάρη του Θεού έρχεται σε κάθε άνθρωπο, που συντάσσεται με το Χριστό. 

Ύστερα με συνεργάτη του τον Σίλα αναχώρησε για την δεύτερη αποστολική περιοδεία του, η οποία περιγράφεται στα 16ο , 17ο και 18ο κεφάλαια των «Πράξεων των Αποστόλων» και μέσω της Συρίας και Κιλικίας περιόδευσε τις πόλεις της Ασίας Δέρβη και Λύστρα όπου συνάντησε τον ευσεβή νέο Τιμόθεο που πήρε και αυτόν μαζί του. 

Τμήμα χτιστού ταφικού κιβωρίου με τον Απόστολο Παύλο δεξιά.
Αποτοιχισμένη τοιχογραφία του 13ου αιώνα απο τον ναό
της Αγίας Σοφίας στην Θεσσαλονίκη.
Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού της Θεσσαλονίκης
πηγή
Διάβηκαν την Φρυγία, την Γαλατία, έφτασαν στην Μυσία και κατόπιν στην Τρωάδα και κατόπιν οράματος πέρασαν στην Μακεδονία και ίδρυσαν εκκλησίες στους Φιλίππους, την Θεσσαλονίκη, την Βέροια, την Αθήνα και την Κόρινθο, στην οποία έμειναν περίπου ενάμισι χρόνο στο σπίτι του Ακύλα και της Πρισκίλας. 

Με το τέλος και της δεύτερης περιοδείας ο Παύλος έφτασε στην Έφεσο και από εκεί μέσω Καισάρειας στην Ιερουσαλήμ και κατόπιν επέστρεψε στην Αντιόχεια για ανάπαυση. 

Σύντομα ανέλαβε να επιτελέσει και την Τρίτη αποστολική περιοδεία του η οποία περιγράφεται στα 19ο και 20ο κεφάλαια των «Πράξεων των Αποστόλων». 

Επισκέφτηκε την Γαλατία, την Φρυγία και την Έφεσο, όπου έμεινε τρία χρόνια διδάσκοντας και στηρίζοντας την εκκλησία της μεγάλης αυτής πόλης. 

Μετά ήλθε στην Τρωάδα, πέρασε ξανά στους Φιλίππους, στην Θεσσαλονίκη, στην Βέροια, ίσως στην Ήπειρο και τερμάτισε στην Κόρινθο, όπου έμεινε τρεις μήνες και μετά μέσω Τρωάδος, Μιλήτου και Καισάρειας έφτασε και πάλι στην Ιερουσαλήμ όπου συνελήφθη ως ταραχοποιός και οδηγήθηκε σε δίκη (Πράξ.21ο κεφ.). 

Απόστολος Παύλος
Μωσαϊκό από την Ι. Μονή Σινά, του 5ου αιών
α
πηγή
Ως Ρωμαίος πολίτης ζήτησε να δικαστεί στο αυτοκρατορικό δικαστήριο της Ρώμης και  αναχώρησε δέσμιος  με πλοίο για την Ρώμη όμως κοντά στο νησί Μελίτη ναυάγησαν. 

Βγήκαν όμως στην ξηρά όπου κήρυξε και ίδρυσε μάλιστα και εκκλησία ενώ τελικά έφθασε στη Ρώμη, όπου ύστερα από δύο χρόνια σχετικού περιορισμού δικάστηκε και αθωώθηκε (Πράξ.27ο και 28οκεφ.).

Από την Ρώμη πήγε στην Κρήτη, όπου άφησε επίσκοπο τον εκλεκτό και πιστό συνεργάτη του Τίτο, μετά ανέβηκε στην Κόρινθο, στην Μακεδονία και επισκέφτηκε πιθανότατα και την Νικόπολη της Ηπείρου το Φθινόπωρο του 66, όπου και παραχείμασε (Τιτ.3,12).

Κατόπιν πέρασε και πάλι στην Ασία, όπου άφησε τον αγαπητό του συνοδό Τιμόθεο, αφού τον κατέστησε επίσκοπο στην Έφεσο και η τέταρτη και τελευταία περιοδεία του τερματίστηκε στην Δύση, έφτασε σύμφωνα με μαρτυρία του αγίου Κλήμεντα Ρώμης στην Ισπανία και κατόπιν κατάκοπος και τσακισμένος από τις κακουχίες κατέληξε στην Ρώμη. 

Βημόθυρο δύο φύλλων του 15ου αιώνα με θέμα τον 
Ευαγγελισμό της Θεοτόκου και τους πρωτοκορυφαίους.
Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού της Θεσσαλονίκης 
πηγή
Εκεί κατάλαβε το τέλος του και έγραψε στον αγαπημένο του μαθητή Τιμόθεο: «εγώ ήδη σπένδομαι και ο καιρός της εμής αναλύσεως εφέστηκε» (Β΄Τιμ.4,6-8). 

Οι διωγμοί κατά των Χριστιανών, που είχε κηρύξει ο παράφρονας Νέρων βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη και ο Παύλος ήτανε ο κύριος στόχος των ειδωλολατρών δημίων. 

Γύρω στο 67 συνελήφθη και αποκεφαλίσθηκε λίγο καιρό μετά το μαρτύριο του αποστόλου Πέτρου και σύμφωνα με την παράδοση από την τομή του αποκεφαλισμού έρευσε αίμα και γάλα.

Ο μεγάλος αυτός Απόστολος μας άφησε δεκατέσσερις επιστολές, οι οποίες κατέχουν σπουδαία θέση στον Κανόνα της Καινής Διαθήκης. 

Αυτές είναι: 1) Η προς Ρωμαίους, 2) προς Κορινθίους Α΄, 3) προς Κορινθίους Β΄ 4) προς Γαλάτας, 5) προς Εφεσίους, 6) προς Φιλιππησίους, 7) προς Κολασσαείς, 8) προς Θεσσαλονικείς Α΄, 9) προς Θεσσαλονικείς Β΄,10) προς Τιμόθεον Α΄,11) προς Τιμόθεον Β΄,12) προς Τίτον, 13) προς Φιλήμονα και 14) προς Εβραίους. 

Ο Παύλος έπασχε από κάποια ασθένεια, η οποία πρέπει να ήταν μάλλον επώδυνη (Β' Κορ. 12,8), χωρίς ωστόσο να είναι δυνατό να εξακριβωθεί ακριβώς ποιο ήταν το σωματικό του πρόβλημα και μόνο υποθέσεις μπορούν να γίνουν για αυτό.

Η μνήμη του εορτάζεται από κοινού με τον άλλο κορυφαίο Απόστολο, Πέτρο, στις 29 Ιουνίου.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου