Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου 2025

Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, Κύμη Ευβοίας.



Βρίσκεται περίπου 4 χιλιόμετρα βόρεια της κομώπολης της Κύμης, σε ένα απόκρημνο και ερημικό περιβάλλον, 250 μέτρα πάνω από τη θάλασσα με εντυπωσιακή πανοραμική θέα στο Αιγαίο Πέλαγος.

 

Άποψη του εσωτερικού του Καθολικού
πηγή

Σύμφωνα με την παράδοση ιδρύθηκε από κάποιους μοναχούς του Αγίου Όρους τον 15ο αιώνα που εκδιωκόμενοι απο Τούρκους έφθασαν στην περιοχή όπου βρήκανε καταφύγιο. Υπάρχει και μία σφραγίδα του 1643 η οποία είναι χωρισμένη στα τέσσερα, όπως παρατηρείται στο Άγιο Όρος, ενισχύοντας την άποψη αυτή.

Η μονή είναι ένα πολύ μεγάλο κτηριακό συγκρότημα, έχει όψη φρουρίου και περιβάλλεται από τέσσερις πτέρυγες κτηρίων ενώ στους τοίχους των κτηρίων της είναι εντοιχισμένα διάφορα αρχιτεκτονικά μέλη από προχριστιανικά οικοδομήματα.

Στο κέντρο βρίσκεται ο ναός της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος, που πιστεύεται ότι είναι βυζαντινός και εσωτερικά είναι ασβεστωμένος. Το τέμπλο είναι ξυλόγλυπτο και τον ναό στολίζουν διάφορες φορητές εικόνες που έχουν μεταφερθεί από διαλυμένες μονές. 

Άποψη της Μονής
πηγή

Σημαντικό κειμήλιο αποτελεί ο χρυσοκέντητος επιτάφιος της Αποκαθήλωσης που έχει μεταφερθεί από διαλυμένο μοναστήρι, μάλλον της μονής Κλιβάνου, μετά τη διάλυση και εκποίηση της περιουσίας της το 1926.

Βόρεια της μονής, υπήρχε μεγάλος οχυροματικός πύργος που τον είχαν κτίσει οι μοναχοί για την άμυνά τους, όμως πριν πολλά χρόνια κατεδαφίστηκε από τους ίδιους, γιατί είχε πλέον ερειπωθεί και ήταν επικίνδυνος.

Η μονή είχε μεγάλο αριθμό μοναχών κατά τον 17ο αιώνα, είχε προοδεύσει πολύ και διέθετε μεγάλη πνευματική ακτινοβολία, αποτελούσε το κέντρο των μονών του Αιγαίου, όπου διέμενε και ο επίτροπος των Ιερών Μονών.

Άποψη της Μονής
πηγή
Η Μονή καταστράφηκε από τον πασά της Καρύστου Ομέρ Μπέη μεταξύ 1821 - 1823, επισκευάστηκε όμως το 1847 από τους οπλαρχηγούς Δ. Γιαννάκη, Γ. Ιωάννου, Δ. Δήμου και δωρεές των κατοίκων της περιοχής.

Σημαντική ήταν η δράση των μοναχών στη εθνική αντίσταση το 1941 - 1944, όπου το μοναστήρι ήταν τόπος καταφυγίου και διαφυγής των πατριωτών προς τη Μέση Ανατολή, Ελλήνων και ξένων, υπό την καθοδήγηση του Μητροπολίτη Παντελεήμονα Φωστίνη.

Το 1968 η Μονή έκλεισε αλλά απο το 1976 μετατράπηκε σε γυναικεία και από εκεί πέρασαν φωτεινές μορφές της Ορθοδοξίας, όπως ο Άγιος Νεκτάριος και ο Άγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης.

Η Μονή διαθέτει αξιόλογα εκκλησιαστικά συγγράμματα του 18ου και του 19ου αιώνα, καθώς και εκκλησιαστικά κειμήλια, μεταξύ των οποίων ένας χρυσοκέντητος επιτάφιος του 1635 καθώς και λειψανοθήκες με λείψανα Αγίων όπως του Αγίου Τρύφωνα, του Αγίου Νικολάου, του Αγίου Χαραλάμπους, της Αγίας Παρασκευής κ.α.

Στις 6 Αυγούστου το μοναστήρι γιορτάζει πανηγυρικά προς τιμήν της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Χριστού, επίσης γιορτάζει στις 20 Δεκεμβρίου στη μνήμη του Αγίου Ιγνατίου, προς τιμήν του οποίου έχει κτιστεί παρεκκλήσι στη βορειοανατολική γωνία της μονής.



Τετάρτη 3 Δεκεμβρίου 2025

Η ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΗ ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΝΙΑΜΟΝΗΤΙΣΣΑΣ, ΧΙΟΣ.

πηγή


 Φυλάσσεται στην Νέα Μονή της Χίου.


Κάρτ ποστάλ του 1930, Νέα Μονή Χίου
πηγή
Η Νέα Μονή της Χίου ιδρύθηκε το 1042 και βρίσκεται στο κέντρο του νησιού σε απόσταση 12 χιλιομέτρων απο την πόλη της Χίου.

Αρχές του 11ου αιώνα, όταν στην Κωνσταντινούπολη βασίλευαν ο Μιχαήλ Δ´ ο Παφλαγών και έπειτα ο Μιχαήλ Ε´ ο Καλαφάτης, ασκήτευαν σε μια σπηλιά στο Προβάτειο όρος τρεις μοναχοί, οι αυτάδελφοι Νικήτας και Ιωάννης και ο Ιωσήφ, που ήρθε αργότερα κοντά στους δύο πρώτους.

Μια νύχτα του 1034 είδαν, κατά την παράδοση, από το ασκηταριό τους ένα φως μέσα στο δάσος, που έμεινε ορατό, ακίνητο στην ίδια θέση, για αρκετές νύχτες, σκέφθηκαν ότι ήταν θεϊκό σημάδι και προσπάθησαν να το προσεγγίσουν, αλλά η βλάστηση ήταν πολύ πυκνή. 

Μοναχοί της Νέας Μονής Χίου σε φωτογραφία του 1935,
Μουσείο Μπενάκη
πηγή
Μετά από σκέψη, άναψαν φωτιά για να καθαρίσουν την περιοχή και όταν αυτή έσβησε αντίκρυσαν μια μυρτιά που είχε μείνει ανέπαφη από τη φωτιά και πάνω στα κλαδιά της μια εικόνα της Παναγιάς, πιθανότατα την είχε κρύψει κάποιος πιστός στους δύσκολους καιρούς της Εικονομαχίας που είχαν προηγηθεί για να τη διασώσει. 

Οι μοναχοί την πήραν και τη μετέφεραν στην σπηλιά τους, η εικόνα όμως έφευγε μόνη της θαυματουργικά και επέστρεφε στην άφλεκτη μερσινιά, έτσι αναγκάστηκαν να χτίσουν ένα μικρό ναό της Θεοτόκου στην ακριβή θέση που ανακαλύφθηκε η εικόνα της και για να μην την αφήσουν μόνη έφτιαξαν κι αυτοί τα κελιά τους και μετακόμισαν εκεί. Αυτή λοιπόν ήταν η πρώτη, η ΠΑΛΑΙΑ μονή, που επέφερε κατόπιν τον χαρακτηρισμό της ΝΕΑΣ Μονής στο μεγαλόπρεπο μεταγενέστερο συγκρότημα.

