Παρασκευή 10 Απριλίου 2020

ΤΑ ΛΕΙΨΑΝΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ Ε' ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ.


Φυλάσσονται μέσα σε περίβλεπτη λάρνακα στον Καθεδρικό Ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, στην Αθήνα.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Στην Ορθόδοξη Εκκλησία αποδίδουμε στα Αγία λείψανα τιμή και ευλαβική προσκύνηση, η όποια όμως δεν αποτελεί λατρευτική προσκύνηση η λατρεία. Τούτο γιατί κανείς ποτέ ορθόδοξος χριστιανός δεν ταύτισε στη σκέψη του τα τίμια λείψανα με «θεούς». Μακαριστός π. ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΑΛΕΒΙΖΟΠΟΥΛΟΣ (ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΩΝ ΟΜΑΔΩΝ).


Άγιος Γρηγόριος Ε' Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης
Τοιχογραφία στην Ι. Μ. Στροφάδων και Αγίου 
Διονυσίου Ζακύνθου.
 Έργο Ιωάννου Τσολάκου.
Ο Άγιος Γρηγόριος, κατά κόσμο Γεώργιος Αγγελόπουλος, γεννήθηκε στη Δημητσάνα το 1745, από τον Ιωάννη και την Ασημίνα.

Σπούδασε στη σχολή της γενέτειράς του κοντά στον δάσκαλο Μελέτιο, Ιερομόναχο θείο και ανάδοχό του και στον Ιερομόναχο Αθανάσιο Ρουσόπουλο ενώ είκοσι ετών, το 1765 πήγε στην Αθήνα και μαθήτευσε για δύο χρόνια κοντά στον μεγάλο διδάσκαλο Δημήτριο Βόδα.

Το 1767 πήγε στη Σμύρνη στον θείο του, εκκλησιάρχη Μελέτιο, παρακολουθώντας μαθήματα στην Ευαγγελική Σχολή και μετά παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας στην Πάτμο από τον Δανιήλ Κεραμέα ενώ μετά τις σπουδές του πήγε στην αυτοκρατορική μονή της Μεταμορφώσεως των Στροφάδων νήσων, όπου εκάρη μοναχός ως Γρηγόριος. 

Κατόπιν τον κάλεσε ο Μητροπολίτης Σμύρνης Προκόπιος και τον χειροτόνησε αρχιδιάκονό του ενώ όταν αργότερα χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, επέστρεψε στη Δημητσάνα και έδωσε 1.500 γρόσια για την στέγαση των απόρων φοιτητών.

Το 1785 ο Προκόπιος εκλέγεται Οικουμενικός Πατριάρχης και ο Γρηγόριος χειροτονείται επίσκοπος και ανέρχεται στο Μητροπολιτικό θρόνο της Σμύρνης. Η πλούσια δραστηριότητά του τον κάνει πλατιά γνωστό και γι᾽ αυτό τον Μάιο του 1797, μετά τη χηρεία του Οικουμενικού Θρόνου, εκλέγεται πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ως Γρηγόριος Ε´.

Η πατρική οικία του Γρηγορίου Ε΄στη Δημητσάνα.
Εκθρονίζεται από την Υψηλή Πύλη, εξορίζεται το 1798 και αποσύρεται στη Μονή Ιβήρων του Άθωνα, όπου μένει επτά χρόνια, επιδιδόμενος στην άσκηση και τη μελέτη.

Αγάπησε πραγματικά τη Μονή Εσφιγμένου και ενδιαφέρθηκε για την επαναφορά της στην κοινοβιακή τάξη, εξάλλου τέλεσε και τα εγκαίνια του κεντρικού Ναού της το 1811 και ανέλαβε τη εξόφληση της νότιας πτέρυγας της Μονής, για αυτό και θεωρείται κτίτωρά της.

Στις 23 Σεπτεμβρίου 1806 καλείται για 2η φορά από τους αρχιερείς στον Πατριαρχικό Θρόνο, τα προβλήματα όμως δεν παύουν αφού η αλλαγή της τουρκικής πολιτικής και η επανάσταση των Γενιτσάρων επιφέρουν και νέα πτώση του Γρηγορίου που εξορίζεται στην Πριγκηπόννησο και το 1810 αποσύρεται πάλι στο Άγιο Όρος, όπου μένει άλλα 9 χρόνια.

