Τρίτη 28 Ιουλίου 2015

Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου, Σέρρες

Bρίσκεται σε απόσταση 12 χιλιομέτρων βορειο ανατολικά των Σερρών στα δυτικά μιας βαθιάς χαράδρας του Μενοίκειου Όρους και αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα κέντρα του Ορθόδοξου μοναχισμού στα Βαλκάνια. Η ίδρυση της το 1270 και η μακραίωνη ιστορία της μαρτυρούν τον πολιτισμό, την παράδοση και την πλούσια πνευματικότητα του Βυζαντίου. 


Η επιβλητική είσοδος στην Μονή
Ως πρώτος ιδρυτής της Μονής, από την ιστορία αναφέρεται ο Αγιος Ιωαννίκιος, Σερραίος στην καταγωγή που το 1250 επέλεξε το Άγιον Όρος, για να βιώσει μία ανώτερη πνευματική ζωή. 

Σχεδόν δέκα χρόνια αργότερα στο άκουσμα της είδησης του θανάτου του αδερφού του αλλά και της συζύγου του, παίρνει την απόφαση να επιστρέψει εσπευσμένα στην πατρίδα του για να αναλάβει την κηδεμονία του διετούς ανιψιού του, του Ιωακείμ. 

Για πολλά χρόνια έζησε ως ασκητής σε διάφορα σπήλαια και κελλιά στις ορεινές και απότομες πλαγιές του Μενοικείου Όρους  και τον ακολούθησε πιστά όλα αυτά τα χρόνια και ο μικρός ανιψιός του Ιωακείμ, λαμβάνοντας κοντά στον θείο του μια ξεχωριστή μοναχική παιδεία. 

Η περιπλάνηση αυτή του Αγίου Ιωαννικίου ως ερημίτη τον οδήγησε τελικά στην τοποθεσία όπου σήμερα είναι χτισμένη η Ιερά Μονή και σύμφωνα με το Τυπικόν του Μοναστηριού, επέλεξε τη θέση μίας ερημωμένης και «Ασκέπου εκκλησίας», αφιερωμένης στον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο, την οποία και ανακαίνισε. 

Άποψη της Μονής
πηγή
Ο Κτήτορας της Μονής σύντομα διαμόρφωσε τη δυσπρόσιτη εκείνη στους ανθρώπους περιοχή σε ένα συγκροτημένο κοινοβιακό ίδρυμα που προσέλκυσε πλήθος μοναχών. 

Στο διάστημα αυτό ο ανιψιός του, Ιωακείμ αναδείχθηκε σε μία σημαντική πνευματική φυσιογνωμία της ευρύτερης περιοχής αναλαμβάνοντας το 1288 την Επισκοπή της Ζίχνης, στους νοτιοανατολικούς πρόποδες του Μενοικείου. 

Το 1300 ο άγιος Ιωαννίκιος, πλέον και Επίσκοπος Εζεβών, παρέδωσε το πνεύμα του στον Κύριο και τον διαδέχθηκε, ως αντάξιος συνεχιστής του θεάρεστου έργου του, ο ανιψιός του Ιωακείμ. 

Γκραβούρα της Μονής το 1846
πηγή
που με τα επισκοπικά του καθήκοντα, έκανε σημαντικό έργο ανοικοδόμησης, περιφρούρησης και διαφύλαξης των κεκτημένων της μονής, την οποία όρισε ως Άβατη. 

Το 1300 ανήγειρε τον σημερινό Ναό και ίδρυσε στην πόλη των Σερρών μία ακόμη Μονή αφιερωμένη επίσης στον Τίμιο Πρόδρομο. 

Γενναιόδωροι χορηγοί των προσπαθειών του αναδείχθηκαν σημαντικοί βυζαντινοί αυτοκράτορες όπως ο Ανδρόνικος Β (1282 - 1328), ο Ανδρόνικος Γ (1328 - 1341) και ο Ιωάννης Στ΄ Καντακουζηνός (1341 - 1354). 

Επίσης η Βυζαντινή πριγκίπισσα Σιμωνίδα, θυγατέρα του Ανδρονίκου ΙΙ και σύζυγος του ηγεμόνα των Σέρβων Μιλούτιν, που υπήρξε έφορος της Μονής, ενώ με πρόσταγμα του Ανδρόνικου Γ η μονή αναγνωρίστηκε ως σταυροπηγιακή και πατριαρχική.