Η Νέα Μονή της Χίου σήμερα
πηγή
Μια νύχτα, η Παναγία παρουσιάστηκε στον ύπνο των τριών μοναχών και τους είπε να πανε στη Λέσβο να συναντήσουν τον εξόριστο
Κωνσταντίνο τον Μονομάχο και να του πούνε ότι σύντομα θα επέστρεφε στην Κωνσταντινούπολη ώς αυτοκράτορας.

Ο Νικήτας και ο Ιωσήφ πήγαν στη Λέσβο και είπαν στον Κωνσταντίνο το χαρμόσυνο μήνυμα, εκείνος τους υποσχέθηκε ότι αν αυτό επαληθευόταν θα τους χάριζε ό,τι κι αν του ζητούσαν. 

Τότε οι μοναχοί του εξιστόρησαν όλα τα περιστατικά σε σχέση με την εικόνα και τον παρακάλεσαν όταν βασιλεύσει να χτίσει μεγαλόπρεπη εκκλησιά στη Θεοτόκο εκεί που είχε βρεθεί το εικόνισμα, ο Κωνσταντίνος τους διαβεβαίωσε και τους προσέφερε το πριγκηπικό του δαχτυλίδι.

Όσιοι Νικήτας, Ιωάννης και Ιωσήφ οι κτήτορες
της Νέας Μονής Χίου.
πηγή
Το 1042 η
Ζωή η Πορφυρογέννητη ανεκάλεσε από την εξορία τον Μονομάχο, τον παντρεύτηκε και τον ανεκήρυξε Αυτοκράτορα.

Μόλις οι τρεις Χιώτες ασκητές πληροφορήθηκαν την είδηση, ταξίδεψαν στην Πόλη και υπενθύμισαν στον νέο Αυτοκράτορα την υπόσχεσή του, δείχνοντας και το δείγμα της, το πριγκηπικό του δαχτυλίδι. 

Ο Μονομάχος τήρησε την υπόσχεσή του και έτσι δίνει διαταγές να κτισθεί μεγαλόπρεπος μοναστηριακός ναός στη Χίο: «Εκπέμπει αρχιτέκτονας της οικοδομήσεως μετ' άλλων πολλών τεχνιτών, και διατάγματα την οικοδομήν αφορώντα κατά την θέσιν της αδιαφλέκτου Μυρσίνης» (Γ. Νικηφόρου - Φωτεινού: Νεαμονήσια, σελίδα 25). 

Το ενδιαφέρον του Αυτοκράτορα συνεχίσθηκε σε όλη τη ζωή του, με τουλάχιστον 10 χρυσόβουλλα, με τα οποία παρείχε στη Νέα Μονή πολλά προνόμια και δωρεές.

Λίγα χρόνια μετά, ο Νικήτας και ο Ιωάννης, συκοφαντήθηκαν ως κακόδοξοι στον τότε Οικουμενικό Πατριάρχη, Μιχαήλ Α΄ Κηρουλάριο και εξορίσθηκαν μέχρι το 1057, αλλά και αργότερα, ο Ιωσήφ, πλέον ηγούμενος της Μονής, κατηγορήθηκε για κατάχρηση της περιουσίας της, όμως ο Αυτοκράτορας Ρωμανός Δ΄ Διογένης, εξετάζοντας προσωπικά την καταγγελία, τον αθώωσε.

Οι τρεις ιδρυτές μοναχοί αξιώθηκαν έτσι να πεθάνουν στη Νέα Μονή, η Εκκλησία τους κατέταξε μεταξύ των οσίων και τιμά τη μνήμη τους στις 20 Μαΐου, ημερομηνία της κοιμήσεως του πρώτου που απεβίωσε, του Νικήτα. 

Στον Εξωνάρθηκα υπήρχε μια μικρή λάρνακα, η Φιάλη, όπου φυλάσσονταν τα Λείψανα των Θεοφόρων Πατέρων Νικήτα, Ιωάννη και Ιωσήφ. Με τη σφαγή του 1822 όμως, η Ιερή Λάρνακα καταστράφηκε. Διασώθηκε μόνο μία Κάρα, η οποία φυλάσσεται μέσα σε ειδική θήκη στον κυρίως Ναό κι είναι άγνωστο σε ποιoν από τους Οσίους Πατέρες ανήκει.

Η Νέα Μονή, σε κοινή εγγραφή  (537/13.12.1990) με την Μονή Δαφνίου στην Αττική και την Μονή Οσίου Λουκά στη Βοιωτία, έχουν χαρακτηρισθεί ως Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς και προστατεύονται από την UNESCOΕπίσης στην Νέα Μονή της Χίου εκάρη μοναχός ο Αγιος Νεκτάριος Επίσκοπος Πενταπόλεως ο εν Αιγίνη, ο οποίος διετέλεσε και διδάσκαλος στο χωριό Λιθί.

Η εικόνα της Παναγίας  έχει μικρές διαστάσεις  και παριστάνει τη Θεοτόκο Μόνη χωρίς τον Χριστό με μια κίνηση στραμμένη προς τα αριστερά. Νεώτερο χρυσό κάλυμμα και πολλά αφιερώματα σκεπάζουν τη εικόνα που κατά τους ειδικούς επιζωγραφήθηκε τον 19ο αιώνα. 

Η Σύναξη της Παναγίας Νιαμονίτισσας τιμάται στις 15 Αυγούστου.



Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2025

Η ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΗ ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΚΑΚΑΒΙΩΤΙΣΣΗΣ, ΛΗΜΝΟΣ.



Η εκκλησία της Παναγίας Κακαβιώτισσας,Λήμνος
Ευαγγελία Λιάπη | mylemnos.gr, φωτ: Aerialproductions.gr
Τον 14
ο αιώνα στον λόφο Κάκαβος της Λήμνου, το παλαιό μονύδριο της Θεοτόκου Κακαβιώτισσας, που  λειτουργούσε από παλαιότερα, το 1305 έγινε μετόχι της Μεγίστης Λαύρας Αγίου Όρους, όταν εγκαταστάθηκαν εκεί καλόγεροι από τον ερημωμένο Αϊ - Στράτη.

H θέση του ναού είναι εντυπωσιακή, χτισμένος μέσα σε μία δυσπρόσιτη σπηλιά, στην κορυφή του βουνού, θέση που πιθανότατα παλαιότερα φιλοξένησε κάποιον παλαιοχριστιανικό ναό αλλά και ερημίτες, στη βυζαντινή περίοδο. 

