Οι Άγιοι Νεομάρτυρες Χρίστος και Πανάγος. Σχολή Βυζαντινής Αγιογραφίας Ιεράς Μητροπόλεως Ηλείας, 2014. πηγή |
Ο Μητροπολιτικός Ιερός Ναός του Αγίου Νικολάου στην Γαστούνη Ηλείας στον οποίο φυλάσσεται το απότμημα Τιμίας Κάρας του Αγίου Πανάγου. πηγή |
Οι Άγιοι Νεομάρτυρες Χρίστος και Πανάγος. Σχολή Βυζαντινής Αγιογραφίας Ιεράς Μητροπόλεως Ηλείας, 2014. πηγή |
Ο Μητροπολιτικός Ιερός Ναός του Αγίου Νικολάου στην Γαστούνη Ηλείας στον οποίο φυλάσσεται το απότμημα Τιμίας Κάρας του Αγίου Πανάγου. πηγή |
πηγή |
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Στην Ορθόδοξη Εκκλησία αποδίδουμε στα Αγία λείψανα τιμή και ευλαβική προσκύνηση, η όποια όμως δεν αποτελεί λατρευτική προσκύνηση η λατρεία. Τούτο γιατί κανείς ποτέ ορθόδοξος χριστιανός δεν ταύτισε στη σκέψη του τα τίμια λείψανα με «θεούς». Μακαριστός π. ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΑΛΕΒΙΖΟΠΟΥΛΟΣ (ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΩΝ ΟΜΑΔΩΝ).
Σύγχρονη φορητή εικόνα του Αγίου Νεομάρτυρα Ιωάννη του Μονεμβασιώτη. |
Το 1770, στα «Ορλωφικά», οι ορδές του Αλβανού Χατζή Οσμάν, κατέπνιξαν κάθε σημείο και έφθασαν και στις Γούβες όπου μεταξύ άλλων φόνευσαν καί τον πατέρα του Ιωάννη ενώ αιχμαλώτισαν τον ίδιο καί τη μητέρα του και τους μετέφεραν στη Λάρισα.
Εκεί πουλήθηκαν σκλάβοι δύο και τρεις φορές, αγοράστηκαν από Τούρκους και χωρίστηκαν όμως μετά από δύο χρόνια πουλήθηκαν πάλι και αγοράστηκαν, από τον ίδιο πλούσιο Τούρκο, κάτοικο Λάρισας, ο οποίος είχε γεννηθεί στη Θεσσαλονίκη.
Ο Τούρκος δεν είχε παιδιά από το γάμο του και θέλησε να τον υιοθετήσει, όμως έπρεπε να εξισλαμιστεί ο Ιωάννης ο οποίος αρνήθηκε αλλά ο Τούρκος, χρησιμοποίησε κάθε μέσο να τον δελεάσει ακόμη και την μαγεία.
Ο Άγιος δεν πτοείτο από τα πλούτη και τα αξιώματα ούτε φοβόταν από τις απειλές, και ο Τούρκος τον οδήγησε, με την βία σε ένα μουσουλμανικό τέμενος της Λάρισας όπου εκεί άρχισαν να τον εκφοβίζουν, να τον απειλούν χτυπώντας τον και σπαθίζοντάς τον, αυτός όμως παρέμεινε ακλόνητος και αμετακίνητος στην πίστη του και έλεγε: «Δε γίνομαι Τούρκος∙ εγώ χριστιανός είμαι και χριστιανός θέλω να αποθάνω».
Σύγχρονη φορητή εικόνα του Αγίου Νεομάρτυρα Ιωάννη του Μονεμβασιώτη. |
Σε όλη την νηστεία ο Ιωάννης υπέμεινε το μαρτύριο, όπως την πείνα και τον ξυλοδαρμό, ο μεγαλύτερος όμως πειρασμός ήταν η που ο Τούρκος τον βασάνιζε μπροστά στην μητέρα του.