Άποψη από τις εντυπωσιακές τοιχογραφημένες 
καμάρες στην κεντρική είσοδο του Καθολικού
Παράλληλα, η  Μονή δέχθηκε σημαντικές δωρεές από τοπικούς άρχοντες, όπως αυτή του μονυδρίου του Αγίου Γεωργίου του Κρυονερίτη το 1333 που αποτέλεσε μία προσφορά από τη μοναχή Υπομονή, χήρα του Σερραίου σημαντικού αριστοκράτη Γεωργίου Σακελλάριου.

Χάρη στη σπάνια πολιτική διορατικότητά του ο Ιωακείμ προείδε τον κίνδυνο που η μονή διέτρεχε από την πιθανή μελλοντική επέκταση των Οθωμανών στη Μακεδονία. 

Φρόντισε, ο Ιωακείμ, να σταλεί στο πρώτο ηγεμόνα των Οθωμανών, Οσμάν, στην Προύσα, μία αντιπροσωπεία μοναχών με επικεφαλής κάποιον Μαργαρίτη, έναν πλούσιο πολιτικό καθώς και έναν άριστο δεξιοτέχνη στην τούρκικη γλώσσα αλλά και την διπλωματία, ο οποίος αργότερα έγινε μοναχός με το όνομα Ιωάσαφ.

Καρπός της σημαντικής και δύσκολης αποστολής αυτής ήταν η υπογραφή από τον Οθωμανό ηγεμόνα Οσμάν ενός εγγράφου που προφύλασσε μέχρι της συντέλειας των αιώνων την Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου από τις αυθαιρεσίες των Τούρκων επιδρομέων, προστασία που επισφραγίσθηκε και το 1372 με την έκδοση ενός φιρμανιού από τον σουλτάνο Μουράτ Α΄ που σώζεται σήμερα στις συλλογές της βιβλιοθήκης της μονής. 

Δεξιά της πλαϊνής εισόδου, που βρίσκεται δεξιά της 
κεντρικής εισόδου υπάρχει τοιχογραφία του πρώτου 
μετά την Άλωση Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως 
Γεννάδιου του Σχολάριου, ο τάφος του οποίου βρίσκεται 
εντός του Καθολικού και αριστερά απεικονίζεται ο 
Αυτοκράτορας Ανδρόνικος Β΄Παλαιολόγος.
Στις 12 Δεκεμβρίου του 1333, ο Αγιος Ιωακείμ ύστερα από μία οσιακή ζωή και ενώ είχε δεχθεί τη μεγαλοσχημία με το όνομα Ιωάννης, κοιμήθηκε οσιακά. 

Αργότερα, μετά την αγιοκατάταξή του, άρχισε να τιμάται κάθε χρόνο συνεορταζόμενος με τον άγιο Σπυρίδωνα στις 12 Δεκεμβρίου. 

Μετά την κοίμηση του Β' Κτήτορα της, η Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου συνέχισε να ευημερεί με την βοήθεια τοπικών αρχόντων όπως ο Κωνσταντίνος Χολεβιάρης που το 1342 αφιέρωσε στην μοναστική κοινότητα τον ναό του Τιμίου Προδρόμου στην πόλη των Σερρών (σημερινό Προδρομούδι). 

Κατά την περίοδο της Σερβοκρατίας στην περιοχή των Σερρών (1345 - 1371), οι Ορθόδοξοι Σέρβοι ηγεμόνες Στέφανος Δουσάν και ο Ιωάννης Ούγγλεσης προστάτευσαν και ενίσχυσαν την Ιερά Μονή καθώς επίσης και η σύζυγος του Κράλη Δουσάν, Ελένη, που υπήρξε ενεργός έφορος της μονής. 


Λεπτομέρεια της τοιχογραφίας του Γεννάδιου Σχολάριου στην δεξιά
πλαϊνή είσοδο, που βρίσκεται δεξιά της κεντρικής εισόδου.
Λεπτομέρεια της τοιχογραφίας του Αυτοκράτορα Ανδρόνικου
Β΄ Παλαιολόγου, στην δεξιά πλαϊνή είσοδο, που βρίσκεται δεξιά της
κεντρικής εισόδου.


Η κεντρική είσοδος στο Καθολικό της Μονής της οποίας στο 
υπέρθυρο απεικονίζεται ο Τίμιος Πρόδρομος
Μετά την άλωση της Πόλης, ο Γεννάδιος Σχολάριος, που ήτανε ο πρώτος μετά το 1453 Πατριάρχης της Κωνσταντινουπόλεως, παραιτήθηκε από τον πατριαρχικό θρόνο.

Αποσύρθηκε στη μονή Τιμίου Προδρόμου όπου και μόνασε (1457 - 1472) ως το τέλος της ζωής του, τάφηκε κοντά στους τάφους των δύο κτητόρων και το 1854 έγινε η ανακομιδή των λειψάνων του, τα οποία φυλάσσονται σήμερα σε ειδική λάρνακα. 

Η ησυχία της περιοχής και η παρουσία των συλλογών της περίφημης μοναστηριακής βιβλιοθήκης τον ενίσχυσαν στο πλούσιο συγγραφικό του έργο. 

Την περίοδο αυτή, η μονή συνέδεσε στενά το όνομά της με τον άγιο Ραφαήλ, ο οποίος αφού μυήθηκε στη ασκητική ζωή, εκάρη μοναχός στη Μονή του Προδρόμου. 

Δεν άργησε ωστόσο να επέλθει προσωρινή παρακμή για την Ιερά Μονή, αφού τα δυσεπίλυτα οικονομικά χρέη καθώς και οι ποικίλες αλλαγές που επέφερε η εμφάνιση του Τούρκου κατακτητή, δυσχέραιναν την κατάσταση.


Τοιχογραφία του Αγίου Δημητρίου του Ρώσσου,
δεξιά της κεντρικής εισόδου του Καθολικού.
Παρά το σεβασμό και την ανοχή που οι Οθωμανοί έδειξαν προς τη μονή, οι Πατέρες το 1518 αναγκάστηκαν να αποστείλουν αντιπροσωπεία τους στον ισθμό του Σουέζ, όπου και ήρθαν σε διαπραγματεύσεις με τον Αλή, Κριτή της Ερυθράς Θάλασσας.

Με αυτή τη διπλωματική αποστολή η Ιερά Κοινότητα απεκόμισε ένα αντίγραφο του Ακτιναμέ του Προφήτη Μωάμεθ, γεγονός που σήμαινε ασφάλεια των κεκτημένων της και προστασία για τους επόμενους αιώνες.

Ωστόσο αυτά τα προνόμια δεν εμπόδισαν τη Μονή σχεδόν τρεις αιώνες αργότερα, με την κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης το 1821, να συμμετάσχει ενεργά στον εθνικό αγώνα. 


Ο αρχηγός μάλιστα του επαναστατικού κινήματος στη Μακεδονία, ο Εμμανουήλ Παπάς, συνδεόταν στενά με την μοναστική κοινότητα η οποία του είχε παραχωρήσει οίκημα εκτός του περιβόλου του μοναστηριού. Η λειτουργία ελληνικής σχολής από το 1825 και Ιερατικής από το 1869 επιβεβαίωσαν την επωνυμία που δικαιολογημένα είχε κερδίσει χάρη στη λογιοσύνη των μοναχών και την πλούσια βιβλιοθήκη της, ως «Μονή των Γραμμάτων». 

Η Επιγραφή ανακαίνισης στο Καθολικό
Το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα ήταν μια ιδιαίτερα δημιουργική περίοδος για την Μονή Τιμίου Προδρόμου. 

Ακολουθώντας τη γενικότερη πολιτική κατάσταση φιλελευθεροποίησης του Οθωμανικού καθεστώτος η περιοχή γνώρισε μεγάλη οικονομική άνθηση. 

Οι οικονομικές δραστηριότητες της Μονής αλλά και των γύρω αστικών κέντρων (Σέρρες, Μελένικο, Βροντού κ.α.) δημιούργησαν τον απαιτούμενο πλούτο μέρος του οποίου διοχετεύτηκε μέσω δωρεών στην επισκευή και την ανοικοδόμηση τμημάτων του μοναστηριακού συγκροτήματος ενώ αναπτύχθηκαν και ισχυροί δεσμοί της Μονής με την ομόδοξη Ρωσική Αυτοκρατορία. 


Επιγραφή στον πύργο της βιβλιοθήκης, της Μονής Τιμίου Προδρόμου.
πηγή
Μία αποστολή μοναχών της Μονής, στα 1862 - 1863 περιόδευσε σε επαρχίες της Ρωσίας συγκεντρώνοντας συνδρομές ευσεβών Ρώσων χριστιανών υπέρ της Μονής. 