Σύμφωνα με την παράδοση, την εικόνα της Παναγίας φυλάει η οικογένεια Μουμτζή που είχε μάντρα στην περιοχή, την παρέλαβε από τον τελευταίο καλόγερο της μονής που τους την εμπιστεύθηκε, τους ζήτησε να ανεβάζουν την εικόνα της Παναγίας, στο ναό κάθε Λαμπροτρίτη για να λειτουργείται, έπειτα ο ασκητής μπήκε στη θάλασσα, άνοιξε το ράσο του, το οποίο έγινε βάρκα και έφυγε για το Άγιο Όρος.

    Ο Ναός της Παναγίας Κακαβιώτισσας
πηγή
Το 1355 αναφέρεται και οικισμός Κάκαβος με παροίκους της Μεγίστης Λαύρας ενώ τον λόφο «Kakavo» σημειώνει στον χάρτη του και ο
Choiseul - Gouffier (1785).

Σε άλλο μοναστηριακό έγγραφο, του 1323, αναφέρεται ο κοντινός οικισμός του Ζυματά ή Ζευγματά ως ιδιοκτησία της Μονής Ιωάννου Θεολόγου Πάτμου, ερείπια σπιτιών και μιας εκκλησίας υπήρχαν ακόμα στην περιοχή το 1858 που πέρασε ο Conze, τα οποία οι κάτοικοι αποκαλούσαν Παλαιοζυματά.

Η Σύναξη της Ιεράς Εικόνος εορτάζεται την Τρίτη της Διακαινησίμου εκάστου έτους, ο Εσπερινός της εορτής τελείται στον Ι. Ν. Κοιμήσεως Θεοτόκου Μυρίνης, ενώ ο Όρθρος και η Θεία Λειτουργία τελούνται στον σπηλαιώδη Ναό της Παναγίας της Κακαβιωτίσσης, ο οποίος βρίσκεται στο όρος «Κάκαβος».



ΛΕΙΨΑΝΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΤΟΥ ΕΡΗΜΙΤΗ ΕΝ ΧΑΛΚΙΟΠΟΥΛΟΙΣ ΒΑΛΤΟΥ ΑΣΚΗΣΑΝΤΟΣ.

πηγή

Φυλάσσονται στον Ιερό Ναό Τιμίου Ιωάννη Προδρόμου στο χωριό Χαλκιόπουλοι, κοντά στην λίμνη Κρεμαστών.

Ο Αγίος Ανδρέας ο Ερημίτης
πηγή
Τα στοιχεία που γνωρίζουμε για την ζωή και το έργο του Αγίου Ανδρέα του Ερημίτη καθώς και την Ακολουθία του, τα γνωρίζουμε απο τον
Ανδρέα ο Ιδρωμένος ο Υπάργιος (+ 1847).
 

Σύμφωνα με αυτά ο Ανδρέας ο Ερημίτης, γεννήθηκε το 1209 στο Μονοδένδρι της Ηπείρου, καταγόταν από φτωχή οικογένεια και εργαζόταν στα κτήματα του πατέρα του, ενώ μετά από τις δουλειές παρακολουθούσε όλες τις ακολουθίες της εκκλησίας. 

Όταν μεγάλωσε παντρεύτηκε και απέκτησε πολλά παιδιά, δημιούργησε μια χριστιανική οικογένεια και φρόντιζε για την σωστή ανατροφή των παιδιών με στόχο να βαδίζουν στο δρόμο του Θεού.

Ο Ανδρέας, αγαπώντας την ασκητική ζωή, και αφού πήρε την άδεια της συζύγου του αναχώρησε για να βρεθεί στην έρημο για περισσότερη προσευχή, άσκηση και ησυχία, η ζωή του «γέμισε» από θλίψη, στεναχώρια, πείνα και κακουχίες όλα αυτά τα υπέμεινε για να σώσει την ψυχή του. 

Αφού γύρισε κάποια ιστορικά για την εποχή μοναστήρια εγκαταστάθηκε σε μία σπηλιά ψηλά στο βουνό Καλάνα, σε ύψος 1.520 μέτρων, κοντά στο χωριό Χαλκιόπουλο, στη σπηλιά αυτή ο Άγιος έζησε τριάντα ολόκληρα χρόνια, στα χρόνια του Δεσπότη της Ηπείρου Μιχαήλ Β΄ του Κομνηνού, τρέφονταν με καρπούς δένδρων και άγρια χόρτα, μέλημά του ήταν πάντα οι ολονύκτιες προσευχές, νηστείες και η μελέτη των βίων των Αγίων Πατέρων της εκκλησίας. 

Το τέμπλο του Ιερού Ναού Τιμίου Προδρόμου στο
χωριό Χαλκιόπουλοι
πηγή
Ο διάβολος άρχισε να τρομοκρατεί τον Άγιο με διάφορους τρόπους, αυτός όμως με τη δύναμη του Σταυρού έδιωχνε τους δαίμονες από τη σπηλιά και νικούσε τον κάθε πειρασμό. 

Η Αγιότητά του εξαπλώθηκε σε όλη την περιοχή του Βάλτου και της Ακαρνανίας, χριστιανοί, καθημερινά, πήγαιναν στη σπηλιά για να πάρουν την ευλογία του, να του ζητήσουν μια συμβουλή και αυτός με ταπείνωση, αγάπη και στοργή μιλούσε σε όλους και ήταν ο πνευματικός πατέρας, ο Θεοφόρος δάσκαλος, ο γιατρός των ψυχών.

Τα χρόνια περνούσαν και ο Άγιος ένιωσε τις δυνάμεις του να τον εγκαταλείπουν ώσπου μια μέρα σταμάτησε και να μιλά, ήταν η 15η Μαΐου του 1282, όταν ο Άγιος παρέδωσε το πνεύμα του σε ηλικία 73 ετών και θαύμα μεγάλο έγινε όπου στον ουρανό φάνηκαν αναμμένες λαμπάδες που σταματούσαν στο σπήλαιο πάνω από το λείψανο του Αγίου.

Τοιχογραφία του 13ου αιώνα στο Σπήλαιο του Αγίου Ανδρέα Ερημίτ
πηγή
Ήταν πραγματικά ένα θαύμα, και όλο το θέαμα έγινε αντιληπτό σε όλα τα γύρω χωριά έως την μακρινή Άρτα όπου Βασίλισσα ήταν η ευσεβής Θεοδώρα, μετέπειτα η Αγία Θεοδώρα της Άρτας η οποία έμαθε το γεγονός και με συνοδεία αξιωματούχων και πιστών πήγαν στο σπήλαιο, ασπάστηκαν το λείψανο του Αγίου παίρνοντας την ευλογία του και στη συνέχεια το κήδεψαν με τιμές εκεί, μέσα στο σπήλαιο της μετανοίας του.

Μετά η Βασίλισσα Θεοδώρα έδωσε εντολή και κτίστηκε ο Ιερός Ναός του Αγίου Ανδρέα του Ερημίτη στο χωριό Χαλκιόπουλοι.

Το 1794, ο τότε ιερέας του χωριού, Ιωάννης Νικόλαος Γεροδήμος έκανε ανακομιδή του μεγαλύτερου μέρους των λειψάνων, που διανεμήθηκαν στα γύρω μοναστήρια (Ρέθα, Βαρετάδας, Τατάρνας), ενώ έδωσε και ένα πλευρό στον επίσκοπο Ρωγών Μακάριο που υπαγόταν τότε στον Μητροπολίτη Άρτης.

