Τετάρτη 15 Απριλίου 2015

Ιερά Μονή Λουκούς, Αρκαδία

πηγή

Η Μονή Λουκούς είναι από τα πιο γνωστά μοναστικά κέντρα και το πιο προσιτό στον προσκυνητή που έρχεται από την Αργολίδα, καθώς προσεγγίζεται εύκολα ενώ από το Άστρος απέχει μόνο 4 χιλιόμετρα.


 Άποψη της Μονής 
πηγή
Η Ιερά Μονή της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος ή Μονή Λουκούς αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα μοναστηριακά συγκροτήματα της Αρκαδίας, το πιο σημαντικό στην επαρχία της Κυνουρίας και η ευρύτερη περιοχή που βρίσκεται η μονή παρουσιάζει πολλά και αξιόλογα ενδιαφέροντα στοιχεία.

Όπως γράφει ο Κ. Ρωμαίος, εδώ βρισκόταν «η Εύα, η μεγίστη των Θυρεατικών κωμών», σύμφωνα και με τον περιηγητή Παυσανία. 

Στην περιοχή αυτή, επίσης ήτανε και το Ιερόν του Πολεμοκράτους, φημισμένο θεραπευτήριο, που περιέθαλπε όσους προσέτρεχαν σε αυτό και «τιμάς παρά των προσοίκων είχε».


Άποψη του Καθολικού  
πηγή
Ο Ηρώδης ο Αττικός, μία πολυσυζητημένη προσωπικότητα των ρωμαϊκών χρόνων, που γνώρισε μεγάλη δόξα και ευτυχία, αλλά και τις μεγαλύτερες ανθρώπινες δυστυχίες, έζησε πολλές ημέρες της ζωής του στην περιοχή αυτή, όπου διέθετε κτήματα και πολυτελή έπαυλη.

Στην περιοχή αυτή βρίσκεται η μονή της Λουκούς, περικυκλωμένη αρμονικά από τις οροσειρές των βουνών Ζάβιτσα, Παλαιοπαναγιά και Ελληνικό και κοντά σε δύο ιστορικούς τόπους, την πόλη του Άστρους και το χωριό των Κάτω Δολιανών. Η μονή δεσπόζει στην είσοδο της πεδιάδας του ποταμού Τάνου, που μετά από μία διαδρομή 65χλμ. εκβάλλει στον Αργολικό κόλπο.

Η Ζάβιτσα είναι το γραφικό βουνό της περιοχής Άστρους, γνωστό από την αρχαιότητα ως Τημένιον Όρος, που αποτελεί μία από τις αποφύσεις του Πάρνωνος προς την Αργολίδα. 

Ανάμεσα σε δύο χαράδρες και στα βουνά, τη Ζάβιτσα στα βορειοανατολικά και τα πρόβουνα του Πάρνωνα στα νοτιοδυτικά, η μονή Λουκούς φαίνεται να είναι κτισμένη κοντά ή στη θέση αρχαίων οικισμών.

 Ο αρχαίος οικισμός 
πηγή
Η αρχαιολογική σκαπάνη έχει αποκαλύψει έναν αρχαίο οικισμό, ο οποίος τοποθετείται βόρεια του Τάνου και ανατολικά από το Ρέμα της Λουκούς, ακριβώς στα προς νότια και δυτικά αντερείσματα του όρους του Πάρνωνα. 

Κύρια μαρτυρία για τον οικισμό αυτό υπήρξαν κάποια όστρακα, κεραμίδες, πλάκες από διάφορα πολύχρωμα μάρμαρα αλλά και σκόρπια αρχιτεκτονικά μέλη.

Επιπλέον γίνεται και ιδιαίτερος λόγος για ψηφιδωτά δάπεδα ανάμεσα στα ερείπια, καθώς και για ένα σωζόμενο αγωγό ρωμαϊκής εποχής στην τοξοστοιχία της γέφυρας στο Ρέμα της Λουκούς, που χρησίμευε ως υδραγωγείο διοχέχευσης νερού στον χώρο του μοναστηριού και μάλιστα με άφθονο και καθαρό νερό.

Άποψη του Καθολικού  
πηγή
Το καθολικό της θεωρείται ότι πρέπει να έχει κτιστεί πάνω σε παλαιοχριστιανική εκκλησία του 5ου αιώνα.

Τα διάφορα τμήματα αρχαιότερων κτισμάτων, αλλά και οι περιγραφές για αγάλματα ή μέλη αρχιτεκτονικά που βρέθηκαν στον χώρο της, βεβαιώνουν πως η Λουκού υπήρξε ο ιερός εκείνος τόπος, στον οποίο μπόρεσε να δημιουργηθεί η πιο ωραία σύνθεση από τον αρχαίο ελληνικό και χριστιανικό πολιτισμό.

Για την πιθανή ετυμολογία της ονομασίας της μονής «Λουκούς» έχουν διατυπωθεί πολλές απόψεις. Μερικοί, όπως ο Αναστάσιος Ορλάνδος και ο Γ. Σωτηρίου – χωρίς να είναι βέβαιοι – αποδίδουν την ονομασία στο ότι θα υπήρχαν πολλοί λύκοι στην περιοχή, και αρχικά η μονή θα ονομάστηκε «Λυκού».

Η μοναδική τοξωτή θύρα εισόδου 
πηγή
Άλλοι υποστηρίζουν ότι κτίστηκε από τους Ρωμαίους (Βυζαντινούς) αυτοκράτορες και επειδή κατά την ίδρυση της μονής βρέθηκε ένα άγαλμα της Ήρας, η οποία στα λατινικά ονομάζεται Juno Lucina (Lucia), είναι πιθανό να έλαβε την επωνυμία αυτή: «Λουκού». 

Ακόμη ότι ονομάστηκε έτσι από κάποιον έμπορο Λουκά, ο οποίος έκτισε τη μονή και κατόπιν μόνασε εκεί και έτσι από το ανδρωνυμικό παρέμεινε η «Λουκού» καθώς όμως και ορισμένοι άλλοι, πάλι, αναζητούν από τον «Λύκειο» (Lux=φως) την προέλευση του ονόματος. 

Μία άλλη υπόθεση, η οποία φαίνεται αρκετά ισχυρή, καθώς υποστηρίζεται από μια παράδοση γύρω από την ονομασία του μοναστηριού, είναι καταγεγραμμένη σε κώδικα από τον ηγούμενο Ιωσήφ Κοράλλη. 

Σύμφωνα με την υπόθεση αυτή το τοπωνύμιο μπορεί να έχει λατινική καταγωγή από το «Lucus Feroniae»: το δάσος, όπου ήταν μέσα η έπαυλη του Ηρώδη. Δάσος γεμάτο θηράματα, πηγές, πλατάνια. («Lucus» στα λατινικά σημαίνει ιερό δάσος, άλσος, δρυμών). Πάντως η μονή επονομάζεται «της Λουκούς» τουλάχιστον από τις αρχές του 17ου αιώνα.

Άποψη του τέμπλου του Καθολικού 
πηγή

Το Καθολικό της Μονής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, σύμφωνα με την παράδοση, θεωρούσαν ότι ο ήταν βυζαντινό, αλλά σήμερα, λόγω των μορφολογικών του στοιχείων, ο ναός τοποθετείται στα πρώιμα μεταβυζαντινά χρόνια αλλά δεν αποκλείεται, ωστόσο, στη θέση αυτή να προϋπήρχε μονή. 

Σε όλη τη μακραίωνη ζωή της, η Μονή, γνώρισε ημέρες δόξας αλλά και λαμπρότητας, η οποία οφείλεται στους ικανούς και δραστήριους ηγουμένους της. 

Παράλληλα όμως ταλαιπωρήθηκε εξαιρετικά από τις πολλές καταστροφές, πυρκαγιές καθώς και διαλύσεις όμως ιδιαίτερη αίγλη της έδωσε το εξαιρετικό προνόμιο του «Σταυροπηγίου», που διατηρούσε πάντοτε. 