Ο 20ος αιώνας άρχιζε να ανατέλλει και μαζί με αυτόν για το μοναστήρι του Τιμίου Προδρόμου άρχιζε μία ριζική εκ θεμελίων καταστροφή.

Τον Ιούνιο του 1917, λυσσαλέοι και αδίστακτοι Βούλγαροι επιδρομείς, ύστερα από πολλές λεηλασίες στο στην Μακεδονία, απογύμνωσαν και ερήμωσαν τη μονή. 

Οι Πατέρες εξορίστηκαν ως όμηροι στη Βουλγαρία, και ανάμεσα στην κτηματική περιουσία της Μονής που είχε συληθεί, συγκαταλέγονταν και 1.500 τόμοι με έντυπα βιβλία, πλήθος από χειρόγραφα, βυζαντινά χρυσόβουλλα, πατριαρχικά σιγίλλια, σουλτανικά φιρμάνια και πλείστα ιερά σκεύη υψηλής τέχνης και ιδιαίτερα μεγάλης αξίας. 


Επίτιτλο με αρχικό γράμμα Ε.
Η αρχή του Κατά Λουκάν Ευαγγελίου (Τετραευάγγελο α΄ μισού 11ου
αιώνα)  
από τη Μονή Τιμίου Προδρόμου και ανήκει στα
επιστραφέντα από τη Βουλγαρία το 1923
.
Εθνική Βιβλιοθήκη, κώδ. υπ. αρ. 2507, (F.124).

πηγή

Αρχικά γράμματα (Ε και Τ) σε Ευαγγελιστάριο του α΄μισού
του 11ου αιώνα, από τη Μονή Τιμίου Προδρόμου και ανήκει 

στα επιστραφέντα από τη Βουλγαρία το 1923. 
Συλλογή της Εθνικής Βιβλιοθήκης, κώδ. 2552, (F.18v και 97).
πηγή
Ακολούθησε 2η λαφυραγώγηση το 1941 - 1944, οι μοναχοί διώχθηκαν και την Διοίκηση ανέλαβαν Βούλγαροι που αφαίρεσαν εικόνες ανεκτίμητης αξίας και ότι άλλο είχε απομείνει από την πρώτη λεηλασία. 

Συντάχθηκε μάλιστα και ένα πρωτόκολλο παραλαβής που υπέγραψαν οι Βούλγαροι και ανέφερε με κάθε λεπτομέρεια τα κλεμμένα κειμήλια, τα οποία μεταφέρθηκαν και τις δύο φορές στην Βουλγαρία. 

Με την λήξη του πολέμου, σύμφωνα με την Συνθήκη του Νεϊγύ, του 1919, έπρεπε να επιστρέψουν όλα τα κλεμμένα στην Μονή, όμως δεν επιστράφηκαν ποτέ.

Για τα κλεμμένα της 2ης επιδρομής του 1941 - 1944, μετά την λήξη του πολέμου στάλθηκαν κατάλογοι με τα κλοπιμαία στη Γενική Διεύθυνση δημοσίου Λογιστικού Διεύθυνση ΙΧ τμήμα Β΄ και στην Ελληνική Αντιπροσωπεία της Διασυμμαχικής Επιτροπής στην Σόφια, για επιστροφή των κλοπιμαίων στην Μονή, που όμως, και αυτό, δεν ικανοποιήθηκε. 

Το μεγαλύτερο μέρος των χειρογράφων φυλάσσονται σήμερα στο Κέντρο Σλάβο - Βυζαντινών Σπουδών Ivan Dujcev στη Βουλγαρία και κάποια λιγοστά βρίσκονται στην Εθνική βιβλιοθήκη της Αθήνας ενώ τα ιερά σκεύη, κειμήλια, παλιές εικόνες και ότι άλλο αφαιρέθηκε από το Καθολικό και το Σκευοφυλάκιο της Μονής, βρίσκονται σε μουσεία της Βουλγαρίας και στο μοναστήρι της Ρίλα. 

Άποψη του τέμπλου της Μονής
πηγή
Το Καθολικό της Μονής αποτελεί μνημείο βυζαντινής αγιογραφίας, οι τοιχογραφίες του οποίου αποδίδονται στον Μακεδόνα Αγιογράφο Μιχαήλ Πανσέληνο. 