Εκλέγεται όμως και για τρίτη φορά Πατριάρχης στις 15 Δεκεμβρίου του 1818 χρονιά που μυήθηκε στην Φιλική εταιρεία από τον Ιωάννη Φαρμάκη περί τα μέσα του 1818 στο Άγιον Όρος και «Ἔδειξεν εὐθὺς ζωηρότατον ἐνθουσιασμὸν ὑπὲρ τοῦ πνεύματος αὐτῆς» και «ηὐχήθη ἀπὸ καρδίας», για την επιτυχία του σκοπού της και επιστρέφει στην Πόλη τον Ιανουάριο του 1819.

Η αναπαλαιωμένη κατοικία του Γρηγορίου Ε' στην Δημητσάνα,
πηγή
Το εκκλησιαστικό μουσείο της Δημητσάνας στεγάζεται στην
αναπαλαιωμένη κατοικία του Γρηγορίου Ε'.

πηγή
Το διαμορφωμένο εκκλησάκι εντός της κατοικίας του Γρηγορίου Ε' στην Δημητσάνα.
πηγή

Πορτρέτο του Αγίου Γρηγορίου Ε'.
ξυλογραφία στα 1861 - 1862

Η 3η Πατριαρχία του συνδέεται με κρίσιμες στιγμές του Γένους, η θέση του γίνεται όλο και πιο επικίνδυνη και η πατριαρχία του λήγει με τη μαρτυρική του θυσία όταν την νύχτα του Πάσχα, στις 10 Απριλίου του 1821 μαζί με 8 άλλους αρχιερείς τέλεσε τη θεία Λειτουργία της Αναστάσεως, συνελήφθη, κηρύχθηκε έκπτωτος και φυλακίστηκε ενώ τον υπέβαλαν σε φρικτά βασανιστήρια και τον πίεζαν να δεχτεί τον Ισλαμισμό.

Ο Γρηγόριος ο Ε΄, μάλιστα είχε προείπει τον θάνατό του την Κυριακή των Βαϊων, λέγοντας: «Σήμερα τρώμε εμείς τα ψάρια, την άλλη Κυριακή - το Πάσχα δηλαδή - θα μας τρώνε εκείνα».

Ο Πατριάρχης απάντησε: «Μάταια κοπιάζετε. Ό Πατριάρχης των Χριστιανών, Χριστιανός γεννήθηκε και Χριστιανός θα πεθάνει», τότε τον έβγαλαν από τη φυλακή και τον οδήγησαν δεμένο στην αποβάθρα του Φαναρίου.

Εκεί ο Γρηγόριος γονάτισε, έκανε τον Σταυρό του και περίμενε να αποκεφαλιστεί, όμως ένας δήμιος τον κλώτσησε και τον μετέφεραν στις Πύλες του Πατριαρχείου στις 3 το απόγευμα, όπου σε μία από αυτές με φρικτό τρόπο τον κρέμασαν. Επί τρεις ημέρες το σώμα του έμεινε μετέωρο, δεχόμενο τους εξευτελισμούς του μανιασμένου όχλου, μια σπείρα Εβραίοι αγόρασαν τον νεκρό, τον περιέφεραν στους δρόμους και τελικά αφού τρύπησαν όλο το σώμα του, έδεσαν στο λαιμό του ογκόλιθο και τον πέταξαν στον Κεράτιο κόλπο. 

H κεντρική πύλη του Πατριαρχείου, που απαγχονίστηκε
ο Γρηγόριος Ε΄, η οποία παραμένει κλειστή ως σήμερα
Κατά θεία οικονομία όμως ο ογκόλιθος λύθηκε και το λείψανο του Πατριάρχη εθεάθη κάτω από τις γέφυρες κοντά στο Γαλατά ενώ ο Κεφαλλονίτης πλοίαρχος Νικ. Σκλάβος βρήκε το σκήνωμα και το μετέφερε κρυφά στην Οδησσό, όπου τάφηκε στον Ελληνικό ναό της Αγίας Τριάδος αφού κηδεύτηκε με αυτοκρατορικές τιμές. 

Στην προσπάθειά του ο Εθνομάρτυρας να διασώσει τον Ελληνικό πληθυσμό από την σφαγή και συγχρόνως να παραπλανήσει τον Σουλτάνο και να δώσει την ευκαιρία στους αγωνιστές να εργάζονται ανενόχλητοι, αναγκάσθηκε να αφορίσει τους επαναστάτες.

Ο Κωνσταντίνος Κούμας αναφέρει ότι ο Άγιος Γρηγόριος δεν ήταν μόνο «σεμνὸς τὸ ἦθος, λιτὸς τὴν δίαιταν, ταπεινὸς τὴν στολήν, ζηλωτὴς τῆς πίστεως, δραστηριότατος εἰς ὅλα τὰ ἔργα του», αλλά ήταν και «ἄκαμπτος εἰς τᾶς ἰδέας του καὶ δὲν τὸν ἔμελε διὰ κανὲν ἐναντίων, ὅταν ἀπεφάσιζε τίποτε»

Ο ανδριάντας του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄ στα προπύλαια
του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Αποδίδεται σε μέγεθος μεγαλύτερο 

του φυσικού, όρθιος, σε μεγαλοπρεπή στάση, με το αριστερό χέρι 
στηρίζεται στη μπρούντζινη ποιμαντική ράβδο, ενώ το δεξί χέρι
απλώνεται χαρακτηριστικά προς τα εμπρός.
O Γρηγόριος, έταξε σκοπό στην ζωή του να υπηρετήσει πιστά το Γένος, να βοηθήσει με όλες τις δυνάμεις του και με την ζωή του στην απελευθέρωση από τον Τουρκικό ζυγό ενώ για την πραγματοποίηση του σκοπού του χρησιμοποιούσε όλη του τη διπλωματική δεξιοτεχνία όμως στην προσπάθειά του να διασώσει τον Ελληνικό πληθυσμό από την σφαγή και συγχρόνως να παραπλανήσει τον Σουλτάνο και να δώσει την ευκαιρία στους αγωνιστές να εργάζονται ανενόχλητοι, αναγκάσθηκε να αφορίσει τους επαναστάτες.

Συντριπτική απάντηση στους κατήγορους του Γρηγορίου θα δώσει ο Αλέξανδρος Υψηλάντης με τις οδηγίες που έστειλε από το Κισνόβιο της Βεσσαραβίας στους αρχηγούς της Πελοποννήσου: «Ὁ μὲν Πατριάρχης βιαζόμενος παρὰ τῆς Πόρτας σᾶς στέλλει ἀφοριστικὸ καὶ ἐξάρχους, παρακινώντας σας νὰ ἑνωθῆτε μὲ τὴν Πόρταν. Ἐσεῖς ὅμως νὰ θεωρῆτε ταῦτα ὡς ἄκυρα καθόσον γίνοντα μὲ βίαν καὶ δυναστείαν καὶ ἄνευ θελήσεως τοῦ Πατριάρχου». «Ἂς μὴν λησμονήσωμεν ὅτι ὑπάρχουν περιστάσεις καθ’ ἃς ἀπαιτοῦνται θυσίαι μεγαλύτεραι καὶ αὐτῆς τῆς θυσίας τῆς ζωῆς καὶ ὅτι ἐνίοτε ἡ μαρτυρικὴ ζωὴ εἶναι πικρότερον ἀλλὰ πλέον ἐπιβεβλημένον καθῆκον καὶ αὐτοῦ τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου. Καὶ αὐτὴν τὴν ὑπέρτατην θυσίαν προσέφερεν ὁ ἀοίδιμος Πατριάρχης, ὅστις συνησθάνθη συναίσθημα πικρότερον καὶ αὐτοῦ τοῦ θανάτου, ὅταν θυσιάζων πάντα ἐγωισμὸν καὶ ἀποβλέπων εἰς τὸ ἀληθινὸν συμφέρον, ἠναγκάσθη νὰ θέση τὴν ὑπογραφὴν του κάτωθι ἐγγράφου καταδικάζοντας τὸ κίνημα, ὑπὲρ τῆς ἐπιτυχίας τοῦ ὁποίου ὁλοψύχως ηὔχετο καὶ εἰργάζετο. Ὑπογράφων, ἀπεμάκρυνε τᾶς ὑπονοίας τῆς Πύλης περὶ συμμετοχῆς εἰς τὸ κίνημα ἐπισήμων κύκλων, μὴ ὑπογράφων, θὰ ἐπεβεβαίου τᾶς ὑπονοίας, ὄτε δεινὴ ἐπιπίπτουσα ἡ τιμωρία τοῦ τυράννου κατὰ τῶν βυσσοδομούντων, θὰ ἐνέκρου τὸ κίνημα πρὶν ἢ ἐκραγῆ. Ἄλλως ὁ ἀοίδιμος Πατριάρχης μετὰ θαυμαστῆς ἐγκαρτερήσεως ὑπέστη τὸ μαρτύριον, ὅταν ἐπέστη τὸ μαρτύριον, ὅταν ἐπέστη ἡ ὥρα, καίτοι ἠδύνατο νὰ σωθῆ διὰ τῆς φυγῆς».

