πηγή |
Το
ιστορικό μοναστήρι της Κοίμησης της
Θεοτόκου βρίσκεται στη
βορειοανατολική είσοδο του χωριού Σπήλαιο στα
Γρεβενά.
Άποψη του Ναού πηγή: www.religiousgreece.gr |
Πρόκειται για έναν από τους παλιότερους οικισμούς της Δυτικής Μακεδονίας.
Ο οικισμός έχει χτιστεί στις ανατολικές παρυφές της Πίνδου, στους πρόποδες του όρους Σταυρού, που παλιά ονομαζόταν «Σπίλος», που είναι συνέχεια του Καρέτσου και του Όρλιακα ενώ απέχει 25 χιλιόμετρα από τα Γρεβενά.
Το καθολικό και τμήμα του ισογείου της βόρειας πτέρυγας της Μονής, ανακατασκευασμένο, είναι τα μόνα που έχουν απομείνει σήμερα από την άλλοτε ανθούσα μονή.
Ο οικισμός έχει χτιστεί στις ανατολικές παρυφές της Πίνδου, στους πρόποδες του όρους Σταυρού, που παλιά ονομαζόταν «Σπίλος», που είναι συνέχεια του Καρέτσου και του Όρλιακα ενώ απέχει 25 χιλιόμετρα από τα Γρεβενά.
Το καθολικό και τμήμα του ισογείου της βόρειας πτέρυγας της Μονής, ανακατασκευασμένο, είναι τα μόνα που έχουν απομείνει σήμερα από την άλλοτε ανθούσα μονή.
Aρχικά
υπαγόταν στην Αρχιεπισκοπή Αχριδών,
καθαγιάσθηκε όμως στο όνομα της «Πανυπεράγνου
Δεσποίνης Θεοτόκου και Αειαπαρθένου
Μαρίας» και μετά το 1767 περιήλθε στο
Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Άποψη του Ναού |
Η Κτητορική επιγραφή έξω από το νότιο χορό |
Σύμφωνα με τη λιθανάγλυφη κτητορική επιγραφή, η μονή ιδρύθηκε ως σταυροπηγιακή το 1633, επί αρχιεπισκόπου Γαβριήλ από τη Μηλιά Μετσόβου και αναφέρει επί τίνος
αρχιεπισκόπου, μητροπολίτου και σουλτάνου ιδρύθηκε, καθώς και τους κτήτορες:
«Ι. Χ. Ν. Κ. Σταυροπή / γιον πατριαρχικόν αγι / ασθέν επ΄ ονόματι της πανυπε /ράγνου δεσπήνης ημόν Θεοτόκου κ(αι) αειπαρθένου /Μαρίας εν τη θεοσόστ[ω και] πολισε[βάστω επαρ]χία Γρεβε/[νών], εν τω ιδίω θελήματι του μακαριοτάτου αρχηε[πισκόπου Κλή]μεντος / Α' Ιουστινιανής Αχρηδών, κ(αι) εκ θελήματος του κατά τόπον αρχιε /ρατεύοντως κ(υρίου) (κυρ) Γαβριήλ, εκ χωρήον Μηληά Μετσόβου, [επί βασιλέως / βασιλείας Σουλτάν Μουράτ] /εν έτη[από κτίσεως] ΖΡΜΑ, [από Χριστού]ΑΧΛΓ, (ι)ν(δικτιώνα) Α΄. Κτητωρι /Δημητρήου ηερέως, Παχωμήου ιερομονάχου [Σάβας] ιερομονάχου Γαλακτήου [ιε]ρομ[ονάχου] [.....] Παρθενήου των μοναχον, Δημητρίου ιερέως [.....................] Μαΐου ΚΗ΄».