Οι παλαιότερες είναι αυτές που έγιναν κατά τη διάρκεια της ηγουμενίας του δεύτερου κτήτορα Ιωακείμ και διακρίνονται για την εκφραστικότητα, το ρεαλισμό και την παθητικότητα. 

Το τέμπλο είναι ξυλόγλυπτο και χρονολογείται στα 1804, δεξιά και αριστερά είναι αναρτημένες οι εικόνες του Χριστού Παντοκράτορα και της Παναγίας Οδηγήτριας που προέρχονται από το αρχικό τέμπλο του Καθολικού και μαζί με το πρώτο στρώμα τοιχογραφιών της Ενάτης αντιπροσωπεύουν την τέχνη της ακμής των Παλαιολόγων. 


Αριστερά η Παναγία Οδηγήτρια και δεξιά ο Χριστός Παντοκράτορας, 
δεσποτικές εικόνες του αρχικού τέμπλου.

Άποψη του Καθολικού της Μονής
πηγή
Το καθολικό είναι στη μέση μιας απότομης,  κατηφορικής αυλής, στρωμένης με καλντερίμι, γύρω από την οποία βρίσκονται τα υπόλοιπα κτίρια: οι πτέρυγες των κελλιών στην ανατολική και νότια πλευρά, οι αποθήκες, τα εργαστήρια και η τράπεζα στη βόρεια, το νοσοκομείο και ο ξενώνας στη δυτική. 

Ο οχυρωματικός περίβολος σχηματίζει τον εξωτερικό τοίχο των κτιρίων και στη νοτιοδυτική γωνία του υψώνεται ένας τετραώροφος πύργος με τις εξωτερικές του πλευρές να διαμορφώνονται με αντηρίδες ενώ η είσοδος της μονής ανοίγεται στη δυτική πλευρά. 

Το καθολικό αποτελείται από δυο νάρθηκες, τον κυρίως ναό που καταλήγει στην τρίπλευρη εξωτερικά, ημικυκλική εσωτερικά και την αψίδα του ιερού ενώ από τους νάρθηκες ο εξωνάρθηκας ονομάζεται Ενάτη και ο εσωνάρθηκας Μεσονυκτικό ή Λιτή.  


Ο Τάφος του Πατριάρχη Γενάδιου Σχολάριου 
στα δεξιά του Μεσονυκτικού
Ο κυρίως ναός ανήκει ειναι μονόχωρος τρουλαίος, με τον τρούλο να στηρίζεται μέσω αβαθών τόξων στους περιμετρικούς τοίχους. 

Πιθανόν στην αρχική φάση να υπήρχε μια ανοιχτή στοά που περιέβαλε στις τρεις πλευρές, βόρεια, δυτική και νότια, τον πυρήνα του ναού.  

Σήμερα στη βόρεια πλευρά διαμορφώνονται δυο συνεχόμενα παρεκκλήσια αφιερωμένα στον Άγιο Σπυρίδωνα και στον Άγιο Ιωάννη τον κτήτορα. 

Κατά μήκος της νότιας πλευράς προσκολλάται μια μακρόστενη αίθουσα που ονομάζεται Μακρυναρίκι και στη δυτική πλευρά προστέθηκε μία ανοικτή στοά με τον πύργο του κωδωνοστασίου στη βοριοδυτική γωνία. 

Στο πάνω μέρος της Ενάτης υπάρχει το μονόχωρο τρουλαίο παρεκκλήσιο προς τιμήν του Αγίου Νικολάου, όπου βρίσκεται και ο τάφος της Ελένης, αδελφής του Σέρβου δεσπότη των Σερρών Ιωάννη Ούγκλεση (1365 - 1371) και των δύο κοριτσιών της. 

Στο δεύτερο νάρθηκα "εσωνάρθηκα" ή "Μεσονυκτικό" υπάρχουν οι τάφοι του κτήτορα Επισκόπου Εζεβών Ιωαννίκιου και του κτήτορα Μητροπολίτου Ζιχνών Ιωάννη καθώς και του Πατριάρχη Γεννάδιου Σχολάριου. 

Άποψη της Μονής
Το καθολικό και ο πύργος ανήκουν στον 14ο αιώνα με το Καθολικό και τα παρεκκλήσια να είναι κατάγραφα με τοιχογραφίες και καλύπτουν όλο τον 14ο αιώνα. 

Τα υπόλοιπα κτίρια χρονολογούνται από τον 15ο ως τον 19ο αιώνα.