Επιστολή του Γρηγορίου Ε´με την οποία αποκηρύσσεται
η εξέγερση και αφορίζεται ο Αλέξανδρος Υψηλάντης
Είναι χαρακτηριστική η επιστολή που έστειλε ο Άγιος Γρηγόριος στις 26 Δεκεμβρίου 1820 στον Επίσκοπο Σαλώνων Ησαΐα και πολύτιμη από ιστορική άποψη, γιατί αποδεικνύει πως ο Εθνομάρτυς παρακολουθούσε όλα όσα συνέβαιναν στην Ελλάδα, σε όλες του τις λεπτομέρειες και τις προετοιμασίες για την επανάσταση: «Ἀμφοτέρα τᾶς τιμίας ἐπιστολᾶς, διὰ τοῦ ἀγαθοῦ Φοῦντα Γαλαξειδιώτου, ἀσφαλῶς ἐδεξάμην καὶ τοὺς ἐν αὐταὶς τιμίους λόγους ἔγνων. Ἐχεμυθείας, ἀδελφέ, μεγίστη χρεία καὶ προφύλαξις περὶ πᾶν διάβημα, οἱ γὰρ χρόνοι πονηροὶ εἰσι καὶ ἐν ταὶς φιλοπατριώταις ἐστι καὶ μοχθηρῶν ζύμη, ἀφ’ ἧς ὡς ἀπὸ ψωραλέου προβάτου φυλάττεσθε. Κακὸν γὰρ πολλοὶ μηχανώνται διὰ τὸ τῆς φιλοπλουτίας ἔγκλημα. Διὸ τὴν ἀγαθὴν μερίδα ἐξελέξω κοινολογῶν μοι ἐμπιστευομένοις πατριώταις, τὰ ἐχεμυθείας δεόμενα. Οἱ Γαλαξειδιώται, οὖς ἐπιστέλλεις μοι συνεχῶς, πεφροντισμένως ἐνεργούσι, καὶ ἀφ’ ὧν ἔγνω ἀδύνατον ἀντὶ παντὸς τιμίου οὐδ’ ἐλάχιστον λόγον ἕρκος ὀδόντων φυγείν. Οὐ μόνον τὰ σά, ἀλλὰ καὶ τὰ τῶν ἐν Μορέᾳ ἀδελφῶν γράμματα κομίζουσι μοι. Ἡ τοῦ Παπανδρέα πρᾶξις πατριωτικὴ μὲν τοὶς γινώσκουσι τὰ μύχια, κατακρίνουσι δὲ οἱ μὴ εἰδότες τὸν ἄνδρα. Κρυφὰ ὑπερασπίζου αὐτόν, ἐν φανερῷ δὲ ἄγνοιαν ὑποκρίνου, ἔστι δ’ ὄτε καὶ ἐπίκρινε τοὶς θεοσεβέσιν ἀδελφοὶς καὶ ἀλλοφύλοις. Ἰδὶα πράυνον τὸν Βεζύρην λόγοις καὶ ὑπόσχεσιν, ἀλλὰ μὴ παραδοθήτω εἰς λέοντος στόμα. Ἄσπασον οὒν ταὶς ἐμαὶς εὐχαὶς τοὺς ἀνδρείους ἀδελφούς, προτρέπων εἰς κρυψίνοιαν διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων. Ἀνδρωθήτωσαν ὥσπερ λέοντες καὶ ἡ εὐλογία τοῦ Κυρίου κρατύνει αὐτούς, ἐγγὺς δ’ ἔστι τοῦ Σωτῆρος τὸ Πάσχα. Αἳ εὐχαὶ τῆς ἐμῆς μετριότητος ἐπὶ τῆς κεφαλῆς σου, ἀδελφέ μου Ἠασαΐα. Γεωργοὶ ἀκαμάτως καὶ ὄλβια γεώργια δώσοι σοι ὁ Πανύψιστος».