«Ι. Χ. Ν. Κ. Σταυροπή / γιον πατριαρχικόν αγι / ασθέν επ΄ ονόματι της πανυπε /ράγνου δεσπήνης ημόν Θεοτόκου κ(αι) αειπαρθένου /Μαρίας εν τη θεοσόστ[ω και] πολισε[βάστω επαρ]χία Γρεβε/[νών], εν τω ιδίω θελήματι του μακαριοτάτου αρχηε[πισκόπου Κλή]μεντος / Α' Ιουστινιανής Αχρηδών, κ(αι) εκ θελήματος του κατά τόπον αρχιε /ρατεύοντως κ(υρίου) (κυρ) Γαβριήλ, εκ χωρήον Μηληά Μετσόβου, [επί βασιλέως / βασιλείας Σουλτάν Μουράτ] /εν έτη[από κτίσεως] ΖΡΜΑ, [από Χριστού]ΑΧΛΓ, (ι)ν(δικτιώνα) Α΄. Κτητωρι /Δημητρήου ηερέως, Παχωμήου ιερομονάχου [Σάβας] ιερομονάχου Γαλακτήου [ιε]ρομ[ονάχου] [.....] Παρθενήου των μοναχον, Δημητρίου ιερέως [.....................] Μαΐου ΚΗ΄».
Άποψη της Μονής |
Άποψη του Ναού και το τριώροφο κωδωνοστάσιο |
Επίσης στην μονή της Ζάβορδας υπάρχει και λειτουργικός σλαβικός κώδικας των αρχών του 17ου αιώνα στο τέλος του οποίου υπάρχει «παρρησία» με ονόματα ηγουμένων της μονής.
Επιπροσθέτως, ένα σημαντικό ιστορικό γεγονός συνηγορεί ως προς το χρόνο ίδρυσης της μονής, αφού τον Οκτώβριο του 1679 στο καθολικό της έγινε η εκλογή του Μητροπολίτη Πελαγονίας σύμφωνα με το έγγραφο της εκλογής.
Το καθολικό ανήκει στον αθωνικό τύπο και είναι σύνθετος τετρακιόνιος σταυροειδής εγγεγραμμένος με τρούλο και πλευρικούς χορούς ενώ έχει στενό πρόναο με τριπλή διαίρεση και με την προσθήκη ενός ακόμη ζεύγους πεσσών στα δυτικά δημιουργήθηκε ένα είδος νάρθηκα.
Η Παναγία στο υπέρθυρο της εισόδου στο Ναό |
Σημαντικότερο όμως πρόβλημα ήταν η απόκλιση της νότιας, ανατολικής και βόρειας τοιχοποιίας και το πρόβλημα έγινε εντονότερο με το μεγάλο σεισμό του 1995.
Το 1999, η 11η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων με χρηματοδότηση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Γρεβενών άρχισε τις εργασίες αποκατάστασης του καθολικού, οι οποίες ολοκληρώθηκαν το 2001 ενώ η συντήρηση των τοιχογραφιών του εσωτερικού συνεχίστηκε και ολοκληρώθηκε το 2006.
Στο ναό μπορεί να εισέλθει κανείς από δύο εισόδους, η μία βρίσκεται δυτικά και οδηγεί στον εξωνάρθηκα και από εκεί μια εσωτερική είσοδος οδηγεί στη λιτή ενώ τρία ημικυκλικά λίθινα σκαλοπάτια οδηγούν στον κυρίως ναό, με το άνοιγμα αυτό να ήτανε η αρχική κύρια είσοδος του ναού και η άλλη είσοδος βρίσκεται στα νότια, οδηγεί στο δυτικό τμήμα του κυρίως ναού, αφού κατέβει κάποιος δύο λίθινα ημικυκλικά σκαλοπάτια με το δάπεδο να είναι στρωμένο με τετράγωνες ορθογώνιες λίθινες πλάκες.
Άποψη του τρούλου |
Σύμφωνα με επιγραφή πάνω από την πόρτα εισόδου του ο εξωνάρθηκας αγιογραφήθηκε το 1911 από τον Γεώργιο Δ. Πιτένη που καταγόταν από τη Σαμαρίνα.
Ο φωτισμός του χώρου είναι ελλιπής αφού τα παράθυρα είναι λίγα, στενά και μικρά ενώ εσωτερικά διευρύνονται θυμίζοντας πολεμίστρες προφανώς κατ΄ επιρροή από την αστική αρχιτεκτονική, λόγω των κινδύνων της εποχής ενώ τα μεγαλύτερα παράθυρα βρίσκονται στο νότιο χορό και στις κόγχες του ιερού, εκεί δηλαδή που χρειαζόταν καλύτερος και επαρκέστερος φωτισμός.
H ανατολική άποψη του καθολικού |
Δεύτερος τρούλος υπάρχει στο νάρθηκα, ο οποίος κατασκευαστικά μοιάζει προς τον κεντρικό είναι όμως μικρότερος και δεν είναι διακοσμημένος.
Ένα ιδιαίτερο στοιχείο του καθολικού είναι ότι εκτός από την κόγχη του ιερού εξέχουν και οι κόγχες της πρόθεσης και του διακονικού, πρόκειται για ένα ιδιαίτερο στοιχείο που απαντά μόνο στη Μονή Σπηλαίου απ΄ όλα τα μοναστήρια της Μητρόπολης Γρεβενών ενώ εσωτερικά και οι τρεις κόγχες είναι ημικυκλικές.
Ξυλόγλυπτα παραθυρόφυλλα |
Της ίδιας εποχής με τη λιτή, του 1910, είναι και το κωδωνοστάσιο.
Eίναι τριώροφο και βρίσκεται στη βόρεια πλευρά του καθολικού, με το οποίο εφάπτεται, μάλιστα, ο δυτικός τοίχος του είναι προέκταση του δυτικού τοίχου της λιτής (εξωνάρθηκας) και για να μπεί κάποιος στο κωδωνοστάσιο ανεβαίνει πέντε λίθινα σκαλοπάτια και στο εσωτερικό υπάρχει και ένα ξύλινο κλιμακοστάσιο.
Το καθολικό στο εσωτερικό του είναι κατάγραφο με εξαιρετικές τοιχογραφίες του 17ου αιώνα και οι επιγραφές που υπάρχουν εσωτερικά μας παρέχουν στοιχεία σχετικά με την "ιστόρηση" του ναού.
Άποψη του εσωτερικού του Ναού |
Για την αγιογράφηση του ιερού, για το χρηματοδότη και το χρόνο, παίρνουμε πληροφορίες από επιγραφή στις δοκούς εντός του ιερού βήματος, που αναφέρει:
«[ΑΝΗΓΕ]ΡΘΗ Κ(ΑΙ) ΑΝΕΣΤΟΡΙΘΗ ΤΟ ΘΙΟ ΚΑΙ ΙΕΡΩ ΘΗΣΙΑΣΤΙΡΗΟΝ – [ΚΟΠΟΙΣ] ΤΑΙ Κ(ΑΙ) ΕΞΟΔΟΥ ΤΟΥ ΠΑΝΟΣΙΟΤΑΤΟΥ ΕΝ ΙΕΡΩΜΟΝΑΧΕΙΣ [....] - †ΕΤΟΥΣ ΖΡΜΘ’ {=7149 =1641} ΑΠΟ Χ(ΡΙΣΤΟ)Υ ΑΧΛΑ’ {=1631} Κ(ΑΙ) ΕΤΕΛΙΟΘΗ ΕΝ ΜΙΝΗ ΣΕΠΤΕΒΡΙΩ ΚΗ’ ΧΕΙΡ ΔΕ ΥΠΑΡΧΕΙ ΔΙ<ΜΗ>ΤΡΙΟΥ Ε[Κ ΧΟΡΑΣ.....]», ενώ στα κιονόκρανα των δύο ανατολικών κιόνων συναντάμε επιγραφές, οι οποίες μας δίνουν στοιχεία για τη χρονολογία της αγιογράφησης του κεντρικού τμήματος του ναού και του τρούλου.
