Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2015

Βυζαντινός Ναός της Υπαπαντής, Θετίδιο Φαρσάλων.


Στις δυτικές παρυφές του Θετιδίου των Φαρσάλων βρίσκεται ένας μοναδικός μικρός βυζαντινός ναός, βυθισμένος αλλά και καλά προφυλαγμένος μέσα στην αγκαλιά της θεσσαλικής γης. 


Άποψη του Ναού
Σύμφωνα με τις τοπικές προφορικές παραδόσεις, ο ναός λιτός και απέριττος πρωτοοικοδομήθηκε με φτωχά υλικά, πέτρα και πηλό, γύρω στις αρχές του 12ου αιώνα, σε μια περιοχή δύσβατη και δυσπρόσιτη για την εποχή εκείνη. 

Σε μέρος όπου ήταν αδύνατο να τον εντοπίσει ανθρώπινο μάτι, γιατί τον περιτριγύριζαν πυκνά και πανύψηλα δέντρα, κυρίως βελανιδιές, αλλά και γιατί, ήταν κτισμένος μέσα στη γη. 

Δεν θα ήταν υπερβολή, αν λέγαμε ότι μονάχα ο Θεός γνώριζε την ύπαρξή του ενώ η παρουσία ενός κελλιού μαρτυρεί ότι ο ναός αποτελούσε το Καθολικό ενός μοναστηριού, στο οποίο ησύχαζαν ασκητές και μοναχοί, αρνητές της κοσμικής ζωής και των υλικών αγαθών, μέχρι και το 1720. 

Άποψη του Ναού
Τότε ανατράπηκε η ήρεμη και ειρηνική ζωή των μοναχών, γιατί στην περιοχή τους, γύρω από το μοναστήρι, κατέφθασαν και εγκαταστάθηκαν νέοι κάτοικοι, που ίδρυσαν το χωριό Αλχανί (τουρκική ονομασία), το σημερινό Θετίδιο. 

Οι Αλχανιώτες ασχολήθηκαν σχεδόν αποκλειστικά με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. 

Επειδή, όμως οι μοναχοί δεν μπορούσαν να αντέξουν την κοσμική ζωή, αναχώρησαν με θλίψη και βαριά καρδιά σε άλλη, προφανώς ερημική, περιοχή, για να υπηρετήσουν και να δοξάσουν με πίστη και αφοσίωση το όνομα του Κυρίου και έκτοτε ο βυζαντινός ναός αποτέλεσε την εκκλησία του νεοϊδρυθέντος οικισμού.

Άποψη του Ναού
Όλες οι χριστιανικές τελετές πραγματοποιούνταν εκεί, επί 244 ολόκληρα χρόνια, μέχρι που το 1964, οπότε ανεγέρθηκε η καινούργια εκκλησία του χωριού σε απόσταση 400 μέτρων περίπου από την παλιά. 

Οι πρώτοι Αλχανιώτες κάνουν και την πρώτη αρχιτεκτονική μετατροπή στο Ναό, προσθέτοντας στη δυτική πλευρά του μικρό κτίσμα, το οποίο αποτέλεσε το γυναικωνίτη του, ακριβώς εκεί που αρχικά έστεκε ο χώρος διαβίωσης των μοναχών.

Πριν από κάμποσα χρόνια, αφαιρέθηκε η στέγη, λόγω προχωρημένης διάβρωσης, και προστέθηκε καινούργια, ενώ κανονικά έπρεπε να γίνει η αναπαλαίωσή της ενώ είναι πολύ πιθανό ο υπεραιωνόβιος ναός να έχει αλλάξει κι άλλες φορές τη στέγη του, γιατί τα ξύλα με το πέρασμα του χρόνου σαπίζουν και υποχωρούν. 

Άποψη των τοιχογραφιών στο Ναό
Το γεγονός αυτό θεωρείται ως πρώτη άστοχη ενέργεια ενώ το δεύτερο ατόπημα ακολούθησε αμέσως αφού σοβατίστηκε εξωτερικά όλο το κτίσμα. 

Ο ναός έχασε έτσι, τουλάχιστον εξωτερικά, την παλαιά του αίγλη ωστόσο δεν μπορεί κανείς να κατακρίνει αυτούς που έλαβαν τις παραπάνω πρωτοβουλίες, γιατί ενήργησαν με αγαθές προθέσεις φοβούμενοι πιθανή κατάρρευση του ναού, που διανύει, άλλωστε, τον δέκατο αιώνα της ζωής του. 

Επισημαίνετε ότι η σημερινή στέγη του Ναού, προεξέχει της επιφανείας της γης, ενώ αυτό δεν συνέβαινε προηγουμένως, έκτοτε ο Ναός της Υπαπαντής χρησιμοποιήθηκε ως η ενοριακή εκκλησία του χωριού και όπως σώζεται, σήμερα, είναι ένας μικρός μονόχωρος ναός με στενό νάρθηκα. 

Άποψη των τοιχογραφιών στο Ναό
Σύμφωνα με διάφορους μελετητές του ναού της Υπαπαντής, η αγιογράφηση της, τουλάχιστον αυτή που σώζεται έως και σήμερα, έγινε μέσα στο 18ο αιώνα.

Ο ναός όμως κτίστηκε στα 1100 περίπου οπότε η αγιογράφησή του για άγνωστο λόγο σε εμάς σήμερα, καθυστέρησε 338 ολόκληρα χρόνια. 

Μια επιγραφή, η οποία δεν φαίνεται σήμερα δυστυχώς λόγω της διάβρωσης τόσων ετών αλλά που υπέπεσε στην αντίληψη προγενεστέρων, αναφέρει ότι οι τοίχοι του ναού αγιογραφήθηκαν το 1438, δεκαπέντε χρόνια πριν από την άλωση της Κωνσταντινούπολης, από άγνωστους αγιογράφους, πιθανότατα, όμως, από τους εκεί μονάζοντες.

Άποψη των τοιχογραφιών στο Ναό,
η Κοίμηση της Θεοτόκου.
Ο εισερχόμενος στο ναό, επισκέπτης νιώθει μεγάλη κατάνυξη και ανείπωτο δέος, εκείνο όμως που τον ελκύει σαν μαγνήτης είναι οι τοιχογραφίες, οι οποίες εικονίζουν κυρίως μορφές από την Καινή και την Παλαιά Διαθήκη. 

Το μεγαλείο και το κάλλος των αγίων και θεϊκών μορφών εξακολουθεί να λάμπει και να καταυγάζει τις ευαίσθητες ψυχές των πιστών, μολονότι ο χρόνος αλλοίωσε, διάβρωσε, την λάμψη των ανεκτίμητης αξίας αγιογραφιών. 

Ακόμη, σαράντα τέσσερις εικόνες αγίων μορφών κοσμούσαν και λάμπρυναν το επάνω μέρος του ιερού τέμπλου του ναού και σήμερα στο ίδιο σημείο υπάρχουν σαράντα τέσσερα κενά πλαίσια που προκαλούν θλίψη αλλά και αγανάκτηση. 

Άποψη των τοιχογραφιών
Ο Αγιος Μερκούριος
Δύο φορές οι αρχαιοκάπηλοι έκλεψαν τις εικόνες αυτές που ήταν μεγάλης αρχαιολογικής, ιστορικής αξίας, όμως οι αστυνομικές αρχές και τις δυο φορές, κατάφεραν να ανακάλυψαν τα ίχνη τους και οι εικόνες επανήλθαν στον τόπο και φυλάσσονται σήμερα σε ασφαλές μέρος.

Οι παλαιότεροι έκαναν λόγο για την ύπαρξη και ενός χειρόγραφου Ευαγγελίου, που αδυνατούσαν όμως να το αναγνώσουν λόγω της βυζαντινής γραφής και το οποίο δεν δυστυχώς σήμερα θεωρείται να έχει κλαπεί.

Διασώθηκαν, ωστόσο, αρκετά λειτουργικά βιβλία με έντονα σημάδια διάβρωσης, λόγω της παλαιότητάς τους, αξίζει να καταγράψει κανείς εκείνα τουλάχιστον, στα οποία η χρονολογία έκδοσης είναι ευδιάκριτη: Μηναίο (Έκδοση του 1760), Εβδομαδάρια (Έκδοση του 1796), Ευαγγέλιο (Έκδοση του 1799), Ευαγγέλιο (Έκδοση του 1890), Ευαγγέλιο (Έκδοση του 1899).

Άποψη του τέμπλου του ναού
Το ότι ο ναός θεμελιώθηκε το 1100  αμφισβητείτε από κάποιους που λένε ότι τον έκτισαν οι Αλχανιώτες λίγο μετά την εγκατάστασή τους εκει, το 1720 και μάλιστα βυθισμένο στη γη, γιατί οι Τούρκοι απαγόρευαν να κτίζονται εκκλησίες σε εμφανή σημεία.

Ο ισχυρισμός όμως αυτός, εύκολα μπορεί να καταρριφθεί, από την παρουσία του κελιού κοντά στο ναό της Υπαπαντής που μαρτυρά ότι επρόκειτο αρχικά για μοναστήρι κι όχι για εκκλησία ενός οικισμού. 

Ως γνωστόν το μοναστήρι μπορεί να θεραπεύει τις θρησκευτικές ανάγκες ευάριθμων μοναχών δεν μπορεί να καλύψει όμως και τις λατρευτικές ανάγκες ενός μεγάλου πλήθους ή του συνόλου των κατοίκων κάποιου συγκεκριμένου οικισμού.

Άποψη των Δεσποτικών εικόνων του τέμπλου
Μία άλλη διαφορετική άποψη, δέχεται ως αληθινή την πληροφορία, που διέσωσαν οι παππούδες και προπαππούδες της περιοχής, ότι στο απρόσιτο και δυσδιάκριτο εκείνη την εποχή μοναστήρι μετέφεραν και έκρυψαν οι εικονολάτρες μεγάλο αριθμό σπουδαίων βυζαντινών εικόνων, που κινδύνευαν να καταστραφούν από το μένος των εικονομάχων.

Σύμφωνα με την άποψη αυτή ο ναός υπήρχε ήδη, όταν ξέσπασε η ταραχή της εικονομαχίας την περίοδο 726 - 842.

Στο μοναδικό αυτό μνημείο έχει γίνει μία σειρά επεμβάσεων, σε παλαιότερες περιόδους, που έχουν αλλοιώσει δυστυχώς την αρχική αρχιτεκτονική φυσιογνωμία του όπως 
η αλλαγή της στέγης, η κάλυψη με ασβεστοκονίαμα του εξωτερικού κελύφους και τέλος, η κατασκευή λίθινου περιβόλου περιμετρικά του Ναού, καθώς και το στρώσιμο με τσιμέντο της επιφάνειας του εδάφους πέριξ του ναού.
 
Κείμενο της αρχαιολόγου κας Βάσως Κων. Νούλας, ειδική συνεργάτιδα του Δημάρχου Φαρσάλων, στην ιστοσελίδα του Δήμου Φαρσάλων www.farsala.g