Πέμπτη 28 Μαρτίου 2019

Η ΤΙΜΙΑ ΚΑΡΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΔΑΥΙΔ ΤΟΥ ΕΝ ΕΥΒΟΙΑΣ.


Φυλάσσεται στην ομώνυμη Ιερά Μονή του Οσίου Γέροντος Δαυίδ, στις Ροβιές της Εύβοιας.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Στην Ορθόδοξη Εκκλησία αποδίδουμε στα Αγία λείψανα τιμή και ευλαβική προσκύνηση, η όποια όμως δεν αποτελεί λατρευτική προσκύνηση η λατρεία. Τούτο γιατί κανείς ποτέ ορθόδοξος χριστιανός δεν ταύτισε στη σκέψη του τα τίμια λείψανα με «θεούς». Μακαριστός π. ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΑΛΕΒΙΖΟΠΟΥΛΟΣ (ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΩΝ ΟΜΑΔΩΝ).

Η Εικόνα του Οσίου Δαυίδ στην ομώνυμη Μονή στην Εύβοια
Ο Όσιος Δαυίδ γεννήθηκε στη Γαρδενίτσα του Νομού Φθιώτιδας, πιθανότατα το τελευταίο τέταρτο του 15ου αιώνα.

Περί το 1490 συμπεραίνει ο Χ. Γ. Πετρινέλης, άλλοι συγγραφείς περί το 1485, ενώ ο Μητροπολίτης Γόρτυνας και Μεγαλουπόλεως, κ. Θεόφιλος Καναβός, περί το 1519, και έζησε περίπου ως το πρώτο μισό του 16ου αιώνα. 

Τον πατέρα του έλεγαν Χριστόδουλο και ήταν ιερέας, τη δε μητέρα του Θεοδώρα ενώ είχε άλλον έναν αδελφό και δύο αδελφές. 

Διετέλεσε ηγούμενος της Ιεράς Μονής Παναγίας Βαρνάκοβας, το χρονικό διάστημα από το 1520 έως το 1532, και κατόπιν μετέβη στη Βόρεια Εύβοια, στις Ροβιές του σημερινού Δήμου Ελυμνίων και εκεί ίδρυσε μοναστήρι, το οποίο απέκτησε φήμη και φέρει το όνομά του. 

Υπήρξε ένας από τους φωτισμένους διδάσκαλους του Γένους, προσφέροντας πολλά στην παιδεία των υποδουλωμένων Ελλήνων, αλλά και Άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας, στον οποίο αποδίδεται πλήθος θαυμάτων ενώ αναφέρεται δέ ότι στην ηλικία μόλις των τριών ετών είδε σε όραμα τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο, ο οποίος τον παρότρυνε να τον ακολουθήσει. 

Η Μονή του Οσίου Γέροντος Δαυίδ
πηγή: 
wikimapia.org
Σε ηλικία δεκαπέντε ετών έφυγε από την πατρίδα του για να υπηρετήσει σε μοναστήρι στη Μαγνησία, μαζί με τον ιερομόναχο Ακάκιο, όπου παρέμεινε για πέντε χρόνια. 

Στη συνέχεια, οι Δαυίδ και Ακάκιος εγκατέλειψαν το συγκεκριμένο μοναστήρι για να μεταβούν στο μοναστήρι του Κομνηνείου, στην περιοχή της Όσσας, όπου ο Όσιος δέχτηκε το αξίωμα της διακονίας.

Όχι πολύ καιρό μετά, ο Ακάκιος και ο Όσιος επισκέφτηκαν το Άγιο Όρος, τη Λαύρα του Οσίου Αθανασίου του Αθωνίτου, προκειμένου να προσκυνήσουν τα ιερά κοινόβια. Κατόπιν, ο Όσιος Δαβίδ ακολούθησε τον Ακάκιο, ο οποίος είχε χειροτονηθεί Αρχιερέας της «Αγιοτάτης Μητροπόλεως Ναυπάκτου και Άρτης», στην επισκοπή του, όπου σύντομα τον χειροτόνησε Ιερέα και Λειτουργό των Αγίων του Θεού Μυστηρίων.

Οι άγιοι Δαβίδ και Παχώμιος
Εικόνα του 16ου - 17ου αιώνα
Mονή Διονυσίου, Άγιον Όρος
πηγή: 
wikimapia.org
Μετά τη θητεία του ως ηγούμενου στη Μονή Παναγίας Βαρνάκοβας, μετέβη στο όρος Στείρι, ανάμεσα στον Ελικώνα και τον Παρνασσό, όπου ίδρυσε ένα νέο, μικρό μοναστήρι. 

Κάποια στιγμή, κατηγορήθηκε ότι αποτέλεσε την αιτία φυγής μερικών σκλάβων κάποιου Αγαρηνού άρχοντα της Λιβαδειάς, και για τον λόγο αυτό συνελήφθη, βασανίστηκε και φυλακίστηκε. 

Όταν ελευθερώθηκε δεν επέστρεψε στο Στείρι αλλά, στην αναζήτησή του για έναν τόπο άσκησης, βρέθηκε στην Εύβοια και εγκαταστάθηκε εκεί που σήμερα βρίσκεται το προς τιμήν του αφιερωμένο μοναστήρι, όπου, τότε, υπήρχε ένα ερειπωμένο εκκλησάκι της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Χριστού, πάνω από τις Ροβιές Ευβοίας.

Καθώς η φήμη του Οσίου εξαπλώνονταν, όλο και περισσότεροι Χριστιανοί προσέτρεχαν κοντά του για να τον επισκεφτούν και να τον γνωρίσουν, με συνέπεια να προκύψει έντονη η ανάγκη να κτισθεί στον τόπο εκείνο ένα μοναστήρι. 

Ως εκ τούτου, ο Όσιος έφυγε προσωρινά από το μέρος, προκειμένου να διενεργήσει εράνους μεταξύ των διαφόρων χριστιανικών κοινοτήτων (έφτασε μέχρι τη Ρωσία) ώστε να καταφέρει να συγκεντρώσει τα απαραίτητα χρήματα για την ανέγερση του μοναστηριού. Κάτι που τελικά κατάφερε λίγα χρόνια αργότερα, με το νεοαναγερθέν μοναστήρι να αφιερώνεται στη δόξα της Μεταμορφώσεως του Δέσποτα Χριστού. 

Ο Όσιος παρέμεινε εκεί μέχρι την κοίμησή του, σε προχωρημένη ηλικία, το 1589 ή το 1601, την βιογραφία του συνέγραψε ο μαθητής του, Χριστόφορος μοναχός και την Ακολουθία του ο επίσκοπος Ταλαντίου Νεόφυτος από την Αθήνα.

Η μνήμη του Οσίου Δαυίδ τιμάται κάθε χρόνο την 1η Νοεμβρίου.


Η ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΗ ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΠΑΝΤΟΒΑΣΙΛΙΣΣΑΣ.

πηγή

Φυλάσσεται στον ομώνυμο Ιερό Ναό της Παναγίας Παντοβασίλισσας, στη Ραφήνα. 