Σήμερα υπάρχουν τρεις λειψανοθήκες με οστά του Αγίου Ανδρέα, από τις οποίες οι δύο φυλάσσονται στον ενοριακό Ναό του Αγίου Ιωάννου Προδρόμου στο χωριό Χαλκιόπουλοι και η τρίτη βρίσκεται στην Ιερά Μονή Αγίου Νικολάου στο χωριό Αρωνιάδα του Βάλτου κοντά στους Χαλκιόπουλους. 

Η είσοδος του σπηλαίου του Αγίου Ανδρέα
πηγή
Από το Ιερό Ναό στο χωριό λείπει η θαυματουργή εικόνα του Αγίου, αφού από το 1970 εκλάπη και σύμφωνα με αξιόπιστες μαρτυρίες βρίσκεται σε κάποιο μουσείο του Λονδίνου.

Ωστόσο, στο Ναό του Τιμίου Προδρόμου στο παλαιό Χαλκιόπουλο υπάρχει πιστό αντίγραφο της Ιεράς Εικόνας στο τέμπλο και η οποία χρονολογείται γύρω στα 1875.

Σήμερα στο σπήλαιο υπάρχει μία κόγχη και ένα τέμπλο που συνθέτουν το χώρο του ιερού και πίσω από το ιερό, το φυσικό σπήλαιο συνεχίζεται κι εκεί βρίσκεται ο τάφος του αγίου.

Το σπήλαιο του Αγίου Ανδρέα του Ερημίτη βρίσκεται κοντά στο χωριό Χαλκιόπουλο, στην περιοχή του ορεινού Βάλτου, πέντε χιλιόμετρα βορειοανατολικά του χωριού, σε υψόμετρο 1.520 μέτρων στο όρος Κανάλα και η διαδρομή από το χωριό μέχρι το σπήλαιο γίνεται από ένα βατό χωματόδρομο που οδηγεί σε ένα ξέφωτο, όπου οι επισκέπτες μπορούν να αφήσουν τα αυτοκίνητά τους και να συνεχίσουν με τα πόδια. 

Ο Τάφος του Αγίου Ανδρέα του Ερημίτη στο 
σπήλαιο που ασκήτεψε
πηγή
Η πεζοπορία διαρκεί περίπου 20 λεπτά και προσφέρει μια φανταστική σε φυσικό κάλλος διαδρομή με θέα την τεχνητή λίμνη των Κρεμαστών και τον ποταμό Αχελώο. 

Η περιοχή αυτή ανήκει στο δίκτυο Natura 2000 και έχει χαρακτηριστεί ως βιότοπος CORINE, καθιστώντας την ιδανική για ορεινή πεζοπορία και φυσιολατρικές δραστηριότητες.

Το σπήλαιο του Αγίου Ανδρέα έχει βάθος περίπου 200 μέτρα, στο πρώτο τμήμα του, περίπου δώδεκα μέτρα από την είσοδο, σχηματίζεται κτιστή κόγχη που λειτουργεί ως ιερό, μπροστά από το οποίο υπάρχει ένα νεότερο κτιστό τέμπλο, στην κόγχη σώζεται σε αρκετά καλή κατάσταση σημαντική τοιχογραφία του 14ου αιώνα, η οποία απεικονίζει την Παναγία Πλατυτέρα και κάτω από αυτήν, τέσσερις συλλειτουργούντες ιεράρχες, ένα θέμα λειτουργικό που συνηθίζεται κατά την περίοδο αυτή. 

Η μνήμη του τιμάται στις 15 Μαίου.



Κυριακή 30 Νοεμβρίου 2025

Η ΤΙΜΙΑ ΚΑΡΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΤΟΥ ΠΑΠΟΥΛΑΚΟΥ.

πηγή

Παρόλες τις προσπάθειές μας, συναντήσαμε δυσκολίες στην ενημέρωση και δεν στάθηκε δυνατόν να διευκρινήσουμε το που ακριβώς φυλάσσεται. Σε περίπτωση εξακρίβωσης θα επανέλθουμε.


Φορητή εικόνα του Αγίου Χριστοφόρου του
Παπουλάκου μεμ σκηνές απο τον βίο του.
πηγή
Ο Άγιος Χριστόφορος Παπουλάκος, κατά κόσμον Χριστόφορος ή Χριστοπανάγος Παναγιωτόπουλος γεννήθηκε στον
Άρμπουνα  Κλειτορίας των Καλαβρύτων, το 1770 και το παρατσούκλι της οικογένειάς του ήταν Μπουλούσου.

Για την παιδική του ηλικία δεν υπάρχουν αρκετά στοιχεία, ωστόσο αργότερα,  σύμφωνα με την παράδοση, έγινε κρεοπώλης, πιθανότατα, εκδορέας γουρουνιών. 

Το 1842 σε προχωρημένη ηλικία προσβλήθηκε από τυφοειδή πυρετό, επέζησε όμως και θεώρησε το περιστατικό θεϊκό θαύμα, η εκδοχή αυτή όμως μάλλον θεωρείτε αβάσιμη από τους περισσότερους μελετητές.

Μία άλλη εκδοχή αναφέρει ότι μετά από ένα όραμα έχασε τις αισθήσεις του, θεωρούνταν νεκρός για 3 μέρες αλλά επανήλθε θαυματουργικά όταν οι γονείς του τον μετέφεραν στο πίσω μέρος του ιερού του Ναού του Αγίου Αθανασίου, στον χωριό του. Το συμβάν αυτό τον συγκλόνισε και αποφάσισε να δώσει την όποια περιουσία του στα αδέρφια του Αντώνη, Γεώργιο, Αθανάσιο και μια αδερφή του και να εγκαταλείψει την κοσμική ζωή.

Σύμφωνα με τις πηγές, ήταν μάλλον τελείως αγράμματος όταν πήρε την απόφαση να μονάσει περίπου στην ηλικία των 60 ετών, αρχικά στην Ιερά Μονή Μεγάλου Σπηλαίου στα Καλάβρυτα και κατόπιν στην Ιερά Μονή Αγίου Αθανασίου Φίλια, σημερινό μετόχι της Μονής Αγίας Λαύρας.

Η νέα φορητή προσκυνηματική εικόνα (2025, Ι. Μητρόπολη Μόρφου)
του Αγίου Χριστοφόρου (Παπουλάκου), είναι έργο του αγιογράφου και
Αρχιμανδρίτου Αμβροσίου Γκορελώβ, προϊσταμένου του Ιερού
Ησυχαστηρίου Αγίου Σεραφείμ του Σαρώφ στην Σκουριώτισσα.
πηγή
Το 1830 εγκαταστάθηκε σε ένα κατάλυμα ζώων που ανήκε στην οικογένειά του, εκεί έχτισε μια καλύβα και άρχισε την ανέγερση μικρής Ιεράς Σκήτης προς τιμήν της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, της οποίας είχε και μια μικρή θαυματουργή εικόνα, οικογενειακό κειμήλιο.