Άποψη της τοιχοποιίας  
πηγή
Μετά την Άλωση και την κατάληψη του Μοριά από τους Τούρκους, ερημώθηκε, μέχρι την στιγμή που κάποιοι έμποροι γουναράδες από την περιοχή, εγκαταστημένοι στην Κωνσταντινούπολη, έκαναν ενέργειες για την ανασυγκρότησή της και με σιγίλλιο του Πατριάρχη Διονυσίου Β΄(1546 – 1555) βοήθησαν να επανακτήσει την σταυροπηγιακή της αξία.

Από σημείωμα στη βιβλιοθήκη της Λουκούς έχουμε την πληροφορία ότι στα μέσα του 17ου αιώνα η μονή πυρπολήθηκε από τους οθωμανούς. Οι Τούρκοι έκαψαν όλα τα πολύτιμα σκεύη του ναού και έσφαξαν όσους μοναχούς βρήκαν στο Μοναστήρι ενώ το 1730 τη μονή επισκέπτεται ο περιβόητος, όσο και παρανοϊκός αββάς Fourmont, που η γνωστή καταστροφική δράση του στη Σπάρτη, τον χαρακτηρίζει εγκληματία της ιστορικής μνήμης.

Άποψη της τοιχοποιίας   
πηγή
Ο Fourmont αντιγράφει τις επιγραφές και διατάζει τους εργάτες να σπάνε μετά την αντιγραφή όλες τις πλάκες, τα μάρμαρα και τους λίθους που είχαν αρχαίες ελληνικές επιγραφές, ούτως ώστε να έχει μόνο αυτός το προνόμιο της αντιγραφής τους. 

Με αυτόν τον τρόπο, κατέστρεψε, έσπασε και συνέτριψε εκατοντάδες πολύτιμες και σημαντικές μαρτυρίες, επιγραφές, αγάλματα, καθώς και έργα λόγου και τέχνης.

Το 1834 έως το 1837 γίνεται προσπάθεια κάποια επανασύστασης της μονής και από μέρους των κατοίκων του χωριού Βέρβαινα και από μέρους του ηγούμενου Κωνστάντιου και των μοναχών, οι οποίοι με αίτηση προς την Ιερά Σύνοδο, τονίζουν τα όσα πρόσφερε η μονή κατά την Επανάσταση. 

Άποψη της τοιχοποιίας    
πηγή
Στις 25 Αυγούστου 1837 με Βασιλικό Διάταγμα γίνεται η ανασύσταση της Λουκούς, στο διάστημα όμως της τριετίας τα κτίρια της Μονής είχαν ερημωθεί και τα κτήματά της καταπατηθεί.

Το 1947 η μονή της Λουκούς μετατρέπεται σε γυναικεία και με αυτήν την μορφή λειτουργεί μέχρι και σήμερα, διατηρώντας τη σταυροπηγιακή της ιδιότητα, καθώς και μεγάλη περιουσία. 

Στο μοναστήρι εγκαταστάθηκε μία νέα αδελφότητα μοναζουσών, με επικεφαλής την ηγουμένη, Γερόντισσα Χριστονύμφη Κάρτσωνα (†1997) η οποία όμως παρέλαβε μία σχεδόν πλήρως ερειπωμένη μονή, ενώ και η γενικότερη κατάσταση της περιοχής ήτανε αξιοθρήνητη, λόγω του εμφυλίου πολέμου. 



Ωστόσο, η αδελφότητα κατάφερε σε σύντομο χρονικό διάστημα να επιτελέσει σημαντικό έργο: επισκευάστηκαν τα παλαιά και κτίστηκαν νέα οικοδομήματα.

Περιφρουρήθηκε η ακίνητη περιουσία της, ευτρεπίστηκαν τα μετόχια της μονής: ο ναός της Αναλήψεως και ο ναός του Αγίου Δημητρίου, ενώ προστέθηκε ως μετόχι και  η μονή του Αγίου Νικολάου Καρυάς (το 1967), η οποία από το 1994 λειτουργεί πλέον ως ανδρώα. 

Κατασκευάστηκαν δύο κατανυκτικά παρεκκλήσια: των Αγίων Πάντων (το 1957) και της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (το 1962), διαφυλάχτηκαν τα κειμήλια και συγκροτήθηκε η Βιβλιοθήκη, που διαθέτει 300 παλαιούς τόμους, χειρόγραφα, σιγίλλια, κώδικες.


Άποψη της τοιχοποιίας    
πηγή
Στην τοιχοποιία έχουν ενσωματωθεί τμήματα μαρμάρινων αναγλύφων από αρχαιότερα κτίρια, όπως κορινθιακά επίκρανα, ανάγλυφες ταινίες επιστυλίων, κυλλίβαντες κ.ά., καθώς επίσης και μικρασιατικά κοίλα πινάκια (ροδίτικα) στα αετώματα των παραθύρων, της μεσαίας κόγχης, κλπ.

Ο ναός συνιστά κομψοτέχνημα αρχιτεκτονικής και ναοδομίας. Η μοναδική τοξωτή θύρα εισόδου βρίσκεται στο μέσον της δυτικής πλευράς.

Το μικρό μαρμάρινο κωδωνοστάσιο στα δυτικά είναι νεώτερο και φέρει πιθανώς τη χρονολογία 1870. Ο ναός φωτίζεται από τα οκτώ στενόμακρα παράθυρα του τρούλου, από τα ανοίγματα του ιερού και από τα παράθυρα των μακριών πλευρών.

πηγή
Το αρχικό δάπεδο του ναού της Λουκούς διατηρείται διαμορφωμένο με έγχρωμες μεγάλες άνισες πλάκες. 

Εναλλάσσονται με ακανόνιστα παρεμβαλλόμενα μικρότερα κομμάτια με παρένθετα θωράκια, τμήματα από παλιότερες διακοσμήσεις. 

Στο κέντρο του δαπέδου, κάτω από τον τρούλο και μέσα σε τετράγωνο πλαίσιο παρεμβάλλεται ένας ανάγλυφος δικέφαλος αετός πάνω σε στρογγυλή πλάκα, διαμέτρου 0.48 μέτρα, που μαρτυρά τον σταυροπηγιακό χαρακτήρα της μονής. Οι Sodini, Πάλλας και Spiro θεωρούν ότι ένα τμήμα ψηφιδωτού δαπέδου, που διακρινόταν στη νοτιοδυτική γωνία του ναού είναι παλαιοχριστιανικό. Ο Ορλάνδος το 1924 είχε χρονολογήσει το καθολικό της μονής Λουκούς στον 12ο – 13ο αιώνα. 




πηγή
Από τότε όλοι οι μελετητές της ιστορίας της μονής δέχονταν ότι ο ναός είναι βυζαντινό κτίσμα, σύμφωνα, όμως, με νεώτερες έρευνες τόσο του Μ. Χατζηδάκη, όσο και του Χ. Μπούρα, το καθολικό της μονής ανήκει στους μεταβυζαντινούς ναούς κατά μίμηση βυζαντινών προτύπων.

Στον κώδικα της μονής το 1649 καταγράφεται ως έτος αγιογράφησης του ναού.

Το καθολικό είναι κατάγραφο εσωτερικά με καλά διατηρημένες σήμερα τοιχογραφίες, άγνωστου καλλιτέχνη, που απεικονίζουν εκτός της συνήθους εικονογραφίας θέματα από την Αγία Γραφή και τους 24 Οίκους του Ακαθίστου Ύμνου.

Οι τοιχογραφίες φέρουν ίχνη από τα χτυπήματα των επιδρομέων του Ιμπραήμ, όπως σπαθισμούς στα πρόσωπα των εικονιζόμενων αγίων, ωστόσο, στο μεγαλύτερο μέρος τους οι τοιχογραφίες έχουν διατηρηθεί ακέραιες. 
 
Ο αγιογράφος χειρίζεται διάφορες τεχνοτροπίες και η τέχνη του μπορεί να παραβληθεί με τοιχογραφίες γνωστών ζωγράφων του 16ου – 17ου αιώνα όπως των Μόσχων, των Κακαβάδων και των μαθητών τους, όμως, σε κανέναν από αυτούς δεν μπορεί να αποδοθεί η τοιχογράφηση του καθολικού, ο λαϊκός χαρακτήρας των τοιχογραφιών είναι αναμφισβήτητος και διακρίνεται από την αγάπη για την περιγραφή αντικειμένων του λαϊκού βίου και τη σχηματοποίηση στις μορφές.





πηγή
Η μονή διατηρεί μία βιβλιοθήκη με 500 περίπου βιβλία, παλιά και νέα. Εκεί φυλάσσονται επίσης χειρόγραφοι κώδικες και σιγιλλιώδη πατριαρχικά έγγραφα. Ένα από αυτά σε μεμβράνη είναι του Γρηγορίου Ε΄. Παλαιότερα υπήρχαν φιρμάνια, χοντζέτια, ταπιά και άλλα, ελληνικά έγγραφα (συνολικά 60), τα οποία παραδόθηκαν στην Επιτροπή για την καταμέτρηση των μοναστηριακών κτημάτων.

Πολλά από τα κειμήλια της μονής κάηκαν κατά την πυρπόληση της μονής από τον Ιμπραήμ, ωστόσο, διατηρήθηκαν μερικά αντικείμενα, όπως και το πολυτιμότερο για τη μονή κειμήλιο: ένας σταυρός με Τίμιο Ξύλο και διάφορα άγια λείψανα. 
 
Το Τίμιο Ξύλο, «που πολλές φορές ευωδιάζει», είναι δώρο της Αικατερίνης της Ρωσίας, η οποία είχε προσφέρει από ένα μικρό κομμάτι Τίμιου Ξύλου στα περισσότερα μοναστήρια της Ελλάδας. 

Ο επισκέπτης έχει τη δυνατότητα να θαυμάσει σταυρούς ευλογίας, ευαγγέλιο του 1781, άγια ποτήρια, άμφια, φορητές εικόνες του 16ου αιώνος και τίμια λείψανα των αγίων Γεωργίου Τροπαιοφόρου, Δημητρίου Μυροβλήτου, Ιωάννου Χρυσοστόμου, Ιακώβου, Ιεροθέου, Παρασκευής, Αγάθης, Θεοδώρων, Νεκταρίου, Ξένης, Μακρίνας, Ευφρασίου του Μαγείρου κ.ά.

Έπαυλη Ηρώδη του Αττικού. 

H έπαυλη του Ηρώδου του Αττικού
πηγή
Ο τόπος γύρω από τη μονή είναι ο σημαντικότερος σε όλη την Κυνουρία αρχαιολογικός χώρος. 

Οι διάφορες ανασκαφές, που έχουν γίνει και τα λείψανα που έχουν βρεθεί, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι βόρεια από τον περίβολο της μονής υπήρχε άλλοτε η μεγαλύτερη κωμόπολη της αρχαίας Θυρέας, η Εύα, μία αρχαία πόλη με σημαντικό πολιτισμό, την οποία περιγράφει ο Παυσανίας το 170 μ.Χ. Επίσης, ότι εκεί - κτισμένο ίσως μέσα στο σημερινό περιβόλι της Λουκούς - βρισκόταν και το ιερό του θεού της Ιατρικής, Ασκληπιού, το θεραπευτήριο του Πολεμοκράτους, τον οποίο οι αρχαίοι Έλληνες τιμούσαν ιδιαίτερα και έφεραν στα ιαματικά του λουτρά τους ασθενείς για θεραπεία. 

Ψηφιδωτό δάπεδο.
Παράσταση ρωμαϊκού ιπποδρόμου και αρματοδρομιών 

νότιος εξωτερικός διάδρομος της βίλας, 4ος αιώνας μ.Χ.
πηγή
Όλα τα αρχαιολογικά ευρήματα απετέλεσαν τελευταία ειδική συλλογή και φυλάσσονται στο Μουσείο του Άστρους.

Κατά τον 2ο αιώνα, καθώς μας πληροφορεί και το αρχείο της μονής, στον ίδιο χώρο είχε την πολυτελή ρωμαϊκή έπαυλή του - κοσμημένη με λαμπρά κινητά και ακίνητα μνημεία - ο σοφιστής Ηρώδης ο Αττικός, ο οποίος ερχόταν το θέρος με τους σοφούς της εποχής εκείνης και έδινε τα περίφημα και ονομαστά συμπόσια του.

Το όμορφο φυσικό περιβάλλον, που ήταν δασώδες και κατάλληλο για κυνήγι, θα συνετέλεσε ασφαλώς στο να κατασκευάσει εκεί την έπαυλή του ο Ηρώδης ο Αττικός.

Επίσης, από τυχαία κυρίως ευρήματα στην περιοχή του μοναστηριού της Λουκούς γίνεται φανερό ότι κάτω από το χριστιανικό Ίδρυμα, υπήρχε άλλο αρχαιότερο.

Γλυπτό από την έπαυλη του Ηρώδου
του Αττικού στο προαύλιο της Μονής Λουκούς

πηγή
Το είδος των ευρημάτων, που είναι κυρίως ανάγλυφα των ώριμων κλασικών χρόνων (4ος αιώνας π.Χ.) με παράσταση του Ασκληπιού, των Ασκληπιαδών και των λατρευτών τους (σήμερα βρίσκονται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών), δικαιολογεί την υπόθεση ότι εδώ υπήρχε Ιερό του Ασκληπιού ή πιθανότερα του Ασκληπιάδη Πολεμοκράτη, όπως μαρτυρούν ιστορικές και φιλολογικές πηγές. 

Κίνητρο για την ίδρυση εδώ ενός Ασκληπιείου υπήρξε μάλλον το ωραίο κλίμα, το θαυμάσιο – αν και λιτό - φυσικό περιβάλλον και το πλούσιο νερό που αναβλύζει ακόμα στις πηγές της «Μάνας του Νερού». 

Ο χρόνος, η ερήμωση και οι ιστορικές περιπέτειες της περιοχής, αλλοίωσαν τα μνημειακά και εν μέρει τα φυσικά χαρακτηριστικά του χώρου και μετά από δύο χιλιετηρίδες η έρευνα – ερασιτεχνική στην αρχή, επιστημονική στη συνέχεια - άρχισε να αποκαλύπτει την άγνωστη στις πηγές ιστορία και μνημειακή περιουσία του. 

Πράγματι, οι πρώτες σκαπτικές εργασίες στον χώρο έγιναν από τους μοναχούς της μονής και συνεχίστηκαν από τους ιδιοκτήτες ή τους καταπατητές των αγρών, οι οποίοι μάλιστα εγκατέστησαν και ασβεστοκάμινο στα ερείπια της έπαυλης, που δυστυχώς προσεφέρθη ως ορυχείο λίθων και μαρμάρου.




Ψηφιδωτό με την προσωποποίηση της Απόλαυσης
πηγή
Πολλά αρχιτεκτονικά και γλυπτά αριστουργήματα ασβεστοποιήθηκαν τότε ή μεταφέρθηκαν στον αύλειο χώρο της μονής, μέρος της οποίας κτίστηκε με υλικό των αρχαίων κτισμάτων και της ίδιας της έπαυλης. 

Άλλα αντικείμενα ταξίδεψαν μακριά από τον χώρο εύρεσής τους και βρίσκονται σήμερα στα Μουσεία του Βερολίνου και στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών.  

Σήμερα η Μονή έχει εννέα μοναχές με ηγουμένη την αδελφή Νεκταρία Λυμπεράκη να φροντίζει για τη λειτουργία της μονής και την υποδειγματική της τάξη, ενώ οι μοναχές ασχολούνται εκτός των καθηκόντων τους, όχι συστηματικά πλέον, με την ταπητουργία, με το εργόχειρο και τις αγροτικές εργασίες. Παλαιότερα μάλιστα λειτουργούσε έκθεση ειδών ευλάβειας και χειροτεχνίας.

Τηλέφωνο Μονής: (+30) 27550  41260


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου