Τρίτη 21 Ιουλίου 2015

Ναός του Σωτήρος, Χριστιανούπολη Τριφυλίας

πηγή, ΥΠ.ΠΟ.Α./Διεύθυνση Αναστήλωσης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων

Βρίσκεται στο κέντρο του χωριού Χριστιανούπολη ή Χριστιάνοι στην Μεσσηνία στην δημοτική ενότητα του δήμου Τριφυλίας και είναι κτισμένος στη δυτική πλαγιά του όρους Αιγάλεω σε απόσταση 12 χιλιομέτρων από τα Φιλιατρά. 



Άποψη της ΝΑ πλευράς του ναού
Αρχείο ΙΑΑ - © Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών
πηγή
Ο ναός σύμφωνα με τους  αρχαιολόγους, ανεγέρθηκε προς το τέλος του τρίτου τετάρτου του 11ου αιώνα, όταν η απλή επισκοπή Χριστιανουπόλεως προήχθη σε Μητρόπολη. 

Έκτοτε και κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας, γνώρισε μεγάλη ακμή, η περιοχή τότε είχε 300 ιερείς και 10.000 σπίτια ενώ η έδρα της μητρόπολης διατηρήθηκε μέχρι το 1833 οπότε και μεταφέρθηκε στην Κυπαρισσία. 

Eίναι ένα από τα μεγαλύτερα βυζαντινά μνημεία της Ελλάδας, χτίστηκε την εποχή της δυναστείας των Κομνηνών και κατά την παράδοση επάνω από τον ναό του Σωτήρος Διός, ωστόσο η αρχαιολογική σκαπάνη δεν έχει βρεί τέτοια ευρήματα και κάποια αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη που χρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή του ναού χρονολογούνται στην Ρωμαϊκή εποχή, 1ο έως 2ο αιώνα. 

Άποψη της Χριστιανούπολης
πηγή
Είναι ο μεγαλύτερος Βυζαντινός ναός του Μωριά, εξ' ού και η λαϊκή ρήση, «Αγιά Σωτήρα στο Μωριά και Αγιά Σοφιά στην Πόλη» που έλεγαν οι πιστοί, οι οποίοι ήθελαν προφανώς να κάνουν σύγκριση ως προς το μέγεθος, με τον ναό της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη. 

Το κτιριακό συγκρότημα αποτελείται από δύο οικοδομήματα: Το ναό και το εφαπτόμενο στα δυτικά αυτού κτήριο, ημιερειπωμένο σήμερα, που χρησίμευε ως επισκοπικό μέγαρο. 

Η εκκλησία, ανήκει τυπολογικά στους σύνθετους οκταγωνικούς με νάρθηκα, παρουσιάζει όμως σημαντικές διαφορές από το συνήθη οκταγωνικό τύπο. Αποτελείται από το τριμερές Ιερό, το κεντρικό τρουλαίο τμήμα και τους περιβάλλοντες αυτό χώρους. 

Άποψη του τρούλου
πηγή
Τα φορτία του κεντρικού τρούλου μεταβιβάζονται μέσω 8 σφαιρικών τριγώνων που βαίνουν σε 4 ημιχώνια και στα τόξα των 4 κεραιών. 

Σε αντίθεση με τα περισσότερα γνωστά παραδείγματα του τύπου αυτού, στη Μεταμόρφωση των Χριστιάνων το οκτάγωνο που δημιουργείται από τα τόξα των κεραιών κατά τα τόξα μετώπου των ημιχωνίων δεν είναι κανονικό, διότι η ανατολική κεραία που στεγάζει το Ιερό Βήμα έχει μεγαλύτερο πλάτος από τις υπόλοιπες κεραίες. 

Αυτό έχει ως συνέπεια την ασύμμετρη μορφή των Β.Α και Ν.Α. ημιχωνίων και τη σύμπτυξη των συνηθισμένων στους οκταγωνικούς ναούς πέντε χώρων του Ιερού σε τρεις.  Βόρεια και νότια του κεντρικού τρουλαίου τμήματος αναπτύσσονται διώροφοι πλευρικοί χώροι, που αρχικά ήταν ανεξάρτητα διαμερίσματα και στο ισόγειο έχουν περιορισμένη οπτική επαφή με τον κεντρικό χώρο. 

Άποψη της Αγίας Τράπεζας από το Ιερό Βήμα
Αρχείο ΙΑΑ - © Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών
πηγή
Στον όροφο σχηματίζεται υπερώο - γυναικωνίτης. 

Στη δυτική πλευρά του κυρίως ναού τρεις θύρες οδηγούν σε επιμήκη νάρθηκα, που δεν διαθέτει υπερώα. 

Στο δυτικό τοίχο του νάρθηκα, που αποτελούσε την αρχική πρόσοψη του ναού, ανοίγεται μεγάλη ορθογωνική πύλη με ιδιαίτερα περίτεχνο, μαρμάρινο περιθύρωμα, το οποίο κοσμείται με περιελισσόμενο βλαστό σε χαμηλό ανάγλυφο και ταινίες. 

Το μνημείο διαθέτει πολλά και μεγάλα παράθυρα ποικίλης μορφής: δίλοβα και τρίλοβα ελεύθερης τοξοστοιχίας ή περιβαλλόμενα από ευρύτερο τόξο, με ή χωρίς υπερυψωμένο τον μεσαίο λοβό. 

Η τοιχοποιία είναι ιδιαίτερα επιμελημένη και ακολουθεί το πλινθοπερίκλειστο σύστημα δόμησης.  

Στο κάτω μέρος των μακρών τοίχων σχηματίζεται σειρά σταυρών από μεγάλους δόμους πιθανόν προερχόμενους από αρχαίο κτίσμα, οι "σταυροί" αυτοί είναι σε χρήση κατά το β΄μισό του 11ου αιώνα. 

Γενική άποψη του καθολικού
Αρχείο ΙΑΑ - © Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών
πηγή
Ο κεραμοπλαστικός διάκοσμος στον Ναό είναι περιορισμένος, ελάχιστες οδοντωτές ταινίες περιβάλλουν τους λοβούς των ανοιγμάτων και το γείσο της στέγης. 

Ελάχιστα και μεμονωμένα κεραμοπλαστικά στοιχεία διακρίνονται, όπως σταυρός ανάμεσα σε εκφυλισμένα κουφίζοντα μοτίβα, πλίνθοι σε διάταξη ανάστροφου πι, διακοσμητικά σε μορφή τεθλασμένης γραμμής, λαξευμένοι πλίνθοι, δισέψιλον ενώ ακτινωτά διατεταγμένοι πλίνθοι περιβάλλουν τα παράθυρα. 

Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο γλυπτός διάκοσμος αν και χρησιμοποιείται με φειδώ. 

Μαρμάρινος είναι και ο κοσμήτης επάνω από τη δυτική θύρα, ο οποίος διακοσμείται με έναν σταυρό πλαισιωμένο από διάφορα φύλλα άκανθας και τρίφυλλα ανθέμια. 




Άποψη της διακόσμησης
Οι ποδιές των παραθύρων του ορόφου κοσμούνται με σταυρούς, μαιάνδρους, συμπλεκόμενους κύκλους, πλοχμούς και ζώα.

Μαρμάρινοι είναι και οι κιονίσκοι των δίλοβων και τρίλοβων παραθύρων που φέρουν κιονόκρανα τεκτονικού τύπου και κοσμούνται με λατινικό φυλλοφόρο σταυρό και τα συμπιλήματα ΙΣ ΧΡ

Μαρμάρινο ήταν και το αρχικό τέμπλο του ναού του οποίου ελάχιστα τμήματα έχουν σωθεί και αντικαταστάθηκε από ένα κτιστό τέμπλο κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, ενώ από το ζωγραφικό διάκοσμο σώζονται ελάχιστες τοιχογραφίες και συγκεκριμένα ίχνη της Πλατυτέρας στην κόγχη, ολόσωμες μορφές Αγίων στο Διακονικό και μετάλλια με προτομές διακόνων στα εσωράχια των τόξων των θυρών του Ιερού, που χρονολογούνται στο 12ο αιώνα.

Άποψη του πετρόκτιστου τέμπλου του ναού
Αρχείο ΙΑΑ - © Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών
πηγή
Το Επισκοπείο φαίνεται ότι αρχικά ήταν διώροφο, σήμερα σώζεται μόνο τμήμα του ισογείου. Η τοιχοποιία του διαφοροποιείται από του ναού και συνίσταται σε αργολιθοδομή με πυκνή χρήση πλίνθων.