Εκεί έμεινε σε απομόνωση 20 χρόνια, διάστημα στο οποίο έμαθε γράμματα και μόνασε με άλλους δύο Μοναχούς, τον Αβέρκιο και τον Κοσμά, με τους οποίους θα μείνει μαζί μέχρι το 1847, περίοδο που τους εγκαταλείπει και ξεκινά το κηρυκτικό του έργο σε προχωρημένη ηλικία, περίπου 80 ετών.

Ο Χριστόφορος ήταν βραχύσωμος, με υπόλευκη γενειάδα, έφερε ράσο, καλογηρικό σκούφο και σταυροφόρο ράβδο, ήταν όμως ακμαίος, παρά το μικρό ανάστημά του και ο κόσμος τον επονόμασε Παπουλάκο ή Αγιοπατέρα..

Τα πλήθη τον ευλαβούνταν για τις διδαχές και τα θαύματά του, εκδηλώνοντας την ευλάβειά τους παντοιοτρόπως, έκοβαν μάλιστα κομμάτια από το ράσο του, τρίχες από τα γένια του, ακόμα και πέτρες από τα σημεία που πατούσε και αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι τα κομμάτια από το ράσο του μόλις κόβονταν, αμέσως αναπληρώνονταν.

Ο Θεόκλητος Φαρμακίδης σε πίνακα του Διονύσιου Τσόκου, 1858
πηγή
Τα αποτελέσματα των διδαχών του ήταν εντυπωσιακά, αναζωπυρώθηκε η συμμετοχή του κόσμου στην Ορθόδοξη λατρεία και ενισχύθηκε η πίστη στις χριστιανικές αξίες. Μειώθηκαν δε οι ληστείες και οι ζωοκλοπές, αυξήθηκαν οι ελεημοσύνες προς τους πτωχούς και η αγάπη φώλιασε στις ψυχές των ανθρώπων.

Αυτή η επίδραση που ασκούσε ο Παπουλάκος στα πλήθη ενοχλούσε την εξουσία, καθώς δρούσε ανασταλτικά στα σχέδιά της για εισαγωγή γαλλικών και γερμανικών κρατικών θεσμών στην ελληνική πραγματικότητα. Παράλληλα κατήγγειλε την απόσχιση της Εκκλησίας της Ελλάδος από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και καυτηρίαζε τις δυτικές επιρροές αλλά και την ανενόχλητη δραστηριότητα ξένων ιεραποστόλων στην Ελλάδα. 

Έγινε, έτσι, ο εκφραστής της φωνής του απλού λαού που ήθελε να διαφυλάξει την Ελληνορθόδοξη παράδοση, ως παρακαταθήκη της μακραίωνης ιστορίας του Ελληνισμού, όμως βρέθηκε αντιμέτωπος με την επίσημη κρατική εξουσία, διανοούμενους, ακόμη και με κληρικούς της επίσημης εκκλησίας. 

Ο Ιωάννης (Γενναίος) Κολοκοτρώνης εστέλει από την
κυβέρνηση πρός την σύλληψη του Παπουλάκου.
πηγή
Μεταξύ αυτών πρωταγωνιστικό ρόλο διαδραμάτισε ο γραμματέας της τότε Ιεράς Συνόδου, αρχιμανδρίτης Θεόκλητος Φαρμακίδης, εμπαθής εχθρός του Καποδίστρια και μέλος της αγγλόφιλης ή αγγλόδουλης ομάδας. Αυτός ήτανε που έπεισε τους αρχιερείς να αποφασίσουν την ανακήρυξη της ελλαδικής Εκκλησίας ώς αυτοκέφαλη χωρίς την σχετική υποβολή αιτήματος στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, το 1833. Η Εκκλησία μας παρέμεινε "σχισματική" μέχρι το 1850, οπότε της παραχωρήθηκε τελικά η αυτοκεφαλία.

Στο πλευρό του Παπουλάκου ήταν η Φιλορθόδοξη Εταιρεία, στην οποία φαίνεται ότι ανήκε ο Παπουλάκος, η οποία ιδρύθηκε το 1839 και έδρευε στην Πάτρα με επικεφαλής το λόγιο Κοσμά Φλαμιάτο που κυνηγήθηκε όμως και αυτός, μάλιστα δηλητηριάστηκε.

Όταν ο «Παπουλάκος» ξεκίνησε περιοδεία στη νότια Πελοπόννησο, συγκεντρώθηκαν δίπλα του χιλιάδες κόσμου στο πέρασμά του και κάτω από πιέσεις, ο Βασιλιάς Όθων υπέγραψε διάταγμα για τον περιορισμό του «Παπουλάκου» σε μοναστήρι με τον ίδιο να καταφεύγει στη Μάνη για να σωθεί.

Η αντίδραση της κυβέρνησης ήταν να στείλει άμεσα τον Στρατηγό Γενναίο Κολοκοτρώνη με επιτελείο αξιωματικών για να οργανώσει τη σύλληψή του. Ο στρατός έφτασε τη νύχτα, αλλά το πρωί βρέθηκε περικυκλωμένος από 2.000 Μανιάτες, ακολούθησε εξέγερση των Μανιατών, ενώ σε πολλές περιπτώσεις ο στρατός έδινε μάχη σώμα με σώμα με τους υποστηρικτές του «Παπουλάκου».

Ασπρόμαυρη φωτογραφία του Παπουλάκου, η οποία σύμφωνα με
τον κ. ΝΑΣΙΟΠΟΥΛΟ Α., τέως προέδρου της Ένωσης Αρμπουνέων
στην Αθήνα «Ο Άγιος Αθανάσιος», είναι η μοναδική που σώζεται.
Βρέθηκε τυχαία από ένα μέλος της Ένωσης σε ένα κουρείο στην Αθήνα,
όπου ο ιδιοκτήτης του καταστήματος την κατείχε ως κειμήλιο από τους
γονείς του. Στο κάτω μέρος της φωτογραφίας διακρίνονται μετά
δυσκολίας η λέξη «ΠΑΠΟΥΛΑΚΟC» και η χρονολογία «ΑΩΝ» (=1850).
Τα χαρακτηριστικά του προσώπου του ταιριάζουν καταπληκτικά
στις περιγραφές του Παπουλάκου και δεν υπάρχει κανένας λόγος
να αμφισβητηθεί η γνησιότητά της.
πηγή
Τελικά στις 21 Ιουνίου 1852 συνελήφθη ύστερα από προδοσία του παπά - Βασίλαρου με ανταμοιβή 6.000 δραχμές, κοντά στην
Ιερά Μονή του Τζίγκου, στο Οίτυλο της Μάνης. Από τα παράλια της Καρδαμύλης τον επιβίβασαν στην γολέττα «Ματθίλδη» και από εκεί στο ατμόπλοιο «Όθων», όπου παρέμενε έγκλειστος.