Στην αρχική φάση που αποδίδεται στον δεύτερο κτήτορα Ιωακείμ (1300 - 1333) ανήκουν η παράσταση των Τεσσαράκοντα μαρτύρων που βρίσκεται σε αρκοσόλιο στο βόρειο άκρο της ανατολικής πλευράς της Ενάτης, η παράσταση της Δέησης με τη Θεοτόκο, τον Άγιο Ιωάννη Πρόδρομο και τον αρχάγγελο Μιχαήλ στο αντίστοιχο νότιο αρκοσόλιο, η παράσταση του Ιησού με τον κτήτορα πάνω από το βόρειο αρκοσόλιο, καθώς και οι μεμονωμένες μορφές του ανατολικού τοίχου του. 

Στα 1319 χρονολογείται επίσης και η παράσταση της Παναγίας Περιβλέπτου, πάνω από την είσοδο που οδηγεί από τη νότια στοά στον εξωνάρθηκα.

Οι τοιχογραφίες αυτές, καθώς και οι παλαιές δεσποτικές εικόνες του Χριστού Παντοκράτορα και της Θεοτόκου Οδηγήτριας, διακρίνονται για την εκφραστικότητα, το ρεαλισμό και την πλαστικότητα που χαρακτηρίζει την ζωγραφική αναγέννηση της παλαιολόγειας ζωγραφικής και συσχετίζονται με τα καλλιτεχνικά ρεύματα της Μακεδονίας, της Θεσσαλονίκης (οι τοιχογραφίες) αλλά και της Κωνσταντινούπολης (οι δυο εικόνες).


Ο Χριστός Αναπεσών. 
Τοιχογραφία του καθολικού, 1300 - 1335.
πηγή
Στα χρόνια της Σερβοκρατίας (1345 - 1370), ανήκουν οι υπόλοιπες τοιχογραφίες που κοσμούν τις καμάρες της Ενάτης και οι δυο μοναδικές σωζόμενες από τον αρχικό διάκοσμο παραστάσεις του εσωνάρθηκα (Μεσονυκτικό): η Βάπτιση σε μικρή κόγχη στη νότια πλευρά του ανατολικού τοίχου και η νεκρική προσωπογραφία με το Χριστό στο βόρειο τοίχο. 

Στην ίδια εποχή ανήκει και η προσωπογραφία του Στεφάνου Δουσάν με την οικογένεια του, η οποία αναφέρεται από τους περιηγητές του 19ου αιώνα και η οποία σήμερα δεν είναι όμως ορατή.

Οι υπόλοιπες τοιχογραφίες που καλύπτουν τις επιφάνειες του εσωνάρθηκα χρονολογούνται στα 1805 ενώ νεώτερες τοιχογραφίες του 1803 που πιθανόν να καλύπτουν άλλα βυζαντινά στρώματα διακοσμούν και τον κυρίως ναό.


Τοιχογραφία από το "Μακρυναρίκι": Άγιοι Ασκητές 
(Οι άγιοι Σαμψών, Παύλος ο Απλός, Παύλος ο Θηβαίος) 
© Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού 
Η νότια στοά φέρει τρία στρώματα τοιχογραφιών από τα οποία κυριαρχεί του 1630. 

Οι τοιχογραφίες που κοσμούν τα παρεκκλήσια χρονολούνται από τον 15ο έως τον 19ο αιώνα: το Γενέθλιον του Προδρόμου ή αλλιώς και Προδρομούδι ανατολικά του καθολικού (1535), η Σύναξη Ταξιαρχών στη βόρεια πτέρυγα των κελλιών (1634), του Αγίου Σπυρίδωνος (1761) και του Αγίου Ιωάννου του κτήτορος (β΄μισό 19ου αιώνα) στη βόρεια πλευρά του καθολικού, ο Άγιος Νικόλαος πάνω από την Ενάτη (1852), ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου στην αυλή (1859). 

Οι τοιχογραφίες αυτές αντιπροσωπεύουν τα ποικίλα ρεύματα της κάθε εποχής, ενώ στο Γενέθλιον του Προδρόμου και στον Άγιο Νικόλαο σώζονται και παραστάσεις που τοποθετούνται στα 1360 - 1370.