Στο πλαίσιο της εκπόνησης από ιδιωτικό μελετητικό γραφείο της μελέτης «Αρχιτεκτονική τεκμηρίωση, αποκατάσταση και στερέωση» του μνημείου πραγματοποιήθηκαν δέκα ανασκαφικές τομές από αρχαιολόγο και εργατοτεχνικό προσωπικό του Κλιμακίου Καλαμάτας εσωτερικά και εξωτερικά του ναού και στο επισκοπείο. 

Σε τομή που έγινε στο επισκοπείο και σε επαφή με τη νοτιοδυτική γωνία του ναού, διαστάσεων 3.40 x 1.35 μέτρων, βρέθηκαν μαρμάρινο τραπεζοειδές επίθημα, μεταλλικά αντικείμενα, καθώς και γυάλινο. Σε βάθος 1.37 μέτρων επίσης αποκαλύφθηκε τμήμα δαπέδου. 


Άποψη του τρούλου του Ναού
πηγή
Αποκαλύφθηκαν επίσης ακόμη δύο ταφές με ολόκληρους μάλιστα τους σκελετούς που υπήρχανε μέσα, διάφορα διάσπαρτα οστά αλλά και ένα πλατύ τοιχίο μεταξύ της κεντρικής και της βόρειας αψίδας. 

Βρέθηκαν επίσης ένα χάλκινο δακτυλίδι, ένα χάλκινο νόμισμα καθώς και ένα πήλινο αγγείο. 

Σε τομή στη βόρεια πλευρά στο σημείο ένωσης ναού και επισκοπείου αποκαλύφθηκε ένας τάφος με κάλυψη από κεραμίδες και κτιστό τοιχίο, εκεί βρέθηκαν ακόμη μία μεταλλική αγκράφα, πήλινο αγγείο και λίθινος σταυρός ενώ δυτικά της κύριας εισόδου του ναού σε επαφή με το νότιο τοίχο του, αποκαλύφθηκαν ένας μονολιθικός κίονας από κροκαλοπαγές πέτρωμα και ένας μεγάλος πωρολιθικός δόμος.

Άποψη της τοιχοποιίας του Ναού
πηγή
Βρέθηκαν τμήματα γλυπτών, τμήμα λίθινου κίονα, τμήμα κιονίσκου, ορθογώνιο τμήμα μαρμάρου και πήλινο αγγείο.

Σε τομή στη βορειοανατολική γωνία του βόρειου πεσσού του κεντρικού κλίτους, αποκαλύφθηκε παιδική ταφή που καλυπτόταν με λίθινες πλάκες και βρέθηκαν μεταλλικό αντικείμενο και πλατύ μεταλλικό έλασμα με διακόσμηση. 

Σε τομή στη νοτιοδυτική γωνία του επισκοπείου βρέθηκε ένα χάλκινο νόμισμα που χρονολογείται στον 2ο αιώνα, στην πρόσθια όψη φέρει προτομή αυτοκράτορα με πιθανή επιγραφή ΚΑΙΣΑΡ ΑΔΡΙΑΝΟΣ, ενώ στην πίσω όψη εικονίζεται πτερωτός κεραυνός με πιθανή επιγραφή ΚΟΙΝΟΝ ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ ενώ οι εργασίες των τελευταίων ετών για την στερέωση και την πλήρη αποκατάσταση του ναού Μεταμόρφωσης του Σωτήρος στους Χριστιάνους έχουν πια ολοκληρωθεί. 

Άποψη του Ναού
πηγή
Αυτές είχαν να κάνουν με δύο βασικούς άξονες. 

Ο ένας από αυτούς αφορούσε τη συντήρηση όλου του κτηρίου, κυρίως της τοιχοποιίας του, με παράλληλο ανασκαφικό έργο, και ο άλλος βασικός άξονας ήταν η μεταφορά του φορτίου του τσιμεντένιου τρούλου σε ειδική μεταλλική κατασκευή ώστε να αποφορτιστεί η τοιχοποιία του κυρίως κτηρίου. 

Παράλληλα έγιναν και ανασκαφές στον ναό που αποκάλυψαν εντός πίθου περίπου 1100 πρώιμα τούρκικα νομίσματα που χρονολογούνται ανάμεσα στο 1500 και 1600, ανασκάφτηκαν επίσης 50 τάφοι στον νάρθηκα του ναού που απέδωσαν αρκετά ευρήματα: Κεραμικά και γυάλινα σκεύη, μεταλλικά ελάσματα καθώς και κοσμήματα. 

Άποψη του Ναού
πηγή
Αν και τα ευρήματα χαρακτηρίζονται φτωχικά, η μελέτη τους ωστόσο θα αποκαλύψει πτυχές της ζωής των κατοίκων της περιοχής κατά τους Βυζαντινούς χρόνους. Επειδή είναι επισκοπικός ναός, οι αρχαιολόγοι ελπίζανε να βρούνε και μολύβδινες σφραγίδες από έγγραφα. 

Αν βρίσκανε τέτοια, θα ήταν πολύ σημαντικά για να καταλάβουμε την ιστορία της Μητρόπολης της Χριστιανουπόλεως που είχε έδρα την συγκεκριμένη εκκλησία, καθώς έχουμε πάρα πολλά κενά στους επισκοπικούς καταλόγους αυτής της Μητρόπολης. 

Είναι πολύ περιορισμένες οι γνώσεις μας για αυτή την επισκοπή που ιδρύεται από τον Αλέξιο Κομνηνό το 1083. Σε σχέση με την ιστορία της Αρχιεπισκοπής εξακολουθούμε να είμαστε στο σκοτάδι. 

Ο ναός λειτουργούσε ανελλιπώς μέχρι το έτος 1825, οπότε τον κατέστρεψε ολοσχερώς, χωρίς όμως να τον κατεδαφίσει, στο πέρασμά του από την Χριστιανούπολη ο Ιμπραήμ Πασάς

Το 1886 ο ισχυρός σεισμός που συγκλόνισε την περιοχή της Τριφυλίας, είχε ως αποτέλεσμα να καταρρεύσει ο τρούλος και η νότια πλευρά του ναού και από τότε να ερημωθεί, όμως το 1938 το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων αποφάσισε να αναστηλώσει τον καταστραμμένο ναό, αλλά με την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, διεκόπηκαν αναγκαστικά οι εργασίες, για να συνεχισθούν πάλι το 1948 και να ολοκληρωθούν το έτος 1950.

Άποψη της τοιχοποιίας του Ναού
πηγή
Η φιλόδοξη προσπάθεια για την αναστήλωση του Ναού ξεκίνησε το 1938 από τον Ευστάθιο Στίκα, παρέμεινε, ωστόσο, ημιτελής και το μνημείο συνέχισε να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα. 

Για την οριστική επίλυσή τους η Διεύθυνση Αναστήλωσης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων (ΔΑΒΜΜ) του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού κατάφερε να εντάξει το έργο αποκατάστασης του ναού και του επισκοπείου στο ΕΣΠΑ. Οι εργασίες ξεκίνησαν το Μάιο του 2011, υπό την επίβλεψη της Γεωργίας Καζαντζίδου και της Αικατερίνης Κοντού, μηχανικών της ΔΑΒΜΜ και το γενικότερο συντονισμό του διευθυντή της ΔΑΒΜΜ, Θεμιστοκλή Βλαχούλη, ενώ ολοκληρώθηκαν το Δεκέμβριο του 2013. 

Από πλευράς 26ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων τις εργασίες παρακολούθησε ο αρχαιολόγος Μιχάλης Κάππας, έχει γίνει η επανέκθεση των γλυπτών από το μαρμάρινο τέμπλο και φυσικά είναι ένας ναός που από δω και πέρα θα μπορεί να λειτουργείται ενώ στόχος στα επόμενα χρόνια είναι να γίνει και διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου έτσι ώστε το μνημείο να αποτελέσει ένα ολοκληρωμένο πολιτιστικό χώρο.

Το 1921 κηρύχθηκε με την απόφαση ΦΕΚ 68/Α/26.4.1921, Β.Δ. 19.4.1921) ως Βυζαντινό διατηρητέο μνημείο προστατευόμενο έκτοτε από την Πολιτεία.