Μεταφέρθηκε στο Γύθειο και αργότερα, την 27 Ιουνίου 1852, το ατμόπλοιο προσόρμισε στον Πειραιά. Εκεί είτε από περιέργεια είτε από ευλάβεια έγιναν διάφορες αναστατώσεις για να δει ο κόσμος τον Παπουλάκο που φρουρείτο στο ατμόπλοιο. Επειδή είχε καταπονηθεί ο οργανισμός του από τις κακουχίες της συλλήψεώς του, τον εξέτασαν ιατροί, οι οποίοι συνέστησαν να αποβιβαστεί. 

Μετά από λίγες ημέρες μεταφέρθηκε στις φυλακές του Κάστρου του Ρίου, όπου δόθηκε εντολή να μην επιτρέπεται η επαφή του με κανέναν.

Μετά από τον εγκλεισμό του στη φυλακή, τις απάνθρωπες συνθήκες της κράτησής του, τη δίκη που ακολούθησε και την αθωωτική απόφαση του δικαστηρίου, το θέμα παραπέμφθηκε στην Ιερά Σύνοδο η οποία τον εξόρισε στην Ιερά Μονή Προφήτη Ηλία Θήρας στις 22 Ιανουαρίου του 1854.

Ο Παπουλάκος παρά τον εγκλεισμό του εκεί συνέχισε να κηρύττει και οι κάτοικοι του νησιού να τον επισκέπτονται, όμως μετά από λίγους μήνες αποφασίστηκε η μεταφορά του στην Ιερά Μονή Παναχράντου στην Άνδρο, στις 20 Ιουλίου του 1854 με την Βασιλική γολέτα "Ναυτίλος". Εκεί οδηγήθηκε σε ειδικά διαμορφωμένο κελί, φρουρούμενος από χωροφύλακα, τις ημέρες μπορούσε να συμμετέχει κανονικά στο πρόγραμμα των Ακολουθιών της Μονής, το βράδυ όμως εγκλειόταν.

Η είσοδος στο κελάκι του Αγίου Χριστόφορου Παπουλάκου
στην Ιερά Μονή Παναχράντου.
πηγή
Με την πνευματικότητά του κέρδισε την υπόληψη του Ηγουμένου και των Μοναχών του Μοναστηριού, ενώ η φήμη του έλκυε πολύ κόσμο από όλη την Ελλάδα που έρχονταν στο νησί για να πάρουν την ευχή του και να τον ακούσουν να κηρύττει.

Κατά τον εγκλεισμό του στα υπόγεια της Μονής Παναχράντου και ενώ δεν υπήρχε τρόπος διαφυγής με θαυμαστό τρόπο ο Παπουλάκος χανόταν για κάποιες ημέρες και επέστρεφε ξανά.

Εκεί ο Παπουλάκος ανέβηκε το ψηλότερο σημείο του νησιού στα Παρεκκλήσια της Παναγίας και του Προφήτη Ηλία για άσκηση και προσευχή, εκεί πιο χαμηλά από το Παρεκκλήσι του Προφήτη Ηλία σώζεται μέχρι και σήμερα το «κελί του Παπουλάκου», που βρίσκεται στη ρίζα του βράχου και είναι πετρόχτιστο, στο οποίο διέμεινε επί τρεις ημέρες.

Το εσωτερικό από το κελάκι του Αγίου
Χριστοφόρου του Παπουλάκου στην Ιερά Μονή
Παναχράντου στην Άνδρο
πηγή
Στόν Κώδικα 36 της Μονής Παναχράντου των ετών 1854 - 1855 υπάρχουν έγγραφα, πού καταγράφουν τά γεγονότα των ημερών του.

Κοιμήθηκε σε ηλικία 91 ετών, το βράδυ της 18ης προς 19η Ιανουαρίου του 1861 διαισθανόμενος την κοίμησή του.

Οι πατέρες της Μονής τον τίμησαν ως Άγιο και ετάφη στο κοιμητήριο της Ιεράς Μονής στο Φωτοδότιο, ενώ πάνω σε ένα ξύλινο σταυρό στο μνήμα του είχε γραφεί «ΜΟΝΑΧΟΣ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΠΑΠΟΥΛΑΚΟΣ ΚΗΡΥΚΑΣ / ΕΚΟΙΜΗΘΗ ΕΝ ΚΥΡΙΩ 18 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 1861».

Από τους πρώτους χρόνους της κοίμησής του έγιναν προσπάθειες για την ανακομιδή των λειψάνων του, χωρίς αποτέλεσμα, ωστόσο παντού φιλοτεχνούνταν εικόνες του σε όλη την επικράτεια μέχρι και την Κωνσταντινούπολη χτίζονταν Ναοί στη μνήμη του, όμως η ανακομιδή των λειψάνων του, τα οποία παρέμειναν στο οστεοφυλάκιο της Μονής Παναχράντου, δεν έγινε με επισημότητα. 

Όπως μας πληροφορεί ο τότε εφημέριος του Άρμπουνα ιερέας Αθανάσιος Θ. Μηλιώνης και ο τότε πρόεδρος της Ένωσης Αθηνών, Πειραιώς και απανταχού Αρμπουναίων «Ο Άγιος Αθανάσιος» Ανδρέας Αθ. Νασιόπουλος, ο παραπάνω ιερέας με ένα μέλος της Ένωσης που τελούσε χρέη εφόρου Εκπολιτισμού Θεόδωρο Αργ. Βλάχο, πήγαν στην Άνδρο για να κάνουν ανακομιδή της τιμίας Κάρας του Παπουλάκου. 

Αφού πήγαν στην Ιερά Μονή Παναχράντου ο ηγούμενος τους έδωσε σαν μοναδικό κειμήλιο την κάρα του πατριώτη τους οσίου Χριστοφόρου του εξ Άρμπουνα των Καλαβρύτων που φυλασσόταν στο οστεοφυλάκιο της Μονής και πάνω σε αυτή, σύμφωνα με την μοναστηριακή παράδοση, έφερε το όνομα του εκλιπόντος, τα υπόλοιπα οστά αναπαύονται σήμερα μαζί με πλείστα οστά των εκεί ασκησάντων πατέρων της Μονής. 

Αφού η Τιμία Κάρα του έφτασε με τιμή και συγκίνηση στην Αχαΐα, ο τότε μητροπολίτης Καλαβρύτων Γεώργιος την λιτάνευε σε αρκετά χωριά της επαρχίας του και η συγκίνηση όλων ήταν φανερή.

Αρχικά τοποθετήθηκε στην Ιερά του Σκήτη της Παναγίας, αλλά για λόγους ασφάλειας μετακομίστηκε στον κεντρικό ναό του χωριού Άρμπουνα Αγίου Αθανασίου που είναι δίπλα από την πατρική του οικία, αφού πρώτα ο αρχιμανδρίτης Νεκτάριος Μουλατσιώτης την τοποθέτησε σε φροντισμένη επιχρυσωμένη θήκη και έκτοτε πλήθος κόσμου προσέρχεται στο ορεινό χωριό και ασπάζεται την Τιμία Κάρα του και λέγεται ότι ευωδιάζει και θαυματουργεί ενώ κοσμείται με πλούσια αναθήματα και άλλα τάματα.

