H
Mονή Kοιμήσεως της Θεοτόκου βρίσκεται
σε απόσταση πέντε χιλιομέτρων από το
xωριό
Πολιχνίτο σε αγρόκτημα που ανήκει στη
Mητρόπολη Mυτιλήνης.
Απομεινάρι από το Καθολικό του μοναστηριού στην θέση "Παλιομονάστερα". πηγή |
Υπάρχουν
δυο εκδοχές όσον αφορά τη σύσταση και
λειτουργία της Μονής. Σύμφωνα με τη μια
η Μονή υπήρχε, ως αστικό μοναστήρι μέσα
ή κοντά στο χωριό. Σύμφωνα με τη δεύτερη
εκδοχή, η Μονή ιδρύθηκε από εναπομείναντες
μοναχούς ενός άλλου μοναστηριού σε
γειτονική περιοχή, με το όνομα
«Παλιομονάστηρα» ερείπια του οποίου υπάρχουν σήμερα, οι οποίοι ύστερα από επιδρομή που
δέχτηκαν κατέφυγαν στον εγκαταλειμμένο
ενοριακό ναό της Παναγίας στο Δαμάντρι,
τον οποίο μετέτρεψαν σε καθολικό του
μοναστηριού που ίδρυσαν ή εγκαταστάθηκαν
στο ήδη υπάρχον μοναστήρι.
Η είσοδος της μονής, κάτω απο το Ηγουμενείο πηγή |
Η ύπαρξη του Μοναστηριού, ενισχύεται και από οθωμανικά φορολογικά κατάστιχα, τα
οποία ήλθαν στο φως της δημοσιότητας
πρόσφατα και σύμφωνα με τα οποία το 1548
το μοναστήρι υπήρχε ήδη και απέδιδε μάλιστα και φόρους, ενώ γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη
και αυτό αποδεικνύεται από τη μεγάλη
(560 περίπου στρεμμάτων) γεωργική περιουσία
που απόκτησε και που σήμερα ανήκει στη
Μητρόπολη Μυτιλήνης.
Η
είσοδος της μονής βρίσκεται κάτω από
το ηγουμενείο και μπαίνοντας, αριστερά και
δεξιά υπάρχουν πέτρινα
πεζούλια, καλυμμένα με ξύλο για να
ξεκουραστεί ο πεζός περιπατητής που
φτάνει μέχρις εκεί. Τριγύρω αντικείμενα
και φωτογραφίες μιας άλλης εποχής και
η είσοδος του μικρού μουσείου που
περιλαμβάνει κομμάτια λεσβιακών
πετρωμάτων, αρχιτεκτονικά μέλη παλιότερων
κτισμάτων, αντικείμενα καθημερινής
χρήσης, άμφια και άλλα σχετικά με τη
λατρευτική ζωή αντικείμενα, και ενθυμήματα
της επίσκεψης για τους προσκυνητές.
Το αγίασμα στην είσοδο του καθολικού πηγήr |
Το
καθολικό της Μονής είναι αφιερωμένο
στη Κοίμηση της Παναγίας, έχει ρυθμό
μονόκλιτης βασιλικής και διαστάσεις 8
Χ 4.5 μέτρα ενώ υπάρχει επιπλέον και πρόναος
(νάρθηκας) κλειστός με βάθος 2.10 μέτρα.
Η είσοδος γίνεται με αμφίπλευρη σκάλα, η στέγη είναι δίρριχτη κεραμοσκεπή και εσωτερικά η οροφή είναι ελαφρά θολωτή με την τεχνική του «μπαγδατί» ενώ είναι πιθανό η στέγη να καταστράφηκε και να ανακατασκευάστηκε και για το λόγο αυτό δεν έχει τοιχογραφίες σε αντίθεση με όλους τους τοίχους.
Το δάπεδο είναι
καλυμμένο από παλιές ασύμμετρες πλάκες,
μερικές απο τις οποίες έχουν ανάγλυφα
σχήματα λαϊκής τέχνης και ο φωτισμός του Ναού γίνεται από δυο
πλευρικά παράθυρα.
Εξωτερικά διακρίνεται εντοιχισμένος τεράστιος ογκόλιθος, απόδειξη ότι ο Ναός είχε στηθεί πάνω στους βράχους, οποίοι αποτέλεσαν και τμήμα του οικοδομήματος.
Η είσοδος γίνεται με αμφίπλευρη σκάλα, η στέγη είναι δίρριχτη κεραμοσκεπή και εσωτερικά η οροφή είναι ελαφρά θολωτή με την τεχνική του «μπαγδατί» ενώ είναι πιθανό η στέγη να καταστράφηκε και να ανακατασκευάστηκε και για το λόγο αυτό δεν έχει τοιχογραφίες σε αντίθεση με όλους τους τοίχους.
Το δάπεδο του Καθολικού είναι καλυμμένο από παλιές ασύμμετρες πλάκες, μερικές απ’ τις οποίες έχουν ανάγλυφα σχήματα λαϊκής τέχνης. πηγή |
Εξωτερικά διακρίνεται εντοιχισμένος τεράστιος ογκόλιθος, απόδειξη ότι ο Ναός είχε στηθεί πάνω στους βράχους, οποίοι αποτέλεσαν και τμήμα του οικοδομήματος.
Το ιερό του Καθολικού έχει δύο εισόδους, την Ωραία Πύλη αλλά και την βόρεια.
Ξεχωρίζει από τον κυρίως Ναό με ένα εξαιρετικό ξυλόγλυπτο τέμπλο που εκτιμάται ότι είναι συναρμολογημένο από διάφορα τμήματα τέμπλων άλλων ναών της περιοχής και Τμήματα του (τα λυπηρά) έχουν μεταφερθεί στο Εκκλησιαστικό Μουσείο της Μητρόπολης Μυτιλήνης.
Γενική άποψη του τέμπλου που εκτιμάται ότι είναι συναρμολογημένο από διάφορα τμήματα τέμπλων άλλων ναών της περιοχής πηγή |
Στη συνέχεια, το αγίασμα, διαχέονταν κάτω από το δάπεδο του Ναού, με αποτέλεσμα να υπάρχει πολύ μεγάλη υγρασία η οποία δημιουργούσε σημαντικά προβλήματα και στο ξυλόγλυπτο τέμπλο αλλά προπαντός και στις τοιχογραφίες.
Έτσι ανακατασκευάστηκε με τα ίδια υλικά το δάπεδο και απομακρύνθηκε η υγρασία ενώ κάτω από την επίβλεψη του Υπουργείου Πολιτισμού στερεώθηκαν οι τοιχογραφίες, ανακατασκευάστηκαν τα επιχρίσματα (οι σοβάδες) με την χρήση παραδοσιακών υλικών αλλά και τεχνολογίας καθώς και απεντομώθηκε το τέμπλο και επίσης στη συνέχεια συντηρήθηκε αλλά και αποχρωματίστηκε.
Λεπτομέρεια του τέμπλου πηγή |
Λεπτομέρεια της Ωραίας Πύλης πηγή |
Tα Λυπηρά του Τέμπλου με διαστάσεις 2 Χ 0.46 μέτρα του 18ου αιώνα. Μεταφέρθηκαν στο Εκκλησιαστικό Μουσείο της Μητρόπολης Μυτιλήνης πηγή |
Η Κόγχη της Πρόθεσης πηγή |
Έγινε ανακατασκευή ή αρμολόγηση σε μεγάλο μέρος των πέτρινων αναβαθμίδων μέσα και έξω από τη Μονή και των κτηρίων και δημιουργήθηκε ευρύχωρος χώρος στάθμευσης αυτοκινήτων και στρώθηκε με τσιμέντο η παράκαμψη απο τον επαρχιακό δρόμο μέχρι το μοναστήρι.
Οι
τοιχογραφίες του Δαμανδρίου ανακαλύφθηκαν
μετά το 1932, είναι από τις σημαντικότερες
του νησιού και χρονολογούνται απο τον 16ο
περίπου αιώνα με μερικές να έχουν μάλλον
επιζωγραφιστεί κατά τον 18ο αιώνα από
ένα Χιώτη την καταγωγή ζωγράφο, ο οποίος
υπογράφει «1733 Μιχαήλ Χωματζάς εν Χίω
τάχα και ζωγράφος».
Για την αξιολόγησή τους αναφέρουμε τη γνώμη του Λέσβιου την καταγωγή καθηγητή του Πανεπιστήμιου της Θεσσαλονίκης, Γεωργίου Γούναρη, ο οποίος για όλες τις τοιχογραφίες του νησιού του 16ου αιώνα έχει την άποψη ότι είναι έργο καλλιτεχνών που προσκλήθηκαν στο νησί και «οι περισσότερες έχουν φιλοτεχνηθεί από έμπειρους αλλά ασφαλώς όχι πολύ μεγάλης αξίας αγιογράφους, οι οποίοι εργάζονταν με την κρητική τεχνοτροπία της διασποράς».
Οι αγιογράφοι
προέρχονταν από τη Βόρειο Ελλάδα και
πιθανότατα από το Άγιο Όρος και χαρακτηρίζονται οι τοιχογραφίες του Δαμανδρίου,
από διάφορους μελετητές ως οι πλέον
αξιόλογες της Λέσβου.
Υπάρχουν μεγάλες φθορές εξαιτίας της υγρασίας όμως φθορές είχαν προκαλέσει και ανθρώπινα χέρια (αλλόθρησκων Τούρκων) οι οποίοι έβγαλαν τα μάτια μερικών αγίων (ιδιαίτερα των στρατιωτικών) και προξένησαν χτυπήματα με οξύ αντικείμενο. Αυτές οι ανθρώπινες πληγές είχαν ως αποτέλεσμα να τις ασβεστώσουν οι χριστιανοί για να τις προστατεύσουν και να αποκαλυφθούν από έρευνες του Μητροπολίτη Μυτιλήνης.
Για την αξιολόγησή τους αναφέρουμε τη γνώμη του Λέσβιου την καταγωγή καθηγητή του Πανεπιστήμιου της Θεσσαλονίκης, Γεωργίου Γούναρη, ο οποίος για όλες τις τοιχογραφίες του νησιού του 16ου αιώνα έχει την άποψη ότι είναι έργο καλλιτεχνών που προσκλήθηκαν στο νησί και «οι περισσότερες έχουν φιλοτεχνηθεί από έμπειρους αλλά ασφαλώς όχι πολύ μεγάλης αξίας αγιογράφους, οι οποίοι εργάζονταν με την κρητική τεχνοτροπία της διασποράς».
Το βορειοδυτικό τμήμα των τοιχογραφιών πηγή |
Άποψη των τοιχογραφιών του Ναού πηγή |
Άποψη των τοιχογραφιών του Ναού πηγή |
Ο Άγιος Αρσένιος. πηγή |
Υπάρχουν μεγάλες φθορές εξαιτίας της υγρασίας όμως φθορές είχαν προκαλέσει και ανθρώπινα χέρια (αλλόθρησκων Τούρκων) οι οποίοι έβγαλαν τα μάτια μερικών αγίων (ιδιαίτερα των στρατιωτικών) και προξένησαν χτυπήματα με οξύ αντικείμενο. Αυτές οι ανθρώπινες πληγές είχαν ως αποτέλεσμα να τις ασβεστώσουν οι χριστιανοί για να τις προστατεύσουν και να αποκαλυφθούν από έρευνες του Μητροπολίτη Μυτιλήνης.
Στο
νάρθηκα υπάρχει μια μοναδική τοιχογραφία,
στη νότια πλευρά του, που παριστάνει
τον Άγιο Γεώργιο στο άλογό του με το
προσωνύμιο «ο ταχύς» ενώ πρόσφατες έρευνες,
του 2008, κατά τη διαδικασία στερέωσης των
υπόλοιπων αγιογραφιών απέδειξαν ότι
δεν υπάρχουν στον νάρθηκα άλλες
τοιχογραφίες, όπως νομίζονταν αρχικά.
Η
παρουσία του Αγίου Γεωργίου και μόνο
στο νάρθηκα ενισχύει την άποψη ότι στο
μοναστήρι κατέφυγαν οι μοναχοί από το
γειτονικό μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου
στα «Παλιομονάστηρα», μετά την καταστροφή
του.
Στο νάρθηκα υπάρχει μια μοναδική τοιχογραφία του Άγιου Γεώργιου στο άλογό του με το προσωνύμιο «ο ταχύς» πηγή |
Στο ιερό κυριαρχεί η «Πλατυτέρα» με εμφανής τις πολύ μεγάλες φθορές πηγή |
Στο δεξιό τοίχο (νότιο) δεσπόζει μια πολυπρόσωπη σύνθεση της γέννησης του Χριστού, στην άλλη κόγχη (νιπτήρας) στη βόρεια πλευρά του ιερού υπάρχει η μορφή του Αγίου Στέφανου.
Στον κυρίως ναό και στη δεξιά (νότια) πλευρά υπάρχουν αρκετές τοιχογραφίες, άλλες ολόκληρες και άλλων μεγάλα τμήματα ενώ ξεχωρίζουν του Μυστικού δείπνου και του νιπτήρα κοντά στο τέμπλο, προς την άλλη άκρη η προσευχή στη Γεσθημανή, η άρνηση του Πέτρου, το ανέβασμα στο Σταυρό και χαμηλότερα των Αγίων Θεοδώρων Τήρωνος και Στρατηλάτου και των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου.
Άποψη των τοιχογραφιών του Ναού πηγή
|
τοιχογραφία του Ναού, Οι Απόστολοι Πέτρος και Παύλος πηγή |
Διακρίνονται τμήματα από αρκετές τοιχογραφίες και σχεδόν ολόκληρες η γέννηση και τα εισόδια της Θεοτόκου, ο εμπαιγμός και οι άγιοι Αρσένιος, Σάββας και Ευθύμιος.
Στη δυτική πλευρά, όπου είναι και η είσοδος του ναού, διασώζονται και οι περισσότερες τοιχογραφίες.
Δεξιά της εισόδου, καθώς μπαίνεις, είναι ο Αρχάγγελος Μιχαήλ και δίπλα του ο άγιος Μερκούριος και στο χώρο πάνω από την είσοδο υπάρχει η κοίμηση της Θεοτόκου και πιο πάνω η Σταύρωση και τριγύρω εικόνες από την προδοσία, το ανέβασμα στο Σταυρό, το διαμερισμό των ιματίων και την αποκαθήλωση ενώ επίσης υπάρχει και το μοναδικό πρόσωπο της παλαιάς Διαθήκης, ο Μωυσής.
Η Κοίμηση της Θεοτόκου, πάνω από την είσοδο. πηγή |
Επίσης ο Αρχάγγελος που κόβει τα χέρια του ασεβή Ιεφώνιου, που προσπάθησε να ανατρέψει την επιθανάτια κλίνη, ο αρχιδιάκονος Στέφανος, τέσσερις γυναίκες και οι άγιοι Δαμασκηνός και Κοσμάς με ειλητάρια στα οποία αναγράφονται αποσπάσματα σχετικών ωδών.
Οι τοιχογραφίες χρειάζεται και πρόκειται σύντομα να υποστούν «αναγέννηση» από κλιμάκιο του Υπουργείου Πολιτισμού.
Η εικόνα του Χριστού, του 1775 πηγή |
Η
Εικόνα της Παναγίας είναι αντίγραφο
της παλιάς εικόνας, η οποία φυλάσσεται
στο Εκκλησιαστικό Μουσείο Μυτιλήνης, αντίγραφο που φιλοτεχνήθηκε σε μνημόσυνο
του Πολιχνιάτη μοναχού Πορφύριου, το
1969 και το πρωτότυπο παριστάνει την Παναγία,
ως Οδηγήτρια με το Χριστό στην αριστερή
αγκάλη της και χρονολογείται στο τέλος
του 17ου αιώνα.
Η
Εικόνα του Χριστού που βρίσκεται στο
τέμπλο δεν είναι ούτε αυτή η αρχική
εικόνα αλλά πρόκειται για μια
παλιά εικόνα (1775) του Παντοκράτορα. Η αρχική εικόνα του Χριστού
μεταφέρθηκε όταν το μοναστήρι
ήταν κλειστό, από τον Μητροπολίτη Ιάκωβο
Νικολάου, στο Ναό της Κοίμησης της
Παναγίας στην Αγιάσο - επειδή η εκεί
εικόνα είχε καταστραφεί από πυρκαγιά -
όπου και φιλοξενείται στο τέμπλο ενώ η εικόνα του Τιμίου Προδρόμου είναι
έργο των αρχών του 18ου αιώνα και εικονίζει
τον Πρόδρομο με φτερά αγγέλου και
ειλητάριο στο αριστερό χέρι και πρόκειται
για την κανονική εικόνα του Μοναστηριού.
Η προθήκη με τις λειψανοθήκες πηγή |
Στον
νάρθηκα σε ειδική ξύλινη
προθήκη υπάρχουν τρεις λειψανοθήκες και η μεγαλύτερη, περιέχει λείψανα των αγίων Χαραλάμπους
και Βαρβάρας.
Είναι καλυμμένη από αργυρή
πλάκα με παραστάσεις και στο μέσον φέρει
αργυρόδετο Σταυρό από συντέφι και είναι αρκετά παλιά
διότι αναφέρεται σε όλα τα πρωτόκολλα
παράδοσης και παραλαβής που είναι
καταχωρημένα στο σχετικό κώδικα.
Εκτός
αυτής υπάρχουν και δυο μικρότερες
λειψανοθήκες που προσφέρθηκαν από τον
Ηγούμενο της Μονής πατέρα Μιχαήλ.
Η μία
περιέχει λείψανα του Αγίου Μεθοδίου
και των πέντε Παρθένων της Κρήτης και η άλλη
των αγίων Παχωμίου του Ρώσου, Χαραλάμπους
και Θεωνά, αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης
και καταγόμενου απο την Κουρνέλα της
περιοχής Πλωμαρίου.
Το μουσείο πετρωμάτων της Μονής πηγή |
Πρόσφατα η μονή ανασυστάθηκε και πάλι, συνεχίζει να ανακαινίζεται και λειτουργεί ως ανδρική με τρεις μοναχούς.
Η
πρόσβαση σήμερα στο μοναστήρι είναι
πολύ εύκολη αφού η τσιμεντοστρωμένη παράκαμψη,
μήκους 1,5 χιλιόμετρου, απο το δημόσιο
δρόμο Μυτιλήνης – Πολιχνίτου οδηγεί
σε ένα ευρύχωρο χώρο στάθμευσης, ο οποίος
διαρκώς επεκτείνεται, την παράκαμψη για το μοναστήρι
θα τη συναντήσουμε σε απόσταση 2,5 περίπου
χιλιομέτρων μετά τα Βασιλικά.
Ο περιβάλλον χώρος της Μονής πηγή |
Τέλος απ’ την περιοχή του Πλωμαρίου ακολουθείται η διαδρομή Σελάδι, Ακράσι, Αμπελικό, Μεγάλη Λίμνη, Βασιλικά.
Όλες οι διαδρομές είναι βέβαια ασφαλτοστρωμένες και προπαντός κατάφυτες από πεύκα και ελιές άλλοτε κοντά στη θάλασσα και άλλοτε σε υψώματα με υπέροχη θέα.
Το
Μοναστήρι γιορτάζει δυο φορές το χρόνο: Στις
23 Αυγούστου,
εορτή Απόδοσης της Κοίμησης της Θεοτόκου
(Εννιάμερα της Παναγίας) και στις
6 Αυγούστου,
της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, σε ένα πανηγύρι
κατά παράδοση δεκαετιών.
Τηλέφωνο επικοινωνίας: 22520 – 41319
Διεύθυνση: Ιερά Μονή Δαμανδρίου, Πολιχνίτος, Λέσβου, Τ.Κ. 813 00, email: i.m.damandri@gmail.com