"Ο θάνατος του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄"
Πίνακας του 
Ουγκ Φουρό
Ο Άγιος Γρηγόριος συνιστούσε τον αγώνα για την ελευθερία και τον ενίσχυε με κάθε μέσο, ήταν αποφασισμένος να θυσιασθεί για την Πατρίδα: «Χρεωστοῦμεν», έλεγε, «νὰ ποιμαίνωμεν καλῶς τὰ ποίμνιά μας καὶ χρείας τυχούσης νὰ κάμωμεν, ὅπως ἔκαμεν ὁ Ἰησοῦς δι’ ἠμᾶς διὰ νὰ μᾶς σώση....».

Σε επιστολή που έστειλε προς τον Παλαιών Πατρών Γερμανό, έγραφε: «Συλλειτουργὲ ἐν Χριστῷ καὶ λίαν ἀγαπητὲ ἀδελφέ. Ἔλαβον τὴν ἀπὸ 20 Ἀπριλίου ἐπιστολήν σου. Ἡ ἀπόφασίς μου περὶ μελετωμένης ἀνορθώσεως «σχολῆς» τῆς φιλτάτης πατρίδος εἶναι τοιαύτη, ὡς ἡ ἰδική σας. 

Ὅπως θέλῃς μάθει καὶ παρὰ τοῦ ἰδίου. Τὸ κιβώτιον τοῦ ἐλέους πρέπει νὰ ἐμψυχωθῆ. Καὶ τὴν βουλὴν τοῦ Κυρίου ἀνθρώπιναι δυνάμεις δὲν δύνανται νὰ τὴν μεταβάλουν. Γενηθήτω τὸ θέλημά Του».

Κάτω από την λέξη «σχολήν» υπονοούσαν την Ελληνική Επανάσταση, μάλιστα oι Φιλικοί ονόμασαν επιστάτες της σχολής τον Οικουμενικό Πατριάρχη Γρηγόριο και τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Πολύκαρπο.

Στον Ιερό Ναό της Αγίας Τριάδας στην Οδησσό είχε ταφεί αρχικά
την 16η Απριλίου 1821 το λείψανο του Εθνομάρτυρα Πατριάρχη
Κωνσταντινουπόλεως Αγίου Γρηγορίου Ε’, ανευρεθέν στα
παράλια της Οδησσού από τον Κεφαλλονίτη πλοίαρχο Γεράσιμο
 Σκλάβο, έπειτα από τον απαγχονισμό του Πατριάρχη από
τους Οθωμανούς την 10η Απριλίου 1821 και την ρίψη του
νεκρού σώματος του στον Κεράτιο Κόλπο.
Κατόπιν μεταφέρθηκε στην Αθήνα.
Όταν σε μια συνεδρίαση της Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ο Μητροπολίτης Δέρκων Γρηγόριος προέτρεψε τον Πατριάρχη να μεταβούν στην Πελοπόννησο για να τεθούν επικεφαλής της Επαναστάσεως, ο Γρηγόριος ο Ε' απάντησε: «Καὶ ἐγὼ ὡς κεφαλὴ τοῦ Ἔθνους καὶ ὑμεῖς ὡς Σύνοδος ὀφείλομεν νὰ ἀποθάνωμεν διὰ τὴν κοινὴν σωτηρίαν. Ὁ θάνατος ἠμῶν θὰ δώση δικαίωμα εἰς τὴν Χριστιανοσύνην νὰ ὑπερασπίση τὸ Ἔθνος ἐναντίων τοῦ τυράννου. Ἀλλ’ ἂν ὑπάγωμεν ἠμεῖς νὰ θαρρύνωμεν τὴν Ἐπανάστασιν, τότε θὰ δικαιώσωμεν τὸν Σουλτάνον ἀποφασίσαντα νὰ ἐξολοθρεύση ὅλον τὸ Ἔθνος».

Όταν μερικοί προσπάθησαν να τον πείσουν να φύγει από την Κωνσταντινούπολη και να σώσει τον εαυτό του, ο καλός ποιμένας απάντησε: «Μὲ προτρέπετε εἰς φυγήν. Μάχαιρα θὰ διέλθη τᾶς ρύμας τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ λοιπῶν πόλεων τῶν χριστιανικῶν ἐπαρχιῶν. Ὑμεῖς ἐπιθυμεῖτε ὅπως ἐγὼ μεταμφιεζόμενος καταφύγω εἰς πλοῖον ἢ κλεισθῶ ἐν οἰκίᾳ οἱουδήποτε εὐεργετικοῦ ὑμῶν Πρεσβευτοῦ, ν’ ἀκούω δὲ ἐκεῖθεν πῶς οἱ δήμιοι κατακρεουργούσι τὸν χηρεύοντα λαόν. Οὐχί! Ἐγὼ διὰ τοῦτο εἶμαι Πατριάρχης, ὅπως σώσω τὸ Ἔθνος μου, οὐχὶ δὲ ὅπως θὰ θεωρήσωσιν ἀδιαφόρως πῶς ἡ πίστις αὐτῶν ἐξυβρίσθη ἐν τῷ προσώπῳ μου. Οἱ Ἕλληνες, οἱ ἄνδρες τῆς μάχης, θὰ μάχωνται μετὰ μεγαλυτέρας μανίας, ὅπερ συχνάκις δωρεῖται τὴν νίκην. Εἰς τοῦτο εἶμαι πεπεισμένος. Βλέπετε μεθ’ ὑπομονῆς εἰς ὅτι καὶ ἂν μοῦ συμβῇ. Σήμερον (Κυριακὴ τῶν Βαΐων) θὰ φάγωμεν ἰχθεῖς, ἀλλὰ μετὰ τίνας ἡμέρας καὶ ἴσως καὶ ταύτην τὴν ἑβδομάδα οἱ ἰχθεῖς θὰ μᾶς φάγωσιν… Ναί, ἂς μὴ γίνω χλεύασμα τῶν ζώντων. Δὲν θὰ ἀνεχθῶ ὥστε εἰς τᾶς ὁδοὺς τῆς Ὀδησσοῦ, τῆς Κερκύρας καὶ τῆς Ἀγκῶνος διερχόμενον ἐν μέσῳ τῶν ἀγυιῶν νὰ μὲ δακτυλοδείκτωσι λέγοντες: “Ἰδοὺ ἔρχεται ὁ φονεὺς Πατριάρχης”. Ἂν τὸ Ἔθνος μου σωθῆ καὶ θριαμβεύση, τότε πέποιθα θὰ μοῦ ἀποδώση θυμίαμα ἐπαίνου καὶ τιμῶν, διότι ἐξεπλήρωσα τὸ χρέος μου… Ὑπάγω ὅπου μὲ καλεῖ ὁ νοῦς μου, ὁ μέγας κλῆρος τοῦ Ἔθνους καὶ ὁ Πατὴρ ὁ οὐράνιος, ὁ μάρτυς τῶν ἀνθρωπίνων πράξεων».

«Ο Πατριάρχης Γρηγορίος Ε΄συρόμενος στην αγχόνη»,
Λεπτομέρεια από τον πίνακα του Νικηφόρου Λύτρα
Ο Γρηγόριος ο Ε', ο φλογερός αυτός Ιεράρχης, ακολούθησε τον δρόμο του, σάρκωσε ολόκληρο το υπόδουλο Γένος, επωμίσθηκε το σταυρό του, ανέβηκε το Γολγοθά του, δέχθηκε ραπίσματα, χλευασμούς, εμπτυσμούς και τέλος τον θάνατο με απαγχονισμό, μπροστά στο Πατριαρχείο, την ημέρα του Πάσχα του 1821, οι Τούρκοι κρέμασαν τον Πατριάρχη.

Στο έγγραφο της καταδίκης του (τουρκιστί «γιαφτάς»), αναφέρεται η αιτία του απαγχονισμού του: «.…Ἀλλ’ ὁ ἄπιστος πατριάρχης τῶν Ἑλλήνων… ἐξ αἰτίας τῆς διαφθορᾶς τῆς καρδίας του, ὄχι μόνον δὲν εἰδοποίησεν οὐδ’ ἐπαίδευσε τοὺς ἀπατηθέντας, ἀλλὰ καθ’ ὅλα τὰ φαινόμενα ἦτο καὶ αὐτός, ὡς ἀρχηγός, μυστικὸς συμμέτοχος τῆς Ἐπαναστάσεως… ἀντὶ νὰ δαμάσῃ τοὺς ἀποστάτας καὶ δώση πρῶτος τὸ παράδειγμα τῆς εἰς τὰ καθήκοντα ἐπιστροφῆς τῶν, ὁ ἄπιστος οὗτος ἔγινεν ὁ πρωταίτιος ὅλων τῶν ἀνεφυεισῶν ταραχῶν. Εἴμεθα πληροφορημένοι ὅτι ἐγεννήθη ἐν Πελοποννήσῳ καὶ ὅτι εἶναι συνένοχος ὅλως τῶν ἀταξιῶν, ὄσας οἱ ἀποπλανηθέντες ραγιάδες ἔπραξαν κατὰ τὴν ἐπαρχίαν Καλαβρύτων…Ἐπειδὴ πανταχόθεν ἐβεβαιώθημεν περὶ τῆς προδοσίας του ὄχι μόνος εἰς βλάβην τῆς ὑψηλῆς Πύλης, ἀλλὰ καὶ εἰς ὄλεθρον αὐτοῦ τοῦ ἔθνους του, ἀνάγκη ἦτο νὰ λείψη ὁ ἄνθρωπος οὗτος ἀπὸ τοῦ προσώπου τῆς γῆς καὶ διὰ τοῦτο ἐκρεμάσθη πρὸς σωφρονισμὸ τῶν ἄλλων».


Απόσπασμα από τον γιαφτά της καταδίκης του Αγίου Γρηγορίου Ε'

Το σώμα του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γρηγορίου Ε΄
ρίπτεται στο Κεράτιο κόλπο. Ελαιογραφία σε μουσαμά,
αγνώστου, αντίγραφο από την πρωτότυπη σύνθεση
του γερμανού ζωγράφου Peter von Hess.
Το 1871 η Εκκλησία της Ελλάδος θέλησε να μετακομίσει το λείψανό του από την Οδησσό στην απελεύθερη Αθήνα και για τον σκοπό αυτό συστάθηκε Επιτροπή, στην οποία συμμετείχαν ο Αρχιεπίσκοπος Ζακύνθου Νικόλαος Β' ο Κατραμής και ο Αρχιμανδρίτης Αβέρκιος Λ. Λαμπίρης, Α' γραμματεύς της Ιεράς Συνόδου. 

Στην Οδησσό απεδόθησαν από τα μέλη της Επιτροπής και τους εκεί ομόδοξους τιμές Αγίου στο ιερό λείψανο του Αγίου Γρηγορίου το οποίο έφθασε στην Αθήνα στις 25 Απριλίου του 1871, με το ατμόπλοιο «Βυζάντιο» και οι Αθηναίοι του επιφύλαξαν πάνδημη υποδοχή και εναποτέθηκε στον Καθεδρικό Ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, όπου φυλάσσεται μέχρι σήμερα σε περίβλεπτη λάρνακα. 

Η εφημερίδα ΑΙΩΝ περιγράφει με πολλές λεπτομέρειες την λαμπρή υποδοχή στο φύλλο της 27ης Απριλίου 1871 και ξεκινά την περιγραφή: «Η ημέρα της προχθές Κυριακής 25 Απριλίου, θα μνημονεύεται, εν τοις χρονικοίς της πόλεως Αθηνών, επί μακρούς χρόνους, ως μια των ωραιοτάτων και γραφικοτάτων αυτής. Την ημέραν αυτήν η πρωτεύουσα του ελληνικού Βασιλείου ετέλεσε διπλήν τελετήν, επανηγύρισε την πεντηκονταετηρίδα από της εθνικής εγέρσεως, υπεδέχθη δε όπως, εν μέσω τόσων άλλων κειμηλίων της δόξης του παρελθόντος και της καθ΄ημάς εποχής, φυλάξη πολύτιμον του Ελληνισμού κειμήλιον, το λείψανον του υπέρ της ελληνικής ελευθερίας μαρτυρήσαντος Πατριάρχου Γρηγορίου του Ε’». 

Στις 10 Απριλίου του 1921 ανακηρύχθηκε Άγιος από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος και η μνήμη του τιμάται στις 10 Απριλίου.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου