Κυριακή 31 Μαΐου 2015

Ναός Αγίων Κηρύκου και Ιουλίττας, Βέροια

πηγή


Βρίσκεται επί της οδού Κοντογεωργάκη στην πόλη της Βέροιας και οικοδομήθηκε το 14ο αιώνα από τον επίσκοπο Μακάριο ως ανδρική μονή, σύμφωνα με την κεραμοπλαστική επιγραφή που βρίσκεται στην εξωτερική πλευρά της κόγχης του ιερού. 




Τοιχογραφία της Aγίας Ιουλίττας στο ναό
πηγή
Σύμφωνα με μία επιγραφή στην εξωτερική όψη του ναού, οικοδομήθηκε τον 14ο αιώνα απο τον Επίσκοπο Μακάριο.

Επίσης όπως μας πληροφορεί μία επιστολή του Πατριάρχη Αντωνίου Δ΄, που χρονολογείται στα 1395, ο ναός αυτός υπήρξε κάποτε καθολικό μιας μονής και αργότερα, άγνωστο όμως πότε συνέβη αυτό, εξέπεσε από μονύδριο που ήτανε και μετατράπηκε σε έναν ενοριακό ναό της ευρύτερης περιοχής.

Αυτό βέβαια οπωσδήποτε συνέβη πριν από το 1589, όταν ο τοπικός άρχοντας κυρ Κωστής εκείνη την χρονιά προσέφερε μία πολύ σημαντική οικονομική χορηγία για τη υλοποίηση της νέας αγιογράφησης του ναού των Αγίων Κηρύκου και Ιουλίττας. Το 1395 αμφισβητήθηκε από τον τότε τοπικό μητροπολίτη η σταυροπηγιακή και πατριαρχική ιδιότητα και λειτουργία της μονής. 

Άποψη του δυτικού τοίχου του ναού
πηγή
Δεν γνωρίζουμε όμως την έκβαση της έντονης αυτής διαμάχης που ακολούθησε μεταξύ του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της μητρόπολης Βεροίας αλλά πάντως στον 16ο αιώνα η μονή πρέπει να είχε χάσει ήδη την σταυροπηγιακή αλλά και πατριαρχική λειτουργία της καθώς και την ιδιότητα της.

Ο αρχικός ναός ανήκε στον τύπο του σταυροειδούς εγγεγραμμένου με τρούλο, του μοναδικού αυτού του είδους βυζαντινού ναού, στην Βέροια.

Αργότερα, πιθανόν τον 16ο αιώνα, ο τρούλος κατέρρευσε και ο ναός προσέλαβε τη μορφή του μονόχωρου ξυλόστεγου πυρήνα, γύρω από τον οποίο, σε άγνωστη εποχή, κατασκευάσθηκε το περίστωο.

 Λεπτομέρεια από την τοιχογραφία των Αγίων
 Κυρήκου και Ιουλίττας
πηγή
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η ανατολική εξωτερική όψη του μνημείου, η οποία σώζει πλούσιο κεραμοπλαστικό διάκοσμο στις τρεις αψίδες.

Από τον τοιχογραφικό διάκοσμο διατηρούνται υπολείμματα των μέσων του 14ου αιώνα στο χώρο της πρόθεσης, και του 15ου αιώνα στον εξωτερικό δυτικό και στο νότιο τοίχο του κεντρικού πυρήνα του ναού.

Σύμφωνα με την επιγραφή που βρίσκεται πάνω από τη θύρα της δυτικής εισόδου, το έτος 1589 ο άρχοντας κυρ Κωστής ανέλαβε την εκ νέου αγιογράφηση του μνημείου.

Τότε τοιχογραφήθηκε η κόγχη του ιερού βήματος, ο βόρειος και ο νότιος τοίχος του ιερού, και η πρόθεση ενώ στην ίδια περίοδο ανήκουν και οι τοιχογραφίες του κυρίως ναού, οι οποίες διατάσσονται σε τρεις ζώνες.

Η χαμηλότερη ζώνη τοιχογράφησης περιλαμβάνει ολόσωμους αγίους, η δεύτερη ζώνη τοιχογράφησης σκηνές από το βίο του Προφήτη Ηλία, καθώς και άλλα θέματα, όπως η Προσευχή του Ιωακείμ, ο Ευαγγελισμός της Άννας, ο Ασπασμός του Ιωακείμ και της Άννας, και ο άγιος Ιγνάτιος υπό λεόντων, και τέλος, η τρίτη ανώτερη ζώνη τοιχογράφησης περιλαμβάνει σκηνές του Δωδεκαόρτου.


Γενική άποψη του καθολικού
Το 17ο αιώνα φράχτηκαν τα ανοίγματα του τέμπλου, και στις όψεις προς τον κυρίως ναό παραστήθηκαν ένθρονοι ο Χριστός καθώς και η Παναγία.

Έως σήμερα μας είναι άγνωστος ο αγιογράφος του ναού των Αγίων Κηρύκου και Ιουλίττας.

Τα ελάχιστα δείγματα που είναι 
ορατά της αρχικής φάσης δείχνουν ότι ο ναός τοιχογραφήθηκε στο 14ο και 15ο αιώνα από κάποιο πολύ καλό χέρι αγιογράφου, της εποχής.

Η αναγραφή του ονόματος του κτήτορα, του επισκόπου Μακαρίου, με κεραμοπλαστικά γράμματα στην ανατολική όψη του ναού αποτελεί ένα θέμα προσφιλές και αγαπημένο κατά την παλαιολόγεια εποχή.

Το τέμπλο του ναού
Η σημερινή κατάσταση του ναού των Αγίων Κηρύκου και Ιουλίττας φανερώνει τις μετασκευές που οφείλονται στην αδιάκοπη χρήση του ναού επί της τουρκοκρατίας (φάσεις 1582, 17ου αιώνα).

Το πιο ενδιαφέρον και εντυπωσιακό στοιχείο του ναού είναι το εξαιρετικό, μαρμάρινο τέμπλο της αρχικής φάσης του, που 
είναι σπάνιο και χρονολογικά περίπου αντίστοιχο προς εκείνο του ναού, του Αγίου Νικολάου Ορφανού στην Θεσσαλονίκη.

Ο Ναός των Αγίων Κηρύκου και Ιουλίττας σήμερα είναι επισκέψιμος για το κοινό και τον κάθε ενδιαφερόμενο, καθημερινά εκτός όμως της Κυριακής και της Δευτέρας από τις 9 το πρωί έως και τις 5 το απόγευμα.