Η μητέρα του βλέποντας τα φρικτά βασανιστήρια, τον παρακαλούσε να υποχωρήσει και να φάει, ο Ιωάννης όμως παρέμεινε ανεπηρέαστος έλεγε: «Διά τι κάμνεις έτσι μητέρα μου; Διά ποια αιτία κλαίεις; Διά τι δεν μιμείσαι κι εσύ τον Πατριάρχην Αβραάμ, ο οποίος διά την αγάπην του πλάστου του ηθέλησε να θυσιάσει τον μονογενή του υιόν, μόνον κλαίεις, και θρηνείς διά λόγου μου; Εγώ είμαι παπά υιός και πρέπει να φυλάττω καλύτερα από τους υιούς των λαϊκών τους νόμους και τα έθιμα της αγίας μας Εκκλησίας, διά τι όταν τα μικρά δεν φυλάττομεν, πώς ημπορούμεν να φυλάξωμεν τα μεγάλα;»
Σύγχρονη φορητή εικόνα του Αγίου Νεομάρτυρα Ιωάννη του Μονεμβασιώτη. |
Επί δύο μέρες ένα φως έλουζε εκεί που ήταν το σώμα του νεομάρτυρα, το παρατήρησαν οι Χριστιανοί, πήγαν στο σημείο και βρήκαν τη μητέρα να κρατά στα χέρια το νεκρό γιο της και ειδοποίησαν το Μητροπολίτη Λαρίσης Μελέτιο που ενταφίασε με ευλάβεια το ιερό σκήνωμα.
Η μητέρα του Αγίου έμεινε στη Λάρισα, γυρίζοντας από σπίτι σε σπίτι ζητιανεύοντας και αναμένοντας την ημέρα της εκταφής για να κάνει πράξη την επιθυμία του μονογενούς της, πέρασε καιρός, ο Μητροπολίτης Λαρίσης τέλεσε την εκταφή και παρέδωσε τα Λείψανα στη μητέρα του Αγίου, εκείνη τα πήρε και αφού περιπλανήθηκε έφτασε στην πατρίδα της, τις Γούβες, όπου έμεινε με τον αδελφό της.
Κρατούσε τα Λείψανα σαν πολύτιμο θησαυρό, επειδή φοβόταν μήπως τα ζητήσει ο τότε Μητροπολίτης Μονεμβασίας και Καλαμάτας Ιγνάτιος (Τζαμπλάκος), όταν όμως έφτασε η μέρα της δικής της κοίμησης, είπε στους συγγενείς της, στον ενταφιασμό της να τοποθετήσουν μαζί και τα Λείψανα του γιου της.
Η ιστορική Μονή Βουλκάνου |
Με ευλάβεια, τέλεσαν την ανακομιδή των οστών, που ήταν άθικτα, ακόμη και ο σάκος που ήταν τοποθετημένα είχε διατηρηθεί σε άριστη κατάσταση, το δε σώμα της μητέρας του ήταν τελείως διαλυμένο.
Τα λείψανα τα πήρε ο ιερέας, συγγενής τους, ονόματι Ιωάννης Καυσοκαλύβας όμως λόγω των πολλών θαυμάτων που επιτελούσαν δεν έμεινε κρυφή η ύπαρξη ούτε η κατοχή τους από αυτόν και όταν ο Μητροπολίτης Μονεμβασίας και Καλαμάτας Χρύσανθος Παγώνης το πληροφορήθηκε, θέλησε να τα δει και να τα προσκυνήσει, όμως ο ιερέας συγγενής του Αγίου, δεν το επέτρεψε.
Το 1818 ο ιερέας πέθανε και ο Μητροπολίτης πήγε με τον Διάκονό του, Πανάρετο Αγγελόπουλο, το συγγραφέα του βίου του Αγίου, τέλεσε την εξόδιο Ακολουθία του και πήρε όσα Λείψανα του Αγίου σώθηκαν, αφού ο ιερέας Ιωάννης είχε δωρίσει την τιμία Κάρα του Αγίου στην Ιερά Μονή του Τιμίου Προδρόμου της Επισκοπής Έλους, όπου θεράπευσε το παράλυτο χέρι μιας γυναίκας.
Ο Μητροπολίτης άφησε μέρος των ιερών Λειψάνων στη Μονεμβασία και τα υπόλοιπα τα πήγε στην Καλαμάτα ενώ η οικογένεια Παγώνη δώρισε τα ιερά Λείψανα και τη χειρόγραφη ιερά Ακολουθία του Αγίου στην Ιερά Μονή Γαρδικίου, όμως αργότερα ερημώθηκε και τα ιερά Λείψανα περιήλθαν στην ιστορική Ιερά Μονή του Βουλκάνου, που φυλάσσονται σήμερα, σε ασημένια λειψανοθήκη, δύο μεγάλα τεμάχια από τα χέρια του Αγίου που αναδίδουν μύρο.
Με τα ιερά Λείψανα του Αγίου, ο νυν Μητροπολίτης Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος (Θέμελης) τελεί κατά κόρον τα εγκαίνια Ιερών Ναών της Ιεράς Μητρόπολης Μεσσηνίας.
Η μνήμη του τιμάται στις 21 Οκτωβρίου.
πηγή |
'Αγιος Ιερομάρτυρας Βλάσιος. Τοιχογραφία τού 1546 στο Παεκκλήσιο του Αγίου Νικολάου τής Ιεράς Μονής Σταυρονικήτα, Αγίου Όρους Έργο του Θεοφάνους τού Κρητός και τού Συμεών |
Την εποχή αυτή ο ειδωλολάτρης ηγεμόνας Αγρικόλας ζήτησε από κυνηγούς να κυνηγήσουν σαρκοφάγα ζώα για να χρησιμοποιηθούν στις θηριομαχίες για την καταβρόχθιση των χριστιανών και όταν αυτοί έφτασαν στο Άργαιον Όρος, πέρασαν από το σπήλαιο του Αγίου, και έκπληκτοι αντίκρισαν άγρια ζώα να είναι συγκεντρωμένα δίπλα του, έτσι επέστρεψαν στην πόλη και ενημέρωσαν τον Αγρικόλα.
Άγιος Ιερομάρτυς Βλάσιος. Τοιχογραφία τού 1547 στην Ιερά Μονή Διονυσίου Αγίου Όρους έργο τού Τζώρτζη (Ζώρζη) Φουκά |
Στη Σεβάστεια ο άγιος φυλακίστηκε και την επόμενη ημέρα οδηγήθηκε στον ηγεμόνα, που προσπάθησε να τον πείσει να θυσιάσει στα είδωλα αλλά ο άγιος αρνήθηκε, ο ηγεμόνας διέταξε να τον χτυπήσουν ανελέητα με χονδρά σιδερένια ραβδιά όμως και πάλι ο άγιος έμεινε σταθερός, ακλόνητος στην πίστη του.
Τον κρέμασαν σε ένα ξύλο, του ξεσκίσαν τα πλευρά του με σιδερένια νύχια αλλά και πάλι ο άγιος έμεινε ακλόνητος, οδηγήθηκε πάλι στην φυλακή ενώ επτά ευσεβείς γυναίκες ακολουθούσαν το μαρτύριό του και άλειφαν τα σώματά τους με το αίμα, που έσταζε από το πληγωμένο σώμα του αγίου.
Βλέποντας αυτό οι δήμιοι, συνέλαβαν τις γυναίκες και τις οδήγησαν στον ηγεμόνα που τις κάλεσε να θυσιάσουν στα είδωλα, γιατί αλλιώς θα θανατωθούν όμως οι επτά γυναίκες είπαν στον ηγεμόνα να πάνε στη λίμνη της Σεβάστειας και αφού πλύνουν τα πρόσωπά τους, να προσφέρουν θυσία στους θεούς, ο ηγεμόνας χάρηκε και οι γυναίκες πήραν τα αγάλματα των θεών και τα έριξαν στη λίμνη, λέγοντας ότι αυτή είναι η αμοιβή τους, γιατί πολλοί άνθρωποι χάθηκαν εξαιτίας της ειδωλολατρίας.
Βλέποντας ο ηγεμόνας την ασέβεια και την προσβολή κατά των θεών, εξοργίστηκε και διέταξε να ανάψουν ένα μεγάλο καμίνι λιώνοντας μέσα σε αυτό μολύβι και να φέρουν σιδερένια χτένια, παράλληλα δε να πυρακτώσουν και επτά χάλκινα σουβλιά και κάλεσε τις γυναίκες να επιλέξουν ή τη θυσία στους θεούς και να φορέσουν λαμπρά φορέματα ή να βασανιστούν μέσα στο πυρακτωμένο καμίνι.
Άγιος Ιερομάρτυς Βλάσιος. Τοιχογραφία τού 1527 στην Ιερά Μονή Αγίου Νικολάου Αναπαυσά, στα Μετέωρα Έργο τού Θεοφάνη του Κρητός |
Ο ηγεμόνας έδωσε εντολή να κρεμάσουν τις επτά γυναίκες και να ξεσκίσουν τις σάρκες τους με τα σιδερένια χτένια, όμως στη διάρκεια του φρικτού μαρτυρίου οι στρατιώτες έζησαν ένα καταπληκτικό θαύμα: από τις σάρκες των γυναικών έρεε γάλα αντί για αίμα και οι σάρκες ήταν ολόλευκες όπως το χιόνι, αφού Άγγελοι Κυρίου κατέβηκαν από τον ουρανό και θεράπευσαν τις πληγές, λέγοντας στις γυναίκες να μην φοβούνται, αλλά να συνεχίσουν τον αγώνα τους μέχρι τέλους, έτσι μόνο θα απολαύσουν την αιώνια ζωή.
Ο εξαγριωμένος ηγεμόνας διέταξε να τις ρίξουν μέσα στο πυρακτωμένο καμίνι, μόλις όμως τις έριξαν, η φωτιά έσβησε και βγήκαν από μέσα σώες και αβλαβείς και βλέποντας ο Αγρικόλας τα παράδοξα αυτά γεγονότα, κάλεσε και πάλι τις επτά γυναίκες να θυσιάσουν στους θεούς και να εγκαταλείψουν τις μαγείες, που χρησιμοποιούν.
Άγιος Ιερομάρτυρας Βλάσιος. Τοιχογραφία τού 1320 στην Ιερά Μονή Γρατσάνιστα στο Κόσσυφοπέδιο (Κόσσοβο). |
Μετά τον αποκεφαλισμό των επτά γυναικών πρόσταξε τους στρατιώτες να του φέρουν από τη φυλακή τον άγιο Βλάσιο, ο οποίος απάντησε ότι κανένας άνθρωπος, που έχει γνωρίσει τον αληθινό Θεό, δεν προσκυνά τα νεκρά είδωλα.
Ο ηγεμόνας τον ρώτησε άν τον ρίξει μέσα στη λίμνη, θα μπορέσει ο Θεός, που λατρεύει, να τον σώσει;
ο άγιος τον παρότρυνε να το κάνει, έτσι οι στρατιώτες έριξαν τον άγιο στη λίμνη και εκείνος, αφού έκανε το σημείο του σταυρού, στάθηκε στη μέση αυτής σώος και αβλαβής ενώ κάλεσε τους ειδωλολάτρες να πράξουν το ίδιο για να αποδείξουν τη δύναμη των θεών τους.
Εκείνη τη στιγμή εξήντα οχτώ άνδρες πήδησαν μέσα στη λίμνη, αλλά όλοι καταποντίστηκαν στο βυθό της και πνίγηκαν.
Τότε, Άγγελος Κυρίου παρουσιάστηκε στον Άγιο και τον κάλεσε να βγει από τη λίμνη για να λάβει από τον Θεό τον αιώνιο στέφανο της δόξης και της αγιότητος, το γεγονός αυτό προκάλεσε τον θαυμασμό όλων, αφού έβλεπαν το πρόσωπο του αγίου να λάμπει ενώ ο ηγεμόνας βλέποντας την ακλόνητη πίστη του αγίου, αποφάσισε να τον αποκεφαλίσει μαζί με τα δύο παιδιά.
Αφού ο άγιος προσευχήθηκε, ο δήμιος τον οδήγησε μαζί με τα δύο παιδιά στον τόπο του μαρτυρίου και τους αποκεφάλισε πάνω σε μία πέτρα μέσα από το τείχος της Σεβάστειας, το 316.
πηγή |
Το λιμάνι της Αττάλειας στην δεκαετία του 1920,από εδώ ξεκίνησε το πλοίο που μετέφερε τους Μικρασιάτες πρόσφυγες απο Σπάρτα (Isparta) και Μπουλντούρι (Burdur) στον Πειραιά. Επικεφαλής της αποστολής (18/10/1922) ο ιερέας Σπάρτας Παπαιωακείμ Πεσματζόγλου. πηγή |
Η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας του Κύκκου, αντίγραφο της οποίας είναι η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Ατταλειώτισσας. |
Η Ιερά Μονή Κύκκου στην Κύπρο |
Η μορφή του Αποστόλου καί Ευαγγελιστού Λουκά, που είναι στραμμένος πρός τήν Θεοτόκο βαστώντας έναν αγιογραφικό κάλαμο, δίνει τήν εντύπωση οτι την ζωγραφίζει |
Η επιγραφή κάτωθεν της εικόνας υποδυκνείει την ημερομηνία κατασκευής του καλλύματος |
Ο ιερός Ναός Κοιμήσεως Θεοτόκου στον Ταύρο της Αττικής |
πηγή |
Τοιχογραφία στίς αρχές τού 14ου αιώνα στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Πρωτάτο τών Καρυών τού Αγίου Όρους, έργο τού Μανουήλ Πανσέληνου |
Άγιος Αθανάσιος Αθωνίτης. Εικόνα τού 14ου αιώνα μ.Χ. στην Μονή Μεγίστης Λαύρας. |
Κάποια στιγμή, ο Αθανάσιος, επιθυμώντας μια πιο ήσυχη και ασκητική ζωή, παίρνει την ευλογία του γέροντά του Μιχαήλ, και αναχωρεί για το Άγιο Όρος χωρίς να αποκαλύψει σε κανέναν την ταυτότητά του.
Εκεί πληροφορείται ότι ο μάγιστρος Λέων έχει λάβει τον τίτλο του «Μαγίστρου των Σχολών της Δύσεως», φοβάται μήπως αποκαλυφθεί, γι’ αύτο αλλάζει όνομα από Αθανάσιος σε Βαρνάβας και πηγαίνει να κρυφτεί στην περιοχή του Ζυγού, κοντά σε έναν γέροντα ασκητή, προσποιούμενος τον αγράμματο δόκιμο.
Κατόπιν, ο Αθανάσιος συνόδευσε τον Νικηφόρο Φωκά στη νικηφόρα εκστρατεία εναντίον των Σαρακηνών της Κρήτης, το 961 και συμφώνησε μαζί του για την ανέγερση κοινοβιακής μονής στον Άθω, όπου θα ασκήτευε και ο ίδιος αλλά και ο Νικηφόρος.
Ενώ το έργο προχωρούσε, ξαφνικά ο Αθανάσιος μαθαίνει ότι ο Νικηφόρος Φωκάς ανέβηκε στον θρόνο της αυτοκρατορίας, και το γεγονός αυτό τον λύπησε πολύ, έστειλε επιτιμιτικά γράμματα στον νέο βασιλιά για το γεγονός ότι αθέτησε την υπόσχεση του να μονάσει, άφησε την συνέχιση του έργου στην αδελφότητα που είχε αρχίσει να σχηματίζεται, και αναχώρησε από το Άγιο Όρος.
Ο Νικηφόρος, μετανιωμένος και πικραμένος από το γεγονός ότι αθέτησε την υπόσχεσή του και ήταν η αιτία για την αναχώρηση του πνευματικού του πατέρα, τον αναζήτησε και μετά από τις αμοιβαίες εξηγήσεις που δόθηκαν και αφού ο Νικηφόρος τον διαβεβαίωσε ότι μετά από κάποιο διάστημα θα τον ακολουθούσε στο Άγιο Όρος, ο Αθανάσιος τον συγχώρεσε και επέστρεψε για να συνεχίση την αποπεράτωση του έργου.
Το Τυπικό του 972, γνωστό και ως "Τράγος" |
Γύρω από το καθολικό της μονής κτίστηκαν κελιά, μαγειρείο, τράπεζα, νοσοκομεία, ξενώνες, υδραγωγείο, μύλος, πολλοί μοναχοί ήρθαν να ζήσουν στη Μονή υπό την καθοδήγηση του Αγίου Αθανασίου, ο οποίος εφάρμοσε καινοτομίες στο μοναστικό βίο του Αγίου Όρους αφού οι μοναχοί άρχισαν να καλλιεργούν την γη και να συνδυάζουν την προσευχή με την εργασία και τη δημιουργία, ενώ ως τότε ζούσαν περισσότερο ασκητικό, αναχωρητικό βίο.
Δυστυχώς, μετά τη δολοφονία του Νικηφόρου Φωκά το 969, αθωνίτες ασκητές κατήγγειλαν τον Αθανάσιο στον νέο αυτοκράτορα Ιωάννη Τσιμισκή ότι κατέλυσε "τους αρχαίους τύπους και έθιμα".