Τοιχογραφίες στο "Μακρυναρίκι": πάνω από την είσοδο η Παναγία Περίβλεπτος
© Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού
πηγή
Τοιχογραφία στον εξωνάρθηκα του καθολικού: ο προφήτης Ηλίας
© Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού
πηγή
Τοιχογραφίες στο Αρχονταρίκι : αναπαραστάσεις πόλεων
© Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού
πηγή

Εννάτη, βόρειο αρκοσόλιο: 
λεπτομέρεια από την παράσταση των 40κοντα Μαρτύρων
© Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού 
Οι  σωζόμενες τοιχογραφίες καλύπτουν μια περίοδο έξι αιώνων δημιουργίας και αντιπροσωπεύουν επάξια τη ζωγραφική τέχνη στην περιοχή των Σερρών από τους χρόνους των Παλαιολόγων ως τους νεώτερους. 

Μαζί με τις σωζόμενες εικόνες, τα κειμήλια, τα χειρόγραφα και τα αντικείμενα μικροτεχνίας δίνουν μια πλήρη εικόνα της καλλιτεχνικής και πνευματικής ακτινοβολίας που γνώρισε η μονή από την ίδρυσή της έως σήμερα και την καθιστούν ένα ζωντανό μουσείο της βυζαντινής και μεταβυζαντινής τέχνης. 

Την ερειπωμένη μονή έως τότε ήρθε το 1986 να αναλάβει η γυναικεία αδελφότητα από την Ιερά Μονή Παναγίας Οδηγητρίας Πορταριάς Βόλου υπό την πνευματική καθοδήγηση του Πανοσιολογιωτάτου Καθηγουμένου της Ιεράς Μονής Φιλοθέου του Αγίου Όρους Γέροντος Εφραίμ, Αρχιερατεύοντος τότε εν Σέρρες του Μητροπολίτου κυρού Μαξίμου και σε συνεργασία με τη 12η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, που εδρεύει στην Καβάλα ανέλαβαν τη συντήρηση και την αναστήλωση της μονής.


Έκθεμα από το πολύ ενδιαφέρον και εντυπωσιακό
μουσείο της Μονής
Η αδελφότητα υπό την καθοδήγηση της Καθηγουμένης Φεβρωνίας, κάνει καθημερινά μία υπεράνθρωπη προσπάθεια να ανασυστήσει το κτιριακό συγκρότημα ώστε να ανακτήσει την πρώτη του δόξα.

Στις 13 Δεκεμβρίου του 2010 η Μονή χτυπήθηκε από πυρκαγιά που ξέσπασε από ξυλόσομπα μέσα στο αρχονταρίκι και κατέστρεψε
το αρχονταρίκι, το παλιό εκθετήριο, την τράπεζα, το μαγειρείο, τον ξενώνα και τους αποθηκευτικούς χώρους, προκαλώντας συνολικά ζημιές αξίας περίπου 2 εκατομμυρίων ευρώ. 

Η αυτοθυσία των μοναχών και η έγκαιρη επέμβαση της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας πραγματικά έσωσαν την ιστορική βυζαντινή Μονή που η περιπέτειά της αυτή ευαισθητοποίησε τους απανταχού προσκυνητές και φίλους της ώστε να συμβάλουν αποφασιστικά στην ανοικοδόμησή της. 

Έκθεμα από το πολύ ενδιαφέρον και εντυπωσιακό
μουσείο της Μονής
Στα ιερά λείψανα του μοναστηριού υπάρχουν, η κάρα του Αγίου Ιωάννου του κτήτορος και βέβαια το ιερό λείψανο του Οικουμενικού Πατριάρχου Γεννάδιου του Σχολάριου, η μνήμη του οποίου εορτάζεται στις 25 Αυγούστου.

Η πρόσβαση στην Μονή γίνεται και με πούλμαν 60 θέσεων μέσω καλού ασφαλτοστρωμένου δρόμου που όμως δεν μπορεί να προσεγγίσει μέχρι την είσοδο της Μονής λόγο ανάποδης κλίσης 2 στροφών. 

Υπάρχει parking στο οποίο παρκάρει το πούλμαν και οι επισκέπτες διασχίζουν με τα πόδια μία απόσταση περίπου 500 μέτρων έως την είσοδο της Μονής στην οποία σήμερα υπάρχει γυναικεία αδελφότητα με 27 μοναχές και με Καθηγουμένη την Φεβρωνία Κρομμύδα.

Εορτάζει στις 29 Αυγούστου την Αποτομή της Κεφαλής του Τιμίου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου.


Τηλέφωνα Μονής: (+30) 23210 74544, (+30) 23210 74623, email:website@im-prodromou.gr