Η είσοδος του κυρίως ναού στη νότια πλευρά |
Η επιγραφή του νότιου κιονόκρανου, η οποία μας δίνει και στοιχεία για τους αγιογράφους, αναφέρει: «ΔΙΑ Σ<Υ>ΝΔΡΩΜΗΣ ΚΟΠΟΥ ΚυΡ ΓΑΛΑΚΤΙΟΥ ΙΕ – ΡΩΜΟΝΑΧΟΥ Κ(ΑΙ) ΚΑΘΥΓΟΥΜΕΝΟΥ Χ[ΕΙΡ] – Ν<Ι>ΚΟΛΑΟΥ ΖΩΓΡΑΦΟΥ Κ(ΑΙ) [Ι]Ω(ΑΝΝΟΥ) – ΑΠΟ ΑΔΑΜ ΖΡΝΗ΄ {=7158=1650}».
Σχετικά με τη διακόσμηση του υπόλοιπου ναού και του νάρθηκα, το χρηματοδότη, το χρόνο και τους αγιογράφους, αντλούμε πληροφορίες από δύο επιγραφές που βρίσκονται η μία πάνω από τη θύρα του νοτίου κλίτους και η άλλη στο υπέρθυρο του δυτικού τοίχου.
Συγκεκριμένα, η επιγραφή του νοτίου κλίτους αναφέρει: «†Θ(εοτόκ)ε Παρθένε, χαίρε κεχαριτωμένη ο Κύριος με/τα σου, ευλογημένη συ εν γυναιξί και ευλογημέ/νος ο καρπός της κοιλίας σου Πάναγνε. Δια συν/δρομής του πανοσιωτάτου καθηγουμένου Χριστοφόρου ιερομονά/χου, εκ χόρας Κοσματέος ιστορίθη από τους χορούς κάτοθεν ό/λην εως τη θύρα. Ετελειώθη μηνί Αυγούστω εις τες Ι΄ ,ζρξστ΄ {=7166=1658}».
Η είσοδος του νάρθηκα στον κυρίως ναό και η επιγραφή |
Για την αγιογράφηση του ναού εργάστηκαν τρία διαφορετικά συνεργεία αγιογράφων σε χρονικό διάστημα δεκαοκτώ ετών και παρά τις διαφορές που επιβάλλει το καλλιτεχνικό ιδίωμα του καθενός, ο αγιογραφικός διάκοσμος δείχνει ενιαίος.
Το κεντρικό τμήμα του κυρίως ναού με τον τρούλο και τους δύο χορούς αγιογραφήθηκε το 1650 από τους ζωγράφους Νικόλαο και Ιωάννη, ενώ ο υπόλοιπος ναός και ο νάρθηκας ιστορήθηκαν το 1658 από τους ζωγράφους Μιχάλη και Ηλία που κατάγονταν από τα χωριά Ζέρμα Ηπείρου και Επταχώρι Καστοριάς αντίστοιχα, σύμφωνα με τις αντίστοιχες κτητορικές επιγραφές.
Το περίτεχνο ξυλόγλυπτο τέμπλο |
Το τέμπλο χρονολογείται στα 1637 σύμφωνα με επιγραφή που υπάρχει στη δεσποτική εικόνα του Χριστού, η οποία γράφει το εξής: «Ετεληόθησεν μηνί Ιουλίω κστ έτους ζρμε΄(1637)».
Το κτιριακό συγκρότημα.
Από το κτιριακό συγκρότημα, το οποίο περιβαλλόταν από τετράγωνο περίβολο, το μόνο που έχει απομείνει σήμερα είναι ένα τμήμα του ισογείου της βόρειας πτέρυγας, ανακατασκευασμένο, στη δυτική και βόρεια πλευρά υπήρχαν το ηγουμενείο, τα κελιά των μοναχών, οι ξενώνες και οι αποθήκες ενώ στη νοτιοδυτική γωνία του βρισκόταν η ημιυπόγεια κρύπτη που φιλοξενούσε πλήθος κειμηλίων, στη νότια πλευρά υπήρχαν βοηθητικά κτίσματα και στην ανατολική πλευρά υπήρχε απλός μαντρότοιχος.