Με απόφαση του Υπ. Πολ. (ΑΡΧ / Β1 Φ31 / 44212 / 1042 / ΦΑΚ 12 22.1.1988) η Ιερά Σκήτη προς τιμήν της Κοιμήσεως της Θεοτόκου που είχε φτιάξει ο Παπουλάκος έχει ανακηρυχθεί ως διατηρητέο ιστορικό μνημείο, λόγω αναγνώρισης της μεγάλης προσφοράς του ιδρυτή, κατά τους χαλεπούς χρόνους του έθνους μας, αλλά και της Ορθοδοξίας.

Η Αγιοκατάταξη του Αγίου Χριστόφορου του Παπουλάκου έγινε τελικά στις 29 Αυγούστου του 2024 και η μνήμη του θα τιμάται στις 18 Ιανουαρίου, ημέρα της οσιακής κοιμήσεώς του ενώ έχει χαρακτηρισθεί εύστοχα ως ο πρώτος εθνομάρτυρας του ελεύθερου Ελληνικού κράτους.


Ιερά Μονή Αγίου Αθανασίου Ζηκοβίτσας.

πηγή


Βρίσκεται ανάμεσα στους γνωστούς ως Καστανοχώρια οικισμούς του αγίου Ηλία, του Σπήλιου και της Κερασώνας που ανήκουν στον Νομό Καστοριάς και της Δαμασκηνιάς του Νομού Κοζάνης.

    
 
Άποψη του Καθολικού της Μονής
πηγή
Σύμφωνα με τον Μητροπολίτη Καστοριάς, 
Φιλάρετο Βαφείδη (1850 - 1933), η Μονή Αγίου Αθανασίου Ζηκόβιστας χτίστηκε το 1629.

Αυτό αναφερόταν σε δύο φιρμάνια που υπήρχαν στο μοναστήρι κατά το 1900, όταν ο Μητροπολίτης επισκέφθηκε την Μονή, τα οποία όμως σήμερα δυστυχώς δε σώζονται.

Το 1747 η Μονή ανακαινίστηκε δια χειρός Παρθενίου, γεγονός που αναφερόταν σε πλάκα που υπήρχε στο μοναστήρι, και την οποία είδε ο Φιλάρετος, ούτε αυτή όμως σώζεται σήμερα. Υπήρχαν δε και πολλές προφορικές μαρτυρίες, τις οποίες άκουσε ο Μητροπολίτης, ότι το μοναστήρι της Ζηκοβίτσας ήτανε αρχικά χτισμένο σε άλλο, διαφορετικό σημείο.

Ο Αγιος Αθανάσιος πάνω από την κεντρική
είσοδο του Καθολικού
πηγή
Η Μονή διέθετε μεγάλο γωνιακό κτηριακό συγκρότημα με πρόσοψη νότια και ανατολική, τον επάνω όροφο κάλυπταν 30 μοναστικά κελλιά, ευρύχωρη αίθουσα υποδοχής και το ηγουμενείο, ενώ στο υπόγειο υπήρχαν αποθηκευτικοί χώροι. 

Τη βορεινή και δυτική πλευρά προφύλασσε ισχυρή αργολιθοδομή με παρεμβαλλόμενες ξυλοδεσιές σε ύψος περίπου 4 μέτρων, η οποία προσέδιδε φρουριακό και αμυντικό χαρακτήρα στο σύνολο του συγκροτήματος ενώ στο κέντρο του σχηματιζόμενου τετραγώνου δέσποζε το Καθολικό της Μονής αφιερωμένο στον Άγιο Αθανάσιο Αλεξανδρείας. 

Σε μικρή απόσταση από τη Μονή είχαν κτισθεί βοηθητικοί χώροι, αχυρώνες, στάβλοι, προβάτες, υπόστεγα και άλλα εξαρτήματα. Σήμερα, εκτός του Ναού, διασώζεται δυστυχώς μικρό μόνο τμήμα από τη δυτική πλευρά του αρχικού περιβόλου και λιγοστά ερείπια στη θέση των παλαιών κτισμάτων.

Άποψη του εσωτερικού του Καθολικού
πηγή
Το καθολικό της Μονής είναι μονόκλιτη, θολοσκέπαστη βασιλική διαστάσεων 11,65 Χ 5,70 μέτρων με επίσης θολοσκέπαστο ευρύχωρο νάρθηκα, του οποίου οι θόλοι δεν φαίνονται εξωτερικά. Ο ναός είναι σκεπασμένος με δίρριχτη στέγη από σχιστόλιθους, η οποία εμφανίζει τις καμπυλότητες και τα ύψη των τυφλών θόλων. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι στο Καθολικό της Ζηκόβιστας επιβιώνει με τροποποιήσεις και απλουστεύσεις στη θολοδομία με τους χαμηλούς σφαιρικούς θόλους ο σταυροειδής εγγεγραμμένος ναός.

Το τέμπλο είναι ξυλόγλυπτο και οι εικόνες του τέμπλου φιλοτεχνήθηκαν στα μέσα του 18ου αιώνα. Ο Ναός είναι κατάγραφος με τοιχογραφίες ζωγράφων της περιοχής. Πρόκειται για τους Χιοναδίτη Μιχαήλ και Δημήτριο Μπορμπουτζιώτη, όπως φαίνεται από την επιγραφή του υπέρθυρου στον δυτικό τοίχο του κυρίως ναού. 

Η φιλοτέχνηση του Καθολικού πραγματοποιήθηκε το 1785 και αποτελεί δεύτερη φάση αγιογράφησης πάνω σε παλαιότερη φάση αφού έγινε επίχριση με ασβεστοκονίαμα, που ανάγεται στην ίδρυση της Μονής. 

Η επιγραφή που αναφέρει τα ονόματα των χορηγών της
σπουδαίας αγιογράφησης της Μονής
πηγή 
Τόσο στον κυρίως ναό όσο και στο νάρθηκα οι αγιογραφίες είναι ζωγραφισμένες σε τρεις ζώνες. Στον κυρίως ναό στην πρώτη ζώνη υπάρχουν ζωγραφισμένοι ολόσωμοι άγιοι ενώ στη δεύτερη σε προτομή, τα λεγόμενα στηθάρια. Στην τελευταία είναι ζωγραφισμένη η Κοίμηση της Θεοτόκου, ο Χριστός που οδηγείται στο Σταυρό, η Σταύρωση και ο Επιτάφιος Θρήνος. 

Στον νάρθηκα υπάρχουν αγιογραφίες του Χριστού, της Παναγίας Βρεφοκρατούσας, διαφόρων αγίων και προφητών, καθώς και σκηνές από την τιμωρία στην κόλαση, υπάρχουν επίσης εικόνες των ιερομονάχων ηγουμένου Ανανία και Ιακώβου Λουψιώτη με έξοδα των οποίων έγινε η αγιογράφηση, σύμφωνα με την επιγραφή «ΙΣΤΟΡΙΘΕΙ ΚΕ ΕΚΑΛΩΠΙΣΘΕΙ ΚΑΙ ΟΥΤΩΣ Ο ΠΑΡΩΝ ΝΑΡΘΗΞ ΔΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΕΙΣ ΤΑΙ ΚΑΙ ΕΞΟΔΩΝ ΤΟΥ ΠΑΝΟΣΙΩΤΑΤΑΤΟΥ ΚΥΡΙΩ ΠΑΠΑ ΚΥΡ ΙΑΚΩΒΟΥ ΛΟΥΨΙΩΤΟΥ ΕΠΙ ΕΤΟΥΣ 1785».