Λεπτομέρεια της Εικόνας
πηγή
Eίναι το ιερότερο και πολυτιμότερο κειμήλιο των προσφύγων από την Τρίγλια της Βιθυνίας.
Είναι έργο των πρώτων μεταβυζαντινών χρόνων (14ος - 15ος αιώνας) και αρχικά φυλασσόταν στην Σταυροπηγιακή Μονή της Παναγίας Παντοβασίλισσας στην Τρίγλια της Βιθυνίας και μετέπειτα στον Ενοριακό Ναό της Παναγίας της Παντοβασίλισσας στη Τρίγλια Βιθυνίας.
Η Τρίγλια, το αρχαίο Βρύλλειον, σημερινό Zeytinbağı, και πριν από τον ξεριζωμό και την Ανταλλαγή φιλοξενούσε αμιγώς μία ελληνική κοινότητα περίπου 6.000 ανθρώπων που όλοι τους πήραν το δρόμο της προσφυγιάς.
Κατά την εκκένωση της Τρίγλιας, με την προσωπική φροντίδα του εφοπλιστή Φίλιππου Καβουνίδη η εικόνα διασώθηκε και μαζί με την επίσης μοναδική εικόνα της Αγίας Επισκέψεως και άλλα κειμήλια μεταφέρθηκαν στο Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών.
Ο Ναός της Παντοβασίλισσας σώζεται ακόμη στην Τρίγλια
πηγή
Ο Ναός της Παντοβασίλισσας σώζεται ακόμη στην Τρίγλια
πηγή
Ο Ναός της Παντοβασίλισσας σώζεται ακόμη στην Τρίγλια
πηγή

Ο σημερινός Ναός της Παντοβασίλισσας στην Ραφήνα
πηγή
Οι Τριγλιανοί πρόσφυγες, στον νέο τους τόπο, την Ραφήνα έχτισαν ένα νέο Ναό, πιστό αντίγραφο του πάλαι ποτέ ενοριακού Ναού της Παναγίας της Παντοβασίλισσας στην Τρίγλια της Βιθυνίας.

Ο Ναός είναι  Βυζαντινού ρυθμού, τρίκλιτη σταυροειδής βασιλική μετά τρούλου και κτίστηκε στην πενταετία 1945 - 1950 με κτήτορες τον Αρχιμανδρίτη Στέφανο Πέππα και επιτρόπους τους, Αλέκο και Ζαφείρη Μεχτάρη καθώς και τον Κύριλλο Παπαδόπουλο. 
Η πρώτη Θεία Λειτουργία έγινε την Κυριακή των Βαΐων του 1949 και τα εγκαίνια του Ναού στις 9 Σεπτεμβρίου του 1956 από τον μακαριστό Μητροπολίτη Αττικής και Μεγαρίδος κ.κ. Ιάκωβο Βαβανάτσο.
Η Εικόνα της Παναγίας Επίσκεψης.
Φυλάσσεται στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο 
Όμως αντιμετώπισαν το θέμα των εικόνων τους και μία επιτροπή πήγε στο Βυζαντινό Μουσείο με σκοπό να ζητήσει τα κειμήλια. 
Το μουσείο ήταν ανένδοτο να δώσει την «Αγία Επίσκεψη», μία περίτεχνη ψηφιδωτή εικόνα του 14ου αιώνα, λόγω της μεγάλης ιστορικής και καλλιτεχνικής της αξίας.
Τελικά, μετά από πολύ κόπο κατόρθωσαν να τους δοθεί μόνο η εικόνα της Παντοβασίλισσας και μαζί με αυτήν, τους δόθηκαν πολλές παλιές άλλες εικόνες μικρασιατικές και ντόπιων μοναστηριών από τις αποθήκες του Μουσείου.
Από τότε μέχρι σήμερα η εικόνα της Παντοβασίλισσας αποτελεί για τους πρόσφυγες αλλά και όλους τους κατοίκους της Ραφήνας την «Εφέστια», προστάτιδα και θαυματουργό εικόνα τους.
Στην μπροστινή πλευρά η Παναγία που είναι Αριστεροκρατούσα, κρατά το Θείο Βρέφος στον τύπο της Οδηγήτριας και είναι ενδεδυμένη με ασημένιο σκαλιστό πουκάμισο.
Το 1992 κατά τη συντήρησή της από το Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών εμφανίστηκε στην πίσω πλευρά η εικόνα της Σταυρώσεως του Κυρίου μας από την οποία λείπει το πρόσωπο της Παναγίας, γεγονός που επιβεβαιώνει την πληροφορία ότι η εικόνα αυτή ήταν λιτανευτική. 

Το Ιερό Ευαγγέλιο που κρατούσε στα χέρια του ο εθνομάρτυρας
Άγιος Χρυσόστομος επίσκοπος Σμύρνης

πηγή

Στην πίσω πλευρά της εικόνας είναι η Σταύρωση του Κυρίου
πηγή
Σύμφωνα με  την παράδοση, την Εικόνα προσπάθησαν να την κόψουν (εξ ου και η απουσία του προσώπου της Παναγίας από την εικόνα της Σταυρώσεως), έτσι ώστε για να την προσαρμόσουν, να χωρέσει, στο τέμπλο της Παντοβασίλισσας στη Τρίγλια.

Επίσης στο Ναό, στην Ραφήνα, φυλάσσεται και το Ιερό Ευαγγέλιο που κρατούσε στα χέρια του ο εθνομάρτυρας Άγιος Χρυσόστομος επίσκοπος Σμύρνης που μαρτύρησε κατά τον διωγμό των προσφύγων και τιμάται σήμερα και ως δεύτερος προστάτης της ενορίας, κατά την Κυριακή προ της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού. 

Άλλες ιερές εικόνες όπως του Αγίου Ιερομάρτυρα Χαραλάμπους (ένθρονος, με παραστάσεις από το μαρτύριο του) βρίσκονται στο Ναό, όπως επίσης και ιερά λείψανα καθώς και ιερά σκεύη που μεταφέρθηκαν από τις αλησμόνητες πατρίδες.  

Ο Ιερός Καθεδρικός Ναός της Παναγίας της Παντοβασίλισσας βρίσκεται στο κέντρο της Ραφήνας, είναι αφιερωμένος στο Γενέσιον της Θεοτόκου και πανηγυρίζει στις 8 Σεπτεμβρίου.



Πέμπτη 21 Μαρτίου 2019

Η ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΗ ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΒΙΤΙΣΣΑΣ.


Φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Κοίμησης της Θεοτόκου Δήμιοβας, στην Μεσσηνία.


Κατά την παράδοση, η Εικόνα χτυπήθηκε με ξίφος από τον αδελφό του αυτοκράτορα Λέοντος του Ισαύρου και από την πληγή έτρεξε αίμα με το σημάδι από το χτύπημα και το ξεραμένο αίμα να φαίνονται ως και σήμερα.

Επί της βασιλείας του Όθωνα έγινε χημική ανάλυση του αίματος από τον καθηγητή Ιατρικής και ιδιαίτερο φαρμακοποιό του Όθωνα, Ξάβερ Λάνδερερ, και όντως βρέθηκε ότι ήτανε αίμα.

Η Εικόνα θεωρείται έργο της εποχής της Εικονομαχίας, έχει τον εικονογραφικό τύπο της Γλυκοφιλούσας και φέρει την ονομασία «Ελπίς των Χριστιανών»

Ο Καλοκύρης την κατατάσσει στον τύπο της «Ελεούσης» και θεωρεί ότι είναι έργο τέλη του 16ου ή αρχών του 17ου αιώνα.

Ο Ξενογιάννης αντίθετα την αποδίδει στον τύπο της «Γλυκοφιλούσας», και την θεωρεί έργο πολύ προγενέστερο του 16ου αιώνα, χωρίς όμως να υποβάλλει κάποιο ορισμένο χρόνο.

Κατά το 1834 η Αντιβασιλεία του Γεώργιου Λουδοβίκου Φόν Μάουρερ διέλυσε τη Μονή Δήμιοβας, αφαιρώντας όλα τα ιερά σκεύη, ιερά άμφια, αναθήματα και αφιερώματα.

Η Λιτανευτική Κάθοδος  της Εικόνας
Οι απεσταλμένοι υπάλληλοι του κράτους επιχείρησαν να αφαιρέσουν και τη θαυματουργή εικόνα της Θεοτόκου, αλλά οι κάτοικοι των Γιαννιτσάνικων (σημερινό Ελαιοχώρι) αγανάκτησαν, πήραν πίσω την εικόνα και την τοποθέτησαν ξανά στο ναό.

Το μοναστήρι γιορτάζει στις 15 Αυγούστου ενώ ιδιαιτερότητα έχει η λιτανευτική Κάθοδος της Εικόνας της Παναγίας Δημιοβίτισσας από το μοναστήρι της στον Ι. Ναό Γεννεσίου της Θεοτόκου Γιαννιτσανίκων (πρώην Κοινότητoς Φαρών).

Στις 3 Σεπτεμβρίου, κάθε χρόνο και στις 12 το μεσημέρι αρχίζει η καθοδική πορεία της εικόνας, που τη συνοδεύουν πολλοί χριστιανοί για να καταλήξει στις 5 το απόγευμα στον Ελαιώνα και να διανύσει απόσταση 13 χιλιομέτρων.

Στις 7 το απόγευμα γίνεται επίσημη υποδοχή από τον Μητροπολίτη Μεσσηνίας και στις αρχές του τόπου και μετά τη λιτάνευσή επί της οδού Λακωνικής εναποτίθεται στον Ιερό Ναό των Γιαννιτσανίκων, παραμένουσα για προσκύνημα μέχρι τις 13 Σεπτεμβρίου, οπότε μεταφέρεται πάλι λιτανευτικώς πρώτα στη Γιάννιτσα και την επομένη ημέρα, 14 Σεπτεμβρίου, στο μοναστήρι της.

Η πρώτη Κάθοδος της Εικόνας έγινε την άνοιξη του 1843 για να «λυτρωθεί» ο λαός του Θεού από τις μάστιγες των ασθενειών και των επιδημιών.

Διαβάστε απόσπασμα από την Έκδοση της Ιεράς Μονής, το 2012, η οποία έγινε με την επιμέλεια και μέριμνα του Αρχιμ. Νικολάου Οικονομίδη από τις εκτυπώσεις ΒΙΒΛΙΟΔΟΜΗ Α.Ε.:  

Πλησίον τοῦ χωρίου Γιάννιτσα (Ἐλαιοχώριον) ἐπὶ τοῦ ὄρους Ταΰγετος εὑρίσκεται ἡ Ἱερὰ Σταυροπηγιακὴ Μονὴ Δημιόβης.
Τὸ ὄνομα Δήμιοβα προέρχεται ἀπὸ τὸν σλαβικὸ τύπο Τίμνιοβα ἢ Τίμιοβα καὶ σημαίνει κροκοτόπι δηλαδὴ τόπο ὅπου φύεται τὸ φυτὸ κρόκος (ζαφορά).
Ἡ Μονὴ εἶναι ἀρρήκτως συνδεδεμένη μὲ τὴν ἐν αὐτῇ ὑπάρχουσα Ἱερὰ Εἰκόνα τῆς Παναγίας Βρεφοκρατούσας, ἡ ὁποία ἔχει τὴν ὀνομασία «Ἐλπὶς τῶν Χριστιανῶν» καὶ εἶναι θαυματουργός. Ἔχει εἰκονογραφηθεῖ πρὸ τῆς ἐποχῆς τῆς Εἰκονομαχίας, πρὶν δηλαδὴ ἀπὸ τοὺς χρόνους τῆς βασιλείας στὴν Ἑλληνορωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία, τοῦ Λέοντος Γ’ Ἰσαύρου 716-741. Ἁγιογραφήθηκε περίπου τὸ 700 μ.Χ. καὶ ἴσως πρὶν ἀπὸ αὐτό. Ἡ Εἰκόνα τῆς Παναγίας εἶναι ἡ ἀρχαιοτέρα θαυματουργὸς εἰκόνα τῆς Μεσσηνίας, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὶς ἀρχαιότερες ὅλης τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἡ παράδοση θέλει τὴν ἁγία εἰκόνα νὰ τὴν ἔχει ζωγραφίσει ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς.
Ἡ ἱστορικὴ διαδρομὴ τῆς χαριτοβρύτου εἰκόνας τῆς Δημιοβήτισσας καταγράφεται γιὰ πρώτη φορὰ τὸ 1864 στὸ ἔργο τοῦ ἀγωνιστοῦ Χριστόδουλου Καπετανάκη: «Περιγραφὴ τῆς Θεομητορικῆς ἁγίας Εἰκόνος τῆς Διμίνοβας».
Ὁ εἰκονομάχος αὐτοκράτορας Λέων Δ’ (775 μ.Χ.- 780) καταδιώκει μὲ ἰδιαίτερο φανατισμὸ τοὺς ὀρθοδόξους χριστιανοὺς ποὺ τιμοῦν τὶς εἰκόνες. Ἡ σύζυγος του ὅμως αὐτοκράτειρα Εἰρήνη ἦταν πιστὴ χριστιανὴ καὶ εὐλαβεῖτο πολὺτὶς ἅγιες εἰκόνες, μάλιστα ὡς αὐτοκράτειρα τὸ 787 ἀναστήλωσε τὶς ἱερὲς εἰκόνες. Ὁ Λέων πληροφορήθηκε ὅτι ἡ Εἰρήνη προσεύχεται ἐνώπιον μιᾶς εἰκόνος, καὶ θέλησε νὰ τὴν τιμωρήσει.
Ἡ εἰκόνα αὐτὴ ἦταν ἡ Παναγία ἡ Δημιοβήτισσα. Μὲ μεγάλο θυμὸ εἰσέρχεται στὸ δωμάτιο ὅπου ἦταν ἡ ἱερὰ εἰκὼν καὶ μὲ ἕνα τσεκούρι χτυπᾷ τὴν κεφαλὴ καὶ τὸ στῆθος τῆς Θεομητορικῆς Εἰκόνος:« Καὶ ἐν τῷ ἅμα ἔτρεξαν ἐκ τῆς κεφαλῆς καὶ τοῦ στήθους τῆς Ἱερᾶς Εἰκόνος καθαρὰ αἵματα, ὡς καὶ φαίνονται μέχρι σήμερον».
Ἡ Εἰρήνη γιὰ νὰ προφυλάξει ἀπὸ τὴν καταστροφὴ τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας τὴν ἔριξε ἀπὸ τὸ παλάτι στὰ νερὰ τοῦ Βοσπόρου.
Μὲ θαυμαστὸ τρόπο ἡ Εἰκόνα διέπλευσε τὸ Αἰγαῖο Πέλαγος καὶ κατέληξε: «εἰς τόπον εὔκρατον καλούμενον Διμίνοβας… Ἠτον δὲ τόπος ὅλος ἄγριος καὶ δάσος πυκνὸν καὶ δένδρα μεγάλα, ὁπού καὶ τὴν σήμερον σῴζονται ἀπ’ αὐτά. Καὶ ἐκεῖ, εἰς ἕνα ἀπότομον κρημνόν, εἰς ἕνα κισσόν, ἠθέλησε νὰ σταθῇ. Ἡ Εἰκὼν αὕτη ἐφανερώθη, ὡς λευκοφόρος γυνή, εἰς μίαν τζοπανοπούλαν ὀνομαζομένην Εὐγενικούλαν, Γιαννιτζάν».
Τὰ θαυμαστὰ σημεῖα τῆς Παναγίας ἔγιναν σύντομα γνωστὰ στοὺς εὐσεβεῖς πιστούς της Μεσσηνίας καὶ τῆς Λακωνίας, οἱ ὁποῖοι ἀφιέρωσαν πολλὰ χρήματα καὶ ἂλλα πράγματα καὶ ζῶα στὴν Μονὴ μὲ ἀποτέλεσμα νὰ οἰκοδομηθεῖ περικαλλὴς Ναός, ἀρκετὰ κελλιὰ καὶ ἀρχονταρίκι γιὰ τὴν φιλοξενία τῶν προσκυνητῶν.
Ἡ διήγηση αὐτὴ ὑπάρχει ἀκόμη καὶ σήμερα στὶς καρδιὲς καὶ τὰ χείλη τῶν ἁπλῶν πιστῶν, τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων ποὺ ἡ σημερινὴ λογικοκρατούμενη σκέψη δὲν κατόρθωσε νὰ ἐπηρεάσει, ἀνθρώπων ποὺ δὲν βλέπουν τὰ πράγματα καὶ τὴν ́ὕπαρξη μόνο μὲ τὰ μάτια τῆς λογικῆς ἀλλὰ βλέπουν τὰ πάντα μὲ τὰ μάτια τῆς καρδιᾶς, μὲ τὰ μάτια «τοῦ εἶναι» ἤ ἁπλούστερα μὲ τὰ μάτια τῶν δακρύων, τὰ μάτια τῆς ἄσκησης καὶ ὄχι μὲ τὰμάτια τῆς ἀσθένειας τοῦ ἐγωιστικοῦ ὀρθολογισμοῦ. Οἱ ἁπλοὶ αὐτοὶ πιστοὶ βιώνουν καθημερινὰ καὶ σήμερα τὰ θαύματα καὶ τὰ θαυμάσια ποὺ ποιεῖ σ ̓αὐτοὺς ἡ Παναγία ἡ Δημιοβήτισσα.
Ὑπάρχει ὅμως, καὶ ἄλλη ἱστορικὴ καταγραφὴ γιὰ τὴν εἰκόνα τῆς Θαυματουργοῦ Παναγίας Δημιοβίτισσας, ἡ ὁποία ἐκδόθηκε ἀπὸ τὸν Κωνσταντῖνο Νικολάου,τὸν ἀδελφὸ τοῦ Ἐπισκόπου Μεσσήνης Ἰωσήφ, πρώτου Μινίστρου τῆς Θρησκείας καὶ τοῦ Δικαίου τοῦ ἐλευθέρου ἑλληνικοῦ κράτους. Ἡ καταγραφὴ αὐτὴ γίνεται στὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως, στὸ ὁποῖο ὑπήγετο ἡ Μονὴ Δημιόβης ὡς Σταυροπηγιακὴ Μονὴ καὶ γιὰ τοῦτο τὸν λόγο εἶναι βαρύνουσας σημασίας. Ὁ Κωνσταντῖνος Νικολάου τὴν καταγραφὴ αὐτὴ τὴν ἔθεσε στὰ ἀρχεῖα τῆς Μονῆς. Αὐτὴ ἡ διήγηση εἶναι ἡ παρακάτω:Ἡ ἱστορία τῆς Ἁγίας Εἰκόνος ἀρχίζει τὴν ἐποχὴ τῆς Εἰκονομαχίας ἐπὶ τῆς βασιλείας Λέοντος Γ ́’ Ἰσαύρου (717-740). Τὸ 726μ.Χ. ὁ Λέων κηρύσσει φοβερὸ διωγμὸ ἐναντίον τῶν ἁγίων εἰκόνων. Οἱ εἰκόνες καταστρέφονται μὲ ἰδιαίτερη μανία. Πολλοὶ μοναχοὶ ἀκρωτηριάζονται, θανατώνονται ἐπειδὴ ἀντιστέκονται στὴν ἀσέβεια τῶν εἰκονομάχων.
Ὁ νεώτερος ἀδελφός τοῦ διώκτου αὐτοκράτορος ἦταν ὀπαδὸς τῶν ἁγίων εἰκόνων. Εἶχε ἱερὲς εἰκόνες, τὶς ὁποῖες καὶ προσκυνοῦσε κρυφά. Ὅμως κάποιος αὐλικὸς πρόδωσε τὸν πρίγκιπα στὸν Λέοντα, ὁ ὁποῖος πολὺ ἐθύμωσε καὶ διέταξε νὰ γίνει ἔρευνα στὰ ἰδιαίτερα δώματα τοῦ νεαροῦ ἀδελφοῦ του. Πράγματι εὑρέθησαν πολλὲς εἰκόνες μεταξὺ αὐτῶν καὶ ἡ θαυματουργὸς Εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Δημιοβήτισσας, ἡ ὁποία ἔφερε τὴν ἐπιγραφή : «Ἡ ἐλπὶς τῶν Χριστιανῶν».
Τότε ὁ Λέοντας γεμάτος ὀργὴ διατάζει νὰ τυφλωθεῖ ὁ ἀδελφός του προκειμένου νὰ παραδειγματιστεῖ ὁ λαὸς καὶ νὰ ἀρνηθεῖ τὴν προσκύνηση τῶν Εἰκόνων. Ὁ πρίγκιπας φοβισμένος, πέφτει στὰ πόδια τοῦ ἀδελφοῦ του καὶ κλαίγοντας τὸν παρακαλεῖ νὰ τὸν λυπηθεῖ. Ἀμέσως ὁ πρίγκιπας ἀρνητὴς τῆς πίστεως τοῦ Χριστοῦ χτυπᾷ τὴν ἁγία Εἰκόνα τῆς Παναγίας μὲ ἕνα τσεκούρι στὸ πρόσωπο καὶ στὸ στῆθος τῆς Κυρίας Θεοτόκου ἀλλά:« …ὢ τῶν θαυμασίων Σου Χριστέ! Ἀμέσως ἐκ τοῦ χτυπήματος, κατὰ τῆς κεφαλῆς τῆς Εἰκόνος, ὡς ἐν τῇ Ἁγίᾳ Εἰκόνι φαίνεται καὶ σήμερον, ἤρξατο νὰ ρέῃ κρουνηδὸν αἷμα θερμὸν καὶ ἀχνίζον, ὡς τοῦ ζωντανοῦ ἀνθρώπου. Τὸ τοιοῦτον θαῦμα, τὸ φρικτὸν καὶ ἐξαίσιον, βλέποντες πάντες ἔμειναν ἔκπληκτοι, ἄφωνοι καὶ τρέμοντες καὶ ἔκθαμβοι, ἐπὶ ὥραν πολλὴν συλλογιζόμενοι τὸ ἐξαίσιον καὶ φρικτὸν τοῦτο θαῦμα.

Καὶ εὑρισκόμενος ὁ Βασιλεὺς ἐν ταραχῇ μεγάλη καὶ ἀνησυχία διέταξεν, ὅπως λάβουν ταύτην καὶ τὴν ρίψουν εἰς τὴν θάλασσαν. Ἀλλὰ εἶς τῶν ὑπηρετῶν, ἰδὼν τὸ ὑπερφυὲς τοῦτο θαῦμα, τρομάξας καὶ ὅλως ἔκθαμβος, καὶ λόγῳ εὐλαβείας, ἔκρυψε ταύτην κρυφίως, χωρὶς οὐδεὶς νὰ γνωρίζῃ, εἰς θέσιν ἀσφαλῆ…».
Ἀφοῦ πέρασαν 120 χρόνια διωγμῶν ἐναντίον τῶν ἱερῶν εἰκόνων κατὰ τὸ ἔτος 843 μ.Χ., Σύνοδος στὴν Κωνσταντινούπολη, ἡ ὁποία συνῆλθε μὲ πρωτοβουλία τῆς εὐσεβοῦς αὐτοκράτειρας Εἰρήνης, ἀποφάσισε τὴν ἀναστήλωση καὶ ἀποκατάσταση τῶν Εἰκόνων. Ἡ Ἁγία αὐτὴ Σύνοδος διετράνωσε τὴν διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας γιὰ τὶς Εἰκόνες κηρύσσοντας ὅτι ἡ τιμὴ πρὸς τὸ εἰκονιζόμενο πρόσωπο μεταβαίνει πρὸς τὸ πρωτότυπο δηλαδὴ πρὸς τὴν εἰκονιζομένη προσωπικότητα. Διετράνωσε ἐπίσης τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὸν σεβασμὸ τῶν ἱερῶν λειψάνων καὶ τῆς ὕλης, ἀπὸ τὴν ὁποία εἶναι δημιουργημένος ὁ ἄνθρωπος.
Ἄρχισαν πάλι οἱ χριστιανοὶ νὰ τοποθετοῦν εἰκόνες παντοῦ ἐλεύθερα.
Ἦλθε τότε στὴν Κωνσταντινούπολη ἕνας Ἱερομόναχος ἀπὸ Μονὴ πλησίον τῆς Καλαμάτας, γιὰ νὰ διευθετήσει θέματα τῆς Μονῆς του. Ὁ εὐσεβὴς αὐτὸς Ἱερομόναχος πληροφορήθηκεγιὰ τὴν θαυμαστὴ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Δημιοβήτισσας καὶ κινούμενος ἀπὸ θεῖο ζῆλο ἐπεδίωξε νὰ ἀποκτήσει τὴν ἁγία Εἰκόνα. Μὲ τὴ χάρη καὶ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ ὁ ἐνάρετος αὐτὸς Καλαματιανὸς ἀσκητὴς κατάφερε νὰ βρεῖ τὴν αἱμορροοῦσαν Εἰκόνα τῆς Θεοτόκου. « Ἐπιστρέψας καὶ ἐλθὼν εἰς Καλάμας ἐζήτησε νὰ εὔρῃ θέσιν καὶ μέρος κατάλληλον πρὸς τοποθέτησιν τῆς Ἁγίας καὶ θαυματουργοῦ ταύτης Εἰκόνος καὶ οἰκοδομήσῃ καὶ κατασκευάσῃ δι’ ἰδίων ἐξόδων του Ἱερὰν Μονήν. Καὶ διὰ τὸ τοιοῦτον ἔργον του ἐξέλεξε τὴν σημερινὴν θέσιν, ποὺ εἶναι ἡ Ἱερὰ αὕτη Μονὴ… καὶ ἔκτισε τὸ ἱερὸν τοῦτο Μοναστήριον καὶ ἐναπόθεσεν ἐν αὐτῷ τὴν θαυματουργὸν ταύτην Ἁγίαν …καὶ ἀποκατέστη ἡ Μονὴ ταύτη πλουσιωτάτη, ἔχουσα πολλοὺς πατέρας ἐναρέτους, ἀσκουμένους καὶ διάγοντας βίον ἰσάγγελον…».
Ἀπὸ τότε ἡ Ἁγία Εἰκόνα χορηγεῖ ἰάσεις παντοδαπὲς στοὺς μὲ πίστη καὶ πόθο προσκυνοῦντας Αὐτήν.
Ἡ Μονὴ Δημιόβης ἱδρύθηκε περὶ τὸ 850 μ.Χ. καὶ εἶναι ἡ ἀρχαιοτέρα ἐν λειτουργίᾳ Μονὴ τῆς Μεσσηνίας. Εἶναι Σταυροπηγιακὴ ὅπως προκύπτει ἀπὸ Πατριαρχικὰ Σιγίλλια τοῦ 1641 καὶ τοῦ 1788 ἐπὶ Πατριαρχείας Παρθενίου Α’ καὶ Προκοπίου Πελεκάση τοῦ ἐξ Ἀλαγονίας , ἀντίστοιχα.
Ὁ Ναὸς τῆς Μονῆς Δημιόβης, τὸ Καθολικό, εἶναι ἐγγεγραμμένος σταυροειδὴς μὲ τροῦλλο.
Ἡ σημερινὴ Μονὴ εἶναι κτίσμα τῶν ἀρχῶν τοῦ 17ου αἰῶνα καὶ οἱ τοιχογραφίες κατασκευάσθηκαν τὸ ἔτος 1663. Τὸ τέμπλο εἶναι ξυλόγλυπτο καὶ κατασκευάσθηκε τὸ 1773.
Ἡ Μονὴ ὑπέστη πολλὲς καταστροφὲς κατὰ τὸ 1463 ἀπὸ τοὺς Τούρκους, κατὰ τὰ Ὀρλωφικὰ τὸ ἔτος 1770 καὶ κατὰ τὴν Γερμανικὴ Κατοχὴ 1941-1944.
Ἡ συμβολὴ τῶν μοναχῶν της κατὰ τὴν Ἐθνεγερσία τοῦ 1821 ὑπῆρξε πολὺ μεγάλη.
Ἔκτοτε βοήθησε μὲ κάθε τρόπο ὑλικὰ καὶ πνευματικά τους ἔχοντας ἀνάγκη κατοίκους τῆς Καλαμάτας καὶ τῆς Μεσσηνίας. Μέχρι σήμερα ἡ Μονὴ συμβάλλει στὴν κοινωνική, πνευματικὴ καὶ πολιτιστικὴ ἀνάπτυξη τοῦ τόπου.
Τὸ ἔτος 1834 Ἡ Βαυαρικὴ κυβέρνηση διέλυσε τὴν Μονὴ ἀλλὰ οἱ κάτοικοι τῆς Γιάννιτσας ἀντέδρασαν δυναμικὰ καὶ ἡ Μονὴ ξαναλειτούργησε.
Τὸ ἔτος 1953 ὁ τότε Μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος Δασκαλάκης μετέτρεψε τὴν Μονὴ ἀπὸ ἀνδρώα σὲ γυναικεία. Τὸ 1969 ἀναικαινίσθηκε ριζικά. Ἐπίσης μετὰ τοὺς σεισμοὺς τοῦ 1986 ἔγιναν σημαντικὲς ἐπισκευές. Σήμερα εὐσεβεῖς ἀσκήτριες διάγουν τὸν ἀγγελικὸ βίο στὴν ἁγία Μονὴ Δημιόβης.
Τὸ ἔτος 2011 σὲ συνεργασία μὲ τὴν Διοικούσα Ἐπιτροπὴ τῆς Μονῆς καὶ τὴν Ἐφορεία Βυζαντινῶν καὶ Μεταβυζαντινῶν Ἀρχαιοτήτων Καλαμάτας πραγματοποιοῦνται ἐπισκευὲς στὸ Καθολικὸ καὶ στὰ ἄλλα κτίσματα, μὲ ἔξοδα τῆς Μονῆς.
Τὴν ἱερὰ εἰκόνα εὐλαβοῦνται πολὺ οἱ κάτοικοι τῆς Καλαμάτας ἀλλὰ καὶ ὅλης τῆς Μεσσηνίας. Τὸ ἔτος 1843 ἡ ἁγία Εἰκόνα μεταφέρεται πρὸς προσκύνηση στὴν Καλαμάτα, μὲ τὴν σύμφωνη γνώμη τοῦ Ἐπισκόπου Μεσσήνης Ἰωσὴφ, στὸν ἱερὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου Καλαμάτας. Πλήθη λαοῦ προστρέχουν νὰ τὴν προσκυνήσουν νυχθημερὸν καὶ νὰ ζητήσουν τὰ ἐλέη της. Τὸ ἴδιο ἔτος μετεφέρθη στὸ Σταυροπήγιο τῆς Μάνης καὶ τὸ ἔτος 1915 στὸν Ἱερὸ Ναὸ Ἁγίου Νικολάου Καλαμάτας.
Ἀπὸ τὶς 3 Σεπτεμβρίου τοῦ ἔτους 1946, καὶ κάθε χρόνο, μεταφέρεται μὲ ὁδοιπορία συνοδευόμενη ἀπὸ ἑκατοντάδες πιστοὺς στὸν Ἱερὸ Ναὸ Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου Γιαννιτσανίκων. Παραμένει σὲ αὐτὸν ἀπὸ 3-13 Σεπτεμβρίου γιὰ νὰ χαρίσει ποικίλες ἰάσεις στοὺς μὲ εὐλάβεια τιμώντας Αὐτήν.
Τὸν Μάϊο τοῦ ἔτους 2012 μεταφέρεται γιὰ πρώτη φορὰ ἐκτὸς Μεσσηνίας στὴν Αθήνα, στὸν Ἱερὸ Ναὸ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου Νέων Σεπολίων, ὅπου χιλιάδες λαοῦ προσκυνοῦν τὴν Χάρη τῆς Παναγίας τῆς Δημιοβήτισσας καὶ νέα θαυμαστὰ σημεῖα ἐπιτελοῦνται.
Ἡ Μονὴ πανηγυρίζει στὶς 15 Αὐγούστου καὶ καθ’ ὅλη τὴν διάρκεια τοῦ Δεκαπενταύγουστου ἀνηφορίζουν χιλιάδες προσκυνητὲς γιὰ νὰ προσκυνήσουν εὐλαβικὰ τὴν Θαυματουργὸ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Δημιοβήτισσας.
Πολλὰ εἶναι τὰ θαύματα, τὰ ὁποῖα ποιεῖ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ μέσῳ τῆς Εἰκόνος τῆς Δημιοβήτισσας.
Προσωπικὰ γεγονότα, τὰ ὁποῖα βιώνουν πολλοὶ καὶ τὰ ὁποῖα δὲν περιγράφονται, γιατὶ ὁ ἀνθρώπινος λόγος δὲν εἶναι ἱκανός, νὰ περιγράψει ἀναλυτικὰ τὴν κάθε προσωπικὴ ἐμπειρία.
Ἐκτὸς ἀπὸ σωματικὲς ἰάσεις ἡ Παναγία χορηγεῖ καὶ ψυχικὲς προκειμένου τὸ κάθε πρόσωπο νὰ ἀλλάξει νοοτροπία, νὰ ἀλλάξει στάση ζωῆς καὶ νὰ μεταποιήσει τὸ γεγονὸς τῆς ζωῆς ἀπὸ ἀτομικὸ σὲ γεγονὸς σχέσης, σχέσης μὲ τὸν συνάνθρωπο, σχέσης μὲ τὸν Χριστό.
Δὲν ἦταν σκοπὸς αὐτοῦ τοῦ βιβλίου νὰ προβάλλει διηγήσεις θαυμάτων τῆς Παναγίας Δημιοβήτισσας, τὰ ὁποῖα χορηγοῦνται ἀθόρυβα καὶ βιώνονται ἀθόρυβα στὴν ὕπαρξη κάθε ἀνθρώπου ἀλλὰ νὰ ἔχει δόξα καὶ τιμὴ ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος καὶ νὰ χαρίζει ὑγεία, δύναμη καὶ φωτισμὸ νοῦ, σὲ ὅλους τους ἀνθρώπους τῆς γῆς ὅλων τῶν ἐποχῶν καὶ ὅλων τῶν τόπων.
Σὲ ὅσους δὲ ἀνέγνωσαν αὐτὲς τὶς λίγες, πρὸς τιμὴ Της γραμμὲς, ἂς τοὺς δίνει τὴν ἰκανότητα νὰ μετάδωσουν τὰ θαυμάσια Της καὶ σὲ ἄλλους προκειμένου καὶ αὐτοὶ νὰ ὠφεληθοῦν καὶ νὰ ὁδηγηθοῦν πρὸς τὴν σωτηρία, διὰ πρεσβειῶν τῆς Ὑπερευλογημένης Θεοτόκου τῆς ὁποίας ἡ Χάρις ἔχει ἐπισκιάσει τὴν Ἱερά Της Εἰκόνα τὴν Δημιοβήτισσα, τὴν εὑρισκομένη στὴν Ἱερὰ Μονὴ Δημιόβης Μεσσηνίας.



Δευτέρα 11 Μαρτίου 2019

ΤΟ ΑΦΘΑΡΤΟ ΛΕΙΨΑΝΟ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΦΙΛΟΘΕΗΣ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΙΑΣ.



Φυλάσσεται άφθαρτο, πλην της Τιμίας Κάρας, η οποία έχει χαθεί, στον Μητροπολιτικό Ναό των Αθηνών.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Στην Ορθόδοξη Εκκλησία αποδίδουμε στα Αγία λείψανα τιμή και ευλαβική προσκύνηση, η όποια όμως δεν αποτελεί λατρευτική προσκύνηση η λατρεία. Τούτο γιατί κανείς ποτέ ορθόδοξος χριστιανός δεν ταύτισε στη σκέψη του τα τίμια λείψανα με «θεούς». Μακαριστός π. ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΑΛΕΒΙΖΟΠΟΥΛΟΣ (ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΩΝ ΟΜΑΔΩΝ).


Εικόνα της Αγίας Φιλοθέης, που ανήκει στον Σύλλογο των Αθηναίων.
Έχει διαστάσεις 54,5 εκ. Χ 44,1 εκ. και πιστευόταν ότι είναι έργο του 
19ου αιώνα. Κατά την τελευταία συντήρησή της όμως αποκαλύφθηκε
 ότι η Αγία εικονίζονταν αρχικά ολόσωμη και οι διαστάσεις της εικόνας
ήταν 120 εκ. Χ 60 εκ. Η εικόνα χρονολογείται στα τέλη του 17ου με
αρχές 18ου αιώνα και συγκαταλέγεται στις παλαιότερες γνωστές 
απεικονίσεις της Αγίας.
Η Αγία Φιλοθέη γεννήθηκε το 1522, καταγόμενη από την αθηναϊκή αρχοντική οικογένεια γαιοκτημόνων, των Μπενιζέλων. 

Η Ρηγούλα ή Ρεβούλα (Παρασκευούλα), όπως ήταν το κοσμικό της όνομα, ήταν κόρη του Αγγέλου Μπενιζέλου και της Σηρίγης Παλαιολογίνας, γόνου της ιστορικής βυζαντινής οικογένειας και το πατρικό σπίτι της Ρεβούλας βρισκόταν εκεί που σήμερα υψώνεται το μέγαρο Aρχιεπισκοπής Αθηνών, γι’ αυτό άλλωστε, η οδός αυτή ονομάζεται οδός Αγίας Φιλοθέης.

Η αγία ήταν ολιγογράμματη κατά το έθος της εποχής και σε ηλικία 14 ετών οι γονείς της αποφάσισαν να την παντρέψουν με τον κατά πολύ μεγαλύτερό της Ανδρέα Χειλά, ο οποίος ανήκε σε αρχοντική οικογένεια της Αθήνας. Ήταν ένας γάμος ενάντια στη θέλησή της, που διήρκεσε τρία χρόνια, έπειτα η Ρεβούλα έμεινε χήρα.

Στα 17 της χρόνια ήταν όμορφη, πάμπλουτη, καταγόμενη από δύο αρχοντικές και σημαντικές οικογένειες, μορφωμένη και ελεύθερη. Οι γονείς της την πίεζαν έντονα να συνάψει δεύτερο γάμο, όμως αυτή τη φορά η Ρεβούλα δεν εισάκουσε την επιθυμία τους και επιδόθηκε σε φιλανθρωπικό έργο και δέκα χρόνια μετά το θάνατο των γονιών της εκάρη μοναχή με το όνομα Φιλοθέη. 

Η παλαιότερη σωζόμενη εικόνα της Αγίας Φιλοθέης,
στις αρχές του 1700.
Η Φιλοθέη, το 1571, ανακαίνισε το ναΐσκο του Αγίου Ανδρέα, που βρισκόταν στον περίβολο του πατρικού της αρχοντικού, μετατρέποντάς τον σε κοινόβιο. Το Καθολικό του Αγίου Ανδρέα και το πηγάδι της μονής της σώζονται μέχρι σήμερα στον περίβολο της Αρχιεπισκοπής Αθηνών. 
Το κοινόβιο, έφτασε να έχει περίπου 150 μοναχές, ανάμεσά τους εκχριστιανισμένες μουσουλμάνες, αλλά και Κύπριοι σκλάβοι μετά την πτώση της Κύπρου  στους Τούρκους την ίδια περίοδο.
Στο φιλανθρωπικό, κοινωνικό, εκπαιδευτικό και εθνικό έργο της, η Φιλοθέη, αφιέρωσε την πατρική και προσωπική της περιουσία. 
Ιδρύει σχολεία, βιοτεχνικά και χειροτεχνικά εργαστήρια, νοσοκομεία, ξενοδοχεία, ορφανοτροφεία, διδάσκει στοιχειώδη οικοκυρική στις «μοναστηρίσιες» με το συγκρότημα αυτό να ονομάζεται «Παρθενώνας» που εκεί βρίσκουν καταφύγιο και περίθαλψη, Έλληνες αλλά και Τούρκοι. 
Προσφέρει μεγάλα ποσά για την απελευθέρωση των αιχμαλώτων, φροντίζει για τη φυγάδευση των γυναικών στα νησιά, ιδρύει παραρτήματα στο Χαλάνδρι, τα Πατήσια, το Ψυχικό, την Καλογρέζα ενώ στην περιοχή του Ψυχικού άνοιξε ένα πηγάδι για να ξεκουράζονται οι αγρότες που δούλευαν ώρες κάτω από το ζεστό ήλιο και το νερό ήταν λιγοστό στην αττική γη. 

Τo μεγαλύτερο, σημαντικότερο από τα μετόχια που ίδρυσε
η Αγία Φιλοθέη, είναι της Καλογρέζας. Σήμερα σώζεται 

μόνο το αφιερωμένο στα Εισόδια της Θεοτόκου Καθολικό, 
μέρος της τείχισης και ερείπια κελιών. Σύμφωνα με 
τον Καμπούρογλου το μετόχι εκτείνονταν παλιότερα 
σε μεγάλη έκταση ως τον Ναό Αγίας Φιλοθέης του 
ομωνύμου Δήμου, που βρίσκεται και η κρύπτη της Αγίας.
Λέγεται ότι από το ψυχικό αυτό της Φιλοθέης πήρε η περιοχή το όνομά της ή επειδή έγραψε επάνω στο μαρμάρινο χείλος του πηγαδιού την λέξη «ψυχικόν» δηλωτικό της ψυχικής ωφέλειας. 
Η περιοχή της Καλογρέζας οφείλει το όνομά της στην μονή που ίδρυσε εκεί η Φιλοθέη, τη μονή της Καλογραίας, όπως την αποκαλούσαν οι Αθηναίοι (και από παραφθορά της λέξης, Μονή της Καλογρέζας, σύμφωνα με άλλη ετυμολογία, "καλογρέζα" σημαίνει "μοναχή" στην αρβανίτικη διάλεκτο).
Επιδίωξη της Φιλοθέης ήταν η τόνωση του ορθόδοξου ιδεώδους και η διατήρηση της ελληνικής συνείδησης με το έργο της να ξεπερνά τα όρια της Αθήνας και να γίνεται γνωστό σε όλη την Ελλάδα. Σε επιστολή της Αγίας που βρέθηκε από τον ιστοριοδίφη  Μέρτζιο Κωνσταντίνο σε βιβλιοθήκη της Βενετίας με παραλήπτη την Βενετική Γερουσία, και ημερομηνία 22 Φεβρουαρίου του 1583, ζητείται χρηματική βοήθεια για να ξεπληρώσει χρέη που είχαν προκύψει, με την Βενετική Γερουσία να συνδράμει με 200 τσεκίνια (χρυσά νομίσματα). 

Το εκκλησάκι του Αγίου Ανδρέου Πατησίων ανεγέρθηκε από
την Αγία Φιλοθέη, ως μικρό Καθολικό του κοινοβίου του Αγίου 
Ανδρέα, που σύστησε στην Αθήνα και αγιογραφήθηκε
τον προηγούμενο αιώνα από τον μεγάλο Φώτη Κόντογλου.
Στον περίβολο του ναού σώζεται έως σήμερα η κολόνα, 

όπου η Αγία βασανίστηκε βάναυσα από τους Τούρκους.
πηγή
Επομένως οι διώξεις της αγίας ήταν πολύ προγενέστερες του 1588 - 1589. 
Τη νύχτα της 2ας προς 3ης Οκτωβρίου 1588, κατά τη διάρκεια ιερής ολονυχτίας που έκαναν οι μοναχές προς τιμή του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου (πολιούχου αγίου της Αθήνας) στο Εκκλησάκι του Αγίου Ανδρέα, οι Τούρκοι εφορμούν, συλλαμβάνουν τη Φιλοθέη και έπειτα από βασανιστήρια την εγκαταλείπουν ημιθανή έξω από τη μονή της.
Έξω από το ναό μάλιστα, στα δεξιά της εισόδου του, σώζεται η κολόνα, όπου η Φιλοθέη δέθηκε και μαστιγώθηκε. 
Οι μοναχές της την μετέφεραν στην κρύπτη της στην Καλογρέζα και εκεί η Φιλοθέη υποκύπτει στα τραύματά της στις 19 Φεβρουαρίου του 1589. 
Ενταφιάστηκε στο δεξιό μέρος του ιερού βήματος του Αγίου Ανδρέα, ενώ αιώνες αργότερα το σκήνωμα της μεταφέρθηκε στη Μητρόπολη Αθηνών, όπου φυλάσσεται σε ασημένια λάρνακα μέχρι σήμερα.

Η είσοδος της Κρύπτης της Αγίας Φιλοθέης
πηγή
Είκοσι ημέρες μετά από την κοίμηση της Αγίας, ο τάφος της ευωδίαζε και ακόμη όταν μετά από ένα έτος έγινε η ανακομιδή, το τίμιο λείψανό της βρέθηκε σώο και ακέραιο ενώ ήτανε γεμάτο με ευωδιαστό μύρο.
Στο μέρος όπου παρέδωσε το πνεύμα της, στην περιοχή της Καλογρέζας, υψώνεται ο Ναός της Αγίας Φιλοθέης, ενώ η Κρύπτη της Αγίας Φιλοθέης ανακαλύφθηκε τυχαία το 1934 κατά τη διαδικασία εξόρυξης της κοκκινόπετρας που προοριζόταν για το κτίσιμο των σπιτιών της περιοχής. 

Ιστορικά όμως αποδεικνύεται  ότι η Κρύπτη ήταν γνωστή στις επίσημες αρχές από τα χρόνια του Όθωνα ακόμη, χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Βαυαρού γεωμέτρη Βάουερ, ο οποίος ανέλαβε να χαρτογραφήσει επισήμως την περιοχή προκειμένου να περάσει στα χέρια ιδιώτη. 

Η Κρύπτη της Αγίας Φιλοθέης σε φωτογραφία του 1920.
(φωτογραφικό αρχείο «Τα Αθηναϊκα»)
Στο πολύτιμο «Σχέδιό» του καταγράφει με σαφήνεια την τοποθεσία που βρισκόταν ο «Άγιος Τάφος», όπως τον ονομάζει, καθώς και τη θέση του Μοναστηριού, υπολείμματα του οποίου σώζονται επίσης εγκαταλελειμμένα. 

Αυτός όμως που φρόντισε να αναδείξει την Κρύπτη ήταν ο πολυγραφέστατος και αδικημένος από τους ιστορικούς, περιηγητής, Δημήτριος Χατζόπουλος. 

Όχι μόνον θα παρουσιάσει την «Καλογρέζα» του, το 1922, αλλά θα φωτογραφίσει την περιοχή και τον Τάφο της Αγίας, παραδίδοντας στην αιωνιότητα την προηγούμενη μορφή του, όταν είχε ακόμα τη μορφή σπηλιάς, και σιγά – σιγά διαμορφώθηκε στο σημερινό εκκλησάκι που όλοι γνωρίζουμε και ήτανε η αιτία να μετονομαστεί ο τότε οικισμός της Νέας Αλεξάνδρειας, σε Φιλοθέη ενώ έχει χαρακτηριστεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο με ζώνη προστασίας όλο το λόφο, που ορίζεται από τις οδούς Μάλεμε, Μακεδονίας, Αγίας Φιλοθέης και Βορείου Ηπείρου.

Το εσωτερικό της Κρύπτης της Αγίας Φιλοθέης.
Η κρύπτη επικοινωνούσε, μέσω υπόγειας σήραγγας, με το μετόχι της Καλογρέζας, που βρισκόταν κοντά στην οδό Καποδιστρίου (απέναντι από το σημερινό Τένις Φιλοθέης) και το ίδρυσε η ίδια η Αγία Φιλοθέη σε κτήμα που της ανήκε, όπως και τον Λόφος της Κρύπτης. 
Στο μετόχι της Καλογρέζας, που ήταν αφιερωμένο στα Εισόδια της Θεοτόκου και βρισκόταν στην άλλη άκρη της Κρύπτης, κατέφευγε η Αγία Φιλοθέη για να προσευχηθεί απερίσπαστη από τις απειλές των Τούρκων. 

Εικάζεται πως η Κρύπτη ήταν μία φυσική σπηλιά, που η Αγία Φιλοθέη είχε διαμορφώσει σε παρεκκλήσι ενώ έναν στενό και μικρό διάδρομο είναι αυτό που βλέπει ο σημερινός επισκέπτης, κατόπιν ο χώρος διαμορφώθηκε και τελικά πήρε τη σημερινή του μορφή ενώ πριν τα έργα υπήρχε μία καθοδική είσοδος - σπηλιά μέσα σε αυτήν που οδηγούσε προς τα κάτω.
Το σπίτι της Αγίας Φιλοθέης.
Πρόκειται για το αρχοντικό της οικογένειας των Μπενιζέλων - 
- Παλαιολόγων κάτω από την Ακρόπολη και που σήμερα
λειτουργεί ως μουσείο με την ευθύνη της φιλανθρωπικής 
εταιρείας της Αρχιεπισκοπής «Αποστολή».
Σε μια πολύβουη γειτονιά της Πλάκας, στην οδό Αδριανού 96, βρίσκεται ένα από τα παλαιότερα σωζόμενα κτίρια της Αθήνας.  

Πρόκειται για το αρχοντικό της οικογένειας των Μπενιζέλων - Παλαιολόγων, ένα κτίριο με συνεχή ζωή από τον 16ο αιώνα που είναι απολύτως συνδεδεμένο με στιγμές του βίου της Αγίας Φιλοθέης της Αθηναίας. 
Μέσα στο «Σπίτι της Αγίας Φιλοθέης»,  όπως είναι γνωστό το κτίριο στους ανθρώπους της περιοχής, φαίνεται πως βρισκόταν καλά κρυμμένο το σκήνωμα της Αγίας μέχρι να παραδοθεί στις αρχές του 20ου αιώνα στους ιερείς της Αρχιεπισκοπής. 
Το κτιριακό συγκρότημα στο διάβα των αιώνων υπέστη πολλές αλλαγές, τόσο στη μορφή, όσο και στη χρήση του, για παράδειγμα, για κάποια περίοδο φιλοξένησε ακόμη και ταβέρνα. 
Στα τέλη της δεκαετίας του '90 με πρωτοβουλία του πατρός Θωμά Συνοδινού - τότε πρωτοσύγκελου της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών και στενού συνεργάτη του μακαριστού αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου - το κτίριο παραχωρήθηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών, η οποία και ανέλαβε να προχωρήσει με την αποφασιστική συνδρομή μιας ομάδας ειδικών από το ΕΜΠ στην αποκατάστασή του. 
Επικεφαλής της ομάδας ανέλαβε ο αρχιτέκτων καθηγητής της Σχολής Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ Γιάννης Κίζης και στην ομάδα του έργου συμμετείχαν η πολιτικός μηχανικός Ελευθερία Τσακανίκα (λέκτορας στο ΕΜΠ) και οι αρχιτέκτονες Κλήμης Ασλανίδης και Χριστίνα Πινάτση.
Εξωτερική άποψη από το σπίτι της Αγίας Φιλοθέης.
Πρόκειται για το αρχοντικό της οικογένειας των Μπενιζέλων 
- Παλαιολόγων κάτω από την Ακρόπολη που σήμερα
λειτουργεί ως μουσείο με την ευθύνη της φιλανθρωπικής 
εταιρείας της Αρχιεπισκοπής «Αποστολή».
Το φθινόπωρο του 2006, όταν η μελέτη αναστήλωσης εγκρίθηκε από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο (ΚΑΣ) και οι μηχανικοί ανέλαβαν το έργο, το αρχοντικό ήταν  ερειπωμένο και βαθιά πληγωμένο από τον χρόνο και τις πολλαπλές αλλοιώσεις. 
Σκοπός τους ήταν - και αυτό τελικά έγινε - το κτιριακό συγκρότημα να αποκτήσει τη μορφή που είχε τον 17ο αιώνα.
Σήμερα, το βασικό έργο της αναστήλωσης και της αποκατάστασης του κτιρίου έχει ολοκληρωθεί και απομένει η διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου, έτσι ώστε ολόκληρο το κτιριακό συγκρότημα να καταστεί επισκέψιμο για το κοινό. 

Μάλιστα, οι μελλοντικοί επισκέπτες θα έχουν την ευκαιρία να δουν και να διαπιστώσουν τη σχέση αυτού του κτιρίου με την ιστορική διαδρομή της ίδιας της πόλης, στα έγκατά του - σε βάθος περίπου 4,5 μέτρων - βρίσκονται για παράδειγμα τα υπολείμματα του ρωμαϊκού τείχους. 

Άποψη του εσωτερικού του σπιτιού της Αγίας Φιλοθέης.
Στο ισόγειο μπορεί κανείς να βρει ίχνη από παλαιότερα κτίσματα του 16ου αιώνα - εποχή κατά την οποία έζησε εκεί η Αγία Φιλοθέη. 

Στον επάνω όροφο που προστέθηκε πολύ αργότερα συναντάμε την αρχιτεκτονική ενός τυπικού αθηναϊκού αρχοντικού της οθωμανικής περιόδου με τους οντάδες κλπ.  
Το κτίριο μετά την αποκατάστασή του διατηρεί τα στοιχεία που χαρακτήριζαν τα αρχοντικά της εποχής: την κομψή μαρμάρινη τοξωτή στοά στο ισόγειο, το ανοικτό ευρύχωρο ξύλινο χαγιάτι σε σχήμα Τ στον όροφο, τον κλειστό εξώστη (σαχνισί) στη νότια πλευρά του που βλέπει στην Ακρόπολη, τους οντάδες με τα τζάκια, τα περιμετρικά μεντέρια και τους περίτεχνους φεγγίτες. 

Σήμερα το σπίτι της Αγίας Φιλοθέης λειτουργεί ως μουσείο με την γενική ευθύνη της λειτουργίας του να έχει η φιλανθρωπική εταιρεία της Αρχιεπισκοπής «Αποστολή». 

H Φιλοθέη ανακηρύχθηκε αγία επί Oικουμενικού Πατριάρχου Mατθαίου B΄ (1595 - 1600) και την Aκολουθία της την έγραψε κάποιος σοφός και ευλαβής άνθρωπος που ονομαζόταν Iέραξ και ανάμεσα στα ωραία εγκώμια είναι και αυτό: «Δαυΐδ γαρ το πράον έσχες και Σολομώντος, σεμνή, την σοφίαν, Σαμψών την ανδρείαν, και Aβραάμ το φιλόξενον, υπομονήν τε Iώβ, του Προδρόμου δε θείαν άσκησιν...».

Η μνήμη της τιμάται από την Εκκλησία μας στις 19 Φεβρουαρίου ενώ με την με αριθμ. 22/30 Σεπτεμβρίου 1999 εγκύκλιο της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών, συμπεριλήφθηκε να τιμάται επιπρόσθετα και στις 12 Οκτωβρίου όπου και ορίσθηκε να τιμάται η Σύναξη των εν Αθήναις Αγίων.