Η είσοδος στα νότια που οδηγεί στον κυρίως ναό |
Για τη διάλυση της μονής υπάρχουν διαφορετικές πληροφορίες, ο Α. Βαβρίτσας τοποθετεί τη διάλυση της μονής στα 1928, ωστόσο, αλλού αναφέρεται ότι ως το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η μονή διέθετε αξιόλογη συλλογή περγαμηνών και χαρτώων κωδίκων και αλλού ότι διαλύθηκε το 1929 ή το 1930.
Μετά τη διάλυσή της τα κειμήλια μεταφέρθηκαν στη Μονή Ζάβορδας και ο Ανδρέας Βαβρίτσας υποστηρίζει, ότι μεταξύ των κειμηλίων της Μονής Σπηλαίου που μεταφέρθηκαν στη Ζάβορδα συγκαταλεγόταν και το Λεξικό του Φωτίου.
Το Μοναστήρι ήταν μεγάλο σε έκταση και πλούσιο, χαρακτηριστικά ο Χρήστος Ενισλείδης, το 1951, αναφέρει ότι στο Σπήλαιο κατοικούν 180 οικογένειες και σχεδόν όλες εργάζονται στα κτήματα της Μονής, χωρίς να διευκρινίζει σε ποια εποχή αναφέρεται.
Η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας |
α) Η κάρα του Αγίου Μηνά του Καλλικελάδου, στο αργυρό στεφάνι της οποίας υπάρχει η εξής επιγραφή: «Αύτη η κάρα ονομαζομένη Μηνά του Καλλικελάδου υπάρχει εκ του μοναστηρίου του Σπηλαίου του των Γρεβενών δαπάνη πανοσιωτάτου Αγίου Ηγουμένου κυρίου Ιωσήφ ,αψπθ΄(1789) Απριλίου κ΄, ο μάστουρας Τριαντάφυλλος Ιωάννης». Η κάρα βρισκόταν μέσα σε αργυρή λειψανοθήκη διακοσμημένη με ανάγλυφες μορφές αγίων και Χερουβείμ καθώς και με πολύτιμους λίθους.
β) Μικρότερη λειψανοθήκη που περιείχε μέρη λειψάνων των αγίων Χαραλάμπου, Νικάνορα, Προκοπίου και Τρύφωνα. Στο κάλυμμα υπήρχε η εξής επιγραφή: «† Της θήας κε σεβασμήας πατρηαρχηκής Μονής της Ηπεραγήας Θεοτόκου Σπήλεον της πρώτης Ηουστηνηανής Αχρηδών †». Επίσης, υπήρχαν άλλες δύο επιγραφές, μία στη στενή πλευρά «επή έτος 1787 Μήν Ηνονάρηος 1» και στην πίσω πλευρά «Μίχο χρησηκός».
γ) Ένα Ευαγγέλιο με έντυπο κείμενο, εκδόσεως Γλυκέος, Ενετίας, έτους 1671. Είχε αργυρή στάχωση και η πρόσθια επιφάνεια ήταν επίχρυση. Και στις δύο όψεις είχε πλήθος ανάγλυφων παραστάσεων εξαιρετικής τέχνης. Επίσης, ήταν διακοσμημένο με λίθους και σμάλτο. Σε μία από τις μεγαλογράμματες επιγραφές που έφερε έγραφε το εξής: «ΕΥΒΑΝΓΕΛΙΟΝΙΠΑΡΧΙΤΙCΚΙΜΗCEOC THCΗΠΕΡΓΙΑCΔΕCΠΗΝΙ CΙΜΟΝ / ΘΕΟΤΟΚΟΥΛΕΓΟΜΕΝΙCΠΙΛΕΟΝΜΟΝΑΣΤΙΡΙ>1719> / ΕCΤΑΥΡΟΠΙΓΙΟ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΟΤΑΤΟΥΑΧΡΙΔΩΝ». Δηλαδή, «το Ευαγγέλιο υπάρχει στη μονή Κοιμήσεως της Υπεραγίας Δεποίνης ημών Θεοτόκου λεγομένης Πίλεον Μοναστήρι 1719 – Σταυροπήγιο του μακαριοτάτου Αχριδών».
Εικόνα του τέμπλου |
ε) Υπόμνημα στην Παλαιά Διαθήκη, έκδοσης Λειψίας 1773 με αφιέρωση στην τελευταία σελίδα: «1798, Ιανουαρίου ε΄. Το παρόν αφιερούται τη αγία και σεβασμία μονή της υπεραγίας δεσποίνης ημών Θεοτόκου της Κοιμήσεως του εις τα Γρεβενά Σπηλαίου παρά του πανιερωτάτου αγίου Σισανίου και Σιατίστης κυρίου Νεοφύτου».
ζ) Κλίμαξ Ιωάννου με το εξής σημείωμα: «1781 Δεκεμβρίου 10. Εις τον καιρόν του πανιερωτάτου μητροπολίτου κυρίου κυρ - Γαβριήλ, καθηγουμένου της σεβασμίας μονής του Σπηλαίου κυρ-Ιωσήφ ιερομονάχου από Γρεβενά - Αυλαίς».
η) Ένα Θεοτοκάριο εκδόσεως Ενετίας 1643. Υπήρχαν ακόμη πολλά δισκοπότηρα και σταυροί χρυσοποίκιλτοι και αδαμαντοκόλλητοι. Επίσης, αξιόλογη ήταν η συλλογή χειρογράφων και φορητών εικόνων.
Με τη διάλυση της Μονής με τον Ν. 4648/1930, όλα τα κειμήλια μεταφέρθηκαν στην Ιερά Μονή Ζάβορδας, ωστόσο, τα κειμήλια αυτά δεν εμφανίζονται στη λεπτομερή καταγραφή που έκανε ο μακαριστός Μητροπολίτης Σέργιος, ούτε υπάρχουν στο ναό και συμπεραίνουμε, ότι τα κειμήλια αυτά έχουν χαθεί.
Άποψη του ψαλτηρίου του ναού - Αρχείο ΙΑΑ - © Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών πηγή |
Αγιογραφίες στην ενδιάμεση πτέρυγα του Ναού - Αρχείο ΙΑΑ - © Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών, πηγή |
Άποψη του καθολικού της Μονής και του τέμπλου Αρχείο ΙΑΑ - © Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών πηγή |
Στην τοιχοδομία συνδυάζεται αρμονικά η βυζαντινή οικοδομική παράδοση με την αντίστοιχη τοπική της Ηπείρου και της Πίνδου ενώ ενδιαφέρουσα είναι και η καλά διατηρημένη σιδερένια εσωτερική κλειδαριά της δυτικής θύρας.
Σε όλη την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας, η Μονή διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην παιδεία της περιοχής και συνέβαλε στους απελευθερωτικούς αγώνες των κατοίκων της ενώ από το μοναστήρι της Παναγίας πέρασε, σύμφωνα με την προφορική παράδοση, δύο φορές ο Κοσμάς ο Αιτωλός (1714 - 1779) και ίδρυσε κρυφό Σχολείο που λειτουργούσε για αρκετά χρόνια.
Η εφέστια εικόνα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου θεωρείται μια από τις πιο θαυματουργές εικόνες στη Δυτική Μακεδονία με την Παναγία να εικονίζεται όρθια και αριστερά βρεφοκρατούσα ενώ υπάρχουν μαρτυρίες για πολλά θαύματα που έχει κάνει, ακόμη και στις μέρες μας.
Κάθε χρόνο στις 15 Αυγούστου συρρέει πλήθος κόσμου να προσκυνήσουν την εικόνα και να παρακαλέσουν τη Μεγαλόχαρη να τους θεραπεύσει από νοσήματα που τους ταλανίζουν και να τους συντρέξει σε κάθε δυσκολία τους
Τηλέφωνο:(+30) 24610 25903