Ο Ιωάννης Τσιμισκής κάλεσε σε απολογία τον Αθανάσιο, αλλά πείστηκε για το επιτελούμενο πνευματικό έργο και επανέλαβε τις δωρεές τού προκατόχου του, ανέθεσε στον ηγούμενο της μονής Στουδίου, Ευθύμιο, να συντάξει Τυπικό, το οποίο κυρώθηκε το έτος 972 και είναι γνωστό με την ονομασία "Τράγος", από το δέρμα τράγου πάνω στο οποίο γράφτηκε, το Τυπικό αυτό φυλάσσεται σήμερα στο Σκευοφυλάκιο του Πρωτάτου και της Ι. Κοινότητος.
Η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Εγγυήτριας |
Στο παρεκκλήσιο του Ακάθιστου Ύμνου φυλάσσεται η ομώνυμη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, την οποία βρήκε, το 965, μετά από όραμα ο Άγιος Αθανάσιος και την μετέφερε στο Καθολικό της Μεγίστης Λαύρας, η εικόνα όμως, θαυματουργικά γύρισε στο Σπήλαιο.
Ο Όσιος την ξαναπήρε στη Λαύρα και την άφησε στην ίδια θέση εντός του ναού όμως και πάλι η εικόνα βρέθηκε στο Σπήλαιο και έκτοτε δεν τόλμησε ο Όσιος Αθανάσιος να την μετακινήσει, την άφησε στο ίδιο μέρος όπου βρίσκεται και σήμερα, στο παρεκκλήσιο του Ακαθίστου ύμνου στο σπήλαιο του Οσίου Αθανασίου του Αθωνίτη ενώ όρισε τότε να τιμάται πανηγυρικά με ολονύχτια αγρυπνία στο Σπήλαιο, το Σάββατο του Ακάθιστου Ύμνου.
Σύμφωνα με την παράδοση, η εικόνα (Παναγία η Εγγυήτρια) ήρθε στο Σπήλαιο από τα Ιεροσόλυμα και είναι η εικόνα την οποία έβαλε εγγυήτρια της αποχής της από τον πρότερο αμαρτωλό βίο η Οσία Μαρία η Αιγυπτία, όταν αναχώρησε με μόνο εφόδιο δύο φραντζόλες ψωμί και έμεινε στην έρημο επί 40 χρόνια.
Ο τάφος του αγίου Αθανασίου του Αθωνίτη |
Ο Τάφος του Οσίου Αθανασίου βρίσκεται στο παρεκκλήσιο των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, στην Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας.
Αναφέρεται ότι: «Κατά την ζώσαν και αδιάκοπον παράδοσιν της Μονής λέγεται ότι, ζων ο Όσιος, είχεν αφήσει εντολήν περί μη εκταφής του, η οποία και ετηρέτο επί αιώνες. Αλλά, κατά την παράδοσιν επίσης, ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Σίλβεστρος, ότε το 1575 μετέτρεψε την Μονή από ιδιορρύθμου εις κοινόβιον, ηθέλησεν εξ ευλάβειας ν’ ανοίξει τον τάφον. Αφού λοιπόν έπεισε τους Πατέρας, επεχείρησε μετ’ αυτών το άνοιγμα του τάφου. Όταν εκτύπησαν δια των σχετικών εργαλείων προς διάνοιξιν, εξήλθον εκείθεν φλόγες πυρός, αι οποίαι κατετρόμαξαν τον Πατριάρχην και τους περί αυτόν, ώστε να σταματήσουν πάραυτα το εγχείρημα. Ούτως ο τάφος του Οσίου παραμένει μέχρι σήμερα άθικτος, κατά την εντολήν του Πατρός».
Η μνήμη του οσίου εορτάζεται την 5η Ιουλίου.
Άποψη της Μονής πηγή |
Λόγω της ερήμωσης της Μονής, η Εικόνα αυτή φυλασσόταν στο Ιερό Ναό της Κοίμησης της Θεοτόκου Τσαριτσάνης και υπέστη μεγάλη ζημιά κατά την πυρκαγιά του Ναού το 1986, για αυτό και το πρόσωπο του Αγίου σήμερα, δεν διακρίνεται.
Η Εικόνα αποκαταστάθηκε από την Εφορία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Λαρίσης και στις 28 Οκτωβρίου του 2016, όταν η Μονή επανδρώθηκε, πραγματοποιήθηκε με κάθε λαμπρότητα η επάνοδος της από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ελασσώνος κ.κ. Χαρίτωνα, στην Ιερά Μονή.