Άποψη των τοιχογραφιών της Μονής
πηγή
Οι αγιογράφοι και μάλιστα ο Μιχαήλ, γνωστός άλλωστε και από άλλα έργα του, παρουσιάζουν εξαιρετικής τέχνης έργο με εκφραστική λεπτότητα, ιδιαίτερα προσεγμένες χρωματικές συνθέσεις και πλούσιο εικονογραφικό πρόγραμμα.

Με την πάροδο των χρόνων η Μονή απέκτησε μεγάλη κτηματική περιουσία και αναδείχθηκε σε ένα από τα ευρωστότερα μοναστήρια της περιφέρειας, χάρη στις εισφορές και δωρεές των ευλαβών χριστιανών, τη δραστηριότητα των μοναχών και την εργατικότητα του προσωπικού, ενδεικτικά διέθετε 300 στρέμματα καλλιεργήσιμων αγρών και λιβαδίων, όπως επίσης αντίστοιχες εκτάσεις δασών καστανιάς και βελανιδιάς και πολλά στρέμματα αμπελιών. 

Άποψη των τοιχογραφιών της Μονής
πηγή
Διατηρούσε σημαντικό αριθμό μεγάλων ζώων και κοπάδια γιδοπροβάτων, 300 κυψέλες μελισσών κλπ. Οι δύο υδρόμυλοι, τα μετόχια των περιοχών Κερασώνας και Ασπρούλας, η ακίνητη περιουσία στην Αδριανούπολη υπογραμμίζουν τη μεγάλη οικονομική άνθηση της Μονής, στην οποία εργάζονταν και σιτίζονταν πολυάριθμοι εργατοϋπάλληλοι από τις γειτονικές περιοχές επί δεκαετίες.

Το 1872 ιδρύθηκε Σχολαρχείο, το οποίο λειτούργησε μέσα στη Μονή σε δύο τύπους, ως Δημοτικό και Ημιγυμνάσιο. Ιδρύθηκε από τη Φιλομακεδονική Αδελφότητα με έδρα την Κωνσταντινούπολη, σωματείο αποτελούμενο από κατοίκους δεκατεσσάρων γειτονικών χωριών, εργαζομένων στην Αδριανούπολη και Κωνσταντινούπολη, οι οποίοι διακρίνονταν για την αγάπη και τον πόνο για την πατρίδα τους. Αυτοί εξασφάλισαν με τη συνδρομή τους την κάλυψη των εξόδων της ανωτέρω Σχολής. 

Άποψη των τοιχογραφιών της Μονής
πηγή
Η σχολική επιτροπή με αντιπροσώπους των δεκατεσσάρων χωριών και πρόεδρο τον ηγούμενο της Μονής διήυθυνε τη λειτουργία του σχολείου, διόριζε τους διδασκάλους, και με την οικονομική συνδρομή της Αδελφότητας φρόντιζε για την κανονική και απρόσκοπτη λειτουργία του Σχολείου και Οικοτροφείου. 

Δίδαξαν ιερωμένοι και λαϊκοί δάσκαλοι από την περιοχή της Καστοριάς και φοίτησαν αρκετοί μετέπειτα επώνυμοι ιερείς και δάσκαλοι της ευρύτερης περιοχής, η λειτουργία της Σχολής ως το 1885, η σχετική ελευθερία και αναγνώρισή της από τους Τούρκους δείχνει τη σημαντική προσφορά της Μονής στην υπόθεση της παιδείας του Γένους.

Το 1884 στο μοναστήρι υπήρχαν δώδεκα κελιά χωρητικότητας 120 ατόμων το δε μοναστήρι είχε εισόδημα 150 λίρες που διαχειριζόταν εξαμελής επιτροπή, επρόκειτο δηλαδή για ενοριακό μοναστήρι.

Στο τέλος του 19ου αιωνα και στις αρχές του 20ου η Μονή υπό την πνευματική αιγίδα του Μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανού Καραβαγγέλη διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο στα δύσκολα χρόνια του Μακεδονικού Αγώνα. 

Άποψη των τοιχογραφιών της Μονής
πηγή
Στους χώρους της συνεδρίαζαν οι επιτροπές του Μακεδονικού Αγώνα από τα γύρω χωριά και κατέφευγαν οι αρχηγοί των ανταρτικών σωμάτων Βάρδας, Λίτσας, Βέργας και άλλοι, για να βρουν τροφή και στέγη και να οργανώσουν τις επιθέσεις τους. Το γεγονός αυτό προκάλεσε την οργή των Βουλγάρων κομιτατζήδων. 

Τη νύχτα της 12ης Μαρτίου 1905 πυρπόλησαν τα γύρω εξαρτήματα της Μονής, τους στάβλους με τα ζώα, τα κτήρια των κελλιών και τη βιβλιοθήκη, στην οποία φυλάσσονταν πολύτιμα στοιχεία για την ιστορία της, σώθηκαν ελάχιστα κελλιά και το Καθολικό. Για την πυρπόληση της Μονής γράφει ο Μητροπολίτης Γερμανός Καραβαγγέλης σε σχετική έκθεσή του προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη.

Έκτοτε η Μονή παραδόθηκε στη φθορά του χρόνου, το 1918 υπάγεται στη δικαιοδοσία του Μητροπολίτη Σισανίου και Σιατίστης, το 1930 ρευστοποιείται η περιουσία της και γίνεται μετόχι του μοναστηριού της Αγίας Τριάδας, στο Βυθό Βοΐου και δύο χρόνια αργότερα, μετόχι της Μονής της Παναγίας στο Μικρόκαστρο, ενώ μετά τον πόλεμο, το 1952, τα περισσότερα κτήματά της παραχωρούνται σε ακτήμονες καλλιεργητές και κτηνοτρόφους. 

Το 1976 το Καθολικό της Μονής χαρακτηρίσθηκε Ιστορικό Διατηρητέο Μνημείο και έκτοτε υπό την επίβλεψη της Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων πραγματοποιήθηκαν σημαντικές αναστηλωτικές εργασίες.

Τον Ιούνιο του 2011 χάρη στη μέριμνα του οικείου Μητροπολίτη η Μονή αναβίωσε με την εγκατάσταση σε αυτή μικρής συνοδείας μοναζουσών. Από τότε μέχρι σήμερα η αδελφότητα προέβη στην οικοδομή μικρών κτισμάτων, προκειμένου να στεγαστεί και να οργανώσει τις καθημερινές εργασίες της, ενώ στη Μονή λειτουργεί εργαστήριο αγιογραφίας και τοιχογραφίας.

Τηλέφωνο επικοινωνίας: 24673 00301