Τρίτη 17 Μαρτίου 2020

Ιερά Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου Σεπετού, Πελοπόννησος.

πηγή


Βρίσκεται κτισμένη μέσα σε μια σπηλιά, ενός απόκρημνου βράχου, ανάμεσα στην ακρόπολη της αρχαίας  Αλιφείρας και στη ρεματιά του Τρίτωνα, μετά την Καλλιθέα Ολυμπίας, σε απόσταση περίπου 3 χιλιομέτρων από τον δρόμο Πύργου Ανδρίτσαινας και 500 μέτρων πριν από το σημερινό χωριό Αλιφείρα.


Η είσοδος στην Μονή.
πηγή
Για την ερμηνεία του ονόματος της Μονής «Σεπετού» και Παναγίας «Σεπετιώτισσας» έχουν υποστηριχθεί διάφορες εκδοχές: 

α) ότι προέρχεται από παραφθορά των επιθέτων σεπτεός (από το ρήμα σέβομαι = εκείνο που πρέπει να σέβεται κανείς), ή σεπτικός (= ο σε σεβασμό ανήκων), ή σεπτός (= σεβαστός). 

β) ότι έχει σχέσει με τη σλαβική λέξη sopot = κρουνός, καταρράκτης (από το γνωστό καταρράκτη του Τρίτωνος, παραποτάμου του Αλφειού). 

γ) ότι προέρχεται από την έκφραση «Σε πετώ» (= σου χαρίζω, συνήθως το μωρό που έριχναν οι γονείς τον μπροστά στην εικόνα της Παναγίας για να ιαθεί από αρρώστια, ή να το πάρει κάποιος από τους παρευρισκόμενους ως ανάδοχος. 

δ) από μυθικό «σερπετό» (= ερπετό) που κατά την παράδοση ταλαιπωρούσε την περιοχή και μετά από επίκληση των κατοίκων το σκότωσε κεραυνός, με τη χάρη της Παναγίας, και απαλλάχθηκε ο τόπος. 

Ακριβείς πληροφορίες για τον χρόνο ίδρυσης της Μονής δεν υπάρχουν όμως διάφορες ενδείξεις ανάγουν την ίδρυσή της στο 1100 ή στο 1200,  στα χρόνια της πατριαρχίας του Ιωάννη Ι΄ Καματηρού

Η Θαυματουργή εικόνα της "Παναγίας Σεπετιώτισσας".
πηγή
Η τοπική παράδοση μας λέει πως αρχικά ήταν κτισμένη στη θέση «Βροντό» απέναντι από τον καταρράκτη του Τρίτωνα και μετά την καταστροφή της ανοικοδομήθηκε στο σημείο τον Βράχου, όπου βρέθηκε και η Θαυματουργική εικόνα της Παναγίας γύρω στα 1347 χωρίς αυτό το σημείο όμως να είναι και το ακριβές σημείο ευρέσεως της εικόνας, που μάλιστα αποδίδεται και στον ευαγγελιστή Λουκά.

Η παράδοση αναφέρει ότι ένας βοσκός έβλεπε συνεχώς φως μέσα στα νερά του ποταμού Τρίτωνα, που κοντά στις όχθες του βρέθηκε η εικόνα της Παναγίας και για να την τιμήσουν οι πιστοί έκτισαν εκεί την πρώτη εκκλησία. 
Δεν έχουμε αρκετές πληροφορίες για την θέση που κατείχε το Μοναστήρι κατά τους Βυζαντινούς χρόνους, το σίγουρο είναι ότι το μοναστήρι αναγκάστηκε να μεταφερθεί από την θέση «Βροντονέρι» και εγκαταστάθηκε κοντά στην εκκλησία του Αγίου Αντωνίου που δεν σώζεται σήμερα και ο λόγος της μετακίνησης της Μονής ήταν οι συνεχείς ληστρικές και πειρατικές επιδρομές που ταλάνιζαν χρόνια την ευρύτερη περιοχή της Μονής. 
Άποψη της Μονής
πηγή
Από τα χρόνια αυτά η Μονή υπαγόταν στην Επισκοπή – Μητρόπολη Χριαστιανουπόλεως ενώ το πέρασμα των Φράγκων άφησε ανεξίτηλα τα σημάδια του στην ιστορία της Μονής όταν οι Φράγκοι διαίρεσαν την Πελοπόννησο (Μορέας) σε 12 βαρωνίες και αυτές με την σειρά τους χωρίστηκαν σε τιμάρια η φέουδα.
Το μοναστήρι υπαγόταν την Βαρωνία της Καρύταινας που ονομαζόταν και αλλιώς Βαρωνία των Σκορτών και στη συνέχεια περιήλθε στον Φράγκο ηγεμόνα Κρεβεκέρ του Φέουδου Κρεπακόρ. 
Η πολιτική του διαιρεί και βασίλευε των Φράγκων είχε σαν αποτέλεσμα την παρακμή του Μοναστηριού από τις τρομερές επιδρομές και το πλιάτσικο των Φράγκων και Βενετών Σταυροφόρων, τυχοδιωκτών και μισθοφόρων. 
Άποψη παλαιών και νέων κτιρίων της Μονής
πηγή
Ως θερμοί υποστηρικτές του Πάπα δήμευσαν τα εκκλησιαστικά κτήματα και τα έδωσαν σε Λατίνους Μοναχούς και το αποτέλεσμα ήταν η φυγή των Χριστιανών Μοναχών στο απέναντι Αρκαδικό χωριό και η ερήμωση της Μονής.
Όταν το 1715 οι Τούρκοι επανέκτησαν την κυριαρχία της Ολυμπίας, η Μονή συνέχισε τη ζωή της, κάτω από υποφερτές συνθήκες, οι οποίες άρχισαν να γίνονται δύσκολες μετά το 1750 και ιδιαίτερα το 1770, κατά τα Ορλωφικά. 

Η Μονή εξελίσσεται σε κέντρο συναντήσεως και αποφάσεων των οπλαρχηγών της περιοχής, και όταν αρχίζει ο Αγώνας του 1821 ανταποκρίνεται στο κάλεσμα της Πατρίδος αφού αποστέλλει «τα χρυσά και αργυρά σκεύη και κειμήλια υπέρ του Ταμείου του πολέμου», ενώ οι μοναχοί της αντιστέκονται «με συντοπίτες οπλαρχηγούς στις μάχες τον Λάλα, τ' Αη-Θανάση Ανδριτσαίνης και σε άλλες μάχες» κατά του Ιμπραήμ. 

Η είσοδος στο Καθολικό της Μονής
πηγή
Στην περίοδο της Οθωμανικής κυριαρχίας η Μονή Σεπετού υπαγόταν στο Βιλαέτι Φαναρίου, τα πράγματα δεν ήταν ρόδινα για αυτή, παρ’ όλα αυτά διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο και από την Μονή πέρασαν και ορκίστηκαν στην εικόνα της Παναγίας αγωνιστές της Ελληνικής Επανάστασης όπως ο φιλικός Παπαλέξης Οικονόμου, ο Μοραγιάννης και Βεκίλης του Μοριά καθώς και οπλαρχηγοί όπως ο Τζανέτος Χριστόπουλος, οι Ζαριφαίοι, οι Κανελλοπουλαίοι και άλλοι οπλαρχηγοί.

Το 1826 είναι σημαδιακό για την μονή, αφού ο Ιμπραήμ Πασάς αλωνίζει την Πελοπόννησο, με το πέρασμά του από την Ηλεία να  είναι καταστροφικό, έκαψε, κατέστρεψε και αφάνισε άμαχο πληθυσμό ενώ το μοναστήρι γνώρισε και αυτό με την σειρά του την καταστροφική του μανία, μετά από σκληρή αντίσταση των ηρωικών του Μοναχών.

Άποψη του Καθολικού της Μονής με το προσκυνητάρι
της Θαυματουργής εικόνας Παναγίας Σεπετιώτισσας
πηγή
Μετά την απελευθέρωση, σύμφωνα με το γνωστό διάταγμα του 'Οθωνα, διαλύθηκε και «Επωλήθη δια δημοπρασίας όλη η αποσκευή αυτής, ιερά σκεύη και άμφια και βιβλία και λοιπά του ιερού ναού. Ομοίως αιγοπρόβατα, ημίoνοι κ.λπ.» και οι μοναχοί της πήγαν στις Μονές Αιμυαλών και Τιμίου Προδρόμου Γορτυνίας. 

Τις επόμενες δεκαετίες παρέμεινε ως προσκύνημα των χριστιανών της περιοχής, υπό τη μέριμνα του εφημερίου της ενορίας της Καλλιθέας (Ζάχο) και την εποπτεία του μητροπολίτου Τριφυλίας και Ολυμπίας ενώ στις 23 Αυγούστου 1915, ημέρα πανηγύρεως του ναού της Μονής, εκδηλώθηκε, από ξεχασμένο κερί, πυρκαγιά που αποτέφρωσε το ναό, τα κειμήλια, τα αφιερώματα, σώθηκε όμως η Θαυματουργός εικόνα της Παναγίας. 

Με τη συμβολή κατοίκων της περιοχής ξανακτίστηκε, από το 1916 ως το 1918 με το Καθολικό να είναι επιμήκης, μονόκλιτη, λιθόκτιστη, Βασιλική, τα υλικά που τη συνδέουν είναι κοκκινόχωμα με πέτρες, την στηρίζουν δύο ασυνήθιστα λίθινα τόξα, κολλημένα αρμονικά μεταξύ τους και η στέγη άλλοτε ήταν μονόρριχτη με ξύλινο ταβάνι, αγιογραφημένο μάλιστα. 

Αργότερα, για λόγους προστασίας  από τις πέτρες του βράχου, που κατά καιρούς έπεφταν απειλητικές, αλλά και για καλύτερο φωτισμό κι αερισμό, έγινε τσιμεντένια με τρεις τρούλους φωτεινούς με τον μεσαίο να είναι μεγαλύτερος. 

Άποψη του Καθολικού της Μονής με το ξυλόγλυπτο
επίχρυσο τέμπλο μήκους 8.30 μέτρων.
πηγή
Το Καθολικό κοσμείτε από ξυλόγλυπτο επιχρυσωμένο τέμπλο 8.30 μέτρων και σε ξυλόγλυπτο προσκυνητάρι, αριστερά του, βρίσκεται η εικόνα της Παναγίας.

Στη Μονή λειτούργησε το 1900 με 1903 Δημοτικό σχολείο για τα παιδιά της Αλιφείρας και των γύρω χωριών, με δάσκαλο τον ιερομόναχο Άνθιμο, ενώ το 1936 - 1938 λειτούργησε και εκκλησιαστική Σχολή επιμόρφωσης των ιερέων της περιοχής. 

Το 1972 ιερόσυλοι έκλεψαν την εικόνα της Παναγίας με σκοπό να την πουλήσουν όμως επτά μήνες αργότερα συνελήφθησαν οι δύο αδελφοί - κλέφτες της ενώ το 1984 με τη σύμφωνη γνώμη του μακαριστού Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Τριφυλίας και Ολυμπίας κυρού Στεφάνου, αναγνωρίστηκε το Σεπετό ως γυναικεία Μονή και η νόμιμη επισημοποίηση της έγινε στις 7 Αυγούστου του 1984, με το 393/7-8-1984 Προεδρικό Διάταγμα.

Άποψη του Καθολικού της Μονής.
πηγή
Την ανοικοδόμηση της Μονής Σεπετού και τη φροντίδα συντήρησης των παλαιών κτιρίων, ανέλαβε, κατόπιν δήλωσής του (28 - 2 - 1984) ο Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης κ. Γεώργιος Ζαχαρόπουλος, από την Ανδρίτσαινα και πέτυχε σε σύντομο διάστημα να αναζωογονήσει τη Μονή, να ανακαινίσει τα κτίσματα, κ.α. 

Το συγκρότημα είναι κτισμένο σε επιφάνεια ενός κατακόρυφου βράχου, υψώνεται σε πέντε επίπεδα που περιλαμβάνουν κελιά και βοηθητικούς χώρους. 

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο εντυπωσιακός όπως και ανακαινισμένος πύργος, που στεγάζει τον ξενώνα, δυστυχώς όμως οι πυρκαγιές του 2007 κατέκαψαν τον περιβάλλοντα χώρο της Μονής και προκαλεί πραγματικά θλίψη η θέα του χώρου.

Από τα παλαιά κειμήλια δεν σώθηκαν παρά μόνον η ιερά εικόνα της Θεοτόκου, με αργυρή επένδυση και ένα χρυσό άγιο Ποτήριο λεπτής τέχνης, «Δέησις» των μοναχών Βησσαρίωνος και Δανιήλ, όμως η Μονή διαθέτει λείψανα Αγίων, όπως: Ιακώβου του αδελφοθέου, Γεωργίου, Φιλοθέης, Προκοπίου, Μεγάλου Βασιλείου, Χαραλάμπους, Αθανασίου Χριστιανουπόλεως, Ελευθερίου, Κυριακής, Παρασκευής, Άννης και Αναστασίας Φαρμακολυτρίας.

Την Μονή που πανηγυρίζει στις 23 Αυγούστου, μπορεί να την επισκεφθεί κανείς είτε ακολουθώντας τη διαδρομή από Ανδρίτσαινα, είτε από Αρχαία Ολυμπία και Δαφνούλα που είναι πιο δύσκολη βέβαια, αλλά και πιο εντυπωσιακή.

Τηλέφωνο επικοινωνίας: 26260 - 41205.


1 σχόλιο: